Υποναύαρχος Στυλιανός Φενέκος στην ΡΗΡ: Ο δρόμος προς την ειρήνη είναι δύσκολος και μακρύς, αλλά όχι ουτοπικός

Αθήνα.- Η δολοφονία του ηγέτη της Χαμάς, Γιαχία Σινουάρ, από ορισμένους ηγέτες έχει χαρακτηριστεί ως “καλός οιωνός” για λήξει του Πολέμου στην Μέση Ανατολή. Είναι, όμως έτσι; Σε αντίθεση με τη θέση αυτή, μία άλλη δολοφονία, η δολοφονία του ηγέτη της Χεσμπολάχ, Χασράν Νασάλα, ακολουθήθηκε από Χερσαία εισβολή του Ισραήλ στο Λίβανο, με αποτέλεσμα, αντί εκτόνωσης η κατάσταση στη Μέση Ανατολή να κλιμακωθεί περισσότερο.

Από την έναρξη του πολέμου, έχουν σκοτωθεί, ακόμη: Ο Σαλέχ Αλ Αρούρι, αναπληρωτής πρόεδρος του καθοδηγητικού συμβουλίου της Χαμάς,  ο Μαρουάν Ίσα, Μοχάμεντ Ντέιφ,  στενός συνεργάτης του Σινουάρ, ο Φουάντ Σουκρ ιδρυτικό μέλος της Χεζμπολάχ, ο Ισμαήλ Χανίγια, ο πρόεδρος του καθοδηγητικού συμβουλίου της Χαμάς.

Η Panhellenic Post, με τη βοήθεια της συνεργάτιδας Μαργαρίτας Βαρθολομαίου, θέλοντας να φωτίσει τα πολεμικά συμβαίνοντα στον ευαίσθητο, για την Παγκόσμια Ειρήνη, χώρο της Μέσης Ανατολής,   έθεσε το θέμα σε διακεκριμένους καθηγητές Πανεπιστημίων και ζήτησε την άποψη τους. Μέχρι τώρα μίλησαν στην ΡΗΡ για τα συμβαίνοντα στον χώρο της Μέσης Ανατολής οι καθηγητές κ.κ. Κωνσταντίνος ΓρίβαςΙωάννης Μάζης, Κωνσταντίνος Φίλης,  Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος και Κώστας Α. Λάβδας.

Σήμερα στην Μαργαρίτα Βαρθολομαίου  μιλάει ο Υποναύαρχος Πολεμικού Ναυτικού ε.α. Στυλιανός Φενέκος.

 

Η ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ ΦΛΕΓΕΤΑΙ

Της Μαργαρίτας Βαρθολομαίου

ΕΡ: Ποιες προεκτάσεις πιθανολογείτε ότι θα πάρουν αυτές οι συγκρούσεις μέσα στο επόμενο διάστημα;

ΑΠ: Η Χεζμπολάχ, υπό την ηγεσία του Χασάν Νασράλα για 32 χρόνια, ήταν η πιο ισχυρή παραστρατιωτική οργάνωση (μη κρατική) στην Μέση Ανατολή και σημαντικός εταίρος του Ιράν. Μαζί, το Ιράν και η Χεζμπολάχ είχαν ενισχύσει τις στρατιωτικές τους δυνατότητες (κυρίως βληματικές) και υποστήριξαν τον Σύρο πρόεδρο Μπασάρ αλ-Άσαντ, ενώ οι Ιρανοί εκπαίδευσαν και εξόπλισαν τους παραστρατιωτικούς συμμάχους τους σε Ιράκ και Υεμένη. Η δολοφονία του  από το Ισραήλ (καθώς και άλλων στην ηγετική αλυσίδα της οργάνωσης) αποτελεί σοβαρό πλήγμα για τη Χεζμπολάχ, συμβολικό προς κάθε κατεύθυνση αλλά και ουσιαστικό. Πλην όμως αλλά δεν εξαλείφει την απειλή της, καθώς η οργάνωση παραμένει οπλισμένη και ικανή να ανακάμψει στο εγγύς μέλλον. Και ενδεχόμενα με νέους ακραίους φανατικούς ηγέτες.

