Αστάθεια στην παγκόσμια οικονομία – Ποιοι είναι οι κίνδυνοι για το μέλλον
Δεν είναι πολύ ενθαρρυντικά τα μηνύματα για την παγκόσμια οικονομία σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ. Καταρχάς για το 2019 προβλέπει ότι τελικά ο ρυθμός ανάπτυξης δεν θα ξεπεράσει το 2,9% παγκοσμίως, που είναι ο χαμηλότερος ρυθμός ανάπτυξης από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης του 2007-2008.
Όμως, και για τις επόμενες δύο χρονιές η πρόβλεψη δεν είναι για ανάπτυξη που να υπερβαίνει το 3%. Συγκεκριμένα, η πρόβλεψη είναι για 2,9% το 2020 και για 3% το 2021. Οι ρυθμοί αυτοί σαφώς χαμηλότεροι από τον μέσο όρο της περιόδου 2012-2019 που ήταν για την παγκόσμια οικονομία 3,3%.
Πώς κατανέμονται οι προβλέψεις ανά περιοχές
Έχει πολύ ενδιαφέρον ότι ο ΟΟΣΑ επισημαίνει τους διαφορετικούς ρυθμούς ανάπτυξης ανάμεσα σε «ώριμες» αναπτυγμένες οικονομίες και αναπτυσσόμενες.
Για παράδειγμα οι ρυθμοί ανάπτυξης στις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ είναι σαφώς χαμηλότεροι από τις άλλες χώρες: Για το 2019 η πρόβλεψη είναι για τις χώρες μέλη του ΟΟΣΑ μόλις 1,7%, με πρόβλεψη 1,6% για το 2020 και 1,7% για το 2020. Αντίθετα στις χώρες που δεν είναι μέλη του ΟΟΣΑ είναι 3,9% για το 2019 και 4% για τις δύο επόμενες χρονιές.
Πλάι στην παραδοσιακή, εδώ και αρκετά χρόνια, στασιμότητα της Ιαπωνίας (όπου από 1% το 2019, οι ρυθμοί ανάπτυξης αναμένεται να υποχωρήσουν στα όρια της τεχνικής ύφεσης με 0,6% το 2020 και 0,7% το 2021, το μεγάλο πρόβλημα παραμένει η περιοχή της Ευρωζώνης.
Για την Ευρωζώνη προβλέπεται ανάπτυξη 1,2% το 2019, 1,1% το 2020 και 1,2% το 2021%, με ορισμένες χώρες να έχουν ακόμη πιο αναιμικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Για παράδειγμα, η Γερμανία είναι στα όρια της ύφεσης με πρόβλεψη για 0,6% για το 2019 και μόλις 0,4% το 2020. Ακόμη χειρότερες οι προβλέψεις για την Ιταλία: 0,2% το 2019 και 0,4% το 2020.
Όμως, επιβράδυνση υπάρχει και στις οικονομίες που το τελευταίο διάστημα έχουν παίξει ρόλο ατμομηχανής στην παγκόσμια οικονομία. Αυτό αφορά ιδίως την Κίνα για την οποία η πρόβλεψη είναι για 6,2% για το 2019 αλλά για υποχώρηση κάτω από το συμβολικό όριο του 6% για τα επόμενα χρόνια (5.7% για το 2020 και 5,5% για το 2021). Αντίθετα, η Ινδία δείχνει να αντιστρέφει τη φετινή υποχώρηση (καθώς από 6,8% το 2018 υποχωρεί σε 5,8% το 2019) με πρόβλεψη για 6,2% για το 2020 και 6,4% για το 2024.
Τι προκαλεί την επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας
Ο ΟΟΣΑ εντοπίζει μια σειρά από λόγους για αυτή την επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας και την όχι ιδιαίτερα θετική προοπτική.
Καταρχάς επισημαίνει τη σημασία που έχει η επιβράδυνση στην αύξηση του παγκοσμίου εμπορίου. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ το 2018 ο όγκος του παγκόσμιου εμπορίου αυξήθηκε κατά 3.7%, η εκτίμηση για το 2019 είναι ότι η αύξηση θα υποχωρήσει μόλις στο 1,2% με μικρή αύξηση τις δύο επόμενες χρονιές.
Ιδιαίτερα στέκεται η έκθεση στο πώς αυτό επηρεάζεται από την ένταση ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα και τον εμπορικό πόλεμο που είναι σε εξέλιξη. Η εκτίμηση του ΟΟΣΑ είναι ότι πέραν των άμεσων επιπτώσεων των μέτρων που έχουν λάβει οι δύο χώρες, υπάρχουν επιπτώσεις και στο εμπόριο σε υπηρεσίες, για παράδειγμα μέσα από τη μείωση της άφιξης Κινέζων σπουδαστών αλλά και πολιτών στις ΗΠΑ.
