Τα έθιμα των Θεοφανίων στην Ανατολική Μακεδονία

Δράμα.- Σε καμία άλλη περιοχή της ελληνικής επικράτειας όσο στην Ανατολική Μακεδονία, και πιο συγκεκριμένα στη Δράμα, οι κάτοικοι δεν κράτησαν τόσο ζωντανές παραδόσεις, ήθη και έθιμα που έχουν τις ρίζες τους στη λατρεία του θεού Διονύσου.

Η διονυσιακή λατρεία και όλα τα παραδοσιακά δρώμενα που την ακολουθούν στο διάβα της μακράς ιστορικής διαδρομής των ορεινών περιοχών της Ανατολικής Μακεδονίας σημάδεψαν την πολιτιστική ζωή των ντόπιων κατοίκων. Σήμερα, όλο και περισσότεροι νέοι άνθρωποι συνεχίζουν με πίστη αλλά και περηφάνια να τηρούν και να αναβιώνουν κάθε χρόνο όλα αυτά τα έθιμα που χαρακτήρισαν τις περιοχές τους.

Πρόκειται για πανάρχαια έθιμα με παγανιστικές διαστάσεις, που κυρίως αναβιώνουν τις τελευταίες ημέρες του Δωδεκαημέρου, την περίοδο από 24 Δεκεμβρίου έως 7 Ιανουαρίου, την εποχή δηλαδή που τελειώνει ο χειμώνας και η γη φέρει νέους καρπούς, και πιο συγκεκριμένα το διήμερο (παραμονή και ανήμερα) των Θεοφανίων.

Σε αυτές τις ποικίλες εκδηλώσεις, που έχουν τις ρίζες τους σε διονυσιακά δρώμενα, κυριαρχούν οι μεταμφιέσεις, τα κουδούνια, τα τραγούδια, οι χοροί και οι αναπαραστάσεις. Όλα τα στοιχεία δείχνουν τον πρωτογενή σκοπό αυτών των εκδηλώσεων, που δεν είναι άλλος από την ευημερία και την καλοχρονιά, πάντα όμως με την ευρύτερη διάσταση της καλής υγείας και της πλούσιας σοδειάς.

Όπως εξηγεί μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ η φιλόλογος και ερευνήτρια Κατερίνα Μανούση, «η λατρεία του Διονύσου, όχι μόνο στην αρχαία περιοχή της Δράμας αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο, αποκαλύπτει την οικεία ανάγκη του ανθρώπου να παραιτηθεί από τους κοινωνικούς περιορισμούς και να επιστρέψει στη φύση γιορτάζοντας αυθόρμητα τις αλλαγές της. Σηματοδοτεί την τάση του ανθρώπου να ζει μεταξύ άλλων ανθρώπων χωρίς κοινωνικές διακρίσεις με βάση το φύλο ή την κοινωνική τάξη. Επιπλέον, αποδεικνύεται το γεγονός ότι ο Διόνυσος ήταν ο μοναδικός θεός της κοινότητας και της αρμονικής συνύπαρξης όλων των μελών της κοινωνίας σε μια ατμόσφαιρα χαράς και ελπίδας, ακόμη και στη μετά θάνατον ζωή».

Ύμνος στη γονιμότητα της γης

«Τα έθιμα του Δωδεκαήμερου», σημειώνει η κ. Μανούση μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, «παρουσιάζουν ομοιότητες με τη διονυσιακή λατρεία που ήταν διαδεδομένη στην περιοχή της αρχαίας Δράμας. Οι εορτασμοί εξυμνούν την έλευση της άνοιξης και τη γονιμότητα της γης. Το σύμβολο της μάσκας, που επικρατεί, παραδίδει την ταυτότητα των ανθρώπων που τη φορούν και τους δίνει την ελευθερία να δρουν με αισχρότητα και παραλογισμό. Οι μάσκες ή η ζωγραφική του προσώπου με λάσπη και τέφρα, οι φαλλοί και τα δέρματα ζώων θυμίζουν την εμφάνιση των Σατύρων και των άλλων ακολούθων του Διόνυσου. Ένα άλλο παράλληλο με τη λατρεία του Διόνυσου είναι η μεταμφίεση των ανδρών σε γυναίκες, που υπογραμμίζει την εξουσία και τη δυαδικότητα του αρχαίου θεού. Επιπλέον, η χρήση της μάσκας, οι οργανωμένες εκδηλώσεις και η δράση των ανδρών ως γυναικών φέρνουν στο μυαλό τις παραστάσεις του αρχαίου θεάτρου, οι οποίες είναι αλληλένδετες με τη λατρεία του Διονύσου».

