Ο Γκαλτιέ του… Άρη και οι 10+1 προπονητές που εκτοξεύτηκαν στην ελίτ μετά την Ελλάδα
Το ελληνικό ποδόσφαιρο μπορεί να υπερηφανεύεται για τον κατάλογο των προπονητών που έχουν περάσει την τελευταία 20ετία. Προπονητές καταξιωμένους, αλλά πολύ πιο συχνά, προπονητές «in the making», που «ζυμώθηκαν» και απέδειξαν την αξία τους στο μεταγενέστερα στο κορυφαίο επίπεδο. Για κάποιους η διαδρομή ήταν γραμμική. Η θητεία τους στη Super League προσέλκυσε κατευθείαν έναν ευρωπαϊκό σύλλογο από τα Top-5 πρωταθλήματα. Για άλλους, χρειάστηκε… αγροτικό και περισσότερα σκαμπανεβάσματα μέχρι να φτάσουν στην κορυφή. Πάντα, όμως, έχοντας συνδέσει το όνομά τους με τη χώρα μας και τους πάγκους της, στους οποίους ουκ ολίγοι βρήκαν την ευκαιρία να «εκτοξευτούν».
Η παρουσίαση του Κριστόφ Γκαλτιέ από την Παρί Σεν Ζερμέν πριν από λίγες ημέρες έφερε μνήμες μιας τέτοιας περίπτωσης. Ενός «φτασμένου» τεχνικού που ακόμα κι αν στην προκειμένη δεν τον είδαμε ποτέ να κάθεται στην άκρη του πάγκου, ξεκίνησε την προπονητική του καριέρα από την Ελλάδα. Παρά το ότι έμεινε στο παρασκήνιο και λίγοι μπορούν να θυμηθούν το πέρασμά του, ο 55χρονος coach διετέλεσε βοηθός προπονητή στον Άρη τη σεζόν 2001-2002. Και 20 χρόνια αργότερα, καλείται πλέον να ηγηθεί του Λιονέλ Μέσι, του Κιλιάν Μπαπέ και του Νεϊμάρ, να χαλιναγωγήσει μια πλειάδα παγκόσμιων σταρ, να βάλει στις σωστές θέσεις τα κομμάτια του λαμπερού, πλην αποσυναρμολογημένου παζλ των Παριζιάνων.
Με αφορμή, λοιπόν, τον Γάλλο coach, το Gazzetta παίρνει πάσα και παρουσιάζει τους 10+1 προπονητές που αναδείχθηκαν στην ευρωπαϊκή ελίτ με εφαλτήριο την περιπέτειά τους στη χώρα μας.
Γράφουν οι Κωνσταντίνος Κωλαΐτης και Βασίλης Μπαλατσός
Κριστόφ Γκαλτιέ
Ερνέστο Βαλβέρδε
Κάρλος Καρβαλιάλ
Νούνο Εσπίριτο Σάντο
Χάβι Γκράθια
Λεονάρντο Ζαρντίμ
Τζενάρο Γκατούζο
Ίγκορ Τούντορ
Μάρκο Σίλβα
Αμπέλ Φερέιρα
Φερνάντο Σάντος
Γυρολόγος αμυντικός στην πρώτη κατηγορία της Γαλλίας ως παίκτης (Μαρσέιγ, Λιλ, Τουλούζ), το 1999 ο Κριστόφ Γκατιέ κρέμασε τα παπούτσια του και έβαλε πλώρη σχεδόν αμέσως να γίνει προπονητής. Αφού διετέλεσε για ένα μικρό διάστημα υπηρεσιακός στους Μαρσεγιέζους το 2000, τα επόμενά του βήματα τα έκανε ως βοηθός και ανάμεσα στο βιογραφικό του συμπεριλήφθηκε και ο Άρης. Τη σεζόν 2001-02, ο Γάλλος coach ήταν στο σταφ των Μπερντ Κράους (11 παιχνίδια), Ρισάρ Ταρντί (10 παιχνίδια) και Γιάννη Τζιφόπουλου (1 παιχνίδι), αποκομίζοντας έτσι μία… ιδιαίτερη εμπειρία για το προπονητικό του ρεζερβουάρ.