Έπειτα επισημαίνει τη σημασία που έχει η παράμετρος της αβεβαιότητας. Αυτή με τη σειρά της αποτυπώνεται στη συμπεριφορά των παραγόντων της οικονομίας, που γίνονται πολύ πιο επιφυλακτικοί. Αυτό φαίνεται στην επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης των επενδύσεων σε ορισμένες χώρες και κυρίως στη σημαντική υποχώρηση δεικτών νέων παραγγελιών στη μεταποίηση και σε ορισμένες περιπτώσεις και την υποχώρηση της βιομηχανικής παραγωγής.
Από την άλλη, η διατήρηση σχετικά υψηλής καταναλωτικής ζήτησης, κρατάει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στις υπηρεσίες, ενώ εξηγεί και τη διατήρηση ρυθμών ανάπτυξης στις ΗΠΑ.
Ποιοι είναι οι κίνδυνοι για το μέλλον
Οι βασικοί κίνδυνοι για την παγκόσμια οικονομία που διαγιγνώσκει ο ΟΟΣΑ είναι οι ακόλουθοι:
Καταρχάς, η συνέχιση των εντάσεων και των συγκρούσεων γύρω από τα ζητήματα που αφορούν διεθνές εμπόριο και τις επενδύσεις. Ο ΟΟΣΑ επισημαίνει ότι αυτές οι εντάσεις προστίθενται στα προβλήματα από κυβερνητικές παρεμβάσεις και μέτρα που διαταράσσουν τους όρους εμπορίου και δεν επιτρέπουν την αύξηση των επενδύσεων.
Έπειτα, υπάρχει η αβεβαιότητα για το ποια μορφή θα πάρει η οικονομική σχέση της ΕΕ και του Ηνωμένου Βασιλείου μετά το τέλος της διαδικασίας του Brexit και την επιστροφή απλώς σε μεταξύ τους εμπόριο όχι με όρους ενιαίας αγοράς αλλά απλώς κανόνων ΠΟΕ.
Στη συνέχεια, επισημαίνεται ο κίνδυνος η επιβράδυνση στην κινεζική οικονομία να είναι μεγαλύτερη. Αυτό θα σημαίνει επιπλέον μείωση του όγκου των εξαγωγών προς την Κίνα και αυτό να έχει επίπτωση και στην παγκόσμια οικονομία. Η έκθεση επισημαίνει ότι η Κίνα είναι σε μια διαδικασία μετάβασης και αυτό διάφορες τάσεις όπως είναι η προσπάθεια μετάβασης από την επένδυση στην κατανάλωση, η προσπάθεια περιορισμού του οικολογικού κόστους, αλλά και οι δημογραφικές αλλαγές στην ίδια την κινεζική κοινωνία.
Μια άλλη παράμετρος κινδύνου που επισημαίνεται είναι αυτή που αφορά την αλληλεπίδραση ανάμεσα στην οικονομική ανάπτυξη και τη χρηματοοικονομική σταθερότητα. Η εκτίμηση είναι ότι παράμετροι που αφορούν το χρέος, συμπεριλαμβανομένου και του ιδιωτικού, έχουν σημαντική επίδραση στη συνολική οικονομική δυναμική και υπό προϋποθέσεις μπορούν να πυροδοτήσουν υφεσιακές τάσεις.
Τα όρια της ποσοτικής χαλάρωσης
Έχει ενδιαφέρον ότι ο ΟΟΣΑ είναι μάλλον επιφυλακτικός ως προς την μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα των μέτρων ποσοτικής χαλάρωσης, που σήμερα έχουν φτάσει μέχρι του ορίου των αρνητικών επιτοκίων.
Συγκεκριμένα υποστηρίζει ότι επιπλέον νομισματική χαλάρωση θα έχει περιορισμένα αποτελέσματα, ιδίως από τη στιγμή που βασική παράμετρος της οικονομικής επιβράδυνσης είναι τα προβλήματα στις πολιτικές για το διεθνές εμπόριο. Επιπλέον, το γεγονός ότι έχουμε πολύ χαμηλό πληθωρισμό (που ούτως ή άλλως αποτελεί παγίδα κατά τον ΟΟΣΑ) μειώνει ακόμη περισσότερο τη δραστικότητα τέτοιων μέτρων. Τέλος, επισημαίνεται ότι τέτοιες πολιτικές συχνά απλώς οδηγούν σε αλλαγές που αφορούν απλώς την κατανομή των χρηματοοικονομικών τοποθετήσεων παρά τις παραγωγικές επενδύσεις.
Δεν είναι τυχαίο έτσι ότι σε σχέση με την Ευρωζώνη, ο ΟΟΣΑ προτείνει ένα εναλλακτικό μίγμα πολιτικής, που περιλαμβάνει ένα μικρότερο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης και μεγαλύτερη έμφαση στη δημόσια επένδυση (αύξηση των δημόσιων επενδύσεων κατά 0,75% του ΑΕΠ για πέντε χρόνια) και σε μεταρρυθμίσεις που αφορούν την παραγωγικότητα.
πηγή:in.gr
Σχόλια Facebook