Το 2015 κάποιοι έπαιξαν στην πλάτη του λαού λέει ο Βίζερ, βιβλίο βγάζει ο Ντάισελμπλουμ

Τα μνημόνια τυπικά ολοκληρώθηκαν και τα στόματα των πρωταγωνιστών της μαύρης αυτής εποχής για την Ελλάδα σιγά-σιγά ανοίγουν.

Το γεγονός μάλιστα ότι αρκετοί από αυτούς ολοκλήρωσαν τη θητεία τους τούς δίνει πλέον την άνεση να μιλούν χωρίς να περνούν κάθε λέξη από τη ζυγαριά του πολιτικού κόστους, κάτι που τις περισσότερες φορές λειτουργεί προς όφελος της αλήθειας, εκπεφρασμένης βέβαια από την οπτική γωνία του ανθρώπου που μιλάει, που ευνόητο είναι ότι αναλόγως του ρόλου που διαδραμάτισε προσπαθεί να αποδείξει και ότι έπραξε τα σωστά.

Ευθύνες για την επιβολή των μνημονίων στην Ελλάδα έχουν όλες οι κυβερνήσεις της χώρας που ανέβηκαν στην εξουσία από τις αρχές σχεδόν του αιώνα και έπειτα, ακόμα και νωρίτερα, είναι μία από τις χαρακτηριστικές φράσεις κεντρικού πρωταγωνιστή.

Σε ό,τι αφορά όμως τη διάρκεια και το οικονομικό κόστος των μνημονίων, το πρώτο εξάμηνο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ είχε καταστροφικές συνέπειες επιμένουν οι άνθρωποι σε θέσεις κλειδιά, που από ό,τι φαίνεται σε προσωπικό επίπεδο η συναναστροφή με τον Γιάνη Βαρουφάκη τους έχει μείνει ως τραυματική εμπειρία.

Ο πολύ γνωστός στην Ελλάδα Τόμας Βίζερ, ο αυστριακός οικονομολόγος που διετέλεσε επικεφαλής του Euroworking Group από το 2011 έως το 2018, σε συνέντευξή του στην Καθημερινή δίνει έμφαση στο κρίσιμο επτάμηνο του 2015, επιρρίπτοντας ευθύνες και σε Αμερικανούς οικονομολόγους για τον αρνητικό ρόλο που έπαιξαν εκφράζοντας τις απόψεις τους για την ελληνική οικονομία.

Ειδικότερα, μιλώντας για τις δύο φορές το 2012 και το 2015 που ο κίνδυνος του Grexit ήταν πιο έντονος από ποτέ ο Βίζερ εκτιμά ότι το 2015 τα πράγματα ήταν διαφορετικά και πιο επικίνδυνα.

«Το 2012 πίστευα έντονα ότι η Ελλάδα πρέπει και θα παραμείνει στην ευρωζώνη. Αυτό ευτυχώς ήταν και η πίστη της τότε ελληνικής κυβέρνησης. Παρ’ όλο που ήμασταν πολύ καλά προετοιμασμένοι για ένα ενδεχόμενο ατύχημα, το οποίο δεν θα ήταν οικονομικά επιζήμιο μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για την Ευρώπη. Ως εκ τούτου, δεδομένης της αρνητικής κατάστασης των αγορών και του χρηματοπιστωτικού συστήματος εκείνη τη χρονική περίοδο πιστεύω ότι αυτό θα είχε αρνητικές επιπτώσεις σε ολόκληρο τον κόσμο» επισημαίνει χαρακτηριστικά.

Το 2015 μερικοί έπαιζαν δαπανηρό παιχνίδι πίσω από την πλάτη του λαού

«Το 2015» συνεχίζει ο Βίζερ, «τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Υπήρχαν έντονες απόψεις ορισμένων μελών της ελληνικής κυβέρνησης ότι η Ελλάδα θα πρέπει να βγει από το ευρώ ή τουλάχιστον συμπεριφέρονταν σαν να ήθελαν να βγει από το ευρώ. Αυτές οι απόψεις ενισχύθηκαν από αρκετούς Αμερικανούς οικονομολόγους που δεν καταλάβαιναν πώς λειτουργεί η Ευρώπη ή μια νομισματική ένωση».

