Άποψη: Ένα αίτημα με διαχρονική και διακομματική ισχύ

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

Το θέμα της νομοθετικής απάλειψης των απαράδεκτων προϋποθέσεων του Νόμου 4648/2019 για την διευκόλυνση ψήφου από τον τόπο διαμονής των Αποδήμων Ελλήνων ψηφοφόρων, έληξε άδοξα. Εξ αρχής η Panhellenic Post είχε προβλέψει την δυσάρεστη εξέλιξη. Η νέα νομοθετική ρύθμιση της ΝΔ συγκέντρωσε 190 ψήφους ενώ απαιτούντο 200 ψήφοι για να γίνει νόμος του Κράτους. Κι έτσι, πέρασε στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Μέχρις ότου κάποιο άλλο Κόμμα, κάποια άλλη κυβέρνηση ή ακόμη και η παρούσα σε άλλη φάση, το ανασύρουν εκ νέου από τα  σκοτεινά ερμάρια στο φως της δικαιοσύνης. Διότι ο Νόμος 4648/2019 ούτε δίκαιος είναι ούτε δημοκρατικός.

Ωστόσο, κατά την άποψή μας,  το καίριο πολιτικό ερώτημα  το έθεσε στη Βουλή ο πρώην Υφυπουργός Εξωτερικών  Γιάννης Αμανατίδης:  «…Τι άλλαξε, λοιπόν, από το 2019, που ψηφίστηκε με ευρεία πλειοψηφία το νομοσχέδιο που έφερε ο κ. Θεοδωρικάκος, πολιτικά, έτσι ώστε να έρθει η κυβέρνηση για έναν νόμο, να προτείνει αλλαγές;». Υπουργοί και Βουλευτές της συμπολίτευσης ανέπτυξαν από βήματος της Βουλής,  σωστές θέσεις και απόψεις υπέρ της αλλαγής του Νόμου. Το ερώτημα, όμως, παρέμεινε αναπάντητο: Αλήθεια, τι έχει αλλάξει;

Οι ομογενείς από τότε (2019) δεν φώναζαν ότι  ο συμβιβασμός της Κυβέρνησης Μητσοτάκη με την Αριστερά ήταν  απαράδεκτος;  Από τότε δεν εγκαλούσαν την Αριστερά ότι οι «προϋποθέσεις» που έθετε -και που υποχρέωσαν την Κυβέρνηση Μητσοτάκη να συμβιβαστεί-  ήταν  υποτιμητικές, διχαστικές και αντιδημοκρατικές;  Κι όμως, η Κυβέρνηση «έκλεισε τ΄αυτιά της» τότε στις θέσεις των Αποδήμων Ελλήνων… Προτίμησε πολιτικά το «κάλιο πέντε και στο χέρι παρά δέκα και καρτέρει>. Μόνο που εδώ μιλάμε για δημοκρατικά και ανθρώπινα δικαιώματα στα οποία δεν χωρούν συμβιβασμοί, μεσοβέζικες λύσεις και κομματικοί τακτικισμοί.

Άρκεσε μία «ατάκα» της Βουλευτού του ΣΥΡΙΖΑ θεοδώρας Τζάκρη για να κινητοποιήσει το Υπουργείο, Εσωτερικών,  τον κρατικό Μηχανισμό και το Κόμμα. Γιατί; Τι είχε αλλάξει από το 2019; Τ ί π ο τα! Και αυτό το «Τίποτα» εξαργύρωσε η Κυβέρνηση. Δεν είχε άδικο η Κυβέρνηση στην επιδίωξή της να αλλάξει ο απαράδεκτος  για τους ομογενείς Νόμος. Το αντίθετο. Είχε απόλυτο δίκαιο. Αυτό ήταν, άλλωστε και το αίτημα της Ομογένειας. Άλλοι, όμως, όφειλαν να είναι οι πολιτικοί χειρισμοί, μετά τη δήλωση της Βουλευτού, για να εξασφαλισθεί η διακομματική συναίνεση. Δυστυχώς, κάποιοι προέκριναν το κομματικό όφελος, που και αυτό αμφίβολο είναι εάν και σε ποιο βαθμό τελικά  επιτεύχθηκε. Προτίμησαν να φέρουν την αντιπολίτευση απέναντι στις ευθύνες της. Η μείζων αντιπολίτευση τις αντιπαρήλθε.  Η Ομογένεια κατέγραψε, ασφαλώς, τη συμπεριφορά της. Ωστόσο το θέμα δεν διευθετήθηκε. Οι απαράδεκτες “προϋποθέσεις” παραμένουν…

Το ζήτημα δεν τελειώνει εδώ. Όσο ο Νομός θα παραμένει «κουτσός». Όσο θα χωρίζει τους ομογενείς σε πολίτες δύο κατηγοριών.   Όσο απόδημοι Έλληνες και Ομογενείς, που έχουν την Ελλάδα στην ψυχή τους, στα όνειρά τους και στην καθημερινή έγνοια τους στερούνται για τυπικούς λόγους το δικαίωμα που τους αναγνωρίζει το Σύνταγμα. Και όσο Έλληνες του εξωτερικού  από τη μία μεριά θα τιμούνται και θα βραβεύονται από την Πολιτεία για την διαχρονική προσφορά τους στην γενέτειρα, αλλά, από την άλλη, δεν θα μπορούν να συμμετέχουν στην εκλογική διαδικασία επειδή δεν κάνουν δήλωση στην ελληνική …Εφορία -η οποία Εφορία, ούτε το έξοδο για την καμπάνα του χωριού αναγνωρίζει, μήτε το έμβασμα που στήριξε την Οικογένεια του χωριού τα δύσκολα χρόνια μετά τον Πόλεμο τιμά, αλλά ούτε και την ερανική οικονομική βοήθεια που συνέβαλε στην ανάπτυξη του ελληνικού Κράτους υπολογίζει (αυτή επιτεύχθηκε ακριβώς με τον οβολό των ομογενών εκείνων που στερούνται σήμερα το δικαίωμα διευκόλυνσης!). Όσο όλα αυτά –και άλλα πολλά- θα περιμένουν δίκαιη αναγνώριση, από την ελληνική Βουλή, το αίτημα του Απόδημου Ελληνισμού για ανεμπόδιστη συμμετοχή στα κοινά της πατρίδας θα παραμένει ζωντανό και επίκαιρο. Ένα αίτημα με διαχρονική και διακομματική ισχύ.

Θα χρειασθεί να επανέλθουμε αναλύοντας τις λεπτομέρειες του όλου θέματος.