«Οι Ελληνοαμερικανοί – Ιστορία του Απόδημου Ελληνισμού των Η.Π.Α» Μέρος 52ο


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ
“Ο Μαρκέτος που γνώρισα”

Αυτή ήταν γραμμή και τακτική που συνειδητά είχε επιλέξει ο E.K. απέναντι στη χούντα των συνταγματαρχών, με αίσθημα της βαριάς ευθύνης που προσδιόριζε η αποστολή του, καθώς απευθύνονταν στο σύνολο της Ομογένειας. Το πνεύμα και η αντίληψη της ασυμβίβαστης εναντίωσης του E.K. απέναντι στους συνταγματάρχες, αποπνέονται, εξάλλου, σε μήνυμα που ελήφθη στην εφημερίδα το Πάσχα του 1972 από τον στρατηγό Ορέστη Βιδάλη, εκ των κυριοτέρων αντιπάλων του στρατιωτικού καθεστώτος.
Σημειώνει εκεί, μεταξύ άλλων, ο στρατηγός: “Χωρίς τον Γολγοθά δεν θα υπήρχε Ανάστασις, είμαι υπερήφανος γιατί υπάρχουν και εδώ (σ.σ. στην Νέα Υόρκη) επίλεκτοι Ελληνες όπως ο Μπάμπης Μαρκέτος που όχι μόνο πιστεύουν αλλά και αγωνίζονται για την Ανάσταση του Εθνους”.
Εντύπωση προκάλεσε άλλωστε στην Ομογένεια, αλλά και στο Πανελλήνιο, ο E.K. όταν το 1972 κατεχώρισε σε συνέχειες, σε ολόκληρη την πρώτη του σελίδα τη βιογραφία του Μωρίς Ζενεβουά για τον Κων. Καραμανλή “για να τιμήσει τον χειμαζόμενο πολιτικό κόσμο της Ελλάδος”, όπως έγραφε, γεγονός που επέσυρε την μήνιν του δικτατορικού καθεστώτος. Για να απειλήσει ανοικτά από την εφημερίδα ο εκδότης ότι θα διέκοπτε την έκδοσή της, αν συνεχίζονταν οι εκφοβισμοί του καθεστώτος εναντίον του και εναντίον μελών της οικογενείας του στην Ελλάδα.
Υποχρεώθηκε ανοικτά ο E.K. να διαμαρτυρηθεί έντονα στο καθεστώς. Σε επιστολή που είχε απευθύνει στον έλληνα Πρέσβη στην Ουάσιγκτον κ. Παλαμά, τόνιζε ότι “το κρούσμα, παρόλον ότι βαρύνεται με τα συστατικά που συνιστούν την αντίληψη παραπλανήσεως, καταπιέσεως και παραβιάσεως του οικογενειακού ασύλου, διότι είναι το πρώτο που αντιμετωπίζουμε του είδους αυτού, δεν είμαστε βέβαιοι εισέτι ότι θα πρέπει να δώσουμε περαιτέρω συνέχειαν, εν αναμονή της υμετέρας απαντήσεως.”
Στις 12 Δεκεμβρίου 1968 ο πρέσβης γνωστοποίησε στον E.K. τη λήψη απαντήσεως μέσω του Ελληνικού Προξενείου στη Νέα Υόρκη. Η απάντηση του καθεστώτος έφερε ημερομηνία 20 Δεκεμβρίου και είχε συνταχθεί από το υπουργείο Προεδρίας. Δεχόταν το προαναφερθέν συμβάν, εξέφραζε τη λύπη του και παρέσχε την δικαιολογία ότι “εγένετο ανεξελέγκτως, άνευ γνώσεως του επισήμου κράτους.”
Η αλήθεια είναι ότι το καθεστώς των συνταγματαρχών είχε θέσει υπό παρακολούθηση τον “ανθελληνικόν”, όπως τον αποκαλούσαν στα υπουργικά γραφεία “Κήρυκα” Τούτο καταμαρτυρεί και το γεγονός ότι στις 15 Οκτωβρίου 1973 ο πρέσβης, κ. Σορόκος που είχε στο μεταξύ αντικαταστήσει τον κ. Παλαμά, είχε αποστείλει επιστολή στην οποία είχε επισυνάψει 90 φύλλα του τελευταίου τετραμήνου της εποχής εκείνης, όπως τα είχε κοκκινίσει, τα μισά και περισσότερα, ως “επιλήψιμα” κατά την κρίση του καθεστώτος και τη δική του!
