Ομογενείς Μπορεί Άδικα Να Χάσουν Δίκες Στην Ελλάδα

Του Χρήστου Ηλιόπουλου*

Μία ακατανόητη πρόσφατη απόφαση του Αρείου Πάγου, δηλαδή του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Ελλάδα, μπορεί να αποτελέσει αιτία για να χάσουν δίκες στην Ελλάδα πολλοί ομογενείς. Η απόφαση του Αρείου Πάγου αφορά τον τρόπο με τον οποίο επιδίδεται η αγωγή στον εναγόμενο, δηλαδή πώς πληροφορείται επισήμως ένας ομογενής κάτοικος εξωτερικού ότι κάποιος στην Ελλάδα του έχει κάνει δικαστήριο, στο οποίο πρέπει να απαντήσει και να παρουσιάσει την δική του εκδοχή των πραγμάτων, διαφορετικά κινδυνεύει να χάσει δικαιώματα, χρήματα, περιουσίες, κληρονομιές, ακίνητα ή να υποστεί βλάβη γενικώς στα συμφέροντά του.

Στην Ελλάδα από το 2015 έχει αλλάξει ο νόμος αναφορικώς με τον τρόπο με τον οποίο δικάζονται πολλές υποθέσεις. Σκοπός της αλλαγής ήταν να μειωθούν οι καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης. Ο νέος τρόπος δίκης για πολλές υποθέσεις ορίστηκε να είναι η γνωστοποίηση της αγωγής στον εναγόμενο (σ’ αυτόν εναντίον του οποίου γίνεται το δικαστήριο) μέσα σε 30 ημέρες από τότε που ο ενάγων (αυτός που αρχίζει το δικαστήριο) καταθέσει την αγωγή στο ελληνικό δικαστήριο. Αν ο εναγόμενος διαμένει εκτός Ελλάδος, η αγωγή πρέπει να επιδοθεί σε 60 ημέρες, αντί για 30 που ισχύει για τον εναγόμενο κάτοικο Ελλάδος. Από την ημέρα επίδοσης της αγωγής στον εναγόμενο, οι δύο διάδικοι, δηλαδή τόσο ο ενάγων, όσο και ο εναγόμενος, έχουν προθεσμία 90 ημερών για να καταθέσουν στο δικαστήριο τις προτάσεις τους, που περιλαμβάνουν τα νομικά επιχειρήματά τους, τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων τους και το σύνολο των εγγράφων και λοιπών αποδεικτικών στοιχείων, για να εκθέσουν την δική τους εκδοχή για το τι έχει συμβεί στην συγκεκριμένη υπόθεση.

Όταν ο εναγόμενος είναι κάτοικος Ελλάδος, η διαδικασία φαίνεται ότι δεν δημιουργεί ιδιαίτερα προβλήματα. Όταν όμως ο εναγόμενος είναι κάτοικος εξωτερικού, εάν παγιωθεί η νομική άποψη που υιοθετείται από την κατωτέρω απόφαση του Αρείου Πάγου, ανακύπτει ένας πολύ μεγάλος κίνδυνος για τα δικαιώματά του και για την διασφάλιση της δίκαιης δίκης και της ισότητας των όπλων μεταξύ των διαδίκων. Ειδικώς, όταν ο εναγόμενος μένει στο εξωτερικό, ελλοχεύει ο κίνδυνος να μην πληροφορηθεί ποτέ ότι γίνεται δικαστήριο εναντίον του στην Ελλάδα και μπορεί να δικασθεί μία υπόθεση που τον αφορά άμεσα, χωρίς ο ίδιος να το πάρει καν είδηση! Μπορεί εν συνεχεία, να εκδοθεί δικαστική απόφαση που να τον υποχρεώνει να καταβάλει χρήματα στον ενάγοντα, ή να κρίνει ότι ο εναγόμενος (που ζει στο εξωτερικό) έχασε το σπίτι του ή ότι δεν δικαιούται να πάρει μερίδιο σε μία κληρονομιά, ή γενικώς ότι δεν έχει κάποιο δικαίωμα. Το αποτέλεσμα μπορεί να είναι ο κάτοικος εξωτερικού να υποστεί ζημία, εξ αιτίας μίας δικαστικής απόφασης που εκδόθηκε στην Ελλάδα, μετά από μία δίκη που ποτέ δεν έμαθε ότι είχε γίνει, ή που έμαθε την ύπαρξή της στην Ελλάδα με πολλούς μήνες καθυστέρησης, σε χρόνο που είτε είναι πολύ αργά για να κάνει κάτι για να υπερασπισθεί τα δικαιώματά του, είτε χρειάζεται πολύς κόπος, χρήμα και μεγάλη αβεβαιότητα για να προσπαθήσει τώρα να διορθώσει τα πράγματα, έχοντας μάλιστα χάσει και τον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας, δηλαδή έχοντας στερηθεί βασικών νομικών δικαιωμάτων του.

