Πέθανε ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ
Ο πρώην ηγέτης της ΕΣΣΔ «έφυγε» σε ηλικία 92 ετών.
Την τελευταία του πνοή άφησε την Τρίτη 30 Αυγούστου ο τελευταίος ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης, Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, σε ηλικία 92 ετών.
Την είδηση του θανάτου του Γκορμπατσόφ έκανε γνωστή το πρακτορείο Interfax και ακολούθησε το Reuters αλλά και ρωσικά μέσα ενημέρωσης.
Τον θάνατο του Ρώσου πολιτικού και τελευταίου γενικού γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος, μετέδωσε και το TASS.
«Ο Μιχαήλ Σεργκέγιεβιτς Γκορμπατσόφ απεβίωσε σήμερα το βράδυ μετά από σοβαρή και παρατεταμένη ασθένεια», ανέφερε το CKB.
Η είδηση του θανάτου του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ έκανε αμέσως το γύρο του κόσμου, με τα μηνύματα στα κοινωνικά δίκτυα να είναι αρκετά.
JUST IN. Mikhail #Gorbachev, the last president of the Soviet Union before its dissolution, has died in #Moscow at the age of 92. pic.twitter.com/749ErYGLuf
— Josh Benson (@WFLAJosh) August 30, 2022
Οι Μεταρρυθμίσεις Γκορμπατσόφ
Με τις μεταρρυθμίσεις του, ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ συνέβαλε στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου, αλλά δεν κατάφερε να αποτρέψει τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης.
Όταν οι διαδηλώσεις υπέρ της δημοκρατίας σάρωσαν το 1989 την κομμουνιστική Ανατολική Ευρώπη, ο Γκορμπατσόφ απέφυγε να καταφύγει στη βία – σε αντίθεση με προκατόχους του που είχαν στείλει τανκς για να καταστείλουν εξεγέρσεις στην Ουγγαρία το 1956 και στην Τσεχοσλοβακία το 1968.
Όμως οι διαδηλώσεις τροφοδότησαν φιλοδοξίες για αυτονομία στις 15 δημοκρατίες της Σοβιετικής Ένωσης, η οποία διαλύθηκε μέσα σε διάστημα δύο ετών με χαοτικό τρόπο. Ο Γκορμπατσόφ πάλεψε μάταια για να αποτρέψει την κατάρρευση της ΕΣΣΔ.
Όταν έγινε γενικός γραμματέας του Σοβιετικού Κομμουνιστικού Κόμματος το 1985, σε ηλικία μόλις 54 ετών, είχε βάλει στόχο να εισάγει περιορισμένες πολιτικές και οικονομικές ελευθερίες, αλλά οι μεταρρυθμίσεις τους ξέφυγαν από τον έλεγχο.
Η πολιτική της «γκλάσνοστ», για τον ανοικτό διάλογο με σκοπό την επίλυση προβλημάτων, επέτρεψε την μέχρι τότε αδιανόητη κριτική στο κόμμα και στο κράτος, ενώ ενθάρρυνε τους εθνικιστές που άρχισαν να πιέζουν για ανεξαρτησία στις δημοκρατίες της Βαλτικής (Λετονία, Λιθουανία, Εσθονία) και αλλού.
Υπέρμαχος της προσέγγισης με τη Δύση, ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ τιμήθηκε με Νόμπελ Ειρήνης το 1990.
Πολλοί Ρώσοι δεν συγχώρησαν ποτέ τον Γκορμπατσόφ για την αναταραχή που προκάλεσαν οι μεταρρυθμίσεις του, θεωρώντας πως η επακόλουθη υποβάθμιση του βιοτικού τους επιπέδου ήταν ένα «πολύ υψηλό τίμημα» που κλήθηκαν να πληρώσουν για τον «εκδημοκρατισμό».
Ο οικονομολόγος Ρουσλάν Γκρίνμπεργκ, ο οποίος επισκέφθηκε στις 30 Ιουνίου τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ στο νοσοκομείο είχε δηλώσει πρόσφατα στο ρωσικό τηλεοπτικό δίκτυο Zvezda: «Μας χάρισε την ελευθερία, αλλά δεν ξέραμε τι να την κάνουμε».
Ποιος ήταν
Ο Μιχαήλ Γκορμπατσώφ εφάρμοσε οικονομικές μεταρρυθμίσεις που ήλπιζε ότι θα βελτίωναν το βιοτικό επίπεδο και την παραγωγικότητα των εργαζομένων ως τμήμα του προγράμματος Περεστρόικα (αναδιάρθρωση).