Απτόητος εντούτοις ο E.K. απηύθυνε ανοικτά από τις στήλες του προειδοποιήσεις προς τους συνταγματάρχες, ενώ την ίδια ώρα τους διαμήνυσε ότι θα προστάτευε ως κόρην οφθαλμού την ενότητα των ομογενών και προσκαλούσε το καθεστώς να μην αποπειραθεί να τους διχάσει.
Αντεπεξήλθε, έτσι, ενωμένη η Ομογένεια την περίοδο των Απριλιανών, γεγονός που της επέτρεψε να συνεχίσει αδιατάρακτη την ανοδική της πορεία, χωρίς, ωστόσο, και να απουσιάσουν κάποια μεμονωμένα κρούσματα που λίγο έλειψαν να θρυμματίσουν το επίτευγμα αυτό, όπως η επίσκεψη του Σπύρου Άγκνιου στη γενέτειρα και οι αμετροεπείς δηλώσεις του συμπαράστασης στη χούντα. Η αποδοκιμασία του ελληνοαμερικανού αντιπροέδρου των ΗΠΑ από τις στήλες της εφημερίδος μπόρεσε να βρει ανταπόκριση στην προσεκτική της διατύπωση μεταξύ των ομογενών, παρά το γεγονός ότι δεν έλειψαν και κάποιες αντιδράσεις.
Παρενθετικά, αξίζει να σημειωθεί ότι η υποψηφιότητα του Ελληνοαμερικανού πολιτικού από τους Γαργαλιάνους είχε γίνει η αιτία, για πρώτη και τελευταία φορά, ο “Κήρυκας” να γυρίσει την πλάτη στο Δημοκρατικό Κόμμα και να συστήσει την υποστήριξη ενός Ρεπουμπλικανού, για λόγους καθαρά φυλετικούς.
Στην αντίπερα όχθη, η άλλη ημερησία εφημερίδα της ομογένειας, η παλαιότερη Ατλαντίς παρείχε αδιαλείπτως απροσχημάτιστη υποστήριξη προς το στρατιωτικό καθεστώς, εμπνεόμενη – κυρίως – εκ του δόγματος ότι ανώτεροι αξιωματικοί του ελληνικού στρατού ήταν αδύνατον να θέλουν το κακό της πατρίδος. Ετσι το έβλεπε, έτσι το αισθάνονταν κι έτσι το έγραφε.
Γι’ αυτό μπορεί κανείς να ισχυρισθεί ότι αδικείται κατάφωρα από τους βαρείς σε βάρος της χαρακτηρισμούς που εμπεριέχονται σε δημοσιευθείσα παλαιότερη ημιτελή έκθεση του Στέητ Ντιπάρτμεντ που αναφέρονταν στην περίοδο 1967-1972, όπως την παρουσίασε το 1993 από τον E.K. ο δημοσιογράφος Αλέξης Παπαχελάς.
Στο ίδιο κείμενο αποδίδεται και ο ισχυρισμός ότι ο “Κήρυκας” τήρησε “ελαφρώς ήπια στάση κριτικής έναντι της χούντας”! Προσθέτει, ωστόσο, ότι “μερικές φορές η στάση του για την χούντα είναι διφορούμενη”.
Και πάρα κάτω: “η γενίκευση η οποία γίνεται συχνά ότι οι Ελληνοαμερικανοί ευνοούν την στρατιωτική δικτατορία είναι παραπλανητική.”
Αυτό το τελευταίο, αναλυμένο ως έδει, ανατρέπει από μόνο του το προηγηθέν σχόλιο του άγνωστου συντάκτη της ημιτελούς έκθεσης. Προφανώς άλλωστε, κανείς δεν εξήγησε στο συγγραφέα πως όταν το επίρρημα “ελαφρώς” προσδιορίζει το επίθετο “ήπιος” – που εμπεριέχει από μόνο του και την έννοια του “ελαφρώς” – στην ουσία αυτοαναιρεί το σύνολο του επιθετικού προσδιορισμού. Για να παραμείνει αλώβητη η αλήθεια: “Στάση κριτικής”. Και για να μη χωρά καμιά φωτογραφική ή άλλης υφής συσκότιση της πραγματικότητος.
