Δέκα τραγούδια του Γιάννη Μαρκόπουλου που έγραψαν ιστορία

Σε στίχους Οδυσσέα Ελύτη, Μάνου Ελευθερίου, Κ.Χ. Μύρη, Γιώργου Σκούρτη, αλλά και του ίδιου του συνθέτη.

 

«Το τραγούδι είναι μία δικιά μας ερμηνεία, της κοινωνίας, από τον καιρό που η κοινωνία πια αποφάσισε να μεγαλοποιήσει τον ρόλο της μέσα στις πρωτεύουσες… Παρότι εντάσσομαι στους έντεχνους συνθέτες, λίγο πολύ θέλω να έχω ένα ξεχωριστό δρόμο, δικό μου, που με προσήλωση ακολουθώ, έστω κι αν καμιά φορά υποψιάζομαι την κατεύθυνση του, χωρίς να ξέρω ακριβώς ποια είναι αυτή», έλεγε ο Γιάννης Μαρκόπουλος το 1991 σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στην Έλενα Διάκου και τη Τζουλιέττα Καρόρη στο Δεύτερο Πρόγραμμα, με αφορμή την κυκλοφορία του δίσκου του «Φίλοι που φεύγουν» -συνέντευξη η οποία περιλήφθηκε στο αφιέρωμα για τον συνθέτη με τίτλο «60 χρόνια στο Τραγούδι» που παρουσίασε το Δεύτερο Πρόγραμμα της ΕΡΑ τον Δεκέμβριο του 2022.

«Έτσι νιώθω», συνέχιζε ο συνθέτης, «ότι αυτά τα τραγούδια δεν εντάσσονται τόσο πολύ στον έντεχνο κύκλο που έχουν δημιουργήσει οι συνάδελφοι μου -ο Θεοδωράκης, ο Χατζιδάκις, ο Διονύσης Σαββόπουλος, ο Σταύρος Ξαρχάκος, ο Μούτσης και τόσοι πολλοί άλλοι άξιοι συνάδελφοι, κι από τους νεότερους ο Μικρούτσικος, ο Νίκος Ξυδάκης και άλλοι-, δεν εντάσσομαι τόσο πολύ, διότι έχω μία, ας πούμε, ιδιαιτερότητα, στο ότι ακούμπησα περισσότερο του δέοντος στις πηγές του δημοτικού τραγουδιού, ενώ στην εποχή την ίδια, το δημοτικό τραγούδι είχε παραχωρήσει ήδη τη θέση του, κατά τους λαογράφους και κατά τους μουσικολόγους, στο λαϊκό τραγούδι των πόλεων. Εγώ όμως είχα μία μεγάλη πίστη στη διαπίστωση ότι δεν μπορούμε από την επαρχία να κουβαλάμε στις μεγαλουπόλεις όλα τα προϊόντα, είτε αυτά είναι τρόφιμα, είτε μεταλλεύματα, είτε ο,τιδήποτε, χωρίς να κουβαλάμε και τα πνευματικά μας έργα. Χωρίς να κουβαλάμε και τη μουσική μας, την τέχνη μας γενικά. Έτσι, το “Χρονικό”, λίγο πολύ, είναι ο καρπός αυτής της διαπίστωσης. Δηλαδή, στοιχεία από την παράδοση, τη ζωντανή παράδοση, όχι τη μουσειακή παράδοση, σε συνδυασμό με πληροφορίες που μας έδινε η πρωτεύουσα. Εγώ σαν επαρχιώτης αρνιόμουνα να δεχτώ την τέχνη της Αθήνας χωρίς να έχω μία αντιπαράθεση. Όχι μόνο εγώ, αλλά και όλοι οι συνάδελφοι μου που ξεκίνησαν από την επαρχία και οι περισσότεροι των άλλων τεχνών, πνευματικοί άνθρωποι. Έχω την εντύπωση ότι πάντα ήθελα να έχω μία αντιπαράθεση στο έτοιμο, στο κατασκευασμένο που έδινε η πρωτεύουσα. “Τα Λόγια και Τα Χρόνια” είναι ένα τραγούδι αναφοράς σε κάτι που γίνεται από την αρχή και από την άλλη πλευρά, είναι συμπυκνωμένος μέσα ο ρυθμικός και μελωδικός κώδικας μιας μεγάλης έμπνευσης που κράτησε από την εφηβική ηλικία μέχρι την έξοδο του από την ψυχή μου, γύρω στο 1983…»

Αφήνει ωστόσο, παρακαταθήκη τραγούδια που έγραψαν ιστορία. Τραγούδια που ερμήνευσαν μεγάλες φωνές, συγκίνησαν βαθιά και ενέπνευσαν.

Ο δημιουργός, το έργο του οποίου εκτείνεται σε έξι δεκαετίες, από το έντεχνο τραγούδι και τη συμφωνική μουσική έως τις συνθέσεις για το σινεμά, το θέατρο, αλλά και την όπερα, αφήνει παρακαταθήκη τραγούδια που έγραψαν ιστορία, όπως «Οι Οχτροί», «Τα Λόγια και τα Χρόνια», «Χίλια Μύρια Κύματα», «Μαλαματένια Λόγια», «Λένγκω», «Κάτω στης Μαργαρίτας τ’ Αλωνάκι», «Ζάβαρα κάτρα νέμια», «Παραπονεμένα Λόγια», «Το καφενείον Η Ελλάς», «Μιλώ για τα παιδιά μου», τραγούδια που ερμήνευσαν μεγάλες φωνές, όπως μεταξύ άλλων, ο Νίκος Ξυλούρης, η Μαρία Δημητριάδη, ο Γιώργος Νταλάρας, η Βίκυ Μοσχολιού, η Χάρις Αλεξίου, ο Λάκης Χαλκιάς, ο Χαράλαμπος Γαργανουράκης, η σύζυγος του συνθέτη, τραγουδίστρια Βασιλική Λαβίνα.

 

Πηγή: huffpost.gr