Ο Ρόλος της Ελληνο-Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ομογένεια των ΗΠΑ

Η 46η Κληρικολαϊκή Συνέλευση της Αρχιεπισκοπής Αμερικής, βρίσκεται σε εξέλιξη τις μέρες αυτές, στη Νέα Υόρκη. ( 3 μέχρι τις 7 Ιουλίου).  Για το Ρόλο της Εκκλησίας, για τον αγώνα που δόθηκε για την  αναγνώριση της Ορθοδοξίας στην Αμερική, για την προσφορά των Ιεραρχών όλα τα χρόνια της πορείας της εν Αμερική Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας, αλλά και για τον θεσμό της Κληρικολαϊκής Συνελεύσεως αναφέρεται το Κεφάλαιο 7 του βιβλίου του Μπάμπη Μαρκέτου «Οι Ελληνοαμερικανοί – Ιστορία του Απόδημου Ελληνισμού των Η.Π.Α». (Εκδόσεις Παπαζήση 2006)

Μεταφέρουμε εδώ αυτολεξεί, από το βιβλίο, το κεφάλαιο αυτό που φωτίζει ένα μεγάλο μέρος της Ιστορίας της Ελληνοορθόδοξης Εκκλησίας στην Αμερική, με την πεποίθηση ότι προσφέρουμε μία αυθεντική πηγή πληροφόρησης στον Ιστορικό του μέλλοντος.  Διατηρούμε την ορθογραφία του πρωτοτύπου.

ΧΜ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ

 Ο ρόλος της Εκκλησίας

21 Ιανουαρίου 1957. Στην εξέδρα που είχε στηθή στην ανατολική πλευρά του Καπιτωλίου για την ορκωμοσία του προέδρου Αϊζενχάουερ,  εμφανίσθηκε ο αρχιεπίσκοπος Αμερικής Μιχαήλ για να ανάπεμψη την καθιερωμένη δέησι. Μορφή βιβλική ο Μιχαήλ, με πλούσια πάλλευκη γενειάδα, τα κυματιστά ράσα, ποιμαντορική ράβδο, το χρυσοποίκιλτο εγκόλπιο, βαρύηχη επιβλητική του φωνή, το διαπεραστικό αλλά ταυτόχρονα φιλικό και απαλό βλέμμα, ήταν μια πρωτόγνωρη παρουσία για μεγάλη πλειοψηφία των Αμερικανών που είχαν κατακλύσει –με προσκλήσεις–  τα προσωρινά καθίσματα που εκάλυπταν τον χώρο που εκτείνεται από το Καπιτώλιο προς τη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσσου.  Ηταν η πρώτη φορά που ορθόδοξος αρχιεπίσκοπος ανέπεμπε δέησι κατά την ορκωμοσία αμερικανού προέδρου. Η παρουσία του Μιχαήλ αποτελούσε συμβολική άναγνώρισι της σημασίας που είχε αποκτήσει μέσα στα πλαίσια του αμερικανικού έθνους η ορθόδοξος Εκκλησία, με ελληνική της εκπροσώπησι στην πρώτη γραμμή.

Περιττή άναγνώρισις

Θα πρέπει να ομολογήση κανείς οτι είχε ένα στοιχείο τραγελαφικό η ανάγκη να αναγνωρισθή ή Ορθοδοξία –που έχει τις ρίζες της στις πιο πανάρχαιες και πρωταρχικές πηγές της χριστιανωσύνης. Και όμως, μέχρι και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο η Αμερικανική Στρατολογική Υπηρεσία δεν θεωρούσε την ορθόδοξο Εκκλησία της Αμερικής σαν “πραγματική εκκλησία” (a real church), με αποτέλεσμα να μην επεκτείνη στους ορθοδόξους κληρικούς τα ευεργετήματα που είχαν θεσπισθή για τους κληρικούς των “κυρίων δογμάτων” –τους Καθολικούς, Προτεστάντες, και Εβραίους. Ορθόδοξοι στρατιώτες, που έδωσαν την ζωή τους για την αμερικανική τους πατρίδα κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν εκηδεύοντο κατά το ορθόδοξο τελετουργικό. Την τελευταία ευχή την ανέπεμπε ένας καθολικός ή προτεστάντης ιερεύς, ανάλογα μέ τις περιστάσεις.

