Τρεις Κληρονόμοι Για Κοινό Λογαριασμό Πατέρα

Του Χρήστου Ηλιόπουλου*

Συχνά προκύπτει το ερώτημα ποιος δικαιούται τα χρήματα που υπάρχουν σε κοινό τραπεζικό λογαριασμό όταν ο ένας από τους συνδικαιούχους αποβιώσει. Η σύγκρουση  δημιουργείται συνήθως μεταξύ από την μία πλευρά του επιζώντος συνδικαιούχου του λογαριασμού και από την άλλη των κληρονόμων του θανόντος. Ο συνδικαιούχος υποστηρίζει ότι αυτός παίρνει τα χρήματα του λογαριασμού και όχι οι κληρονόμοι του αποβιώσαντος, ενώ οι κληρονόμοι υποστηρίζουν το αντίθετο, ότι δηλ. εκείνοι είναι που δικαιούνται το υπόλοιπο της κατάθεσης, ή ότι δικαιούνται κι αυτοί ένα ποσοστό.
Κατά το νόμο, εάν στον κοινό τραπεζικό λογαριασμό έχει τεθεί ο όρος του άρθρου 2 του Νόμου 5638/1932, περίπτωση που είναι η πλέον συνηθισμένη αφού ο όρος αυτός μπαίνει αυτόματα κατά το άνοιγμα του κοινού λογαριασμού, τα χρήματα της κατάθεσης μετά τον θάνατο ενός εκ των συνδικαιούχων του κοινού λογαριασμού παραμένουν στην διάθεση του ή των υπολοίπων συνδικαιούχων. Οι κληρονόμοι δηλαδή του θανόντος δεν έχουν δικαίωμα να ζητήσουν από την τράπεζα να λάβουν το υπόλοιπο της κατάθεσης και αποξενώνονται πλήρως από το ποσό του λογαριασμού, το οποίο εξαιρείται από την κληρονομιά και περιέρχεται αυτοδικαίως στους επιζώντες συγκαταθέτες, χωρίς να μπορούν οι κληρονόμοι να αντλήσουν δικαιώματα από την εσωτερική σχέση των τελευταίων με τον κληρονομούμενο.
Συμβαίνει σε κάποιες περιπτώσεις ο θανών να είχε κοινό λογαριασμό με ένα μόνο από τα παιδιά του και μετά τον θάνατό του, τα άλλα παιδιά, που δεν είναι συνδικαιούχοι, να διαμαρτύρονται επειδή ο ένας κληρονόμος που ήταν συνδικαιούχος, ανέλαβε από την τράπεζα το σύνολο του ποσού. Κατ’ αρχάς, η λύση που δίνεται από το νόμο και τη νομολογία είναι ότι τα χρήματα δικαιούται να τα λάβει ο συνδικαιούχος και όχι οι κληρονόμοι. Με άλλα λόγια, το υπόλοιπο της τραπεζικής κατάθεσης του κοινού λογαριασμού δεν θεωρείται μέρος της κληρονομιάς και δεν το δικαιούνται οι κληρονόμοι. Ειδικώς, η τράπεζα όχι μόνο δεν έχει υποχρέωση να καταβάλει χρήματα στους κληρονόμους, αλλά συνήθως ούτε καν πληροφορίες δεν τους δίνει για τα στοιχεία του κοινού λογαριασμού, διότι μετά τον θάνατο του ενός, ο δικαιούχος του λογαριασμού είναι πλέον άλλο πρόσωπο και αν η τράπεζα δώσει στους κληρονόμους πληροφορίες για τον λογαριασμό μπορεί να παραβιάζει το τραπεζικό απόρρητο του επιζώντος συνδικαιούχου.
