Οι Έλληνες στην Αίγυπτο. Η ελληνική παροικία της Αλεξάνδρειας

Οι Έλληνες στην Αίγυπτο. Η ελληνική παροικία της Αλεξάνδρειας

 

Εμείς· οι Aλεξανδρείς, οι Aντιοχείς,
οι Σελευκείς, κ’ οι πολυάριθμοι
επίλοιποι Έλληνες Aιγύπτου και Συρίας,
κ’ οι εν Μηδία, κ’ οι εν Περσίδι, κι όσοι άλλοι.
Με τες εκτεταμένες επικράτειες,
με την ποικίλη δράσι των στοχαστικών προσαρμογών.
Και την Κοινήν Ελληνική Λαλιά
ώς μέσα στην Βακτριανή την πήγαμεν, ώς τους Ινδούς.

K.Π. Kαβάφης

Γράφει ο Φάνης Καψωμάνης

Την Ιστορία του Ελληνισμού της Αιγύπτου κατά τη Νεότερη Εποχή μπορούμε να χωρίσουμε σε τέσσερις περιόδους: την περίοδο της αναβίωσης (αρχές 18ου αι.-1805), την περίοδο της εδραίωσης (1805-1882), την περίοδο της μεγάλης ακμής (1882-1918) και την περίοδο της σταδιακής παρακμής (1918-σήμερα).

Α΄ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 1710-1805. Η αναβίωση του Ελληνισμού της Αιγύπτου συνδέεται άμεσα με την εμφάνιση του νεοελληνικού παροικιακού φαινομένου. Το 18ο αι. η Οθωμανική Αυτοκρατορία περνούσε περίοδο μεγάλης παρακμής, πράγμα που ως γνωστόν εκμεταλλεύθηκαν για οικονομικούς κυρίως λόγους οι μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης (Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία). Το εμπόριό της τέθηκε υπό τον άμεσο έλεγχο των ξένων και φορείς του στο έδαφός της αποτελούσαν άτομα που προέρχονταν από τους μη μουσουλμανικούς πληθυσμούς της – κυρίως Έλληνες – τα οποία αποτέλεσαν ένα είδος αστικής τάξης της αυτοκρατορίας. Δεκάδες χιλιάδες Έλληνες προερχόμενοι από όλες τις περιοχές του Ελλαδικού χώρου και της Μικράς Ασίας μετανάστευσαν σε περιοχές που αποτελούσαν κέντρα του διεθνούς εμπορίου, σε αναζήτηση μεγαλύτερης ασφάλειας και καλύτερων συνθηκών διαβίωσης. Ένα μικρό μέρος από αυτούς (περίπου 2 με 3 χιλιάδες) κατέληξε στις αρχές του 18ου αι. στην Αίγυπτο, οι πηγές όμως μας παραδίδουν ελάχιστες πληροφορίες για τη δράση τους. εγκαταστάθηκαν κυρίως στις δύο μεγάλες πόλεις της, την Αλεξάνδρεια και το Κάιρο. Οι ευνοϊκές σχετικά συνθήκες προσείλκυσαν γύρω στα 1750 μεγαλύτερο αριθμό Ελλήνων, κυρίως στην Αλεξάνδρεια, όπου εγκαταστάθηκαν στην περιοχή γύρω από το ναό του Αγίου Σάββα. Ως τα τέλη του αιώνα ο αριθμός τους είχε αυξηθεί, το ίδιο και η οικονομική δύναμή τους. Οι σχέσεις τους βέβαια με το τουρκικό καθεστώς δεν ήταν ιδιαίτερα καλές, κι αυτό το δείχνει και η μεγάλη υποστήριξη που πρόσφεραν στο Ναπολέοντα κατά την εκστρατεία του στην Αίγυπτο το 1798.