Ο αγώνας για την άναγνώρισι της Ορθοδοξίας άρχισε, όπως συμβαίνει συχνά στην ‘Ιστορία, από ένα συγκεκριμένο περιστατικό. Ένας σύριος ορθόδοξος ιερεύς, ο αιδεσιμώτατος Τζων Τζέλσιντζερ (John H. Gelsinger) εζήτησε το 1942 να εφαρμοσθούν και στην περίπτωσί του οι κανονισμοί που αφορούσαν τους κληρικούς των άλλων μεγάλων δογμάτων σχετικά με την μορφή της υπηρεσίας που θα προσέφεραν κατά την διάρκεια του πολέμου στις τάξεις των μαχόμενων δυνάμεων.

Η Στρατολογική Υπηρεσία απέρριψε το αίτημά του με το αιτιολογικό οτι η Ανατολική Ορθόδοξος Εκκλησία δεν ήταν “πραγματική Εκκλησία.” Είναι χαρακτηριστική ένδειξι της επιρροής που είχε ήδη το ελληνικό στοιχείο μέσα στις τάξεις των εν Αμερική Ορθοδόξων, το ότι την πρωτοβουλία για να τεθή τέρμα στην παρανοϊκή αυτή μεταχείρισι της Ορθοδοξίας ανέλαβαν οι Έλληνες. Τον σπινθήρα άναψε ο πρώην ύπατος πρόεδρος της AHEPA Γεώργιος Φίλλης (George E. Phillies) από το Μπάφφαλο  της Νέας Υόρκης. Σε συνεργασία με την Αρχιεπισκοπή και τις άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες στην Αμερική, συνεστήθη η Ομοσπονδία Ορθοδόξων Εκκλησιών, και άρχισε ο αγώνας με κινητοποίησι του κλήρου και των οργανώσεων.

Στις 20 Μαρτίου 1943, η Πολιτεία της Νέας Υόρκης εψήφισε μια τροπολογία του νόμου περί Εκκλησιαστικών Σωματείων, με την οποία καθώριζε τον τρόπο εγγραφής και αναγνωρίσεως τών ελληνορθόδοξων κοινοτήτων της Πολιτείας Νέας Υόρκης. Αυτό ήταν το πρώτο άνοιγμα. Σύντομα το ακολούθησαν ανάλογα νομοθετικά μέτρα στις Πολιτείες Ουισκόνσιν, Μασσαχουσέττη, Λουϊζιάνα, Ινδιάνα, Νιου Χάμσαϊρ και Δυτική Βιργινία. ΟΙ ηγετικοί ταγοί της Ομογενείας είχαν επισημάνει σωστά τον στόχο. Είχαν περισσότερη επιρροή στά νομοθετικά σώματα και τα Κυβερνεία τών Πολιτειών από ό,τι είχαν στην Ουάσιγκτων, και σωστά άρχισαν τον αγώνα άπό τις Πολιτείες. Εκτός άπό την καθαρώς νομοθετική ρύθμισι του νομικού   καθεστώτος των ελληνορθόδοξων κοινοτήτων, η μια Πολιτεία μετά την άλλη, με πίεσι της AHEPA και των άλλων οργανώσεων, ενέκριναν ψηφίσματα με τα όποια ανεγνωρίζετο η Ορθοδοξία “ως κύριον δόγμα.”

