Η Ελληνίδα Μετανάστρια στην Γερμανία και στην Αμερική

Στιγμιότυπα από την εκδήλωση του Λυκείου των Ελληνίδων – Γραφείο Μονάχου σε συνεργασία με την ομάδα γυναικών Westend

Μόναχο.- Το γυναικείο πρόσωπο της μετανάστευσης παρέμεινε για δεκαετίες „αόρατο“, παρόλο που οι γυναίκες „γκασταρμπάιντερ“ αποτέλεσαν ένα ισχυρό εργατικό δυναμικό.

 

Στιγμιότυπα από την εκδήλωση του Λυκείου των Ελληνίδων – Γραφείο Μονάχου σε συνεργασία με την ομάδα γυναικών Westend

Η Ελληνίδα στην Αμερική

Panhellenic Post: Ωστόσο εάν το γυναικείο πρόσωπο της μετανάστευσης παρέμεινε για δεκαετίες „αόρατο“, δεν συνέβη το ίδιο την Αμερική. Εκεί η γυναίκα – μετανάστης, με τη μορφή της Μητέρας, της γιαγιά και της  συζύγου αναγνωρίστηκε αρκετά σύντομα.
Γράφει για την Ελληνίδα μετανάστρια στο βιβλίο του “Οι Ελληνοαμερικανοί” ο πρώην εκδότης-διευθυντής του “Εθνικού Κήρυκα”, Μπάμπης Μαρκέτος, μεταξύ άλλων:

Ο ρόλος της Ελληνοαμερικανίδας

Είναι αυτονόητο πως χωρίς την Ελληνίδα δεν μπορούσε να δημιουργηθή και να υπάρχη ο Ελληνισμός της Αμερικής.

Χωρίς την Ελληνίδα, με τους μικτούς γάμους, δεν μπο­ρούσε να δημιουργηθή και να ύπαρξη ελληνική οικογένεια στην Αμερική, η νέα ελληνοαμερικανική γενιά – Ελληνι­σμός Αμερικής. Γιατί όσο καλή και άγια κι’ αν είναι η αλλόφυλη σύζυγος, οικογένεια (πού είναι η βάση κάθε κοι­νωνίας, κάθε φυλετικής ομάδας), ελληνική δεν μπορούσε να δημιουργήση όσο κι’ αν το ήθελε, όσο κι αν θα προσπα­θούσε.

Χωρίς την Ελληνίδα, δεν ήταν δυνατό να δημιουργηθούν ούτε κι’ αυτές οι τόσο ζωντανές ελληνικές νησίδες μέσα στις πολυεθνικές πόλεις της Αμερικής με τις ελληνικές λα­λιές στους δρόμους τους, και τις ελληνικές επιγραφές, που δημιουργούν ελληνική ατμόσφαιρα –μικροσκοπικές Ελλά5ες– και κάνουν τον απόδημο να νοιώθη σε δικό του περιβάλλον κι’ απαλύνουν τη σκληράδα του ξερριζωμού.

Πολλές Ελληνίδες, απομονωμένες σε μικρά αμερικα­νικά χωριά, έτυχε να βρη ζήση, ενα καλό μαγαζάκι, ο άν­τρας τους, τού δημιούργησαν ελληνικό σπίτι με γκόλφι τις ελληνικές παραδόσεις και δοξασίες –κι’ ένα εικόνισμα,– ενα καντήλι. Και τα στέφανα του γάμου τους στο εικονο­στάσι. Και δίδαξαν τα λίγα ελληνικά γράμματα που γνώ­ριζαν στα παιδιά τους. Να γράφουν ένα γράμμα στη γιαγιά, στον παππού, και να μην ξεχάσουν την καταγωγή τους, την Ελλάδα.

