Αχ Αντώνη του χιονιά δεν θα είσαι πια μαζί μας!

Αθήνα.- Ο σπουδαίος ερμηνευτής Αντώνης Καλογιάννης έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 81 χρονών. Η είδηση του θανάτου του έγινε γνωστή μετά από ανάρτηση των οικείων του σε πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης. Ο σπουδαίος ερμηνευτής με προσφυγική καταγωγή, γεννήθηκε στις 3 Αυγούστου 1935 και μεγάλωσε στην Καισαριανή, κάνοντας τα πρώτα βήματά του το 1966 όταν συναντήθηκε τυχαία με τον Μίκη Θεοδωράκη, στο τσαγκαράδικο που δούλευε και τελικά συνεργάστηκαν.

Ο Αντώνης Καλογιάννης τραγούδησε κατεξοχήν για τον έρωτα. Το μακρύ ταξίδι του Καλογιάννη στο ελληνικό τραγούδι ξεπερνά τα 40 χρόνια. Συνεργάστηκε με κορυφαίους Έλληνες συνθέτες (Μίκη Θεοδωράκη, Σταύρο Ξαρχάκο, Δήμο Μούτση, Μίμη Πλέσσα, Σταύρο Κουγιουμτζή, Ηλία Ανδριόπουλο, Μάριο Τόκα κ.α.) αλλά και ποιητές και στιχουργούς (Γιάννη Ρίτσο, Γιώργο Σεφέρη, Μανώλη Αναγνωστάκη, Τ. Λειβαδίτη, Δ. Χριστοδούλου, Λευτέρη Παπαδόπουλο κ.α.)

Ανέβηκε για πρώτη φορά στο πάλκο το 1966. Την ίδια χρονιά τον ανακάλυψε ο Μίκης Θεοδωράκης και έδωσε τις πρώτες του συναυλίες στην τότε Σοβιετική Ένωση και κατόπιν στην Ελλάδα. Κατά τη δικτατορία των συνταγματαρχών του 1967 έφυγε στο εξωτερικό με την Μαρία Φαραντούρη και δημιούργησε λαϊκή ορχήστρα, με την οποία έδωσαν συναυλίες που είχαν καθαρά πολιτικό χαρακτήρα, συμβάλλοντας έτσι στον αγώνα κατά της Χούντας.

Το 1970 αποφυλακίζεται ο Μίκης Θεοδωράκης και μαζί θα δώσουν περισσότερες από 500 συναυλίες σε Ευρώπη, Αμερική και Αυστραλία, κάνοντας γνωστή την πολιτική κατάσταση που επικρατούσε τότε στη χώρα μας. Το 1972 ο Αντώνης Καλογιάννης επιστρέφει στην Ελλάδα και τραγουδά σε αρκετές μπουάτ στην Πλάκα.

Ξεχωριστές στιγμές στην καριέρα του είναι η ηχογράφηση του «Πνευματικού Εμβατηρίου» του Άγγελου Σικελιανού και το «Κατάσταση Πολιορκίας» το 1970, μαζί με την Μαρία Φαραντούρη, καθώς και του «Ήλιος και Χρόνος / Επιφάνεια Αβέρωφ» το 1975.

Η δεκαετία του ’80, ξεκίνησε με έναν δίσκο (Μίμη Πλέσσα – Δημήτρη Χριστοδούλου «Τραγούδια της γειτονιάς»/1980), που, μάλλον, έκλεισε την προηγούμενη δεκαετία, γιατί, ουσιαστικά, με τον επόμενο δίσκο του («Τα σημερινά»/1981), ο Αντώνης Καλογιάννης, έκανε την στροφή του στο ερωτικό τραγούδι, όπου και καθιερώθηκε ως ένας, ερωτικός πλέον, τραγουδιστής. Με τα χρυσά (50.000 πωλήσεις) «Σημερινά», του Σπύρου Παπαβασιλείου και του Λάκη Τεάζη, ο Καλογιάννης άνοιξε την πιο εμπορική δεκαετία της καριέρας του και με ένα τραγούδι -μεγάλη επιτυχία, το «Όμορφή μου Κατερίνα», που το ακολούθησαν, τα επόμενα χρόνια, κι άλλες μεγάλες επιτυχίες, όπου ο τίτλος τους παρέπεμπε σε γυναικεία ονόματα.

Μετά τις μεγάλες αυτές επιτυχίες, η δισκογραφία του Αντώνη Καλογιάννη συνεχίστηκε ως και τα τέλη σχεδόν της δεκαετίας του ’90, όπου το 1997 κυκλοφόρησε ο τελευταίος στουντιακός δίσκος του.

Τα τραγούδια του μοναδικά, διαχρονικά, σημάδεψαν τις γενιές από το 1965 και μετά. Ενα από αυτά, πασίγνωστο, είναι η Αννούλα του Χιονιά.

Πολλοί αναρωτήθηκαν ποια ήταν αυτή η Αννούλα που τραγούδησε ο Καλογιάννης σε στίχους του Σαράντη Αλιβιζάτου και μουσική του μεγάλου Μάριου Τόκα.

Η ιστορία του τραγουδιού του 1984 είναι ενδιαφέρουσα. Αφορούσε σε ένα κορίτσι που είχε γνωρίσει και είχε ερωτευρεί στους Ιεχωβάδες. Το 2018, σε μια συνέντευξή του στο περιοδικό Music Heaven, ο στιχουργός αποκάλυψε τις ιστορίες πολλών τραγουδιών του, ανάμεσά τους και της Αννούλας του χιονιά.

«Εγώ έψαχνα τότε τα “θρησκευτικά” μου. Είχα βρεθεί στους Ιεχωβάδες με κάποια Άννα. Στο δίσκο “Ξημερώνει” (1980), η Χαρούλα τραγούδησε το “Δεν Είδες” σε στίχους δικούς μου. Αυτό είχε δημοσιευθεί στα Επίκαιρα σαν ποίημα: “Δεν είδες τα δάκρυά μου/ίσως φταίω εγώ που τα ‘κρυψα/Δεν άκουσες, δεν άκουσες τα λόγια μου/ίσως φταίω εγώ που τα ψιθύρισα/Στα μάτια μου όμως δεν διάβασες τίποτα;”». Μπήκε από τον Αντώνη Βαρδή η μουσική και η λέξη “ποτέ” (“Δεν είδες ποτέ τα δάκρυά μου”)» είχε πει.
«Είχα δώσει στη Χαρούλα κάποια ποιητικά τετράδια και μου ζήτησε, βλέποντας το πρώτο τετράστιχο, να της βάλω ένα κουπλέ ακόμη. Το έφτιαξα, αλλά εκείνη την εποχή εγώ βρισκόμουνα με μία Άννα, η οποία έγραφε κι αυτή ποιήματα κι είχε αντιγράψει από τα Επίκαιρα το “Δεν είδες τα δάκρυά μου”. Και της λέω: “Αυτό πού το βρήκες;”. Και μου λέει: “Εγώ το έγραψα!”» πρόσθεσε.

Και κατέληξε: «Εκείνη την ώρα έπαθα λίγο την πλάκα μου. Είδα πόσο το αγαπούσε και σιώπησα. Μετά έφυγα από τους Ιεχωβάδες κι έτσι βγήκε το “Αχ Αννούλα του χιονιά, δεν θα είμαι πια μαζί σου”. Μετά δεν μιλήσαμε με την Άννα και δεν ήξερε ότι το έγραψα γι’ αυτήν. Δεν ήθελα, γιατί θα ντρεπότανε».