Μία άλλη πλευρά της εκστρατείας, ιδίως μετά το 1950, ήταν ή προσπάθεια του Αρχιεπισκόπου Μιχαήλ και των ελληνοαμερικανικών Οργανώσεων AHEPA και GAPA για να καθιερωθή η αναγραφή των γραμμάτων Ε. Ο. (Eastern Orthodox) στα αναγνωριστικά πλακίδια που έφεραν σε περιλαίμιο όσοι υπηρετούσαν στις αμερικανικές Ένοπλες Δυνάμεις. Τα γράμματα αυτά θα αποτελούσαν άμεση αναγνώρισι οτι ο φέρων ανήκε στο Ορθόδοξο δόγμα. Επί αρκετό διάστημα, το Πεντάγωνο εξακολουθούσε να προβάλλη αντιρρήσεις. Το 1955, ο γερουσιαστής της Μασσαχουσέττης, Λέβερετ Σάλτονσταλ (Leverett Saltonstall) –φίλος πολλών ομογενών της Βοστώνης και του Λόουελ, και προσωπικός φίλος του Μιχαήλ– κατέθεσε ειδικό νομοσχέδιο στην Γερουσία για την νομοθετική πλέον επιβολή της αναγραφής τών γραμμάτων Ε. Ο. στα πλακίδια.

Στις 6 Ιουνίου 1955, προτού ακόμη ολοκληρωθή η νομοθετική διαδικασία πάνω στο νομοσχέδιο  Σάλτονσταλ, ο τότε υπουργός Αμύνης Τσαρλς Ε. Ουίλσον  (Charles E. Wilson),  εξέδωσε διοικητική απόφασι με την οποία καθιερώνετο η αναγραφή των γραμμάτων Ε. Ο. (Eastern Orthodox). Στην λύσι αυτή συνέβαλε και ο Σπύρος Σκούρας, ο όποιος διατηρούσε προσωπικούς δεσμούς μέ τον Λευκό Οίκο.

Η παρουσία του αρχιεπισκόπου Μιχαήλ στην ορκωμοσία του Αϊζενχάουερ έθετε συμβολική σφραγίδα, σε προεδρικό επίπεδο, στην άναγνώρισι του κύρους της Ορθοδοξίας στην Αμερική. Κι’ η αναγνώρισις αυτή, δεν αποτελούσε απλώς μια όψιμη και ιστορικά περιττή αποδοχή της Ορθοδοξίας. Ήταν πολύ περισσότερο δείγμα της πολιτικής επιρροής που είχε αποκτήσει  η Ομογένεια.

Αλλά για πρώτη φορά από τότε, το 1977, ο ελληνορθόδοξος αρχιεπίσκοπος δεν προσεκλήθη στην ορκωμοσία του αμερικανού προέδρου.

Βάζοντας τά θεμέλια

Για να αξιολογηθή σωστά η σημασία που είχε την εποχή εκείνη η παρουσία του αρχιεπισκόπου Μιχαήλ στην ορκωμοσία του αμερικανού προέδρου, θα πρέπει να αναστραφή η θύμησι και να ξαναφέρη κανείς στο προσκήνιο τα πρώτα δύσκολα βήματα της Εκκλησίας στον Νέο Κόσμο.

Όταν έφθασαν οι πρωτοπόροι έλληνες μετανάστες, η Ορθοδοξία αντιπροσωπευόταν ήδη από την ρωσσική Εκκλησία. Ρώσσοι έμποροι και ναυτικοί, που είχαν περάσει στην Αλάσκα από την Σιβηρία λίγο πριν από την Αμερικανική Επανάστασι, έβαλαν τα πρώτα θεμέλια για την μεταλαμπάδευσι της Ορθοδοξίας στον Νέο Κόσμο. Κατά τον 19ον αιώνα, η ρωσσική Εκκλησία επεξέτεινε την επιρροή της πρώτα στην Καλιφόρνια, αργότερα στην Νέα Ορλεάνη, και εν συνεχεία σε όλη σχεδόν την Συμπολιτεία, σε κάθε μέρος που υπήρχαν πυρήνες Ορθοδόξων, Ρώσσων ή μη.