«Δεδομένης της στρατηγικής τους, όντως ήμασταν πιο κοντά στο Grexit από ότι το 2012. Αυτό ήταν ένα πολύ δαπανηρό παιχνίδι που μερικοί άνθρωποι έπαιζαν πίσω από την πλάτη του ελληνικού λαού» τονίζει.

Σε ότι αφορά το πόσο στοίχισε το παιχνίδι αυτό και πόσο διαφορετική θα ήταν η οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα αν δεν είχαν συμβεί όλα αυτά του πρώτου επταμήνου του 2015 ο Τόμας Βίζερ εξηγεί ότι «υπάρχουν διάφορες εκτιμήσεις για το κόστος των πρώτων επτά μηνών του 2015. Λαμβάνουν συνήθως υπόψη ότι η μείωση του ΑΕΠ το 2015 θα διαρκέσει πολλά χρόνια για να αποζημιωθεί πλήρως. Έτσι, οι απώλειες εξακολουθούν να συσσωρεύονται, αν θέλετε.»

»Το 2014 πιστεύαμε ότι η Ελλάδα θα διατηρούσε την πρόσβασή της στις αγορές και το 2015 προφανώς δεν θα είχαν γίνει οι κεφαλαιακοί έλεγχοι. Έτσι λοιπόν, υπήρχε μεγάλη πιθανότητα το ΑΕΠ να ήταν σήμερα υψηλότερο, το επίπεδο χρέους να ήταν χαμηλότερο και η δημοσιονομική πολιτική θα μπορούσε να είναι πιο χαλαρή απ’ ό,τι χρειάζεται τώρα».

Για το κόστος του επταμήνου 2015 ο κ. Βίζερ έχει μιλήσει και στο παρελθόν, με πολύ πιο σκληρά μάλιστα λόγια, απαντώντας εμμέσως και στον Γιάνης Βαρουφάκη που τότε ακόμη προκαλούσε συνεχώς με δηλώσεις τους, ενώ είχε περιλάβει τους ευρωπαίους αξιωματούχους και στο βιβλίο του «Ενήλικοι στο δωμάτιο».

Με το κόστος και τις καταστροφικές συνέπειες του α’ εξαμήνου ΣΥΡΙΖΑ να αποτελεί αγαπημένο θέμα και του επικεφαλής του ESM, Κλάους Ρέγκλινγκ που επιμένει να μιλά για περίπου 100 δισ. ευρώ, ο Βίζερ μιλούσε για διπλάσια ζημιά.

Το α’ εξάμηνο ΣΥΡΙΖΑ δεν στοίχισε 100 δισ. ευρώ στην Ελλάδα, αλλά μάλλον τα διπλά, έλεγε πριν έξι μήνες ο Τόμας Βίζερ.

«Για να είμαι ειλικρινής, πιστεύω ότι μάλλον στοίχισε τα διπλά: η οικονομική συρρίκνωση, η δυσπιστία των επενδυτών, τα πλήγματα που δέχτηκαν οι ελληνικές τράπεζες. Αλλά δεν ήταν μόνον ο Βαρουφάκης: όλη η ελληνική κυβέρνηση φέρει την ευθύνη αυτή» σημείωνε ο κ. Βίζερ σε συνέντευξη του στην ολλανδική εφημερίδα De Volkskrant, τον Φεβρουάριο, στην οποία δεν χρησιμοποίησε και πολύ απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς για τον Γιάνη Βαρουφάκη («ο πλανήτης μας είναι μεγάλος και υπάρχει χώρος για πολλά είδη» ήταν μία από τις φράσεις που είχε πει).