Αλεξάνδρεια, γενική άποψη
Αλεξάνδρεια, γενική άποψη

Β΄ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 1805-1882. Το 1805 έγινε πασάς της Αιγύπτου ο Μωχάμετ Άλυ, ο οποίος φιλοδοξούσε να δημιουργήσει ένα σύγχρονο κράτος, βασισμένο σε ευρωπαϊκά πρότυπα. Του χρειαζόταν γι’ αυτό κάποια αστική τάξη και μια και δεν υπήρχε ντόπια, επέλεξε τους Έλληνες παροίκους, οι οποίοι αποτελούσαν κατά κύριο λόγο εμπορικούς πράκτορες των ευρωπαϊκών κρατών, με τα οποία ήθελε να συνάψει εμπορικές σχέσεις. Έδειξε έτσι ιδιαίτερη φροντίδα για τους Έλληνες της χώρας του και τους βοήθησε στις εμπορικές, βιοτεχνικές και γεωργικές δραστηριότητές τους. Ήδη στα 1817 βρίσκονταν εγκατεστημένοι στην Αλεξάνδρεια – της οποίας τη σημασία ως εμπορικού κέντρου είχε καταλάβει ο νέος κυβερνήτης – περισσότεροι από 2.000 Έλληνες, και ο αριθμός τους, εξαιτίας των υπερβολικά ευνοϊκών συνθηκών που δημιουργήθηκαν, αυξανόταν με πολύ γοργό ρυθμό.

Η μεγάλη αυτή εύνοια του Μωχάμετ Άλυ προς τους Έλληνες της Αιγύπτου δεν έπαυσε ούτε στα 1818, όταν παρέβλεψε την πολύ έντονη δραστηριότητα της Φιλικής Εταιρείας στη χώρα του, ούτε και στα 1821 με την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, και    συνεχίστηκε   ακόμα   κι   όταν   ο   γιος   του   Ιμπραήμ   εκστράτευσε   (το   1824) εναντίον της Πελοποννήσου, αλλά και κατά τις ελληνικές ναυτικές επιχειρήσεις που είχαν ως στόχο της ίδια της Αλεξάνδρεια (πρόκειται για την αποτυχημένη απόπειρα πυρπόλησης του αιγυπτιακού στόλου από τον Κωνσταντίνο Κανάρη το 1825 και για την προσπάθεια επίθεσης του ελληνικού στόλου υπό την ηγεσία του Κόχραν το 1827). Ο αριθμός μάλιστα των Ελλήνων στην Αίγυπτο συνεχώς αυξανόταν και κατά τη διάρκεια της Επανάστασης και μετά από αυτήν (εξαιτίας της δυσμενούς εξέλιξης των πολεμικών επιχειρήσεων και της τουρκικής σκληρότητας στις περιοχές που δεν κατόρθωσαν τελικά ν’ απελευθερωθούν)· συγχρόνως επεκτείνονταν οι εμπορικές τους δραστηριότητες, ιδρύονταν με πρωτοβουλίες τους οι πρώτες βιομηχανίες της χώρας και εντεινόταν η καλλιέργεια των μεγάλων εκτάσεων γης που κατείχαν, έτσι ώστε και η οικονομική ισχύς τους αυξήθηκε σημαντικά.

Ειδιλιακή άποψη της Πλατείας Μεχμέτ περί τα τέλη του 190υ αιώνα. Περιοδικό Εστία του 1894.
Ειδιλιακή άποψη της Πλατείας Μεχμέτ περί τα τέλη του 190υ αιώνα. Περιοδικό Εστία του 1894.

Οι Έλληνες μάλιστα της Αλεξάνδρειας έκαναν στη δεκαετία του 1830 τα πρώτα βήματα για την κοινοτική τους οργάνωση και προχώρησαν στην ίδρυση του Νοσοκομείου και του Σχολείου «των Γραικών», με πρωτοβουλίες των Ηπειρωτών αδελφών Θεοδώρου και Μιχαήλ Τοσίτζα και του Νικολάου Στουρνάρη. Στα 1843 ιδρύθηκε επίσημα και η «Ελληνική Κοινότης Αλεξανδρείας», μόνιμος και επίσημος οργανισμός που απέβλεπε στην οργάνωση και στο συντονισμό των ενεργειών των Ελλήνων της πόλης. Πρώτος πρόεδρός της εξελέγη ο Μ. Τοσίτζας.