Οι Αράπηδες, τα Μπαμπούγερα, οι Μωμόγεροι, η Καμήλα είναι μερικά μόνο από τα έθιμα που αναβιώνουν μέχρι τις μέρες μας, διατηρώντας αναλλοίωτες παραδόσεις αιώνων και κρατώντας ζωντανούς συμβολισμούς που σχετίζονται με την απομάκρυνση των κακών πνευμάτων, τη γονιμότητα του ανθρώπου και την ευφορία της γης.

Οι Αράπηδες

Ανήμερα των Θεοφανίων στη Δημοτική Κοινότητας Νικήσιανης του Δήμου Παγγαίου, στο Μοναστηράκι, στον Ξηροπόταμο και στο Βώλακα της Δράμας, τελείται με διάφορες παραλλαγές ένα δρώμενο γνωστό ως Αράπηδες, επειδή στη μεταμφίεση των πρωταγωνιστών κυριαρχεί το μαύρο χρώμα: μαύρες φλοκωτές κάπες και εντυπωσιακές υψικόρυφες προσωπίδες, κεφαλοστολές από γιδοπροβιές.

Στο γραφικό ορεινό οικισμό της Νικήσιανης του Δήμου Παγγαίου βορειοδυτικά της Καβάλας, το πανάρχαιο έθιμο των Αράπηδων τελείται κάθε χρόνο στις 6 Ιανουαρίου, ανήμερα των Θεοφανίων, και ανήκει στα δρώμενα εκείνα του Δωδεκαημέρου των Χριστουγέννων. Η ιστορία του μεγάλη και ο συμβολισμός του μοναδικός. Αναπαριστά τη μάχη της ζωής και του θανάτου. Παλικάρια και παιδιά, ντυμένα με προβιές και ζωσμένα με βαριά κουδούνια, βγαίνουν στα σοκάκια του χωριού και με τον εκκωφαντικό θόρυβο των κουδουνιών ξορκίζουν το κακό φέρνοντας το αισιόδοξο μήνυμα της ζωής. Τα χορευτικά τμήματα του πολιτιστικού χορεύουν ντόπιους χορούς συνοδευόμενα από παραδοσιακές μουσικές. Κρασί, τσίπουρο και τοπικά εδέσματα υπάρχουν άφθονα για να κεραστεί όλος ο κόσμος.
Στις περισσότερες όμως περιοχές όπου αναβιώνει το έθιμο του Αράπη υπάρχουν κοινά χαρακτηριστικά της γιορτής. Όλες οι ομάδες των «Αράπηδων» κάνουν κοινή παρέλαση στους δρόμους, κάτω από τους εκκωφαντικούς ήχους των κουδουνιών τους. Δύο αρχηγοί ομάδων παλεύουν μέχρι την τελική πτώση του ενός. Ακολούθως, γύρω από τον πεσμένο αρχηγό, μαζεύονται όλοι, σε μια μυσταγωγία, που τελειώνει με την ανάσταση του νεκρού και τον ιδιόρρυθμο ξέφρενο χορό όλων, που ακολουθεί.

Σύμφωνα με την παράδοση, η παράσταση αυτή συμβολίζει το θάνατο του Διονύσου από τους Τιτάνες και την ανάστασή του από τον Δία και παράλληλα τη χειμερία νάρκη της φύσης που είναι ο χειμώνας και στη συνέχεια την ανάσταση της φύσης με τον ερχομό της άνοιξης.

Αυτό που εντυπωσιάζει τον επισκέπτη είναι η εμφάνιση των Αράπηδων, με την οποία ντύνονται μόνο άντρες. Το ντύσιμο των Αράπηδων περιλαμβάνει τα τσερβούλια (παπούτσια) που κατασκευάζονται από ακατέργαστο χοιρινό δέρμα και συγκρατούνται από τις λαπάρες που είναι δερμάτινα σχοινιά και τα καλτσούνια (κνήμες με υφαντό πανί από τρίχωμα προβατίνας) που φορούν στα γόνατα. Στο κάτω μέρος του σώματος φορούν μπινιβρέκι (μάλλινο παντελόνι) και στο πάνω μέρος χοντρή τσομπάνικη κάπα. Στη μέση τους φορούν τέσσερα ποιμενικά κουδούνια διαφόρων μεγεθών. Το πρόσωπο είναι καλυμμένο με την μπαρμπότα (προσωπίδα) που είναι το τομάρι μιας γίδας το οποίο είναι ραμμένο και στερεώνεται στις άκρες του, στα σχοινιά των κουδουνιών. Η μπαρμπότα στολίζεται με ένα λευκό μαντήλι το οποίο έχει πάνω του χρωματιστά σχέδια, φλουριά και λουλούδια.