Ντάισελμπλουμ: Είπα στον Τσίπρα δεν πάει άλλο με τον Βαρουφάκη

Στους χειρισμούς της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ το 2015 και ειδικά του τότε υπουργού Οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη, αναφέρεται ο τέως πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ σε βιβλίο του, που πρόκειται να κυκλοφορήσει το φθινόπωρο στα ελληνικά από τις εκδόσεις Economia Publishing, όπως αναφέρει η «Καθημερινή της Κυριακής».

Σύμφωνα με αποσπάσματα του βιβλίου, που παραθέτει η Οικονομική Επιθεώρηση, ο κ. Ντάισελμπλουμ αφήνει να εννοηθεί πως η αδιαλλαξία της ελληνικής πλευράς ενθαρρύνθηκε και από τις παράλληλες διαπραγματεύσεις –εκτός Eurogroup- της κυβέρνησης με την Κομισιόν.

Η αφήγηση του τέως προέδρου του Eurogroup ξεκινάει με την επίσκεψή του στην Αθήνα και τη συνάντηση με τον κ. Βαρουφάκη, λίγες ημέρες μετά τις εκλογές.

Κατά την περιγραφή του κ. Ντάισελμπλουμ, στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε ο Βαρουφάκης «άρχισε να μιλάει στα ελληνικά και ξεκίνησε έναν μονόλογο γεμάτο υπεκφυγές εναντίον του προγράμματος και της τρόικας. «Η τρόικα προσπαθεί να επιβάλει ένα αντιευρωπαϊκό πρόγραμμα. Εμείς δεν έχουμε πλέον λόγους να συνεργαστούμε μαζί τους».

Η συνέντευξη τελείωσε. Ακολούθησε μια αμήχανη χειραψία. «Του είπα: Μόλις σκότωσες την τρόικα. Και χωρίς την τρόικα είστε μόνοι σας».

Ο Βαρουφάκης αντέδρασε δήθεν έκπληκτος και ανήξερος. Αργότερα οι συνεργάτες του δήλωσαν ότι απάντησε χαλαρά: «Ουάου».

Ο Βαρουφάκης μας ακολούθησε στον διάδρομο, μου ξαναέδωσε το χέρι στο ασανσέρ και προσπάθησε να διορθώσει τη ζημιά. Θέλουμε να ξεκινήσουμε σοβαρές διαβουλεύσεις με τους θεσμούς και με το Eurogroup».

Λίγες ημέρες αργότερα συνεδρίασε το Eurogroup στις Βρυξέλλες. «Σκοπός του Βαρουφάκη ήταν να μας καταστήσει σαφές το αποτέλεσμα στην Ελλάδα. Η δημοκρατία είχε μιλήσει. Πρέπει να αλλάξουμε γραμμή πλεύσης. Οι διάφοροι υπουργοί του εξήγησαν ότι δεν πρέπει να είμαστε δίκαιοι μόνο με τους Έλληνες ψηφοφόρους αλλά και με τους ψηφοφόρους όλης της ευρωζώνης. Στην πορεία της συνάντησης ο Βαρουφάκης έκανε στροφή 180 μοιρών. Η λεκτική του ευελιξία, την οποία θα μαθαίναμε πολύ καλά στους επόμενους μήνες, και η οποία μερικές φορές οδηγούσε σε κατάπληξη αλλά συχνότερα σε σύγχυση, εδώ φάνηκε καθαρά: Είμαστε έτοιμοι να ζητήσουμε παράταση τη Δευτέρα. Χαιρόμαστε που αλλάζουμε όσο το δυνατόν λιγότερο. Αυτό μπορείτε να το πείτε παράταση. Εμείς θα το ονομάσουμε «η αρχή μιας νέας λογικής».