Σε κάθε περίπτωση ανοίγει τον δρόμο για αλλαγές στον Λίβανο, όπου το Ισραήλ θα επιδιώξει να καθαρίσει τον Νότιο Λίβανο και να εκτοπίσει τις δυνάμεις της Χεζμπολάχ Βόρεια από τον ποταμό Λίτανυ, όπως προβλέπεται να αποσυρθούν σύμφωνα με την απόφαση 1701/2006 του ΣΑ/ΟΗΕ. Όμως οι βομβαρδισμοί που γίνονται ήδη στην Βηρυτό αλλά και σε άλλες περιοχές του Λιβάνου – οπουδήποτε υπάρχουν δυνάμεις, στρατιωτικές δυνατότητες και ηγετικές μορφές της Χεζμπολάχ – αυξάνουν συνεχώς τις καταστροφές σε αστικές περιοχές και τα θύματα μεταξύ αμάχων και δημιουργούν μία νέα ανθρωπιστική κρίση που απαιτεί διεθνή διαμεσολάβηση για να περιορισθεί.

Το Ισραήλ φαίνεται αποφασισμένο να συνεχίσει πέραν της Γάζας και τις επιχειρήσεις στον Λίβανο, ενώ η διεθνής κοινότητα και οι προσπάθειες για εκεχειρία δεν έχουν βρει μέχρι τώρα πρόσφορο έδαφος. Οι Λιβανέζοι έχοντας ήδη εδώ και δύο χρόνια κυβερνητική κρίση, βρίσκονται σε σταυροδρόμι: οι Σιίτες υποστηρικτές της Χεζμπολάχ ενδέχεται να αντιδράσουν έντονα στο εσωτερικό, ενώ άλλες πολιτικές δυνάμεις επιδιώκουν να εκμεταλλευτούν την κατάσταση. Και ταυτόχρονα μοιάζει πολύ αδύναμος ο Λιβανικός στρατός για να μπορέσει να αναλάβει απόλυτα τον έλεγχο Νότια από τον Λίτανυ, ώστε να μην υπάρχουν εκεί δυνάμεις της Χεζμπολάχ και να σταματήσουν οι επιθετικές επιχειρήσεις του Ισραήλ μέσα στον Λίβανο.

Οι Αραβικές χώρες εξακολουθούν να τηρούν μετριοπαθή πολιτική στην κρίση αυτή, ενώ  Ταυτόχρονα αποδεικνύονται οι στρατιωτικές αδυναμίες του Ιράν και ακυρώνεται εν πολλοίς η στρατηγική του να χρησιμοποιεί τη Χεζμπολάχ ως εργαλείο αποτροπής κατά του Ισραήλ. Παράλληλα, το Ιράν δείχνει ότι θέλει να αποφύγει έναν εκτεταμένο άμεσο πόλεμο με το Ισραήλ, ενώ αδυνατεί να  ανασυγκροτήσει την Χεζμπολάχ, αφού ο έλεγχος που ενασκεί το Ισραήλ στους δρόμους μεταφοράς ενισχύσεων είναι ασφυκτικός. Εάν η απάντηση που αναμένεται να γίνει εναντίον του Ιράν από το Ισραήλ είναι ισχυρή μεν, αλλά ελεγχόμενη ως προς τους στόχους και τα αποτελέσματα (όπως πιέζεται να κάνει το Ισραήλ από τις ΗΠΑ), τότε θα αφήσει  περιθώρια στο Ιράν να δικαιολογήσει στο εσωτερικό του την απροθυμία της κυβέρνησής του να εμπλακεί σε εκτεταμένο και άμεσο πόλεμο με το Ισραήλ (παρά τις μεγαλοστομίες που διακηρύσσει).