Όπως φαίνεται από τον «Θεμελιώδη Κανονισμό» της, η οργάνωση και λειτουργία της Κοινότητας είχε τις βάσεις της στις ελληνικές κοινότητες της Τουρκοκρατίας και στις ευρωπαϊκές αστικές δημοκρατίες. Οικονομικά στηριζόταν στις συνεισφορές όλων των Ελλήνων της πόλης, κυρίως όμως των πιο εύπορων, και κύρια φροντίδα της ήταν οι άμεσες ανάγκες των Ελλήνων: φρόντιζε για τη λειτουργία του Νοσοκομείου και του Σχολείου, προχώρησε στην ίδρυση νέων σχολείων, σύστησε τη νέα «Βιβλιοθήκη Αλεξανδρείας», και στα 1856 ολοκλήρωσε την κατασκευή ενός μεγάλου και πολυτελούς ναού για τις ανάγκες του πολυπληθέστατου πλέον ορθόδοξου ποιμνίου και την οικονομική βοήθεια της Κοινότητας, γνώρισε περίοδο μεγάλης ακμής, που συνοδεύτηκε από σπουδαίο φιλανθρωπικό και ιεραποστολικό έργο.

Μεταξύ 1843 και 1882 το ελληνικό στοιχείο της Αιγύπτου αυξανόταν συνεχώς αριθμητικά χάρη σε νέες μεταναστεύσεις από τον ελλαδικό χώρο. πολλοί Έλληνες δημιούργησαν τεράστιες περιουσίες χάρη στο εμπόριο, τη βιομηχανία και τη γεωργία· το εμπόριο βρισκόταν ουσιαστικά στα χέρια τους, το ίδιο και μεγάλο μέρος της βιομηχανίας, ενώ στη γεωργία ήταν οι πρώτοι που εφάρμοσαν επιστημονικές μεθόδους καλλιέργειας. Ταυτόχρονα οι Έλληνες εκάλυπταν σχεδόν εξ ολοκλήρου τις ανάγκες της Αιγύπτου σε ειδικευμένο τεχνικό προσωπικό (εργοδηγοί στις φυτείες βαμβακιού και καπνού, τεχνίτες στα εργοστάσια, στις οινοπνευματοποιίες και στα τυπογραφεία, επιχωματιστές στα λιμάνια, χτίστες και οδοποιοί).

Οι Έλληνες στην Αίγυπτο. Η ελληνική παροικία της Αλεξάνδρειας
Οι Έλληνες στην Αίγυπτο. Η ελληνική παροικία της Αλεξάνδρειας

Η ιδεολογία των Ελλήνων παροίκων της Αιγύπτου ήταν διαποτισμένη από τη Μεγάλη Ιδέα, με την έννοια της εξάπλωσης του ελληνικού πολιτισμού και της ελληνικής οικονομικής δραστηριότητας. Πίστευαν πως η παρουσία τους στην Αίγυπτο ήταν δημιουργική και ωφέλιμη, αφού έδωσαν σημαντικότατη ώθηση στην ανάπτυξη της βιομηχανίας, της γεωργίας και του εμπορίου, φέρνοντας έτσι την οικονομική ευημερία στη χώρα· από την άλλη μεριά όμως υπήρχε μία έντονη δυσφορία στον αιγυπτιακό λαό κατά της οικονομικής διείσδυσης των ξένων. Δημιουργήθηκε τότε το «Κόμμα Εθνικοφρόνων», που οργάνωσε μυστικές εταιρείες με στόχο τους τη σύσταση αιγυπτιακού εθνικού κοινοβουλίου. Στην κίνηση αυτή αντέδρασαν οι Μεγάλες Δυνάμεις, κι αυτό προκάλεσε τον Ιούνιο του 1882 λαϊκή εξέγερση στην Αλεξάνδρεια με επικεφαλής τον Αραμπή πασά, η οποία είχε ως αποτέλεσμα μεγάλες καταστροφές σε βάρος του ξένου στοιχείου, συμπεριλαμβανομένου και του ελληνικού. Ένα μεγάλο μέρος των Ελλήνων εγκατέλειψε την Αίγυπτο. Η εξέγερση κατεστάλη από τους Άγγλους, που βρήκαν έτσι την αφορμή να κατακτήσουν στρατιωτικά τη χώρα.