Το όλο ζήτημα αφορά το αν η επίδοση της αγωγής στον κάτοικο εξωτερικού, η γνωστοποίηση δηλαδή της δίκης και της ανάγκης ο κάτοικος εξωτερικού να αμυνθεί, ολοκληρώνεται με μία τυπική επίδοση της αγωγής στον Εισαγγελέα στην Ελλάδα, ή εάν η δίκη πρέπει να γνωστοποιηθεί με πραγματική επίδοση της αγωγής στην κατοικία του ομογενούς που ζει στο εξωτερικό, ώστε ο κάτοικος εξωτερικού να πάρει στα χέρια του το δικόγραφο και αμέσως να επικοινωνήσει με δικηγόρο στην Ελλάδα για να μάθει τι πρέπει και τι μπορεί να κάνει.

Στην πρώτη περίπτωση, με την απλή, τυπική επίδοση της αγωγής στον Εισαγγελέα στην Ελλάδα, την οποία υιοθετεί η συγκεκριμένη απόφαση του Αρείου Πάγου υπ’ αριθ. 1181/2022, ολοκληρώνεται πλασματικώς η άσκηση της αγωγής εντός 60 ημερών από την κατάθεσή της στο ελληνικό δικαστήριο, δηλαδή τυπικά μόνο τηρείται ο νόμος, αλλά στην πραγματικότητα, ο κάτοικος εξωτερικού θα μάθει για πρώτη φορά για την ύπαρξη της δίκης συνήθως πολλούς μήνες μετά, όταν οι προθεσμίες των 90 και 15 ημερών για να καταθέσει τις προτάσεις και τα αποδεικτικά του μέσα, θα έχουν περάσει προ πολλού! Ο εναγόμενος, συνεπώς, κάτοικος εξωτερικού, θα έχει δικαστεί ερήμην (in absentia) και θα έχει πιθανώς χάσει το δικαίωμα να προβάλει τους ισχυρισμούς του (audi alteram partem), έχοντας στερηθεί της προθεσμίας για να προετοιμασθεί με δικηγόρο.

Ο Άρειος Πάγος με την πρόσφατη απόφασή του υπ’ αριθ. 1181/2022, άλλαξε τη νομολογία που επί πολλά χρόνια ορθώς ίσχυε στην Ελλάδα, ότι η επίδοση της αγωγής στο εξωτερικό πρέπει να είναι πραγματική, δηλαδή ο κάτοικος εξωτερικού πρέπει να παίρνει στα χέρια του τα έγγραφα της δίκης και τότε μόνο να θεωρείται ότι έλαβε γνώση της αγωγής. Τώρα το ανώτατο δικαστήριο στην Ελλάδα, έκρινε ότι αρκεί η τυπική, πλασματική επίδοση στον Εισαγγελέα στην Ελλάδα, για να έχει ασκηθεί μία αγωγή και ότι ο εναγόμενος που μπορεί να διαμένει στην Αυστραλία, στις ΗΠΑ, στον Καναδά, στην Ιαπωνία ή στην Νότιο Αμερική, έχει (θεωρητικά, όχι όμως στην πραγματικότητα) πληροφορηθεί ότι μέσα σε 90 ημέρες πρέπει να καταθέσει έναν τέλειο νομικό φάκελο στο ελληνικό δικαστήριο, για να υποστηρίξει τα δικαιώματά του.