ΕΡ: Ποιες είναι οι διαστάσεις που θα έχουν για την χώρα μας τα αιματηρά αυτά γεγονότα;

ΑΠ: Η σύγκρουση αυτή επηρεάζει την Ελλάδα σε διάφορους τομείς, με πρώτο την Εμπορική ναυτιλία μας και τις δυσκολίες μεταφοράς εμπορευμάτων μέσω του Σουέζ. Η αστάθεια στη Μέση Ανατολή επηρεάζει τη γεωπολιτική σταθερότητα της Ανατολικής Μεσογείου, με άμεσο κίνδυνο να αυξηθούν οι προσφυγικές ροές και με κινδύνους για την ασφάλεια (και τρομοκρατικών ενεργειών). Επίσης, η Ελλάδα, ως μέρος ενεργειακών σχεδίων στην περιοχή, μπορεί να δει τις ενεργειακές της υποδομές και την ασφάλεια σε κίνδυνο, επηρεάζοντας τη διαμετακόμιση φυσικού αερίου προς την Ευρώπη.

Σε διπλωματικό επίπεδο, η Ελλάδα διατηρεί ισχυρές σχέσεις με το Ισραήλ, αλλά και αραβικές χώρες, όπως η Αίγυπτος και ο Λίβανος. Η σύγκρουση όμως δημιουργεί πιέσεις για ισορροπία στις σχέσεις της με αυτές τις χώρες. Η κλιμάκωση της σύγκρουσης μπορεί επίσης να επηρεάσει την ελληνική οικονομία, ιδιαίτερα στον τουριστικό τομέα, και λόγω των αυξήσεων στις τιμές ενέργειας. Η θέση της Ελλάδας πρέπει να είναι προσεκτική και ισορροπημένη, συνδυάζοντας τη διπλωματική μας παράδοση και τις ανθρωπιστικές μας αξίες. Διπλωματικά, η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει να υποστηρίζει την αρχή του σεβασμού του διεθνούς δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, να καταδικάζει ξεκάθαρα την αδιάκριτη και μη αναλογική βία, ιδιαίτερα όταν αυτή οδηγεί σε δεκάδες χιλιάδες θύματα αμάχους. Ως μέλος της ΕΕ, μπορεί να προωθήσει συλλογικά με την ΕΕ τις θέσεις της για ειρηνική επίλυση των συγκρούσεων μέσω εκεχειρίας και διαλόγου, υποστηρίζοντας ταυτόχρονα τη λύση των δύο κρατών μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστινίων, που αποτελεί βασικό άξονα της εξωτερικής πολιτικής της Ένωσης και πρόταγμα της ΕΕ και του ΣΑ/ΟΗΕ.

Ιδιαίτερα όσον αφορά την ανθρωπιστική κρίση, η Ελλάδα μπορεί να προσφέρει ανθρωπιστική βοήθεια σε συνεργασία με την ΕΕ, τον Ερυθρό Σταυρό και τον ΟΗΕ. Πρέπει να συμβάλλει στη διανομή τροφίμων, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και βοήθειας στους καταυλισμούς προσφύγων που πλήττονται από τις συγκρούσεις, υποστηρίζοντας παράλληλα τις διπλωματικές προσπάθειες για διασφάλιση ασφαλούς πρόσβασης ανθρωπιστικών αποστολών στις εμπόλεμες ζώνες.

ΕΡ: Tι πιστεύετε ότι πρέπει να γίνει προκειμένου να σταματήσουν οι εχθροπραξίες, οι οποίες είναι σίγουρο ότι θα αφήσουν πίσω τους ένα μακρύ κατάλογο από ανθρώπινες απώλειες και κατά πόσο αυτό είναι εφικτό κι όχι ουτοπικό;

ΑΠ: Απαιτείται μια πολυδιάστατη και συντονισμένη προσέγγιση. Η διεθνής κοινότητα, μέσω του ΟΗΕ, της ΕΕ και των μεγάλων δυνάμεων, όπως οι ΗΠΑ, πρέπει να αναλάβει πιο ενεργό ρόλο, πιέζοντας αποφασιστικά όλες τις πλευρές για την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός και την έναρξη ουσιαστικού διαλόγου. Είναι αναγκαίο να υπάρξει πίεση και στις δύο πλευρές για να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, με στόχο την άμεση εκεχειρία αρχικά και στην συνέχεια την επιστροφή των ομήρων και την άμβλυνση των βαθύτερων πολιτικών και κοινωνικών προβλημάτων που τροφοδοτούν τη σύγκρουση ώστε να υπάρξει προοπτική ειρηνικής διευθέτησης. Να δοθεί προτεραιότητα στη διασφάλιση ανθρωπιστικής βοήθειας προς τους άμαχους πληθυσμούς που πλήττονται από τις συγκρούσεις. Στην συνέχεια η ανοικοδόμηση και η οικονομική σταθεροποίηση στις περιοχές που καταστράφηκαν είναι κρίσιμη για την αποτροπή της ριζοσπαστικοποίησης. Επίσης πολλά θα εξαρτηθούν και από την επιρροή που ενασκούν οι ακραίοι φανατικοί Εβραίοι στην κυβέρνηση του Ισραήλ.