Γ΄ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 1882-1918. Οι Έλληνες πάροικοι δυσανασχέτησαν αρχικά με την παρουσία των Άγγλων, γρήγορα όμως η τάξη που επέβαλαν οι τελευταίοι και η ομαλή λειτουργία της οικονομίας προκάλεσαν σημαντική αύξηση στο μέγεθος των ελληνικών εμπορικών ,      τραπεζιτικών     και     βιομηχανικών     δραστηριοτήτων .     Ταυτόχρονα αυξήθηκε σημαντικά και ο αριθμός των Ελλήνων (το 1907 έφτασαν τις 63.000).

Το 18ο αι. η Οθωμανική Αυτοκρατορία περνούσε περίοδο μεγάλης παρακμής, πράγμα που ως γνωστόν εκμεταλλεύθηκαν για οικονομικούς κυρίως λόγους οι μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης (Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία).
Το 18ο αι. η Οθωμανική Αυτοκρατορία περνούσε περίοδο μεγάλης παρακμής, πράγμα που ως γνωστόν εκμεταλλεύθηκαν για οικονομικούς κυρίως λόγους οι μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης (Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία).

Η Κοινότητα Αλεξανδρείας γνώριζε τώρα τη λαμπρότερη περίοδο της ιστορίας της. χάρη κυρίως στη δράση των προέδρων της Γ. Αβέρωφ (1885-1900) και Εμμ. Μπενάκη (1901-1911) απέσβεσε τα χρέη της, αναδιοργάνωσε τη διοίκησή της, αύξησε κατά πολύ τα έσοδά της, προχώρησε στη δημιουργία νέου νοσοκομείου και νέων σχολείων, φρόντισε ιδιαίτερα για την παιδεία των Ελληνοπαίδων αναδιοργανώνοντας το εκπαιδευτικό σύστημα και δίνοντας ιδιαίτερο βάρος στην τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση, και επετέλεσε σημαντικό φιλανθρωπικό έργο με τη δημιουργία ορφανοτροφείων, συσσιτίων απόρων και γηροκομείου.

Η Ελληνική Κοινότητα Αλεξανδρείας αποτέλεσε πρότυπο για τους Έλληνες που κατοικούσαν στις άλλες πόλεις της Αιγύπτου· δημιουργήθηκαν σχεδόν σε όλες ελληνικές κοινότητες που προχώρησαν σε συστηματική οργάνωση του ελληνικού στοιχείου και στη δημιουργία σχολείων, εκκλησιών και κοινωφελών ιδρυμάτων. Κέντρο και βασικός οδηγός όλων ήταν η Κοινότητα της Αλεξάνδρειας, η παλαιότερη και μεγαλύτερη της Αιγύπτου.

Την περίοδο αυτή, σημαντική ανάπτυξη γνώρισε στην Αλεξάνδρεια και ο πνευματικός βίος των Ελλήνων. Η πόλη διακρινόταν για την πληθώρα των ελληνικών εφημερίδων και περιοδικών που κυκλοφορούσαν. Γρήγορα έγινε το πνευματικό κέντρο των δημοτικιστών και γενικά της ελληνικής λογοτεχνικής δημιουργίας. Το περιοδικό «Νέα Ζωή» αποτέλεσε (από το 1893) το κέντρο συνεργασίας των πιο σημαντικών δημοτικιστών λογοτεχνών του Ελληνισμού· αναφέρουμε χαρακτηριστικά τους: Παλαμά, Πολέμη, Μαλακάση, Καβάφη (ο οποίος μάλιστα ήταν Αλεξανδρινός), Ξενόπουλο, Καζαντζάκη, Βάρναλη κ.ά.