Έχοντας μικτή ρωσική και ουκρανική καταγωγή, ο Γκορμπατσόφ γεννήθηκε στο Πριβόλνογιε του Κράι Σταυρούπολης σε μια φτωχή οικογένεια αγροτών. Μεγαλώνοντας στην εποχή του Ιωσήφ Στάλιν, στα νιάτα του δούλευε σε θεριζοαλωνιστικές μηχανές σε συλλογικό αγρόκτημα πριν από την ένταξή του στο Κομμουνιστικό Κόμμα, το οποίο στη συνέχεια κυβέρνησε τη Σοβιετική Ένωση ως μονοκομματικό κράτος σύμφωνα με τη Μαρξιστική-Λενινιστική θεωρία. Ενώ σπούδαζε στο Κρατικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας, παντρεύτηκε τη συμφοιτήτριά του Ράισα Τιταρένκο το 1953, πριν πάρει το πτυχίο του το 1955. Μετακόμισε στη Σταυρούπολη, όπου εργάστηκε για την τοπική Κομσομόλ και έγινε ένθερμος υποστηρικτής της αποσταλινοποίησης, που προωθούσε ο Νικίτα Χρουστσόφ. Διορίστηκε Γραμματέας της Περιφερειακής Επιτροπής της Σταυρούπολης το 1970, όπου επέβλεψε την κατασκευή του Μεγάλου Καναλιού της Σταυρούπολης. Το 1974 μετακόμισε στη Μόσχα για να γίνει ο Πρώτος Γραμματέας του Ανωτάτου Σοβιέτ και το 1979 έγινε υποψήφιο μέλος του πολιτικού γραφείου του κόμματος. Μέσα σε τρία χρόνια από το θάνατο του Σοβιετικού ηγέτη Λεονίντ Μπρέζνιεφ και μετά τα σύντομα καθεστώτα των Γιούρι Αντρόποφ και Κονσταντίν Τσερνιένκο, το πολιτικό γραφείο εξέλεξε τον Γκορμπατσόφ ως Γενικό Γραμματέα, ντε φάκτο επικεφαλής της κυβέρνησης, το 1985.
Αν και υποσχόταν τη διατήρηση του Σοβιετικού κράτους και της σοσιαλιστικής ιδεολογίας, ο Γκορμπατσόφ πίστευε στην ανάγκη για σημαντική μεταρρύθμιση, ιδιαίτερα μετά το ατύχημα του Τσερνομπίλ τον Απρίλιο του 1986. Αποσύρθηκε από τον Σοβιετοαφγανικό Πόλεμο και ξεκίνησε στις συνόδους κορυφής με τον Αμερικανό πρόεδρο Ρόναλντ Ρέιγκαν για τον περιορισμό των πυρηνικών όπλων και το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Στην εγχώρια αγορά, η πολιτική της Γκλάσνοστ (“διαφάνεια”) επέτρεψε βελτιωμένη ελευθερία του λόγου και τύπου, ενώ η “περεστρόικα” (“αναδιάρθρωση”) προσπάθησε να αποκεντρώσει τη διαδικασία λήψης οικονομικών αποφάσεων για τη βελτίωση της αποδοτικότητας. Τα μέτρα εκδημοκρατισμού και ο σχηματισμός του εκλεγμένου Κογκρέσου των Αντιπροσώπων του Λαού υπονόμευσε το μονοκομματικό κράτος. Ο Γκορμπατσόφ αρνήθηκε να παρέμβει στρατιωτικά, όταν διάφορες Ανατολικές χώρες εγκατέλειψαν τη Μαρξιστική-Λενινιστική διακυβέρνηση το 1989-90. Εσωτερικά, το αυξανόμενο εθνικιστικό συναίσθημα απείλησε να φέρει τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Ορισμένοι μαρξιστικοί-λενινιστικοί σκληροπυρηνικοί διεξήγαγαν το πραξικόπημα του 1991 κατά του Γκορμπατσόφ. Τέσσερις μήνες αργότερα, η Σοβιετική Ένωση διαλύθηκε και ο Γκορμπατσώφ παραιτήθηκε τον Δεκέμβριο. Το 1992 ίδρυσε το ίδρυμα Γκορμπατσόφ. Κράτησε επικριτική στάση απέναντι στους μετέπειτα Ρώσους Προέδρους Μπόρις Γέλτσιν και Βλαντιμίρ Πούτιν, ενώ είναι κεντρικό πρόσωπο του ρωσικού σοσιαλδημοκρατικού κινήματος.
Η εισαγωγή του Γκλάσνοστ (διαφάνεια, σε ελεύθερη μετάφραση) έδωσε νέες ελευθερίες στους πολίτες της Σοβιετικής Ένωσης, όπως μεγαλύτερη ελευθερία λόγου και έκφρασης και καλύτερο έλεγχο των πράξεων της διοίκησης. Ωστόσο, με τα μέτρα αυτά έγινε φανερό, πως η Σοβιετική Ένωση δεν μπορούσε να στηριχτεί σε ένα τόσο κοινωνικά και πολιτικά ανοικτό και ανεκτικό καθεστώς.
Θεωρείται ευρέως ως ένα από τα σημαντικότερα πρόσωπα του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα. Ο Γκορμπατσόφ παραμένει θέμα διαμάχης μέχρι σήμερα. Είναι παραλήπτης πολλών βραβείων, μεταξύ άλλων και του Βραβείου Νόμπελ Ειρήνης το 1990. Επαινέθηκε ευρέως για τον καθοριστικό του ρόλο στον τερματισμό του Ψυχρού Πολέμου, την επέκταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Σοβιετική Ένωση και την πτώση του Ανατολικού Μπλοκ στην ανατολική και κεντρική Ευρώπη. Αντίθετα, στη Ρωσία χλευάζεται συχνά, καθώς δεν εμπόδισε τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, γεγονός που έφερε υποχώρηση της παγκόσμιας επιρροής της Ρωσίας και την οικονομική κρίση στις αρχές της δεκαετίας του 1990.
Με πληροφορίες από Reuters μέσω ΑΠΕ-ΜΠΕ, wikipedia
Μόσχα, Ρωσία , hellasjournal
Σχόλια Facebook