ΓΝΩΜΗ: Οι πλούσιοι ομογενείς και το αμετανόητο Κράτος!

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

Ο ετήσιος  κατάλογος  που δημοσιεύει το περιοδικό Australian Financial Review με τους πλουσιότερους Αυστραλούς,  συμπεριλαμβάνει, φέτος  και  τα ονόματα τριών, ελληνικής καταγωγής, δισεκατομμυριούχων και πέντε πολυεκατομμυριούχων. Ανάμεσα στους πολυεκατομμυριούχους, και  του Κώστα Μακρή και της οικογένειας Πασπάλη.

Με τον Κώστα Μακρή είχαμε την χαρά να συναντηθούμε το Μάρτιο του 2018 σε ξενοδοχείο των Νοτίων προαστίων της Αττικής, με την παρουσία της Γενικής Γραμματέως του ΣΑΕ Δρ. Όλγας Σαραντοπούλου. Η συνέντευξη που μας παραχώρησε ο κ. Μακρής, και την οποία δημοσιεύσαμε στην Panhellenic Post, καθώς και το άρθρο μας που την ακολούθησε, αλλά και μία δεύτερη συνέντευξη , τηλεοπτική αυτή τη φορά που είχαμε πάρει νωρίτερα από μέλη της οικογένειας Πασπάλη (2009), για λογαριασμό της ΕΡΤ World στην οποία τότε υπηρετούσαμε ως εξωτερικοί συνεργάτες (2008-2011) αναδείκνυαν πέραν από ορισμένα χαρακτηριστικά «στιγμιότυπα» της εντυπωσιακά δημιουργικής διαδρομής τους, από το ναδίρ στο ζενίθ, και τις πραγματικές οικονομικές δυνατότητες που διαθέτει στα σπλάχνα του ο Απόδημος Ελληνισμός.

Βέβαια, οι προαναφερθείσες δύο οικογένειες, είναι όχι οι μόνες, αλλά, πάντως, από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις Ελλήνων που διαπρέπουν στο εξωτερικό. Εν συνόλω, όμως, ο Απόδημος ελληνισμός διαθέτει στις τάξεις του ελληνικές και ελληνικής καταγωγής οικογένειες, παρόμοιας ή παραπλήσιας, ακόμη και μικρότερης, σημαντικής πάντως, οικονομικής επιφάνειας, που θα μπορούσαν να αλλάξουν τη μοίρα της Ελλάδος αν

Αυτό το «αν» θέλει πολλή συζήτηση. Θα το περιορίσουμε –χάριν οικονομίας του χώρου- σε μία φράση που προέκυψε τόσο από τη συνέντευξη Μακρή στον γράφοντα όσο και από τα “on camera” λεγόμενα της κόρης του ιδρυτή της Nicholas Paspaley & family, επίσης στον υποφαινόμενο,  όταν ρωτήσαμε το αυτονόητο:  «Γιατί δεν επενδύετε στην Ελλάδα;». Καταθέτοντας προσωπική εμπειρία ο Κώστας Μακρής, και, από οικογενειακές, όπως μας είπε,  αφηγήσεις η κόρη Πασπάλη,   προέκυψε αβίαστα αυτό το οποίο και τότε στο άρθρο μας σημειώναμε και που εξακολουθεί –δυστυχώς- να είναι πάντα αποτρεπτικά επίκαιρο: «Οι περισσότεροι, (σ.σ. ομογενείς που ήλθαν να επενδύσουν) συνάντησαν μια ακατανίκητη γραφειοκρατία, μία απρόσφορη Δημόσια Διοίκηση, ένα κλίμα καχυποψίας και αμφισβήτησης και, μία τάση που επεδίωκε συνεχώς να τους παραγκωνίσει ή να τους καταστήσει αντικείμενο εκμετάλλευσης».

Στο «βωμό» αυτής της ενδημούσης νοοτροπίας, οι Απόδημοι απέβαλαν σιγά-σιγά την αυθόρμητη επιθυμία τους  να επενδύουν στην πατρίδα.  Έτσι, μετά από εκείνους τους  ομογενείς ευεργέτες οι οποίοι,  τις πολλές  δεκαετίες που ακολούθησαν από την απελευθέρωση της χώρας από τον τουρκικό ζυγό,  διέθεσαν τεράστιες περιουσίες που είχαν δημιουργήσει στο εξωτερικό,  για να αποκτήσει η νεοσύστατη Ελλάδα πνευματικά ιδρύματα, Ναυτικό, Μουσεία, Σχολεία, εκκλησιές και  ων ουκ εστί τέλος  ευαγή ιδρύματα, χάσαμε την ουσιαστική επαφή μας , ως χώρα, με την Ομογένεια.

Δεν ήταν λίγες οι αφορμές που απομάκρυναν –όχι ψυχολογικά, γιατί αυτό ποτέ δεν θα συμβεί- αλλά επιχειρηματικά, τους ομογενείς από το εθνικό κέντρο .  Ούτε όλες ανήκουν μόνον σε αλλοτινές εποχές. Και πρόσφατα ακόμη, επιφυλάξαμε  δυσάρεστες εκπλήξεις στους απόδημους τόσο με το νόμο για την ψήφο των εκτός Ελλάδος Ελλήνων ψηφοφόρων (αποκλείοντας το 70% από την διευκόλυνση να ψηφίζουν από μακριά) όσο και με την ουσιαστική διάλυση της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού η οποία, παρά τις όποιες φιλότιμες προσπάθειες της ηγεσίας  -υφυπουργού και γραμματέα-  έρχεται πλέον δεύτερη και  καταϊδρωμένη στην ημερήσια ατζέντα τους, η οποία  περιλαμβάνει  πλείστες όσες άλλες, άσχετες  με τον Απόδημο Ελληνισμό, δραστηριότητες.

Αλλά, ακόμη και με τη “τύχη” που επιφυλάξαμε στο Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού, ορθώσαμε νέα τείχη στις σχέσεις μας με την Ομογένεια…

Αυτό δεν αποτρέπει, όμως, τους  ομογενείς μας, να ονειρεύονται, να αγαπούν  και να νοιάζονται για  τη γενέτειρα την οποία και  θέλουν, σε κάθε ευκαιρία, να την επισκέπτονται…

Ας διαφυλάξουμε, τουλάχιστον αυτό.