Οι χώρες της Μέσης Ανατολής μπορούν να παίξουν κεντρικό ρόλο στις συνομιλίες. Είναι αναγκαίος ο συντονισμός ανάμεσα σε μετριοπαθή αραβικά κράτη, όπως η Αίγυπτος και η Ιορδανία, και κυρίως η Σαουδική Αραβία, η οποία έχει καθοριστικό ρόλο στον σουνιτικό και όχι μόνο  μουσουλμανικό κόσμο.  Είναι αναγκαίο να αποδυναμωθεί η επιρροή, οι εξοπλισμοί και η συνολική ισχύς ριζοσπαστικών ομάδων όπως η Χεζμπολάχ, η Χαμάς και οι Χούτι, προωθώντας ταυτόχρονα μετριοπαθείς ηγέτες οι οποίοι είναι διατεθειμένοι να συνδιαλαγούν. Η διεθνής πίεση στο Ιράν για να σταματήσει τη στήριξη προς τέτοιες ομάδες είναι ζωτικής σημασίας.

Ο δρόμος προς την ειρήνη είναι δύσκολος και μακρύς, αλλά όχι ουτοπικός. Χωρίς μια συντονισμένη προσπάθεια, όμως, η βία θα συνεχίσει να επαναλαμβάνεται με καταστροφικές συνέπειες.           

ΕΡ: Ποιος είναι ο ρόλος που πρέπει να διαδραματίσουν οι ΗΠΑ στην έκρυθμη κατάσταση της Μέσης Ανατολής και πιο συγκεκριμένα ο νέος Πρόεδρος;

ΑΠ: Ο ρόλος των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή είναι κεντρικός, καθώς η χώρα έχει μακροχρόνια επιρροή στην περιοχή, στρατηγικά συμφέροντα και αποτελεί έναν από τους κύριους δρώντες στις προσπάθειες για την ειρήνη. Η αμερικανική πολιτική στη Μέση Ανατολή ποικίλλει, ανάλογα με τη διοίκηση, και αυτό φαίνεται από τις διαφορετικές προσεγγίσεις που έχουν υιοθετήσει οι κατά καιρούς πρόεδροι της. Το ποιος θα αναλάβει την προεδρία θα καθορίσει συνεπώς σημαντικά την πορεία των αμερικανικών επεμβάσεων και τη σταθερότητα στη Μέση Ανατολή.

Εκκινώντας από αντιπρόεδρος του Τζο Μπάιντεν, η Κάμαλα Χάρις πιθανότατα ως πρόεδρος θα συνεχίσει την πολιτική της τωρινής κυβέρνησης, η οποία προάγει τη διπλωματία, την αναζήτηση πολυμερών λύσεων και τη διατήρηση ισορροπιών με τους περιφερειακούς συμμάχους, όπως το Ισραήλ στην συγκεκριμένη περίπτωση αλλά και τις αραβικές χώρες. Η Χάρις πιθανώς θα επιδιώξει την αναζωογόνηση της συμφωνίας για τα πυρηνικά του Ιράν, με στόχο την αποτροπή της ανάπτυξης πυρηνικών όπλων από την Τεχεράνη, ενώ ταυτόχρονα θα στηρίξει τον διάλογο και τις ειρηνευτικές προσπάθειες μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων. Η προτεραιότητά της θα είναι η σταθερότητα και η αποφυγή περαιτέρω στρατιωτικών συγκρούσεων, επενδύοντας στην οικονομική και ανθρωπιστική ανάπτυξη.

