Πυρά κατά της κυβέρνησης από την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων
«Δεν υπάρχει μεγαλύτερο ψέμα από το οτι αρνούνται οι δικαστές να καταθέσουν πόθεν έσχες, ούτε επιχειρήθηκε ανάλογη εκστρατεία συκοφάντησης σε βάρος του δικαστικού σώματος εδώ και πολλά χρόνια», τόνισε ο πρόεδρος της Ένωσης κ. Χριστόφορος Σεβαστίδης, κάνοντας λόγο για υπόθεση που αποτέλεσε αντικείμενο σπέκουλας και πολιτικής εκμετάλλευσης, και ενώ άμεση προτεραιότητα για τους δικαστές είναι ο τερματισμός της εκκρεμότητας με τις δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης.
Ο κ. Σεβαστίδης καταχειροκροτήθηκε όταν απάντησε στον γενικό γραμματέα του υπουργείου Δικαιοσύνης κ. Δημήτρη Παπασπύρου, ο οποίος έκανε λόγο για δικαίωμα της κυβέρνησης στην κριτική, παραπέμποντας τον σε απόσπασμα ομιλίας του κ. Βασίλη Σκουρή, επιφανούς δικαστή και πρώην προέδρου του ευρωπαϊκού δικαςτηριου: «Κυβερνητικά στελέχη δεν μπορούν να επικρίνουν δικαστικές αποφάσεις, οι οποίες επιδέχονται γενικά κριτικής, αλλά όχι από τους φορείς της εκτελεστικής εξουσίας των οποίων συνταγματικό καθήκον είναι να συμμορφώνονται σε αυτες και να τις εκτελούν».
Είναι αλήθεια πάντως ότι ο κ. Παπασπύρου τήρησε πολύ χαμηλούς τόνους, εστίασε σε άλλα θέματα, από την αποκέντρωση του Πρωτοδικείου ως τα έργα ψηφιακής πολιτικής του υπουργείου, και περιορίστηκε να τονίσει ότι το κύρος των δικαστικών αποφάσεων θωρακίζεται και δυναμώνεται από την πειστική θεμελίωση τους.
«Οι νόμοι επιβάλλεται να τηρούνται, ωστόσο για να αισθάνεται κανείς ότι αξίζει και να τους αποδεχθεί, πρέπει να πείθεται. Διαφορετικά και στη μια και στην άλλη περίπτωση παρουσιάζονται απλώς ως αποτύπωμα βούλησης των ισχυρών. Κοινός στόχος ωστόσο αποτελεί και πρέπει να αποτελεί όχι η δικαίωση της ισχύος αλλά η ισχυροποίηση του δικαίου. Ο Αριστόβουλος Μάνεσης μας κληροδότησε την άποψη ότι οι λειτουργίες διακρίνονται, αλλά και διασταυρώνονται, με τελικό στόχο τη διασφάλιση της λαϊκής κυριαρχίας», επεσήμανε ο κ. Παπασπύρου.
Η θέση των δικαστών για το πόθεν έσχες
«Δεν αρνηθήκαμε ποτέ την υποβολή των δηλώσεων», σημειωσε μεταξυ άλλων ο προεδρος, «αφού άλλωστε είμαστε από τις πρώτες επαγγελματικές ομάδες που υποβάλλουμε με συνέπεια δηλώσεις Πόθεν Έσχες εδώ και 20 χρόνια. Η απόφαση του ΣτΕ που ακύρωσε την συγκεκριμένη υπουργική απόφαση για το Πόθεν Έσχες στα περισσότερα σημεία της δεν αφορά ειδικά τους δικαστές αλλά αφορά όλους τους υποχρέους σε υποβολή δηλώσεων. Ποια λοιπόν είναι η ξεχωριστή μεταχείριση που ζητούν οι δικαστές;»
Ο ίδιος πέρασε στην αντεπίθεση σημειώνοντας ότι αντιθέτως «ειδική μεταχείριση έχουν εξασφαλίσει οι Υπουργοί και οι Βουλευτές οι οποίοι πρέπει να εξηγήσουν στο λαό γιατί δεν ελέγχονται στο Πόθεν Έσχες που υποβάλλουν από την επιτροπή στην οποία υπάγονται όλοι οι άλλοι υπόχρεοι αλλά από ειδική επιτροπή της Βουλής. Έσπευσαν οι αρμόδιοι Υπουργοί την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευση της απόφασης της Ολομελειας του ανώτατου δικαςτηριου και χωρίς να ενημερωθούν για το περιεχόμενό της, να εκδώσουν ΚΥΑ με μοναδικό σκοπό τον αιφνιδιασμό των δικαστικών λειτουργών αφού η προθεσμία υποβολής δηλώσεων έληγε την επομένη ημέρα και δεν είχε καν θεσμοθετηθεί το αρμόδιο όργανο το οποίο θα παραλάμβανε τις δηλώσεις. Υποχρεωθήκαμε μετά από αυτά να υποβάλλουμε νέα αίτηση ακύρωσης και να λάβουμε προσωρινή διαταγή. Ένα ζήτημα δηλαδή που θα έπρεπε να έχει ήδη διευθετηθεί με την πλήρη συμμόρφωση της κυβέρνησης στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου μένει σε εκκρεμότητα ακριβώς λόγω της επιμονής της να νομοθετεί αυθαίρετα».
