Επιστολή HALC για επανεξέταση της θέσης που κατέχει η Τουρκία

Φωτογραφία, Μονή της Χώρας

Την επανεξέταση της θέσης που κατέχει η Τουρκία στην Ετήσια Έκθεση για τις θρησκευτικές ελευθερίες που δημοσίευσε η Επιτροπή για τις Διεθνείς Θρησκευτικές Ελευθερίες ζητάει μέσω επιστολής το Ελληνοαμερικανικό Συμβούλιο Ηγεσίας.

HΠA.– Η Επιτροπή για τις Διεθνές Θρησκευτικές Ελευθερίες είναι μια ανεξάρτητη ομοσπονδιακή κυβερνητική επιτροπή που κάνει εισηγήσεις τόσο στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ όσο και στο Κογκρέσο για θέματα που έχουν να κάνουν με την προστασία των θρησκευτικών ελευθεριών ανά τον κόσμο.

Ειδικότερα, η επιτροπή δημοσιοποίησε στις αρχές Μαΐου μια έκθεση που εισηγείται η Τουρκία να συμπεριληφθεί στην «Ειδική λίστα παρακολούθησης» (Special Watch List) για τις χώρες που παραβιάζουν τις θρησκευτικές ελευθερίες. Από την πλευρά της, η ελληνοαμερικανική οργάνωση προτείνει να επανεκτιμηθεί η ταξινόμηση της Τουρκίας και καλεί την επιτροπή να την συμπεριλάβει στη λίστα των «Χωρών Ιδιαίτερης Ανησυχίας» (CPC).

Η Επιτροπή για τις Διεθνείς Θρησκευτικές Ελευθερίες είχε το 2012 χαρακτηρίσει την Τουρκία ως χώρα ιδιαίτερης ανησυχίας (CPC), επικαλούμενη τους συστηματικούς και κατάφωρους περιορισμούς των θρησκευτικών ελευθερίων. Στην επιστολή, το HALC υποστηρίζει ότι η κατάσταση σήμερα είναι πολύ χειρότερη από τις περιστάσεις που ώθησαν την Επιτροπή να ορίσει την Τουρκία ως «Χώρα Ιδιαίτερης Ανησυχίας» το 2012.

«Προτρέπουμε την Επιτροπή (για τις Διεθνείς Θρησκευτικές Ελευθερίες) να επανεκτιμήσει την ταξινόμηση της Τουρκίας και να την ορίσει ως “Χώρα Ιδιαίτερης Ανησυχίας” σε αναγνώριση των συνεχιζόμενων απειλών κατά της θρησκευτικής ελευθερίας τόσο εντός των συνόρων της όσο και στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου», σημειώνεται χαρακτηριστικά.

Μέχρι το 2015 υπήρχε ειδική ενότητα στον φάκελο της Τουρκίας που αφορούσε τη συμπεριφορά της Τουρκίας στα κατεχόμενα. Υπό αυτό το πρίσμα, το HALC ζητά από την Επιτροπή για τις Διεθνείς Θρησκευτικές Ελευθερίες να επαναφέρει την υποβολή εκθέσεων για τους χριστιανούς και τα μνημεία χριστιανικής κληρονομιάς στην κατεχόμενη Κύπρο.

Η Επιστολή του HALC στην Επιτροπή για τις Διεθνείς Θρησκευτικές Ελευθερίες

Όπως σημειώνεται, «στην έκθεση, παρά τις αυξανόμενες παραβιάσεις στον τομέα των θρησκευτικών ελευθεριών από την Τουρκία, η χώρα ταξινομήθηκε στον Ειδικό Κατάλογο Παρακολούθησης (των χωρών που παραβιάζουν τις θρησκευτικές ελευθερίες). Ζητάμε να επανεξετάσετε αυτό τον χαρακτηρισμό, καθώς είναι σαφές ότι η Τουρκία πρέπει να κατηγοριοποιηθεί σωστά ως “Χώρα Ιδιαίτερης Ανησυχίας” (CPC).

Οι πρόσφατες ενέργειες της Τουρκίας έχουν εγείρει σοβαρές ανησυχίες, ιδίως όσον αφορά τη μεταχείριση των χριστιανικών κοινοτήτων και των μνημείων πολιτιστικής κληρονομιάς. Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί η μετατροπή της Μονής της Χώρας, ενός ιστορικά σημαντικού χριστιανικού μνημείου, σε τζαμί την περασμένη εβδομάδα. Παρά το γεγονός ότι λειτουργούσε ως μουσείο για δεκαετίες, η Μονή της Χώρας άνοιξε την περασμένη εβδομάδα ως μουσουλμανικό τέμενος.