Ο κάτοικος εξωτερικού είναι πιθανό να μάθει για την δίκη αυτή πολλούς μήνες μετά και να μην έχει τον χρόνο ούτε με δικηγόρο στην Ελλάδα να επικοινωνήσει, ούτε τα έγγραφα που χρειάζεται για αποδείξεις να συγκεντρώσει, ούτε πληρεξούσιο ή εξουσιοδότηση να στείλει στον δικηγόρο του στην Ελλάδα, ούτε τους μάρτυρές του να βρει για να καταθέσουν. Σε αντίθεση με τον ενάγοντα, που είχε μήνες πριν την άσκηση της αγωγής την δυνατότητα να την σκεφτεί, να την προετοιμάσει με δικηγόρο, να έχει από πριν συγκεντρώσει τις αποδείξεις και τους μάρτυρές του και ουσιαστικά να έχει μία μεγάλη χρονική ευχέρεια και ένα μεγάλο πλεονέκτημα, έναντι του εναγομένου, που θα μάθει για το δικαστήριο όταν θα είναι πλέον πολύ αργά.

Αν επικρατήσει αυτή η ερμηνεία του νόμου, ότι αρκεί να γνωστοποιούμε πλασματικά (δηλαδή, τυπικά και όχι αληθινά, όχι πραγματικά) την αγωγή στον εναγόμενο μόνο με την τυπική επίδοση στον Εισαγγελέα στην Ελλάδα και όχι με το να φτάσουν τα χαρτιά τις δίκης πραγματικά στα χέρια του εναγομένου που κατοικεί στο εξωτερικό, όπως ήταν μέχρι σήμερα η νομολογία των δικαστηρίων, θα στερούνται οι εναγόμενοι που μένουν στο εξωτερικό της δίκαιης δίκης στην Ελλάδα, του φυσικού τους δικαστή, του δικαιώματος στην πρόσβαση στην δικαιοσύνη και θα παραβιάζονται διεθνείς συνθήκες προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου, αλλά και η κοινή λογική. Ποιος ξένος θα έρθει τότε να επενδύσει στην Ελλάδα, αν γνωρίζει ότι μπορεί μία μέρα να αρχίσει μία δίκη εναντίον του, για την οποία δεν θα μάθει ποτέ, παρά μόνο όταν θα είναι πλέον αργά για να αμυνθεί και να προβάλει την δική του εκδοχή των γεγονότων; Ποιος ομογενής θα θελήσει να αγοράσει ακίνητο στην Ελλάδα, αν είναι πιθανό μία ωραία πρωία ο γείτονας, ο συγγενής ή ο συνεργάτης του στην Ελλάδα να του ασκήσουν μία αγωγή και να γίνει ένα δικαστήριο, για το οποίο θα μάθει καθυστερημένα, χωρίς να έχει χρόνο να προετοιμάσει την άμυνά του και τέλος πάντων να αντιμετωπισθεί από την ελληνική δικαιοσύνη με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζεται ο κάτοικος Ελλάδος; Είναι δυνατόν να καθιερωθεί ότι η αγωγή αρκεί να επιδίδεται στην Εισαγγελέα στην Ελλάδα και ότι μ’ αυτόν τον τρόπο έχει ικανοποιηθεί η ανάγκη προστασίας των δικαιωμάτων ενός εναγομένου μονίμου κατοίκου εξωτερικού, που θα μάθει για την δίκη λίγο πριν εκπνεύσουν οι προθεσμίες για κατάθεση προτάσεων, ή ακόμα και πολύ μετά από την εκπνοή αυτών; Θα αναμένουμε περαιτέρω σχολιασμό της συγκεκριμένης αποφάσεως του Αρείου Πάγου από τη νομική κοινότητα και θα επανέλθουμε προς ενημέρωση των ομογενών κατοίκων εξωτερικού, που έχουν περιουσία και δικαιώματα στην Πατρίδα.

    Χρήστος Ηλιόπουλος είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Master of Laws.www.greekadvocate.eubm-bioxoi@otenet.gr