Στην αρθρογραφία του E.K. ολόκληρης της επταετίας υπάρχει, υπό τη μία ή την άλλη μορφή το ένα, το επίμονο και πάντοτε ευδιάκριτο νόημα απευθυνόμενο προς τους συνταγματάρχες. Κύριοι φύγετε. Κανείς δεν σας κάλεσε. Παραδώσετε την εξουσία που έχετε σφετερισθεί, στους φυσικούς ηγέτες του ελληνικού λαού.
Στο πνεύμα αυτό, άλλωστε, δημοσίευσε ο E.K. το πρώτο “παράνομο” βιβλίο του Γ. Ράλλη με τίτλο “Η αλήθεια για τους Ελληνες πολιτικούς.” Και το δεύτερο υπό τον τίτλο, “Η τεχνική της βίας”, (Μάιος και Οκτώβριος 1972).
Ο ίδιος ο Μαρκέτος, στον οποίο είχαμε θέσει παλαιότερα υπόψη το κείμενο της πιο πάνω έκθεσης, μας είπε ότι δεν επεχείρησε ποτέ να απολογηθεί. Κάτι τέτοιο θα ήταν κατώτερο της δημοκρατικής ιστορίας της εφημερίδος. Ετσι όπως τη σφράγισε η επίσκεψη στα γραφεία στην Νέα Υόρκη του Ελευθερίου Βενιζέλου το 1923. Και όπως την προσδιορίζει ο τίτλος που επιτίμου προέδρου του Δημοκρατικού Κόμματος των ΗΠΑ, για το τμήμα της ελληνοαμερικανικής μειονότητας για όλη την Αμερική, που του είχε απονεμηθεί από τον Ατλάι Στίβενσον το 1956.
Θα προσθέσουμε εμείς πως από ό,τι μέχρι τώρα παραθέσαμε στο κείμενο τούτο, και που ήταν αποτέλεσμα και συμπέρασμα των υπαρχόντων αδιάσειστων στοιχείων, βοά η μαχητική ακατάπαυστη αντιπαράθεση του E.K. και προσωπικά του Μπάμπη Μαρκέτου απέναντι στο στρατιωτικό καθεστώς.
Θα παραθέσουμε δύο-τρία μόνον από τα αναρίθμητα δείγματα της Απαστράπτουσας πραγματικότητας.
Χαρακτηριστικά θα πούμε εδώ ότι η Ελένη Βλάχου αμέσως μετά τη μεταπολίτευση, όταν επέστρεψε από το Λονδίνο στην Αθήνα και επανακυκλοφόρησε την Καθημερινή – την έκδοση της οποίας είχε αναστείλει σε ένδειξη διαμαρτυρίας κατά της επιβολής δικτατορικού καθεστώτος από τους συνταγματάρχες ζήτησε αποκλειστική συνεργασία από τον E.K., η οποία ξεκίνησε νωρίς το 1975 και συνεχίστηκε μέχρι και το 1977.
Θα αναφέρουμε ακόμη ότι ο Εθνάρχης Μακάριος, αμέσως μετά το εναντίον του πραξικόπημα, κυνηγημένος και ο ίδιος από την απερίσκεπτη βαρβαρότητα του αφανούς δικτάτορα Ιωαννίδη (1974), κατέφυγε στη Νέα Υόρκη στον ΟΗΕ, και επισκέφθηκε τα γραφεία του δημοκρατικού E.K. Παρέμεινε εκεί αρκετές ώρες για να ξεκουραστεί, απευθύνοντας από την ιστορική τούτη εφημερίδα συγκινητικά λόγια στο Μπ. Μαρκέτο και την Ομογένεια.
Άλλωστε, καθ’ όλη τη διάρκεια της στρατιωτικής χούντας, ο πρώην εκδότης της εφημερίδος βρίσκονταν σε στενή παρασκηνιακή συνεργασία με τον αυτοεξόριστο στο Παρίσι Κων. Καραμανλή και τους άλλους πολιτικούς ηγέτες της Ελλάδος, προωθώντας, συντονίζοντας και μεθοδεύοντας τη συνένωση του πολιτικού κόσμου, ώστε να αποτελέσει τον καταλύτη απέναντι στους πραξικοπηματίες.