Χρειάστηκε να περάσουν επτά χρόνια για να αναλάβει την πρώτη του δουλειά ως μάνατζερ. Η Σεντ Ετιέν τον προβίβασε μετά τη θητεία του ως βοηθός και εκείνος εξελίχθηκε σε μία από τις σημαντικότερες μορφές της σύγχρονης ιστορίας της, μετατρέποντας τους Στεφανουά από ομάδα που πάλευε για τη σωτηρία σε διεκδικήτρια ευρωπάϊκού εισιτηρίου αλλά και σε νικήτρια του Λιγκ Καπ το 2013. Συνολικά έμεινε στο κλαμπ για οκτώ χρόνια, πριν μετακομίσει στη Λιλ, με την οποία έκανε την τεράστια έκπληξη και στέφθηκε πρωταθλητής Γαλλίας το 2021 αφήνοντάς πίσω του το αδιαφιλονίκητο φαβορί, Παρί Σεν Ζερμέν. Την ομάδα που πλέον καλείται να διευθύνει ο ίδιος και εκτός των γαλλικών σκήπτρων, να της χαρίσει την πολυπόθητη ευρωπαϊκή διάκριση που θα τον καταστήσει απολύτως επιτυχημένο.
Μία από τις πλέον περίοπτες περιπτώσεις προπονητών που πέρασαν από τα μέρη μας. Ο «Τσινγκούρι» αφίχθη στον Ολυμπιακό το καλοκαίρι του 2008 με εμπειρία από την Primera Division στην Αθλέτικ Μπιλμπάο και την Εσπανιόλ (φιναλίστ του Κυπέλλου UEFA το 2007) και κατάφερε να κερδίσει τον σεβασμό και την αγάπη του κοινού των Ερυθρολεύκων μέσα σε μόλις μια σεζόν. Όση και η διάρκεια της πρώτης θητείας του, η οποία μπορεί να ολοκληρώθηκε άδοξα αλλά δεν ήταν ο επίλογος παρά μόνο το πρώτο μέρος του κεφαλαίου «Βαλβέρδε» στον σύλλογο.
Το 2010, μετά την απώλεια και των δύο εγχώριων τίτλων, οι Πειραιώτες επανέφεραν στον πάγκο τους τον Βάσκο τεχνικό, ο οποίος και παρέμεινε για άλλα δύο χρόνια κερδίζοντας ισάριθμα πρωταθλήματα και ένα Κύπελλο. Είχε ήδη αποκτήσει τις περγαμηνές που θα τον ανέβαζαν επίπεδο, όπερ και εγένετο. Το 2012 μετακόμισε στη Βαλένθια κι από εκεί επέστρεψε στην αγαπημένου του Αθλέτικ, πριν τολμήσει το μεγαλύτερο βήμα της καριέρας του, που δεν ήταν άλλο από την Μπαρτσελόνα. Δύο φορές πρωταθλητής Ισπανίας (2018, 2019), μία φορά Κυπελλούχος (2018) και άλλες δύο κατακτητής του Σούπερ Καπ (2015, 2018) ο απολογισμός των τίτλων του Βαλβέρδε μετά τον Ολυμπιακό.
Το καλοκαίρι του 2008 ο Αστέρας Τρίπολης έφερε στην Αρκαδία τον Πορτογάλο, Κάρλος Καρβαλιάλ για να καθοδηγήσει τους «κιτρινομπλέ» στη δεύτερη σεζόν του στην Super League. O 42χρονος τότε τεχνικός είχε κάνει μια εξαιρετική πορεία με την Βιτόρια Σετουμπάλ, με την οποία πήρε το League Cup Πορτογαλίας ενώ είχε κάνει και ένα μικρό πέρασμα από τη Μπράγκα. Ο Καρβαλιάλ κοούτσαρε σε δέκα ματς τους Αρκάδες, κέρδισε δυο εξ αυτών, τον Νοέμβριο αποχώρησε και τη θέση του πήρε ο Νίκος Κωστένογλου.
Έκτοτε η καριέρα του Πορτογάλου πήρε ανοδική πορεία. Επέστρεψε στην πατρίδα του για τη Μαρίτιμο και τις επόμενες δυο σεζόν κοούτσαρε σε Σπόρτινγκ και Μπεσίκτας, συνέχισε στο Νησί για λογαριασμό των Σέφιλντ Γουένσντεϊ και Σουόνσι. Το 2018 γύρισε εκ νέου στην Πορτογαλία, έβγαλε στην Ευρώπη τη Ρίο Άβε και την διετία 2020-22 ήταν στη Μπράγκα με την οποία σήκωσε το κύπελλο στην πρώτη του σεζόν. Πρόσφατα υπέγραψε μονοετές αλλά «παχυλό» συμβόλαιο με την Αλ Γουάντα των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.