Ο κ. Σεβαστίδης κάλεσε τον υπουργό να εξηγήσει ποιο ακριβώς είναι το «πρόβλημα»_ χαρακτηρισμό που ο τελευταίος χρησιμοποίησε για την αποφαςη ως προς το πόθεν έσχες. «Το ότι το ΣτΕ έκρινε διαφορετικά από την δική του άποψη; Το ότι ακυρώθηκε η ΚΥΑ; Το ότι υποχρεωθήκαμε να προσφύγουμε στα Δικαστήρια εξαιτίας των αντισυνταγματικών ρυθμίσεων των υπουργικών αποφάσεων; Το μόνο πρόβλημα που βλέπω εγώ είναι το πρόβλημα κατανόησης του ρόλου που έχει σε μια Δημοκρατία η Δικαιοσύνη να ακυρώνει υπουργικές αποφάσεις και νομοθετήματα όταν αυτά προσκρούουν στο Σύνταγμα. Αυτή είναι η δουλειά μας κ. Υπουργέ και αυτήν θα συνεχίσουμε να κάνουμε. Σε κάθε περίπτωση η εκκρεμότητα αυτή πρέπει να λήξει άμεσα με την σωστή και σύμφωνη με την απόφαση του ΣτΕ νομοθέτηση και την συνακόλουθη υποβολή δηλώσεων Πόθεν Έσχες από τους δικαστικούς λειτουργούς».
Η δικαστική ανεξαρτησία και η «εσκεμμένη στρέβλωση»
Ο κ. Σεβαστίδης, αξιοποιώντας ως πλαίσιο τα συμπεράσματα της γενικής συνέλευσης της Διεθνούς Ενωσης Δικαστών στο Σαντιάγκο της Χιλής, η οποία είχε ως θεμα τη δικαστική ανεξαρτησία και τις απειλές που δέχεται, έκρινε ότι «στην Ελλάδα το κακό με δηλώσεις εχει παραγίνει. Δεν υπάρχει αντίστοιχο παράδειγμα που μπορώ να δώσω σε διεθνές επίπεδο με όσα συνέβησαν αυτή τη χρονιά στη χώρα μας με αποκορύφωμα βέβαια την κρίση του καλοκαιριού. Είχαμε δεκάδες δηλώσεις Υπουργών που με αφορμή συγκεκριμένες δικαστικές αποφάσεις είτε χλεύαζαν είτε κατηγορούσαν ανοιχτά για διαπλοκή το Δικαστικό Σώμα χρησιμοποιώντας χυδαίες εκφράσεις, ενώ τέλος μας κατηγόρησαν ότι λειτουργούμε και ως γραφείο τύπου της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η διεθνής εμπειρία δείχνει που αποσκοπούν τέτοιου είδους δηλώσεις. Δεν πρόκειται φυσικά για κριτική δικαστικών αποφάσεων, η οποία όχι μόνο είναι απόλυτα θεμιτή αλλά και αναγκαία για την βελτίωση του απονεμόμενου δικαστικού έργου. Επρόκειτο για εσκεμμένη στρέβλωση της πραγματικότητας, για συκοφαντίες, για μεθοδευμένη προσπάθεια απαξίωσης της Δικαιοσύνης και των λειτουργών της, διότι οι αποφάσεις τους δεν εξυπηρετούσαν τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς. Το Δικαστικό Σώμα δεν πρόκειται να εμπλακεί σε πολιτικά παιχνίδια, ούτε θα γίνει μέρος του προβλήματος».
Στο ερώτημα του εάν μπορούν να υπάρξουν μέτρα που θα ενισχύσουν τη δικαστική ανεξαρτησία, ο ίδιος εκτίμησε ότι ο τρόπος επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης πρέπει να αλλάξει και να εξεταστούν άλλες μορφές που θα καταργούν το αποκλειστικό δικαίωμα της Κυβέρνησης στην επιλογή -κατι ομως που απαιτεί συνταγματική αναθεώρηση και άρα η συζητηςη ειναι πολυ πρόωρη.
Ως μέσο «θεραπείας», ο κ. Σεβαστίδης επανέφερε την πρόταση που ειχε διατυπωθεί και στο παρελθόν, ώστε να κοπει ο ομφάλιος λωρος μεταξυ δικαστικής και εκτελεστικής εξουσίας, καθως θα αποκλείονται με νόμο συνταξιούχοι ή παραιτηθέντες δικαστικοί λειτουργοί από δημόσια αξιώματα τουλάχιςτον τρία χρόνια μετα την αποχώρηση τους απο το Σώμα.