Εξάλλου, ο γνωστός δημοσιογράφος Βάσσος Τσιμπιδάρος, που εργάζονταν στο Λονδίνο, είχε προσληφθεί τα χρόνια εκείνα ως ειδικός ανταποκριτής του Ε.Κ. κατόπιν προσωπικής υποδείξεως του Κων. Καραμανλή ως απευθείας σύνδεσμός του με την εφημερίδα, στην οποία πρώτα καταχωρούνταν οι αντιστασιακές του δηλώσεις και ύστερα στον υπόλοιπο Τύπο.
Όπως, μάλιστα, αναφέρει σε σχετικό του γράμμα το 1973 ο πρώην πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης, απευθυνόμενος προς τον εξόριστο στρατηγό Βιδάλη, εσωκλείοντας και κείμενο ειδικά γραμμένο για τον Ε.Κ., “αυτό είναι το πνεύμα θυσίας που κατέχει σήμερα τους Ελληνες. Σε παρακαλώ φρόντισε να δημοσιευθεί το ταχύτερο. Ευχαριστώ εκ μέρους όλων μας. Και τώρα ας μην ξεχνάμε. Έγινε η ενότητα που ζητούσε ο Μαρκέτος.”
Η ημέρα της αυτοκατάρρευσης του στρατιωτικού καθεστώτος βρήκε τον Μπάμπη Μαρκέτο στο Λονδίνο. Από εκεί είχε συνεχείς τηλεφωνικές συνομιλίες με τον Κων. Καραμανλή στο Παρίσι, ενώ παράλληλα επισκέπτονταν τον πρώην βασιλιά Κωνσταντίνο στο ξενοδοχείο Κλάριτζες όπου διατηρούσε τότε το γραφείο του. Ηταν οι μεταμεσημβρινές ώρες της 23ης Ιουλίου 1974, ημέρα Τρίτη. Μία μέρα νωρίτερα είχε προηγηθεί παρατεταμένη συνάντησή του με τον Κωνσταντίνο. Ούτε εκείνος, ούτε ο Καραμανλής ή κανείς άλλος από τους παράγοντες προέβλεπαν τις ραγδαίες εξελίξεις.
Και στους δύο ο Κεφαλήν εκδότης, μπροστά στην καταστροφή που είχε επιφέρει στην Κύπρο ο Αττίλας, ανέπτυξε επιχειρηματολογία ότι έπρεπε να κάμουν κάτι, ταξιδεύοντας με το ένα ή το άλλο πρόσχημα στην Αμερική, που περίπου απαθής παρακολουθούσε τα δρώμενα. Υποστήριζε ότι ο καθένας χωριστά όφειλαν να βρεθούν στα Ηνωμένα Έθνη και στην Ουάσιγκτον, στο φιλελληνικό περιβάλλον του Κογκρέσου ώστε να ασκήσουν την επιρροή τους, για την κατά το δυνατόν ευνοϊκή υπέρ της Ελλάδος δραστηριοποίηση του Στέητ Ντιπάρτμεντ.
Στους ενδοιασμούς που ανέκυπταν από το γεγονός ότι δεν υπήρχε επίσημη πρόσκληση από την Αμερική παρέθεσε το επιχείρημα ότι αν ταξίδευαν ιδιωτικώς, από όσα το πρωτόκολλο προσδιόριζε, θα υπήρχε μία πρώτη επίσημη υποχρεωτική επαφή τουλάχιστον με το Στέητ Ντιπάρτμεντ.
Ο Κωνσταντίνος υιοθέτησε την ιδέα με την προϋπόθεση ότι θα την υπεστήριζε και ο στρατηγός Βιδάλης. Ο πρόεδρος Καραμανλής προβληματίστηκε σοβαρά και ζήτησε δύο μέρες καιρό για να απαντήσει. Στο μεταξύ είχε κανονισθεί νέο τηλεφωνικό ραντεβού του Μαρκέτου μαζί του για το βράδυ της ίδιας μέρας. Αυτό το τηλεφώνημα, όμως, δεν έγινε ποτέ. Δύο, μόλις, ώρες από εκείνη τη στιγμή, ο Καραμανλής έπαιρνε στο Παρίσι το μήνυμα του Αβέρωφ και ετοίμαζε τις βαλίτσες του για την Αθήνα…
ΑΥΡΙΟ: η ΣΥΝΕΧΕΙΑ,

Σχόλια Facebook

Σχολιάστε