Ωστόσο η κοινή δήλωση που συντάχθηκε στη συνέχεια έπρεπε να εγκριθεί και από τον πρωθυπουργό. «Προς μεγάλη μας έκπληξη ο Βαρουφάκης ζήτησε τότε ένα διάλειμμα γιατί έπρεπε να τηλεφωνήσει στην Αθήνα. Το τηλεφώνημα, που έγινε μέσα στην αίθουσα όπου βρισκόμασταν όλοι, διήρκεσε πολύ. Μετά από λίγη ώρα πήρε το τηλέφωνο ο αντιπρόεδρος Γιάννης Δραγασάκης και συνέχισε να μιλάει με τον Τσίπρα. Μετά από μισή ώρα άρχισαν να διαμαρτύρονται οι υπουργοί. Επέμεινα να τελειώσει γρήγορα αλλά χωρίς αποτέλεσμα». Καθώς η απάντηση καθυστερούσε, κάποιοι υπουργοί έφυγαν, οπότε πλέον δεν μπορούσε να αλλάξει οτιδήποτε στην από κοινού συμφωνηθείσα δήλωση. «Αυτό σήμαινε ότι από κείνη τη στιγμή μόνο ένα ναι ή ένα όχι μπορούσε να ειπωθεί από την ελληνική αποστολή. Ο Τσίπρας σφύριξε στον Βαρουφάκη. Καμιά συμφωνία».

Τελικά επήλθε συμφωνία στις 20 Φεβρουαρίου και δόθηκε παράταση.

Στο Eurogroup της Ρίγας, στις 24 Απριλίου, «ο Βαρουφάκης ήταν πλέον πλήρως απομονωμένος. Ο εκνευρισμός όλων των υπουργών έφτασε στο κατακόρυφο. Πολλοί υπουργοί, ο Σλοβάκος Ντούσαν Μράμορ, κυρίως, απαίτησε στο εξής να τεθεί υπό επεξεργασία ένα Σχέδιο Β, ήτοι η προετοιμασία για το Grexit. Ο Πέτερ Κάζιμιρ περίμενε να γίνει ησυχία, κάρφωσε το βλέμμα του στον Βαρουφάκη και είπε δυο φορές: «Unbelievable… Unbelievable!” (Απίστευτο… Απίστευτο!). Άλλοι χρησιμοποίησαν όρους όπως τσογαδόρος και ερασιτέχνης. Για να μη διαλυθεί η ομάδα έπρεπε να ασκήσω μεγάλη πίεση. (…) Τελικά, μετά κόπων και βασάνων υπέγραψε ο Βαρουφάκης αυτές τις τρεις συμφωνίες μέσα σε μια ιδιαιτέρως τεταμένη ατμόσφαιρα».

Στο ανεπίσημο δείπνο που ακολούθησε ο Βαρουφάκης έλαμψε δια της απουσίας του και ο Ντάισελμπλουμ αποφάσισε να τηλεφωνήσει στον Τσίπρα.

«Του είπα ότι αυτό δεν πάει άλλο. Η διαδικασία έπρεπε να ρυθμιστεί διαφορετικά και επίσης του ζήτησα να έρθουν άλλοι άνθρωποι εμπιστοσύνης. Μετά από λίγο ο Τσίπρας αποφάσισε να ανασχηματίσει την ομάδα των διαπραγματευτών. Τον Γιάνη Βαρουφάκη αντικατέστησε ο Γιώργος Χουλιαράκης. Αυτή ήταν η αρχή του τέλους της υπουργικής του θητείας»

Βίζερ: Η Ελλάδα δεν θα χρειαστεί νέο πρόγραμμα

Ενδιαφέρον έχει η ανάλυση του Τόμας Βίζερ στη συνέντευξη του στην Καθημερινή για το το τι προκάλεσε την κρίση στην Ελλάδα, ενώ ανακούφιση προκαλεί η αισιοδοξία του για το μέλλον.

«Για μένα η ρίζα της κρίσης ήταν η αδυναμία ή η απροθυμία του πολιτικού συστήματος να εξελιχθεί σύμφωνα με τις απαιτήσεις του τέλους του 20ου αιώνα. Ο ρόλος της πολιτικής δεν μπορεί να αφήνει φίλους, πελάτες και ομάδες ειδικού ενδιαφέροντος να δεσμεύουν το κράτος έτσι ώστε να επωφελούνται από μια ειδική σχέση.»