Ο Γκαλτιέ δεν ήταν ο μόνος που πέρασε από τα μέρη μας ως μέλος του τεχνικού σταφ. Το 2010 ακολούθησε τα χνάρια του ο Νούνο Εσπίριτο Σάντο, ο οποίος διετέλεσε βοηθός και συγκεκριμένα βοηθός τερματοφυλάκων του Ζεσουάλδο Φερέιρα στον Παναθηναϊκό. Ο Πορτογάλος έκανε αξιοπρεπή καριέρα ο ίδιος ως τερματοφύλακας σε Πορτογαλία (Πόρτο, Γκιμαράες, Άβες) και Ισπανία (Λα Κορούνια, Οσασούνα) κι έτσι ήταν η ιδανική περίπτωση για να στελεχώσει τον συμπατριώτη προπονητή του στους Πράσινους. Με το τέλος της θητείας του Φερέιρα, αποχώρησε αναμενόμενα και ο Νούνο, ο οποίος ανέλαβε κατευθείαν πόστο πρώτου προπονητή στη Ρίο Άβε. Κι έκτοτε, η καριέρα του είχε συνεχώς level-ups, αφού το 2014 μετακόμισε στη Βαλένθια για μιάμιση σεζόν και το 2016 στην Πόρτο αυτή τη φορά ως τεχνικός.
Το 2017 αποδέχθηκε την πρόκληση του Νησιού και της Γουλβς, ιδρύοντας ουσιαστικά τη δική του «σχολή» στο κλαμπ το οποίο αναμόρφωσε και οδήγησε στην Premier League. Συνολικά έμεινε για τέσσερα χρόνια στο τιμόνι των Λύκων, τους έβγαλε στην Ευρώπη και τους μετέτρεψε σε υπολογίσιμη δύναμη στο αγγλικό ποδόσφαιρο μέσω της «πορτογαλοποίησης» που υποκινήθηκε κι από τη σχέση των διοικούντων με τον κορυφαίο ατζέντη, Ζόρζε Μέντες. Το καλοκαίρι του 2021 εξαργύρωσε το έργο του με την πρόσληψη στην Τότεναμ, σε έναν «γάμο», όμως, που οδηγήθηκε άμεσα και άδοξα στο «διαζύγιο», μετά από μόλις 17 αναμετρήσεις εκ των οποίων οι επτά κατέληξαν σε ήττα. Από τις 4 Ιουλίου είναι και επίσημα προπονητής της Αλ-Ιτιχάντ στη Σαουδική Αραβία, αναλαμβάνοντας για πρώτη φορά δουλειά εκτός Ευρώπης.
Ξεχωριστή ήταν η ανέλιξη Χαβιέρ Γκράθια Κάρλος, όπως είναι το πλήρες όνομα του κατά κόσμον Χάβι Γκράθια. Ο Ισπανός τεχνικός άφησε τη ζώνη ασφαλείας της πατρίδας του και τον πάγκο της Βιγιαρεάλ Β’ για να κυνηγήσει το όνειρο της διεθνούς καριέρας, με πρώτο σταθμό την Ελλάδα και τον Βόλο. Τον Ιούνιο του 2011, ο γεννημένος στην Παμπλόνα coach ανέλαβε τον Ολυμπιακό Βόλου, δίχως όμως να κλείσει τρίμηνο. Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους διαδέχθηκε τον Μπόζινταρ Μπάντοβιτς στην Κέρκυρα, αλλά ούτε εκεί μακροημέρευσε, φτάνοντας στη λύση του συμβολαίου του μόλις τον Μάρτιο της επόμενης χρονιάς.
Μετά από 25 συνολικά παιχνίδια επί ελληνικού εδάφους, επέστρεψε στην Ισπανία και σταδιακά έχτισε το όνομά του εντός συνόρων (Αλμερία, Οσασούνα, Μάλαγα), πριν ξενιτευτεί ξανά για λογαριασμό της Ρουμπίν Καζάν. Η στιγμή της καταξίωσης στη μεγάλη σκηνή ήρθε τον Ιανουάριο του 2018, όταν του χτύπησε την πόρτα η Premier League και η Γουότφορντ, την οποία κατάφερε να διατηρήσει στα «σαλόνια» για δύο σερί σεζόν. Ωστόσο, τον Σεπτέμβριο του 2019 απομακρύνθηκε και χρειάστηκε να περιμένει σχεδόν έναν χρόνο για να βρει την κατάλληλη ευκαιρία σε άλλον σύλλογο. Αυτός ήταν η Βαλένθια, την οποία ανέλαβε σε μια δύσκολη περίοδο με οικονομικά προβλήματα και ελάχιστο ποσό για μεταγραφές, που είχε ως λογική συνέπεια να μείνει αρκετά πίσω από τις θέσεις Ευρώπης (13η, 43 β.). Από τον Δεκέμβριο του 2021 προπονεί την Αλ-Σαντ στο Κατάρ.