Μεγάλη ήταν και η προσφορά των παροίκων προς την πατρίδα τους κατά τη διάρκεια των μεγάλων ιστορικών περιπετειών που πέρασε η τελευταία. Το 1904-8 έστειλαν σημαντική οικονομική βοήθεια για τη διεξαγωγή του Μακεδονικού Αγώνα. κατά τους δύο Βαλκανικούς πολέμους του 1912-13 στάλθηκαν στην Ελλάδα εκατοντάδες εθελοντές, κινητό νοσοκομείο και σημαντική οικονομική ενίσχυση. Το 1916 υποστήριξαν το Βενιζέλο και το κίνημα της Εθνικής Αμύνης, και το 1917, με την είσοδο της χώρας στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο στάλθηκαν και πάλι εθελοντές (στρατιώτες και νοσοκόμοι) και μεγάλα χρηματικά ποσά.

Ο αριθμός των Ελλήνων της Αιγύπτου έπεσε το 1960 στις 65.000, ενώ όλο και περισσότεροι εγκατέλειπαν συνεχώς τη χώρα: άλλοι απ’ αυτούς επαναπατρίζονταν και άλλοι αναζητούσαν την τύχη τους στην Αυστραλία, τις Η.Π.Α. κ.α.
Ο αριθμός των Ελλήνων της Αιγύπτου έπεσε το 1960 στις 65.000, ενώ όλο και περισσότεροι εγκατέλειπαν συνεχώς τη χώρα: άλλοι απ’ αυτούς επαναπατρίζονταν και άλλοι αναζητούσαν την τύχη τους στην Αυστραλία, τις Η.Π.Α. κ.α.

Δ΄ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 1918-σήμερα. Το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου ακολούθησε μια γενική κρίση της παγκόσμιας αγοράς, η οποία οδήγησε στην παρακμή του νεοελληνικού παροικιακού φαινομένου. Η κατάσταση για τον Ελληνισμό της Αιγύπτου έγινε εξαιρετικά δύσκολη. Η βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε, ενώ στα χέρια των Ελλήνων παρέμεινε μόνο το 1,5% των εργοστασίων και εργαστηρίων της χώρας. Το ξένο διεθνές κεφάλαιο άρχισε να λειτουργεί ανταγωνιστικά προς αυτούς, ενώ συγχρόνως αναπτύχθηκε ντόπια μεγαλοαστική τάξη που επεδίωκε τον έλεγχο της παραγωγής και του εμπορίου· σκληρός ταυτόχρονα ήταν και ο ανταγωνισμός από την πλευρά των ξένων παροίκων (κυρίως των Ιταλών).

Το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου ακολούθησε μια γενική κρίση της παγκόσμιας αγοράς, η οποία οδήγησε στην παρακμή του νεοελληνικού παροικιακού φαινομένου. Η κατάσταση για τον Ελληνισμό της Αιγύπτου έγινε εξαιρετικά δύσκολη.
Το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου ακολούθησε μια γενική κρίση της παγκόσμιας αγοράς, η οποία οδήγησε στην παρακμή του νεοελληνικού παροικιακού φαινομένου. Η κατάσταση για τον Ελληνισμό της Αιγύπτου έγινε εξαιρετικά δύσκολη.

Οι μεγάλες αποικιοκρατικές δυνάμεις έχαναν σιγά σιγά τον έλεγχο των αποικιών τους. Η Αίγυπτος κέρδισε το 1922 την αυτονομία της και το 1936 την ανεξαρτησία της. Η ανάπτυξη του αιγυπτιακού εθνικισμού και η καθαρά εχθρική στάση του αιγυπτιακού πληθυσμού προς τους ξένους έκανε την κατάσταση ιδιαίτερα δύσκολη για τους Έλληνες παροίκους (που ο αριθμός τους, γύρω στο 1930, είχε πλησιάσει τις 200.000). πολλοί, ιδιαίτερα μετά το 1936, εγκατέλειψαν τη χώρα. Το 1937 ο συνολικός πληθυσμός τους έπεσε στα 91.000 άτομα.

Το 1939 ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος. Κατά τη διάρκειά του 7.000 Έλληνες της Αιγύπτου μετείχαν στις τάξεις του συμμαχικού στρατού και του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος και αγωνίσθηκαν εναντίον του Άξονα, μαζί με την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση που έδρευε στο Κάιρο.