Τα Μπαμπούγερα της Καλής Βρύσης

Τραγόμορφες φιγούρες των «Μπαμπούγερων», μορφές που ξεπηδούν από τη λατρεία της Μητέρας Γης και του θεού Διονύσου. Άνθρωποι μεταμφιεσμένοι με κατσικοδέρματα και με πρόσωπα μαυρισμένα με αιθάλη τραγουδούν και χορεύουν, ξορκίζοντας τα κακά πνεύματα. Έτσι και φέτος ανήμερα των Θεοφανίων θα πραγματοποιηθούν τα «Μπαμπούγερα» στην Καλή Βρύση, με πλήθος κόσμου να παρακολουθεί το δρώμενο.

Οι Μωμόγεροι

Πρόκειται για ένα λαϊκό σατυρικό δρώμενο με προθεατρική μορφή. Τελείται από τους Πόντιους με παραλλαγές σε διάφορες περιοχές της Δράμας. Αναπαρίσταται στις αυλές των σπιτιών και στις πλατείες τις ημέρες του Δωδεκαημέρου. Κύριο πρόσωπο ο Μωμόγερος η Κιτί Γοτσάς με θίασο συντελεστών, όπως η νύφη και ο γαμπρός, ο Αλής, ο πατέρας, ο γιατρός, ο οργανοπαίχτης, ο κουμπάρος, ο χωροφύλακας, δυο μικροί διάβολοι, η έγκυος γυναίκα και η συνοδεία.

Όλοι οι συντελεστές φορούν κουδούνια όπως προβιές και δέρματα τράγων. Κεντρικό πρόσωπο του θιάσου των τελεστών ο Μωμόγερος ή Κιτί Γοτσάς ή Πορδαλάς, ο οποίος με τη δύση του ήλιου εισβάλλει με την ακολουθία του στα σπίτια του χωριού και εμπλέκει τους σπιτονοικοκύρηδες σε περιπέτειες «εξαπατώντας» τους. Η απαγωγή της νύφης παίζει κι εδώ καθοριστικό ρόλο, καθώς μετά από αλλεπάλληλες εικονικές συμπλοκές μεταξύ των τελεστών, το νέο ζευγάρι, η νύφη και ο γαμπρός, κατορθώνουν να σμίξουν, στεφανώνονται μάλιστα από τον παπά που εισέρχεται στο τέλος στο θίασο επιβάλλοντας την τάξη. Με τη συνοδεία ποντιακής λύρας και νταουλιού, χορεύοντας και διασκεδάζοντας, τα μωμογέρια εγκαταλείπουν το σπίτι για να επισκεφθούν το επόμενο, όπου θα προβούν σε ανάλογους, νέους αυτοσχεδιασμούς και μιμικές πράξεις.

Τα «Σάγια» στη Νέα Καρβάλη

Στην τοπική κοινότητα της Νέας Καρβάλης, ανατολικά του Δήμου Καβάλας, κάθε χρόνο την παραμονή των Θεοφανίων αναβιώνουν τα «Σάγια», ένα έθιμο που τηρούνταν σε όλη την Καππαδοκία.

Το έθιμο αυτό αποτελεί μια σύνθετη τελετουργική πράξη, η οποία περιέχει και λατρευτική διάσταση και έχει ως κύριο σκοπό την ευημερία, δηλαδή την καλοχρονιά, στοιχείο που τονίζεται με την πυρά, τις ευχές, τους χορούς και τα τραγούδια.

Στην πλατεία της Νέας Καρβάλης, μπροστά στο ναό του Αγίου Γρηγορίου, όπου φυλάσσεται το σεπτό σκήνωμα του Αγίου, οι κάτοικοι ανάβουν μεγάλες φωτιές. Οι φλόγες ανεβαίνουν ψηλά και οι άνθρωποι τριγυρίζουν την πυρά χορεύοντας και τραγουδώντας. Στα παλιά χρόνια όλοι παρακολουθούσαν την κατεύθυνση του καπνού. Αν πήγαινε ανατολικά ήταν καλό σημάδι, η σοδιά θα ήταν πλούσια. Αν στρεφόταν προς τη δύση, το βορρά ή το νότο, μόνο τα σπίτια του χωριού που ήταν σε εκείνα τα σημεία θα είχαν καλή συγκομιδή. Όταν χαμήλωνε η φωτιά, τα παιδιά πηδούσαν από πάνω τρεις φορές.

Πηγή:In.gr