Το 2012 ο Ολυμπιακός προχώρησε στην πρόσληψη του Λεονάρντο Ζαρντίμ, ο οποίος προερχόταν από τη Μπράγκα, όμως ο Πορτογάλος δεν… έβγαλε ούτε τη σεζόν. Σε 26 ματς υπό τις οδηγίες του οι Πειραιώτες νίκησαν 20 φορές, τρία ματς έληξαν χωρίς νικητή και σε ισάριθμα ηττήθηκαν (δις από Σάλκε και μια από την Άρσεναλ στο Λονδίνο για τους ομίλους του Champions League). O συντελεστής τερμάτων του Ολυμπιακού υπό τις οδηγίες του Πορτογάλου ήταν 55-19. Οι αριθμοί του Ζαρντίμ δεν ήταν διόλου άσχημοι, όμως οι πρωταθλητές Ελλάδος επέλεξαν να τον απολύσουν και τον αντικατέστησαν με τον Μίτσελ.
Μετά την απόλυση που δεν… κατάλαβε ποτέ Ζαρντίμ ακολούθησε η εκτόξευση. Επέστρεψε στην πατρίδα του για λογαριασμό της Σπόρτινγκ και στη συνέχεια πήγε στη Μονακό, με την οποία πήρε το πρωτάθλημα της Ligue 1 από την Παρί Σεν Ζερμέν των Καταριανών και ανέδειξε ποδοσφαιριστές εκατομμυρίων όπως ο Φαμπίνιο, ο Μπερνάρντο Σίλβα, ο Λεμάρ και φυσικά ο Κιλιάν Μπαπέ. Μετά την πορεία του στους Μονεγάσκους ο Πορτογάλος βγάζει τα εκατομμύρια του στη Σαουδική Αραβία για λογαριασμό των Αλ Χιλάλ και Σαμπάμπ Ντουμπάι.
Με διαφορά η πιο γνώριμη διεθνώς και συνάμα «cult» φιγούρα στα μέρη μας από την εν λόγω λίστα. Ο Τζενάρο Γκατούζο υπήρξε σημαία της «χρυσής» Μίλαν του Κάρλο Αντσελότι και θέλησε να ακολουθήσει τα χνάρια του τελευταίου, αναλαμβάνοντας αμέσως μετά την απόσυρση ρόλο προπονητή πρώτα στην ελβετική Σιόν και έπειτα στην Παλέρμο. Το καλοκαίρι του 2014 ήταν σειρά της Ελλάδας και δη της Κρήτης να τον υποδεχθεί, με τη μετακίνησή του στον ΟΦΗ να προκαλεί αναμφίβολα αίσθηση. Όσο και οι viral στιγμές που χάρισε ο Ρίνο στη μυθική πια συνέντευξη Τύπου λίγες μέρες πριν αποχωρήσει από τους Ομιλίτες, μετά από μόλις 17 παιχνίδια στην άκρη του πάγκου τους (5-3-9).
Η περιπέτεια στην Ελλάδα μπορεί να έληξε άδοξα, ωστόσο, η συνέχεια του Γκατούζο στην προπονητική έκρυβε μεγάλα κλαμπ και παρουσία στις κορυφαίες ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Το 2017 ανέλαβε ως πρώτος προπονητής της Μίλαν και μετά από δύο σεζόν κάθισε στον πάγκο της Νάπολι, φτάνοντας στο peak της ως τώρα καριέρας του. Αφού το όνομά του ακούστηκε για Γουλβς και Τότεναμ, τελικά η νέα σεζόν θα τον βρει στη La Liga και τη Βαλένθια, έστω κι αν οι οπαδοί των Νυχτερίδων έκαναν ό,τι μπορούσαν για να αποτρέψουν την πρόσληψή του.