Ο Τραμπ, από την άλλη, έχει δείξει μια πιο άμεση και επιθετική προσέγγιση. Κατά τη διάρκεια της προεδρίας του, αποσύρθηκε από τη συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν και υιοθέτησε μια πολύ πιο έντονη στάση υπέρ του Ισραήλ. Η προσέγγισή του πέραν των άλλων στηρίχθηκε στην μεταφορά της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Ιερουσαλήμ, στην αναγνώρισης των Υψιπέδων του Γκολάν ως ισραηλινών εδαφών και στην απομόνωση του Ιράν. Μερικές ημέρες πριν, στην συνάντησή του με τον Νετανιάχου, του είπε: «κάνε ότι  πρέπει να κάνεις». Η επιρροή του στις σχέσεις Ισραήλ-Παλαιστίνης αναμένεται να είναι πολύ πιο ευνοϊκή για την δυναμική στάση του Ισραήλ, χωρίς μεγάλη έμφαση στη διπλωματική λύση.

ΕΡ: Γιατί η Κίνα και η Ρωσία είναι θεατές σ’ αυτό το αιματοκύλισμα;

ΑΠ: Η Κίνα και η Ρωσία, παρόλο που είναι ισχυρές παγκόσμιες δυνάμεις, παραμένουν σε μεγάλο βαθμό θεατές γιατί οι προτεραιότητές τους στη Μέση Ανατολή επικεντρώνονται σε στρατηγικές οικονομικές και πολιτικές συμμαχίες, αντί για άμεση στρατιωτική ή πολιτική εμπλοκή στις συγκρούσεις. Προσπαθούν να διατηρήσουν ισορροπίες χωρίς να διακινδυνεύσουν τα μακροπρόθεσμα συμφέροντά τους.

Η Κίνα παραδοσιακά ακολουθεί μια πολιτική μη παρέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις άλλων χωρών. Ενώ επιθυμεί να διατηρήσει σταθερές σχέσεις με όλες τις χώρες της Μέσης Ανατολής, δεν θέλει να εμπλακεί άμεσα σε στρατιωτικές ή πολιτικές συγκρούσεις. Η κύρια προτεραιότητα της είναι οι οικονομικές και ενεργειακές της σχέσεις στην περιοχή, ειδικά με το Ιράν και τις αραβικές χώρες, καθώς εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις ενεργειακές τους πηγές.  Η Ρωσία έχει πιο ενεργή παρουσία στη Μέση Ανατολή, ειδικά στη Συρία, όπου έχει στρατιωτική βάση και υποστηρίζει το καθεστώς Άσαντ. Ωστόσο, στη συγκεκριμένη σύγκρουση, η Ρωσία είναι προσεκτική. Από τη μία, η Ρωσία είχε καλές σχέσεις με το Ισραήλ, ενώ από την άλλη, υποστηρίζει συμμαχίες με τον Ιράν και τη Χεζμπολάχ. Αυτή η ισορροπία την δυσκολεύει να πάρει ξεκάθαρη θέση, καθώς προσπαθεί να διατηρήσει επιρροή σε όλες τις πλευρές.

ΕΡ: Μπορούν οι Περιφερειακές δυνάμεις (Αίγυπτος, Σαουδική Αραβία, Κατάρ), να παίξουν ενεργό ρόλο, έτσι ώστε να αποσοβηθεί η κρίση;

ΑΠ: Οι περιφερειακές αυτές μουσουλμανικές δυνάμεις, έχουν τη δυνατότητα να παίξουν ενεργό ρόλο στην επίλυση της κρίσης, αλλά αυτό εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως οι πολιτικές τους προτεραιότητες, οι στρατηγικές τους συμμαχίες και η επιρροή τους στις αντίστοιχες εμπλεκόμενες πλευρές.