Με το τέλος του πολέμου η Αίγυπτος επλήγη από ένα ισχυρό κύμα ανεργίας, το οποίο ανάγκασε πολλές χιλιάδες Έλληνες να την εγκαταλείψουν. Η κατάσταση έγινε πολύ χειρότερη με τη γνωστή εξέγερση του 1952 – με ηγέτη τον Νάσερ – η οποία στρεφόταν εναντίον των ξένων και ζητούσε την εθνική και οικονομική ανεξαρτησία της χώρας. Το νέο καθεστώς εφάρμοσε μέτρα κατά των ξένων, από τα οποία εξαιρέθηκαν αρχικά οι Έλληνες, όχι όμως για πολύ. Από το 1957, με το νόμο περί αποκρατικοποιήσεων άρχισαν να εθνικοποιούνται οι περιουσίες και οι επιχειρήσεις των παροίκων, οι οποίοι με νέους νόμους αποκλείονταν από τις δημόσιες υπηρεσίες, το εξωτερικό εμπόριο, τη γεωργία, ορισμένους τομείς της βιομηχανίας κτλ.

Η Ελληνική Κοινότητα Αλεξανδρείας αποτέλεσε πρότυπο για τους Έλληνες που κατοικούσαν στις άλλες πόλεις της Αιγύπτου· δημιουργήθηκαν σχεδόν σε όλες ελληνικές κοινότητες που προχώρησαν σε συστηματική οργάνωση του ελληνικού στοιχείου και στη δημιουργία σχολείων, εκκλησιών και κοινωφελών ιδρυμάτων.
Η Ελληνική Κοινότητα Αλεξανδρείας αποτέλεσε πρότυπο για τους Έλληνες που κατοικούσαν στις άλλες πόλεις της Αιγύπτου· δημιουργήθηκαν σχεδόν σε όλες ελληνικές κοινότητες που προχώρησαν σε συστηματική οργάνωση του ελληνικού στοιχείου και στη δημιουργία σχολείων, εκκλησιών και κοινωφελών ιδρυμάτων.

Ο αριθμός των Ελλήνων της Αιγύπτου έπεσε το 1960 στις 65.000, ενώ όλο και περισσότεροι εγκατέλειπαν συνεχώς τη χώρα: άλλοι απ’ αυτούς επαναπατρίζονταν και άλλοι αναζητούσαν την τύχη τους στην Αυστραλία, τις Η.Π.Α. κ.α. Η κοινοτική οργάνωση γνώρισε την παρακμή, καθώς πολλές ακμάζουσες κοινότητες εξαφανίζονταν και στις υπόλοιπες συγχωνεύονταν τα διάφορα ιδρύματα.

Σήμερα διαμένουν στην Αίγυπτο 8.000 περίπου Έλληνες, οι οποίοι συνεχίζουν τις παραδοσιακές δραστηριότητες των παροίκων. Ασχολούνται με το εμπόριο, τη βιοτεχνία και την ελαφρά βιομηχανία, κατέχουν σημαντική οικονομική δύναμη, ζουν σε χωριστές συνοικίες, έχουν δικά τους σχολεία, αποφεύγουν γενικά τη συναναστροφή και τις επιγαμίες με τους ντόπιους, όχι όμως και με τους άλλης εθνικότητας παροίκους, διατηρούν τις επαφές με την πατρίδα τους και προσπαθούν να διασώσουν την εθνική τους συνείδηση και την πολιτιστική τους ταυτότητα. Οι 2.500 περίπου από αυτούς κατοικούν στην Αλεξάνδρεια, την πόλη του Αλεξάνδρου, την αρχαία πρωτεύουσα των Πτολεμαίων, το κέντρο της Βυζαντινής Αιγύπτου, τη σπουδαία εστία του παροικιακού ελληνισμού, αποτελώντας ένα θλιβερό επίλογο μιας λαμπρότατης σελίδας της ελληνικής ιστορίας.

Οι φωτογραφίες είναι από το αφιέρωμα της Καθημερινής: εφ. “Η Καθημερινή – 7 Ημέρες”, της Κυριακής 24 Οκτ. 1993

http://wwk.kathimerini.gr/kath/7days/1993/10/24101993.pdf

http://eranistis.net/

FB /Evaggelia Piskera