Το 2008 ο Ίγκορ Τούντορ γύρισε από τη Γιουβέντους στην αγαπημένη του Χάιντουκ Σπλιτ για να κλείσει την καριέρα του ως ποδοσφαιριστής και άνοιξε άμεσα το κεφάλαιο της προπονητικής. Ξεκίνησε ως βοηθός του Εντοάρντο Ρέγια στη Χάιντουκ, μετά άλλαξε πόστο και πήγε στις ακαδημίες του συλλόγου, το 2012 πήγε στην εθνική Κροατίας ως βοηθός του Ίγκορ Στίματς. Το 2013 ανέλαβε για πρώτη φορά ανδρική ομάδα ως προπονητής, καθώς κοούτσαρε τη Χάιντουκ και την καθοδήγησε για περίπου μια διετία. Ο Κροάτης έκανε το πρώτο του βήμα εκτός Κροατίας το 2015 όταν υπέγραψε στον ΠΑΟΚ στα 37 του χρόνια. Καθοδήγησε τους Θεσσαλονικείς σε 45 ματς, όμως δεν είχε ικανοποιητικό απολογισμό, καθώς μέτρησε 17 νίκες, ισάριθμες ισοπαλίες και έντεκα ήττες. Παρά την εκτίμηση προς το πρόσωπο του ο Τούντορ απολύθηκε στις 9 Μαρτίου.
Ο Τούντορ πήρε εμπειρίες στην Τουρκία (Καραμπουκσπορ – Γαλατασαραϊ), έκανε το βήμα για την Ιταλία για λογαριασμό της Ουντινέζε, πήγε σε ένα τεράστιο κλαμπ, όπως είναι η Γιουβέντους στο πλευρό του Αντρέα Πίρλο, τον Σεπτέμβριο του 2021 ανέλαβε την Ελλάς Βερόνα και έκανε καλή δουλειά, σώζοντας εύκολα την ομάδα του. Πριν λίγες μέρες ο Κροάτης έκανε το μεγαλύτερο ως τώρα βήμα, καθώς υπέγραψε διετές συμβόλαιο με τη Μαρσέιγ ως διάδοχος του Χόρχε Σαμπάολι.
To καλοκαίρι 2015 o Ολυμπιακός ανακοίνωσε την πρόσληψη του 37χρονου φιλόδοξου προπονητή Μάρκο Σίλβα, ο οποίος προερχόταν από μια σεζόν στην Σπόρτινγκ Λισαβόνας, με την οποία στέφθηκε κυπελλούχος. Στον Πειραιά καθοδήγησε τους «ερυθρόλευκους» σε 48 ματς, κέρδισε 38 εξ αυτών και ο συντελεστής τερμάτων ήταν 119-39. Με τον Πορτογάλο ο Ολυμπιακός έκανε μια καλή πορεία στο Champions League, πήρε τρεις νίκες (εντός – εκτός τη Ντιναμό Ζάγκρεμπ και την Άρσεναλ στο Λονδίνο), όμως οι εννέα βαθμοί δεν ήταν αρκετοί για να προκριθεί στους «16». Υπό τις οδηγίες του Σίλβα ο Ολυμπιακός πήρε το πρωτάθλημα, με μόλις μια ήττα, στο Ολυμπιακό Στάδιο από την ΑΕΚ , η οποία μετέπειτα τον νίκησε στον τελικό του Κυπέλλου. Ο νεαρός τεχνικός ξεκίνησε στην προετοιμασία της επόμενης σεζόν, όμως έφυγε στις πρώτες μέρες και αντικαταστάθηκε από τον Βίκτορ Σάντσεθ.
Μετά την περιπέτεια του στην Ελλάδα ο Πορτογάλος έγινε μόνιμος κάτοικος Αγγλίας. Ξεκίνησε την πορεία του από τη Χαλ, την οποία δεν κατάφερε να σώσει και παρά την πρόθεση του κλαμπ αρνήθηκε να την ακολουθήσει στην Championship. Ακολούθησαν δύο… μέτριες θητείες σε Γουότφορντ και Έβερτον, μέχρι που έκανε το «μπαμ» με τη Φούλαμ. Ο Πορτογάλος δημιούργησε μια ποδοσφαιρική μηχανή με τους «Cottagers», η οποία έσπασε τα… κοντέρ στην Championship και κατέκτησε το πρωτάθλημα με ευκολία. Σε 46 αγωνιστικές η Φούλαμ μέτρησε 27 νίκες, εννέα ισοπαλίες, δέκα ήττες και είχε συντελεστή τερμάτων 106-43.