Αυτή η μετατροπή, λίγα μόλις χρόνια μετά τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας, ενός Μνημείου Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, αποδεικνύει την ανησυχητική τάση της τουρκικής κυβέρνησης να παραβλέπει τόσο τις θρησκευτικές ελευθερίες όσο και τον σεβασμό της πολιτιστικής κληρονομιάς.

Το 2012, η Επιτροπή (για τις Διεθνείς Θρησκευτικές Ελευθερίες) χαρακτήρισε την Τουρκία ως χώρα ιδιαίτερης ανησυχίας, επικαλούμενη τους “συστηματικούς και κατάφωρους περιορισμούς στην ελευθερία της θρησκείας ή των πεποιθήσεων που επηρεάζουν όλες τις θρησκευτικές κοινότητες στην Τουρκία”. Συγκεκριμένα, κατά τον χαρακτηρισμό της Τουρκίας ως CPC, η επιτροπή ανέφερε ως παράγοντες το συνεχές κλείσιμο της Σχολής της Χάλκης και τη συνεχή παρέμβαση της Τουρκίας “στις εσωτερικές υποθέσεις των μειονοτικών θρησκευτικών κοινοτήτων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων τους να εκπαιδεύουν κληρικούς και να παρέχουν θρησκευτική εκπαίδευση”. Επιπλέον, έχει εμποδίσει το δικαίωμά τους να έχουν ιδιοκτησία και να χτίζουν και να συντηρούν οίκους λατρείας».

Η Επιτροπή (για τις Διεθνείς Θρησκευτικές Ελευθερίες) το 2012 σημείωσε επίσης τη συνεχιζόμενη κατοχή του βόρειου τμήματος της Κύπρου από την Τουρκία, ένα γεγονός που έχει επιφέρει ως αποτέλεσμα:

* την αδυναμία των ορθοδόξων χριστιανών και άλλων θρησκευτικών κοινοτήτων και κληρικών να έχουν πρόσβαση και να τελούν λειτουργίες στους τόπους λατρείας και στα νεκροταφεία τους στον βορρά, ιδίως σε όσα βρίσκονται κοντά σε τουρκικές στρατιωτικές βάσεις και ζώνες

* την ερήμωση εκκλησιών και νεκροταφείων, γεγονός που δημιουργεί θέματα που αφορούν τη διατήρηση της θρησκευτικής κληρονομιάς, όπως π.χ. οι εικονογραφίες, τα ψηφιδωτά και άλλα θρησκευτικά σύμβολα

* την έλλειψη σχολείων και ευκαιριών για τους νέους στον βορρά, η οποία έχει οδηγήσει στην έξοδο πολλών Ελληνοκυπρίων και άλλων θρησκευτικών μειονοτήτων.

«Η κατάσταση σήμερα είναι πολύ χειρότερη από τις περιστάσεις που ώθησαν την Επιτροπή να ορίσει την Τουρκία ως “Χώρα Ιδιαίτερης Ανησυχίας” (CPC) το 2012. Σήμερα, το Οικουμενικό Πατριαρχείο και ο Οικουμενικός Πατριάρχης εξακολουθούν να στερούνται τα δικαιώματά τους από την τουρκική κυβέρνηση. Η Σχολή της Χάλκης παραμένει κλειστή, παρά τις διεθνείς εκκλήσεις για την επαναλειτουργία της. Οι εκκλησίες έχουν μετατραπεί σε τζαμιά – συμπεριλαμβανομένου του μνημείου παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO της Αγίας Σοφίας το 2020 και της Εκκλησίας της Χώρας μόλις την περασμένη εβδομάδα

Εκτός από την ακριβέστερη κατηγοριοποίηση της συμπεριφοράς της Τουρκίας, παροτρύνουμε επίσης την Επιτροπή (για τις Διεθνείς Θρησκευτικές Ελευθερίες) να συνεχίσει την υποβολή εκθέσεων για τους χριστιανούς και τα μνημεία χριστιανικής κληρονομιάς στην κατεχόμενη Κύπρο. Η θρησκευτική ελευθερία αυτής της κοινότητας συνεχίζει να υπονομεύεται από τις ενέργειες της τουρκικής κυβέρνησης. Είναι επιτακτική ανάγκη η κατάστασή τους να τεκμηριωθεί με ακρίβεια και να τεθεί υπόψη της διεθνούς κοινότητας.

Προτρέπουμε την Επιτροπή (για τις Διεθνείς Θρησκευτικές Ελευθερίες) να επανεκτιμήσει την ταξινόμηση της Τουρκίας και να την ορίσει ως “Χώρα Ιδιαίτερης Ανησυχίας” σε αναγνώριση των συνεχιζόμενων απειλών κατά της θρησκευτικής ελευθερίας τόσο εντός των συνόρων της όσο και στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου».

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ.