Το κυβερνητικό πακέτο παροχών ανησύχησε τους επενδυτές
Αθήνα.- Ισχυρές ρευστοποιήσεις στα ελληνικά ομόλογα και στο Χρηματιστήριο Αθηνών προκάλεσαν οι εξαγγελίες της ελληνικής κυβέρνησης, σε αντίθεση με όσα προεξοφλούσε ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο οποίος εμφανίστηκε βέβαιος στο Ζάππειο ότι οι αγορές δεν θα αντιδράσουν αρνητικά στις ανακοινώσεις, καθώς, όπως είπε, συναντιέται «πολύ συχνά» με αυτές. Οι επενδυτές είναι ξεκάθαρο πλέον πως ανησυχούν για τον δημοσιονομικό αντίκτυπο αυτών των μέτρων και κυρίως για την «εγγύηση» των πλεονασμάτων με 5,5 δισ. ευρώ από το «μαξιλάρι» ασφαλείας, και έτσι προτίμησαν να απέχουν από τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία μέχρι να υπάρξει περισσότερη ορατότητα.
Ο Γενικός Δείκτης έκλεισε με απώλειες 2,10% στις 743,01 μονάδες, ο τζίρος «ανέβασε» ταχύτητα και διαμορφώθηκε στα 63,9 εκατ. ευρώ, ενώ πάνω από 4% ήταν οι απώλειες για τις τράπεζες.
Η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου σημείωσε άνοδο 2,8%, στο 3,441%, και απομακρύνθηκε από τα χαμηλά 14 ετών και το 3,285%, στο οποίο είχε βρεθεί τον Απρίλιο. Στο 2,36% με άνοδο 4,5% διαμορφώθηκε η απόδοση του 5ετούς, μακριά από τα ιστορικά χαμηλά του 2,171% που είχε επίσης σημειώσει τον Απρίλιο, ενώ η απόδοση του ομολόγου λήξης Φεβρουαρίου 2025 (πρώην 7ετές) διαμορφώθηκε στο 2,7% με άνοδο της τάξεως των 6 μονάδων βάσης.
«Η επιδείνωση της αγοράς των ελληνικών ομολόγων οφείλεται σε συνδυασμό παραγόντων, που περιλαμβάνουν το σχέδιο της κυβέρνησης για τη μείωση των στόχων του πρωτογενούς πλεονάσματος, καθώς και στο γενικότερα αρνητικό περιβάλλον στις διεθνείς αγορές», επισημαίνει στην «Κ» διαχειριστής βρετανικού fund που έχει θέσεις σε ελληνικά ομόλογα. Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, αν και τα σχέδια του ΟΔΔΗΧ για νέα έξοδο στις αγορές με 7ετές ομόλογο το αμέσως επόμενο διάστημα δεν έχουν αλλάξει, η επιδείνωση του κλίματος και η αβεβαιότητα –εάν επιμείνουν– μπορεί να οδηγήσουν σε καθυστέρηση της νέας έκδοσης, καθώς οι μακροπρόθεσμοι επενδυτές μπορεί να θέσουν τους ελληνικούς τίτλους εκτός των ραντάρ τους.
Πηγές της αγοράς αναφέρουν πως το cash buffer αποτελεί μια βασική πηγή «ασφάλειας» για τους επενδυτές και δημιουργήθηκε για να βοηθήσει στην πρόσβαση της χώρας στις αγορές και έτσι το «τρικ» της κυβέρνησης προκαλεί απορίες αλλά και αβεβαιότητα, επαναφέροντας τους φόβους για δημοσιονομικό εκτροχιασμό και νέες αντιπαραθέσεις με τους δανειστές. «Αν και οι πιστωτές μπορεί να… κλείσουν το μάτι στις προεκλογικές παροχές του 2019 λόγω της δημοσιονομικής υπεραπόδοσης, είναι απίθανο να αποδεχθούν μια παρέκκλιση από τη συμφωνηθείσα πορεία για το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2020-2022 ενόψει και της πιθανής οικονομικής επιβράδυνσης», τονίζει στην «Κ» ο Τζιανλούκα Ζίγκλιο, επικεφαλής στρατηγικός αναλυτής της Continuum Economics.
Οι αναλυτές επισημαίνουν πως οι εξαγγελίες είχαν ξεκάθαρη πολιτική στρατηγική. Ηρθαν πριν από την ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση την Παρασκευή και ενόψει των ευρωεκλογών και των αυτοδιοικητικών εκλογών. Οπως σημειώνει η Citigroup, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η κυβέρνηση Τσίπρα προσπαθεί να ξοδέψει τη δημοσιονομική υπεραπόδοση για να αυξήσει τις πιθανότητες επανεκλογής, τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να βρίσκεται πίσω από τη Νέα Δημοκρατία στις δημοσκοπήσεις, κατά περίπου 10 μονάδες.
Οι διεθνείς αναλυτές είχαν υπογραμμίσει εδώ και καιρό πως βασική πηγή ανησυχίας σχετικά με την Ελλάδα είναι τα προεκλογικά δώρα στα οποία μπορεί να… προσφύγει η κυβέρνηση, τη στιγμή που ήδη υπάρχουν αρκετές αβεβαιότητες. Η HSBC, έπειτα από πρόσφατο ταξίδι της στην Ελλάδα, είχε επισημάνει πως οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι αυτή τη στιγμή για τη χώρα είναι ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός λόγω των εκκρεμών δικαστικών αποφάσεων, οι επιπτώσεις της αύξησης του κατώτατου μισθού κατά 11%, οι εξωτερικές ανισορροπίες καθώς και οι επικείμενες εκλογές – λόγω των προεκλογικών υποσχέσεων-παροχών, που μπορεί να έχουν σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις.
Πηγή: Kathimerini.gr
Σχόλια Facebook