Το καλοκαίρι του 2019 ο Ραζβάν Λουτσέσκου αποχώρησε από τον ΠΑΟΚ ως νταμπλούχος για να πάει στην Αλ Χιλάλ και οι Θεσσαλονικείς κλήθηκαν να βρουν έναν προπονητή που θα μπορούσε να καλύψει το κενό του Ρουμάνου τεχνικού. Οι «ασπρόμαυροι» δαπάνησαν τρία εκατομμύρια ευρώ και αγόρασαν τον φέρελπι, φιλόδοξο και νεαρό (40 ετών), Αμπέλ Φερέιρα από τη Μπράγκα. Η επένδυση από πλευρά αποτελεσμάτων δεν βγήκε, καθώς οι Θεσσαλονικείς έμειναν από νωρίς εκτός διεκδίκησης του πρωταθλήματος, ενώ μετά από τρεις σερί νικηφόρους τελικούς Κυπέλλου, κόντρα στην ΑΕΚ, δεν κατάφεραν να φτάσουν μέχρι το τέλος του θεσμού, καθώς αποκλείστηκαν στα ημιτελικά από τον μετέπειτα νταμπλούχο Ολυμπιακό.
Ο Φερέιρα ξεκίνησε και την επόμενη σεζόν στον ΠΑΟΚ, πανηγύρισε δυο σπουδαίες προκρίσεις κόντρα σε Μπεσίκτας και Μπενφίκα για τα προκριματικά του Champions League. Μετά τη νίκη επί των «Αετών» της Λισαβόνας ακολούθησε η αγωνιστική πτώση της ομάδας και ο αποκλεισμός κόντρα στην Κράσνονταρ. Το «τέλμα» της σχέσης των δυο πλευρών ήρθε να λύσει η Παλμέιρας, η οποία αγόρασε τον Πορτογάλο, ο οποίος έμελλε να εκτοξεύσει το βραζιλιάνικο κλαμπ. Σε μια διετία ο 43χρονος πλέον τεχνικός έχει πανηγυρίσει δύο Copa Libertadores, ένα κύπελλο και ένα Copa Sudamericana. Πλέον ο Φερέιρα είναι ένα από τα πιο καυτά ονόματα της αγοράς και οι Βραζιλιάνοι του δίνουν «χρυσάφι» για να τον κρατήσουν.
O Φερνάντο Σάντος είναι μια «bonus» προσθήκη σε αυτή τη λίστα. Το 2000 η ΑΕΚ έφερε τον Πορτογάλο στην Ελλάδα μετά από μια τριετία που είχε… κυριαρχήσει στην πατρίδα του με την Πόρτο. Ως τεχνικός των «Δράκων» πανηγύρισε ένα πρωτάθλημα, δυο κύπελλα και ισάριθμα Super Cup, ενώ την πρώτη του σεζόν στον «Δικέφαλο» κέρδισε το Κύπελλο Ελλάδος στον τελικό με τον Ολυμπιακό. Μετά τη διετία του στην ΑΕΚ ακολούθησε ένα σύντομο και μη επιτυχημένο πέρασμα από τον Παναθηναϊκό. Ο Σάντος απολύθηκε μετά από μόλις εννέα επίσημα ματς, έχοντας χάσει τους πρώτους τρεις αγώνες στο πρωτάθλημα από ΠΑΟΚ, Προοδευτική και ΑΕΚ.
Στη συνέχεια επέστρεψε στην Πορτογαλία για λογαριασμό της Σπόρτινγκ Λισαβόνας, γύρισε στην ΑΕΚ για ακόμα μια διετία (2004-06), πήγε μια σεζόν στη Μπενφίκα και εν συνεχεία για μια τριετία έγινε κάτοικος Θεσσαλονίκης για λογαριασμό του ΠΑΟΚ. Το 2010 ο Σάντος ανέλαβε το βαρύ χρέος της αντικατάστασης του πρωταθλητή Ευρώπης, Ότο Ρεχάγκελ, στην Εθνική Ελλάδος. Ο Πορτογάλος καθοδήγησε τη «γαλανόλευκη» στις τελευταίες δύο συμμετοχές της σε μεγάλη διοργάνωση (Euro 2012, Mουντιάλ 2014) έφτασε την Ελλάδα ένα… πέναλτι μακριά από τους «8» του Παγκοσμίου Κυπέλλου και με το έργο του στην Εθνική το 2014 πραγματοποίησε το όνειρο του και ανέλαβε την Πορτογαλία. Η συνέχεια γνωστή με τον Σάντος να καθοδηγεί την πατρίδα του στην πολυπόθητη κατάκτηση του Euro το 2016, κέρδισε το Nations League και έχει μπροστά του την πρόκληση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του Κατάρ.
Πηγή: gazzetta.gr
Σχόλια Facebook