Η Αίγυπτος έχει ιστορικό ρόλο ως μεσολαβητής στη σύγκρουση Ισραήλ-Παλαιστινίων. Η γεωγραφική της θέση, δίπλα στη Γάζα, και ο έλεγχος των συνόρων στη Ράφα, της δίνουν λόγο και επιρροή στην κατάσταση. Έχει διατηρήσει ανοιχτούς διαύλους με όλες τις πλευρές, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, του Ισραήλ και της Χαμάς, και έχει μεσολαβήσει για κατάπαυση του πυρός. Ωστόσο, το Κάιρο είναι προσεκτικό, καθώς επιθυμεί σταθερότητα και θέλει να αποφύγει το προσφυγικό κύμα των Παλαιστινίων στην Χερσόνησο του Σινά. Επίσης βλέπει θετικά την αποδυνάμωση της Χαμάς, που την θεωρεί ως δυνητική απειλή λόγω των ριζοσπαστικών ισλαμιστικών της καταβολών.

Η Σαουδική Αραβία επιθυμεί σταθερότητα στην περιοχή και τα τελευταία χρόνια μετασχηματίζεται κοινωνικά, ενώ ενισχύει τη θέση της ως ηγετική δύναμη στον αραβικό κόσμο. Η πρόσφατη προσπάθεια προσέγγισης του Ισραήλ μέσω της εξομάλυνσης των σχέσεων (συμφωνίες του Αβραάμ) αποτελούσαν μια σημαντική εξέλιξη η οποία πάγωσε με την την 7η Οκτωβρίου. Όμως το Ριάντ προσπαθεί να διατηρήσει την ισορροπία, γιατί  θέση του είναι περίπλοκη, λόγω των σχέσεων με το Ιράν και του ότι οι διευρυνόμενες επιχειρήσεις του Ισραήλ – μετά από την Γάζα και στο εσωτερικό του Λιβάνου – προκαλούν εσωτερικές αντιδράσεις στον αραβικό και μουσουλμανικό κόσμο.

Το Κατάρ έχει σημαντική επιρροή στη Χαμάς, καθώς τη στηρίζει οικονομικά και πολιτικά. Παράλληλα, διατηρεί καλές σχέσεις με τις ΗΠΑ και τη Δύση, δίνοντάς του τη δυνατότητα να λειτουργεί ως γέφυρα επικοινωνίας. Έχει εμπλακεί ενεργά σε προσπάθειες διαμεσολάβησης στο παρελθόν και παραμένει σημαντικός παίκτης, ειδικά αν χρειαστεί να υπάρξει συμφωνία για ανθρωπιστική βοήθεια ή κατάπαυση του πυρός.

Η Ιορδανία έχει στενές σχέσεις με τη Δύση και ειδικότερα με τις ΗΠΑ. Ως γειτονική χώρα του Ισραήλ και της Δυτικής Όχθης, επιδιώκει σταθερότητα στην περιοχή. Διατηρεί ειρηνικές σχέσεις με το Ισραήλ από τη Συμφωνία Ειρήνης του 1994, αλλά ανησυχεί για τις επιπτώσεις των συγκρούσεων, τους Παλαιστίνιους πρόσφυγες και τη δυναμική του εγχώριου πληθυσμού, ο οποίος περιλαμβάνει μεγάλο ποσοστό Παλαιστίνιων. Έχει εκφράσει επανειλημμένα την ανάγκη πολιτικής λύσης και μπορεί να παίξει ρόλο στη διαμεσολάβηση.

ΕΡ: Ο Στίβεν Χέιντζ, πρόεδρος του φιλανθρωπικού οργανισμού Rockefeller Brothers Fund, ανέφερε προσφάτως ότι «οι θεσμοί που καθοδήγησαν τις διεθνείς σχέσεις και επέφεραν λύση στα παγκόσμια προβλήματα, κατά τα μέσα του 20ου αιώνα, είναι σαφές πως δεν είναι πλέον ικανοί να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα της νέας χιλιετίας». «Είναι αναποτελεσματικοί, ατελέσφοροι, αναχρονιστικοί και σε ορισμένες περιπτώσεις, απλώς παρωχημένοι». Κλείνοντας, εσείς τι πιστεύετε γι’ αυτό και ποια είναι η ευχή σας;