Η Ελληνίδα, με γλώσσα της τη μητρική γλώσσα του μετανάστη, ήταν ενα κομμάτι από τον τόπο του, μια ψυχή από τη γη των πατέρων του, και μοιραζότανε την τύχη του μαζί της, την ερημιά του, και δίπλα του γινότανε υποφερτή και η δική της μοναξιά και ερημιά στον ξένο και μακρινό τόπο, που ούτε τη γλώσσα του γνώριζε, ούτε τις συνήθειες. Ο άνδρας της ήτανε και αδελφός της, ο ομογενής της, ο συμπατριώτης της, η μοναδική δική της ψυχή σε κείνα τα χρόνια που δεν υπήρχε ακόμα οργανωμένη ελληνική κοινω­νία στ’ αμερικανικά κέντρα, κι’ ας τον παντρεύτηκε μόνο για ν’ αλαφρώση το πατρικό της σπίτι από ενα στόμα σε κείνα τα χρόνια που λιγοστό ήταν και το ψωμί στην Ελλά­δα. Στάθηκε δίπλα του, και μέ τη σοφία του ενστίκτου τού δημιούργησε μια δική του φωλιά, του ανάστησε ελληνική οικογένεια στον ξένο –τον τόσο ξένο τότε!–  και μακρινό τόπο. Έστω και μόνο για να περάση ανώδυνα τη μεταβα­τική περίοδο της αφομοίωσης, που είναι αναπόφευκτη στο τέλος για τους γόνους του μετανάστη. Αυτή είναι η αλή­θεια.

Αυτονόητο και πως χωρίς την Ελληνίδα δεν μπορούσαν να ιδρυθούν και να διατηρηθούν οι 450 σήμερα ελληνικές κοινότητες της Αμερικής (δε θα υπήρχε και λόγος αφού θα έλειπε η ελληνική οικογένεια) με τά 21 ελληνικά ημε­ρήσια σχολεία και τά 450 απογευματινά –περισσότερα άπό 450 με τα λίγα ιδιωτικά που δύσκολο να βρει κανείς πόσα ακριβώς είναι αυτά.

Και στο επόμενο Κεφάλαιο με τίτλο: Πότε άραγε να έφτασε στη Νέα Γη η πρώτη Ελληνί­δα, και που, ο εκδότης συγγραφέας αναφέρει, μεταξύ άλλων:

” Τι ήταν εκείνο πού έκαμε αυτές τις πρωτοπόρες Ελληνίδες, τις τόσο άπλες κι’ αγράμματες, να σταθούν εξαί­ρετες σα σύζυγοι και μητέρες κι’ Ελληνίδες, ρωτούν πολ­λοί απ’ τους νεοφερμένους και τις νεοφερμένες. Και την ίδια ερώτηση κάνουν και τα παιδιά και τα εγγόνια τους. Αγράμματες, να βγάλουν μια γενιά με τόση επίδοση στα γράμματα και τόσες επιτεύξεις!Ο άνθρωπος βέβαια έχει τη δύναμη να προσαρμόζε­ται στις καταστάσεις, στις ανάγκες (η να χάνεται, που τότε ξεχνιέται), και δε βρήκαν καλύτερες συνθήκες οι πρω­τοπόρες άλλης καταγωγής που προηγήθηκαν –η ελληνική μετανάστευση είναι από τις τελευταίες στην Αμερική.

Άλλος παράγουν είναι τό οτι οι πρωτοπόροι ήταν από γερό ανθρώπινο υλικό –στο σώμα, στο νου και στην ψυχή. Αλλοιώς δεν τολμούσαν να γυρεύουν τύχη στην άκρη του κόσμου, όπως ήταν τότε η Αμερική, όπως τη νόμιζαν. Ούτε και άφηνε ο γονιός, όση οικονομική ανάγκη κι’ αν είχε, να φύγη το αγόρι του, και περισσότερο το κορίτσι του, που εξασκούσε γερό έλεγχο επάνω του τότε, να μισέψη για κόσμο άγνωστο και μακρυνό, όπως ήταν εκείνους τους και­ρούς η Αμερική.

Έχει λοιπόν γερές, καλές, καταβολάδες η νέα γενιά, η ελληνοαμερικανική. Μα το κυριώτερο κεφάλαιο της σε ξεχωριστή μόρφωση και πνευματικά ανεβάσματα, π’ ανοί­γουν το δρόμο και σ’ άλλες δραστηριότητες, ίσως να ήτανε η μεγάλη στοργή της ελληνίδας μάνας. Ποιον άλλον είχε δικό της δίπλα της στο μεγάλο ξένο κόσμο που βρέθηκε απ’ τα παιδιά της, και τον άντρα της που όμως λίγο τον έβλεπε! Η αγραμματωσύνη της και η επιμονή της να μη μάθη τη γλώσσα του τόπου, και να μη τη μιλάη με τά παιδιά της και γίνουν πιο ξένα με τις ρίζες τους στάθηκε ευεργετική γι’ αυτά.