» Η κυβέρνηση πρέπει να διασφαλίσει ότι η πρόσβαση στη Δικαιοσύνη, στην εκπαίδευση και στις κοινωνικές υπηρεσίες είναι δίκαιη και εύκολη και πρέπει να χρηματοδοτηθεί με υπεύθυνο και δίκαιο τρόπο. Αυτό δεν συνέβη στην Ελλάδα και η χώρα οδηγήθηκε στην οικονομική κρίση» τονίζει ο Βίζερ.

Πάντως, σύμφωνα με τον κ. Βίζερ, «οκτώ χρόνια προγράμματος έχουν αντιμετωπίσει το πρόβλημα των δημοσιονομικών ανισορροπιών και πολλά άλλα που σχετίζονται με την ανταγωνιστικότητα και τη λειτουργία της διοίκησης.»

» Αλλά ο στόχος ενός προγράμματος δεν μπορεί να είναι να βουτήξει βαθιά στα πολιτικά και συνταγματικά θεμελιώδη στοιχεία μιας κοινωνίας. Δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τα βαθύτερα προβλήματα ενός δικαστικού συστήματος που δεν του επιτρέπεται να λειτουργεί εντελώς ανεξάρτητα ή να ασχοληθεί με θεμελιώδη ζητήματα που έχουν να κάνουν με τον τρόπο με τον οποίο οργανώνεται και λειτουργεί το εκπαιδευτικό σύστημα. Αυτά είναι θέματα που η κοινωνία πρέπει να λύσει μόνη της και αυτό γίνεται σε μεγάλο βαθμό μέσω εκλογών».

«Θα έλεγα ότι οι συνθήκες για να ξεπεραστούν οι βασικές αιτίες της κρίσης είναι τώρα καλύτερες από ο,τι ήταν πριν από οκτώ χρόνια, αλλά δεν είναι σε καμία περίπτωση ιδανικές. Αυτό απαιτεί μια βαθύτερη συζήτηση για το πώς βλέπουν οι Έλληνες το κράτος τους και πώς προσεγγίζει το κράτος τον πολίτη», συνεχίζει.

Μιλώντας για τα λάθη των θεσμών στην αντιμετώπιση της κρίσης, αναγνωρίζει ότι «θα ήταν καλύτερα αν είχαμε κάνει από την αρχή μια σημαντική κατανομή των βαρών ή μια αναδιάρθρωση του χρέους».

Εμφανίζεται πάντως αισιόδοξος για την επόμενη των μνημονίων ημέρα.

«Η Ελλάδα μπορεί να έχει ένα λαμπρό μέλλον» λέει, συμπληρώνοντας όμως πως «θα πρέπει να πείσει τους επενδυτές ότι βρίσκεται στον δρόμο για μια φιλελεύθερη, αξιοκρατική κοινωνία με ένα καλό εκπαιδευμένο εργατικό δυναμικό. Οι επενδυτές πείθονται αν έχουν εμπιστοσύνη σε ένα δικαστικό σύστημα που είναι ανεξάρτητο και γρήγορο και κυρίως αν υπάρχει μια μοντέρνα και λειτουργική δημόσια διοίκηση. Η Ελλάδα έχει κάνει πρόοδο σε αυτούς τους τομείς και πιστεύω ότι οι βελτιώσεις θα συνεχιστούν τα επόμενα χρόνια. Είναι ξεκάθαρο ότι κάτι τέτοιο δεν γίνεται εν μια νυκτί αλλά αυτά τα πράγματα πρέπει να εξελιχθούν σταθερά».

Καταλήγει πως «δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί νέο πρόγραμμα» και πως, καθώς η χώρα αντιμετωπίζει ελάχιστες αποπληρωμές χρέους, «μπορεί με αυτοπεποίθηση να κοιτάξει το μέλλον, ένα μέλλον που είναι δικό της».