Εμμένοντας στο θεμα της ανεξαρτησίας, ο ιδιος εστιασε παντως ιδιαίτερα τόσο την περίπτωςη της γειτονικής Τουρκ ίας, με απόλυση περισσότερων των 4.000 δικαστών, όσο και σε αυτή της Πολωνίας, όπου το δικαστικό σώμα έχει κατασυκοφαντηθεί, τονίζοντας οτι οι κατα καιρούς κυβερνητικές επιθέσεις δεν έχουν παντα τα ιδια χαρακτηριστικα, αλλοτε ειναι απροσχηματιστες και άλλοτε συγκαλυμμένες.
Οι πολιτικές παρεμβάσεις
Ο αρμόδιος τομεάρχης της Ν.Δ. κ. Νικος Παναγιωτόπουλος χαρακτηρισε την τελευταια επιθεση στους δικαστές ως ικανής να προκαλέσει συνειρμούς για το ανέλεγκτο της Δικαιοσυνης και των κρίσεων της, με αποτέλεσμα την απαξίωση του θεσμού, έστω το καίριο πλήγμα στο κύρος του. Ο ίδιος σκιαγραφώντας το τοπίο έκανε επισης λογο για αποστροφή της αστικής δημοκρατίας και ως εκ τούτου του κράτους δικαίου, ενώ αναφέρθηκε και σε εξουσιομανείς που θέλουν την υποταγή της Δικαιοσυνης.
Ο κ. Θεόδωρος Παπαθεοδώρου εκπροσωπώντας τη Δημοκρατική Συμπαράταξη έκανε λόγο για παγίδα που στήνει η κυβέρνηση, στο πλαίσιο της σύγκρουσης με το δικαστικό σώμα,
και προέτρεψε στην αποφυγή της, ενώ ο προεδρος της Ενωσης Κεντρώων κ. Βασίλης Λεβέντης διερωτήθηκε απευθυνόμενος στους δικαστές «γιατι σας πείραξε τοσο πολυ τώρα;». «Πάντα τα κυβερνητικά κόμματα έτσι έπρατταν».
Ο ίδιος άσκησε κριτική στην Ενωση Δικαστών για τις «πολιτικές» ανακοινώσεις της, σημειώνοντας: «ο Κοντονής εκφράζει ενα συστημα 153, μη γίνεστε ένα μαζι του, μην πέφτετε στο επίπεδο του η κοινωνία ξέρει το δίκαιο που εχει ο δικαστής».
Από πλευράς ΚΚΕ, ο κ. Θανάσης Παφίλης χαρακτήρισε τα της δικαστικής ανεξαρτησίας «της υποκρισίας το ανάγνωσμα». «Τα κομματα διορίζουν την ηγεσία της Δικαιοσυνης και μετά ορκίζονται στην ανεξαρτησία της. (…) Οι παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη δεν ειναι σημερινό φαινόμενο. Ορκίζονται ολοι στην ανεξαρτησία της και όταν κυβερνούν, την ξεχνουν».
Οι παρεμβάσεις των ανώτατων δικαστών
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο πρόεδρος του Αρειου Πάγου κ. Βασίλης Πέππας στη δικη του -δικαστικού περιεχομένου -ομιλία του, έκανε μια αναφορά με νόημα στη διαφθορά, επεκτείνοντας την έννοια της πέρα απο τις μιζες. «Διαφθορά είναι και ο ευτελισμός ενός κοινωνικού αγαθού, και η έκπτωση μιας κοινωνικής λειτουργίας, και η εξοικείωση με την εξουσία (…), και η συνολική μετατόπιση της κοινωνίας απο τις αξίες της», ειπε για να χειροκροτηθεί θερμά κατεβαίνοντας απο το βημα.
Θερμής υποδοχής έτυχε και ο κ. Νικόλαος Σακελλαριου, προεδρος του ΣτΕ. «Δεν κρυπτόμεθα πισω απο το ανέλεγκτο της δικαστικής κρισεως. Πρέπει να το αντιληφθούν ορισμένοι. Δεν εφαρμόζουμε το δίκαιο του ισχυρότερου. Δεν δεχόμεθα υποδείξεις επι εκκρεμών υποθέσεων. Ας είναι αυτη η τελευταια φορά που γίνονται επεμβάσεις στο έργο της Δικαιοσυνης. (…) Εμείς που είμαστε σε θεσεις ευθυνης, είμαστε αυστηρά προσηλωμένοι στο καθήκον μας (…) . Υποβάλλουμε ανελλιπώς πόθεν έσχες.
Σε λίγες ημέρες θα δημοςιευθει και η νεα αποφαςη για το θεμα του πόθεν έσχες, ώστε να λήξει αυτη η υποθεση. Και να αντιληφθούν ολοι οτι δεν είμαστε εκτος νομου στη Δικαιοσυνη».
Οι πρόεδροι των ανωτατων δικαστηρίων έλαβαν με αυτη τη σειρα τον λογο λόγω Πρωτοκόλλου, γεγονος που τονίστηκε ιδιαίτερα απο την Ενωση Δικαστων και Εισαγγελεων.
Πηγή:in.gr
Σχόλια Facebook