Ωστόσο, υπό προϋποθέσεις και αναλόγως των πραγματικών περιστατικών της κάθε υπόθεσης, οι κληρονόμοι που είναι και νόμιμοι μεριδούχοι μπορεί να έχουν κάποιο δικαίωμα επί του υπολοίπου του κοινού τραπεζικού λογαριασμού, ή επί ενός μέρος αυτού. Ειδικώς, εάν ο κληρονόμος είναι τέκνο, σύζυγος ή γονέας του θανόντος, κατά το νόμο είναι και νόμιμος μεριδούχος, δηλαδή έχει κάποια σημαντικά πρόσθετα δικαιώματα, που υπερισχύουν συχνά ακόμα και μίας παράλειψης του μεριδούχου στην διαθήκη και του παρέχουν το δικαίωμα να διεκδικήσει (αν θέλει) ένα ελάχιστο μέρος της κληρονομίας από το οποίο δεν μπορεί να αποκλεισθεί, παρά μόνο με αποκλήρωση, που σπανίως ισχύει.
Ο νόμιμος μεριδούχος συνεπώς έχει δικαίωμα κατά το άρθρο 117 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα να ασκήσει αγωγή στο δικαστήριο και να θεωρήσει ότι το άνοιγμα του κοινού τραπεζικού λογαριασμού εν ζωή από τον θανόντα με έτερο πρόσωπο αποτελεί δωρεά του θανόντος προς το πρόσωπο αυτό, μέρος της οποίας μπορεί να ακυρώσει ο νόμιμος μεριδούχος για να λάβει το ελάχιστο που κατά νόμον δικαιούται (δηλαδή τη νόμιμη μοίρα).
Στην απόφαση υπ’ αριθ. 65/2009 του Εφετείου Αθηνών, ο πατέρας είχε ανοίξει κοινό λογαριασμό με τον έναν (τον Α) από τους τρεις υιούς του. Όταν πέθανε ο πατέρας, το υπόλοιπο της κατάθεσης ήταν 267.000 ευρώ, τα οποία πήρε ο συνδικαιούχος γιός Α από την τράπεζα. Ο ένας από τους δύο άλλους γιούς (ο Β) διεκδίκησε δικαστικώς τη νόμιμη μοίρα του. Το Δικαστήριο αποφάσισε ότι το ποσό των 267.000 ευρώ ανήκε αποκλειστικώς στον θανόντα πατέρα και δεν είχε συνεισφέρει σ’ αυτή την κατάθεση ο γιός Α που είχε γίνει συνδικαιούχος. Επομένως, το ποσό αυτό θεωρήθηκε ότι ήταν δωρεά από τον πατέρα προς τον ένα του γιο, τον Α. Επίσης, ο πατέρας είχε αφήσει με τον θάνατό του και ένα διαμέρισμα αξίας 50.000 ευρώ, το οποίο κληρονομήθηκε από τους τρεις γιούς ισομερώς.
Η απόφαση έκρινε ότι ο Β, που άσκησε την αγωγή, δικαιούται να λάβει τη νόμιμη μοίρα του, δηλαδή το 1/6 από το ποσό (267.000 + 50.000 ευρώ) = 317.000 ευρώ. Το 1/6 είναι 52.833. Αυτό είναι το ελάχιστο ποσό της νόμιμης μοίρας που δικαιούται το ένα από τα τρία παιδιά, ελλείψει συζύγου του θανόντος. Ωστόσο, από το ποσό αυτό πρέπει να αφαιρεθεί το 1/3 των 50.000 του διαμερίσματος που ήδη είχε λάβει ο Β’. Επομένως, το ποσό που επεδίκασε το Δικαστήριο στον Β είναι 52.833 μείον 16.666 = 36.167 ευρώ. Το αποτέλεσμα της δικαστικής απόφασης ήταν ότι ο Α, που είχε λάβει το ποσό των 267.000 ευρώ από τον κοινό λογαριασμό, θα έπρεπε να αποδώσει ποσό 36.167 ευρώ στον αδελφό του Β.

 *Ο Χρήστος Ηλιόπουλος
 είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω,
Master of Laws.
www.greekadvocate.eu
bm-bioxoi@otenet.gr