ΑΠ: Η παρατήρηση του Στίβεν Χέιντζ υπογραμμίζει μια κρίσιμη πραγματικότητα που αντιμετωπίζουμε σήμερα: οι θεσμοί που κάποτε θεωρούνταν ακρογωνιαίοι λίθοι της διεθνούς πολιτικής και συνεργασίας, όπως ο ΟΗΕ, τα Διεθνή Δικαστήρια, οι παγκόσμιες οικονομικές οργανώσεις και οι συμμαχίες αλλά και η ΕΕ και άλλοι περιφερειακοί οργανισμοί, φαίνεται να αδυνατούν να αντιμετωπίσουν τις σύγχρονες προκλήσεις. Αυτές περιλαμβάνουν την κλιματική αλλαγή, τις ανθρωπιστικές κρίσεις, τις συγκρούσεις σε πολλές περιοχές του κόσμου, που δημιουργούν αστάθεια και γεωπολιτικές εντάσεις. Οι πολυάριθμες αυτές κρίσεις, ανεπίλυτες και κάποιες μεγεθυνόμενες, δείχνουν ότι οι παραδοσιακοί μηχανισμοί διεθνούς συνεργασίας και παρέμβασης για διευθέτησή τους, αποδεικνύονται συχνά ανεπαρκείς και δεν ανταποκρίνονται στις επείγουσες ανάγκες ασφάλειας και σταθερότητας των λαών. Η αναποτελεσματικότητα των θεσμών μπορεί να αποδοθεί σε πολλές αιτίες, όπως η έλλειψη πολιτικής βούλησης των κρατών, η πολυπλοκότητα των προβλημάτων και η αύξηση του εθνικισμού σε πολλές χώρες, παράγοντες που υποβαθμίζουν την δυνατότητα για διεθνή συνεργασία και παρέμβαση. Επιπλέον, οι ραγδαίες αλλαγές στην τεχνολογία και τις κοινωνικές δομές, που διαμορφώνουν τον τρόπο που οι άνθρωποι αλληλεπιδρούν και συνεργάζονται, έχουν επιφέρει νέες απαιτήσεις, που οι παλαιότεροι θεσμοί δεν μπορούν να καλύψουν.

Η ευχή μου είναι να ενισχυθούν οι υπάρχουσες δομές διεθνούς συνεργασίας και παρέμβασης και να προωθηθούν οι αναγκαίοι νέοι λειτουργικοί εκσυγχρονισμοί, ώστε να μπορούν αυτοί να ανταποκριθούν αποτελεσματικά στις σύγχρονες προκλήσεις. Αυτό περιλαμβάνει τη δημιουργία πιο ευέλικτων, συμμετοχικών και αντιπροσωπευτικών δομών που θα μπορέσουν να ενσωματώσουν τις φωνές και τις ανάγκες των πολιτών.

Η βελτίωση του συστήματος οργάνωσης και ανταπόκρισης του ΟΗΕ στις διεθνείς κρίσεις, ειδικότερα όσον αφορά το Συμβούλιο Ασφαλείας (ΣΑ), απαιτεί μια σειρά από μεταρρυθμίσεις που θα ενισχύσουν τη δυνατότητα λήψης αποφάσεων και θα διασφαλίσουν ότι αυτές οι αποφάσεις θα γίνονται σεβαστές. Προς αυτήν την κατεύθυνση κινούνται και οι προτάσεις του ΓΓ/ΟΗΕ με την ατζέντα 2030, και αυτή η ολοκληρωμένη προσέγγιση μπορεί να προσφέρει ελπίδα για ένα πιο βιώσιμο και ειρηνικό μέλλον.

ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΤΕΛΙΟΥ ΦΕΝΕΚΟΥ

Ο Στέλιος Φενέκος είναι Υποναύαρχος του Πολεμικού Ναυτικού ε.α. Ολοκλήρωσε την Θητεία του ως μέλος του Ανώτατου Ναυτικού Συμβουλίου, με πλήρη θαλάσσια , διοικητική και επιτελική υπηρεσία στην Ελλάδα και στο ΝΑΤΟ. Σπούδασε στην Ελλάδα και στο εξωτερικό “Διεθνείς σχέσεις και Εξωτερική Πολιτική”, “Λήψη Αποφάσεων”, “Στρατηγική”, “Δομή και λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης” και “Εξωτερική Πολιτική στην Ανατολική Ευρώπη”. Είναι πρόεδρος του Επιστημονικού Ινστιτούτου Αλέξανδρος Παπαναστασίου (ΙΝ.Α.Π.