Οι πρώτοι έλληνες μετανάστες, που είχαν ανατραφή στους κόλπους της Ορθοδοξίας και ένοιωθαν έντονη την ανάγκη της Εκκλησίας, όχι μόνο σαν ως θρησκευτικής οντότητας, αλλά και σαν συναισθηματικής γέφυρας με την πατρίδα που άφησαν, δεν ήταν δυνατόν να βρουν ψυχική Ικανοποίησι στους ρωσσικούς ναούς, όπου οι ψαλμωδίες ακούγονταν σε ξένη άγνωστη γλώσσα, όσο γνώριμο κι’ αν ήταν στα βασικά του στοιχεία το τελετουργικό. Ύστερα, υπήρχε πάντα ο φόβος ότι πίσω από το προκάλυμμα της Ορθοδοξίας, οι Πανσλαυϊστές  θα επιζητούσαν να βάλουν κάτω από τον έλεγχό τους και τους Έλληνες και έτσι να πετύχουν στον Νέο Κόσμο αυτό που μάταια αγωνίζονταν να επιβάλουν στα Βαλκάνια και ιδιαίτερα στην Μακεδονία.

Ήταν λοιπόν φυσικό να επιζητήσουν οι πρωτοπόροι να θέσουν φραγμούς στην ρωσσική επιρροή, φέρνοντας στην Αμερική ιερείς από την Ελλάδα. Αλλά η φτώχεια και τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι πρωτοπόροι, δεν τους επέτρεπαν να προσελκύσουν μορφωμένους κληρικούς –που άλλωστε την εποχή εκείνη δεν αφθονούσαν και στην ίδια την Ελλάδα. Αναπόφευκτα, οι περισσότεροι ιερείς που ήλθαν τις πρώτες δεκαετίες στην Αμερική ήσαν ιερείς από τα χωριά, με αμφίβολη κατάρτισι. Χωρίς σταθερό και επαρκές εισόδημα, οι περισσότεροι εζούσαν από τα “τυχερά” που έπαιρναν στους γάμους, τις βαπτίσεις, τις κηδείες.

Υπήρξαν και μερικοί που εξετράπησαν σε αρπακτικό χρηματισμό, και άλλοι που, σύμφωνα με έρευνα που διενήργησε το 1908 κατ’ εντολήν της Μεταναστευτικής Υπηρεσίας ο Μιλτιάδης Κωνσταντινίδης, δεν ήσαν καν κανονικοί ιερείς, αλλά μοναχοί αμφιβόλου προελεύσεως, που δεν είχαν το δικαίωμα κατά το Εκκλησιαστικό Δίκαιο να ευλογούν γάμους   ή   να   λειτουργούν.  Ακόμη   και   εκείνοι οι ιερείς που είχαν ανώτερο ήθος και μόρφωσι, αντιμετώπιζαν ψυχολογικής υφής προβλήματα, επειδή η διαφορετική κουλτούρα που εύρισκαν στην Αμερική απαιτούσε μια κυριολεκτικά ηρωική προσπάθεια προσαρμογής, αλλά και χωρίς ταυτόχρονη απεμπόλησι των παραδοσιακών αξιών, των οποίων ήσαν θεματοφύλακες.

Η Εκκλησία της Ελλάδος δεν έλαβε επί αρκετό καιρό κανένα μέτρο για την σωστή οργάνωσι των εν Αμερική κοινοτήτων. Η μόνη επίσημη επίσκεψις έλληνος ιεράρχου ήταν εκείνη του μητροπολίτου Ζακύνθου Διονυσίου, το 1893, που ήλθε στην Αμερική ως αντιπρόσωπος της εκκλησίας της Ελλάδος στο Παγκόσμιο θρησκευτικό Συνέδριο του Σικάγου. Αλλά και ο Διονύσιος δεν ανέλαβε καμμιά ουσιαστική πρωτοβουλία για την σύνδεσι των κοινοτήτων με την εκκλησία της Ελλάδος, δεδομένου οτι δεν είχε ανάλογη εντολή.

 ΑΥΡΙΟ:  Η Εκκλησία εμπλέκεται στον Διχασμό