Ένα ολόκληρο χωριό της Ρόδου μετανάστευσε στη… Μελβούρνη
Μπορεί σήμερα το Dande-nong να είναι από τα μεγαλύτερα προάστια της Μελβούρνης, αλλά στα μέσα της δεκαετίας του 1950 σχεδόν ένα ολόκληρο ελληνικό χωριό της Ρόδου, είδε τους κατοίκους του να μεταναστεύουν και να δημιουργούν εκεί τη δική τους «μικρή Ελλάδα» στη ξενιτιά.
«Η ιστορία της μετανάστευσης των συμπατριωτών μας στην περιοχή ξεκίνησε πολύ νωρίτερα και, συγκεκριμένα, στις αρχές της δεκαετίας του 1920» εξηγεί στον «Νέο Κόσμο» ο Παναγιώτης Φωτάκης, ο οποίος έλκει την καταγωγή του από το ιστορικό χωριουδάκι Σιάννα, που βρίσκεται 74 χιλιόμετρα βόρεια της πόλης της Ρόδου, σε υψόμετρο 445 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας.
Σύμφωνα με τους κατοίκους της περιοχής, το ροδίτικο χωριό πήρε το όνομά του από την παραφθορά των λέξεων Οσία Άννα, εξαιτίας του ιστορικού ναού της Αγίας Άννας που βρισκόταν στο χωριό από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, κάτι που, όμως, μέχρι σήμερα, κανένας αρχαιολόγος ή ιστορικός δεν έχει επιβεβαιώσει.
Όπως σε διάφορα μέρη της Ελλάδας έτσι και οι κάτοικοι του μικρού αυτού χωριού, έφυγαν για άλλες πατρίδες αναζητώντας ένα καλύτερο αύριο.
«Ο θείος μου και οι πρώτοι Σιαννίτες εκείνη την εποχή επιβιβάστηκαν σε τρία πλοία από το 1924 και μετά, αυτά τα πλοία έφεραν διαδοχικά τους πρώτους Σιαννίτες στην Αυστραλία» λέει ο κ. Φωτάκης.
Σχεδόν πάντα, το ταξίδι των πλοίων αυτών είχε προορισμό την Αδελαΐδα και τις επαρχίες της, αφού την εποχή εκείνη υπήρχε μεγαλύτερη ανάγκη για εργατικά χέρια στη Νότια Αυστραλία.
«Πολλοί από εμάς έμειναν στην Αδελαΐδα αλλά οι περισσότεροι σταδιακά εγκαταστάθηκαν στη Μελβούρνη και συγκεκριμένα στο προάστιο του Dandenong.
«Εκεί ο συμπατριώτης μας, αείμνηστος Σταμάτης Διακογεωργίου, άρχισε να δημιουργεί την προσωπική του περιουσία χωρίς να ξεχνάει ποτέ το νησί του. Άνοιξε το πρώτο ελληνικό καφενείο στην περιοχή ενώ ακόμα και η σύζυγός του φρόντιζε κάθε φορά που ερχόταν ένα πλοίο με Έλληνες στο λιμάνι, να πηγαίνει και να τους υποδέχεται».
Σύμφωνα με μαρτυρίες, ο Διακογεωργίου στις αρχές βάφτισε το καφενείο «Rhodes Inn» για να τιμήσει το νησί της Ρόδου αλλά και για να είναι εύκολα αναγνωρίσιμο από τους συμπατριώτες μετανάστες που έφταναν στην περιοχή.
Καθώς περνούσαν τα χρόνια και λόγω του ότι στην περιοχή αυτή βρίσκονταν πολλά εργοστάσια, General Motors, International Heinz, Window Glass, S.A. Rubber Mills, άρχισαν να έρχονται στην περιοχή εκατοντάδες μετανάστες, μεταξύ των οποίων και πολλοί Έλληνες.
Πολλοί από αυτούς εγκαταστάθηκαν στην περιοχή και βρήκαν όχι μόνο στήριξη, αλλά και την πρώτη τους εργασία στα μαγαζιά και εστιατόρια του αείμνηστου Διακογεωργίου, τον οποίο βοηθούσαν κυρίως στην κουζίνα, μέχρι τελικά να προσαρμοστούν στον αυστραλιανό τρόπο ζωής, να βρουν μια σταθερή εργασία και να ορθοποδήσουν οικονομικά.
«Ο ελληνισμός του Dandenong και οι Ροδίτες από τα Σιάννα που έρχονταν μετά από πρόσκληση από τους συγγενείς τους, άρχισαν να πληθαίνουν με πολύ γοργό ρυθμό» εξηγεί στον «Νέο Κόσμο» ο Γεώργιος Μπαφίτης, ο οποίος υπήρξε ενεργό μέλος της Κοινότητας Σιαννιτών την εποχή εκείνη και παραμένει ιεροψάλτης του ιερού ναού Αγίου Παντελεήμονα, που λειτουργεί μέχρι σήμερα στην περιοχή.
Στις αρχές του 1956 οι Σιαννίτες του Dandenong ίδρυσαν έναν μικρό ελληνικό σύλλογο, τον Φιλανθρωπικό Σύλλογο Σιαννιτών Ρόδου, που στόχο είχε να προσφέρει βοηθείας στους συγχωριανούς τους που εγκατέλειπαν τα Σιάννα και μετέβαιναν στη Μελβούρνη αναζητώντας ένα καλύτερο αύριο.
«Λίγα χρόνια αργότερα και, συγκεκριμένα, στις αρχές του 1959, αποφασίσαμε να πλησιάσουμε, με μια μικρή αντιπροσωπεία συμπαροίκων, τον Σταμάτη Διακογεωργίου, ο οποίος με καταγωγή από τα Σιάννα, είχε μεταναστεύσει στην Αυστραλία πριν από τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο και ήταν ήδη ιδιαίτερα δημοφιλής και επιτυχημένος Έλληνας επιχειρηματίας. Του παραθέσαμε τα επιχειρήματά μας για την ανάγκη να ιδρυθεί Ελληνική Κοινότητα στο Dandenong το συντομότερο δυνατόν, έτσι ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες των Ελλήνων μεταναστών που έφταναν στην περιοχή καθημερινά» εξηγεί ο κ. Μπαφίτης.
Ο Διακογεωργίου, αφού άκουσε προσεκτικά τις προτάσεις των μελών συμφώνησε ότι, εφόσον ο αριθμός των Ελλήνων μεταναστών αυξανόταν με ταχύτατο ρυθμό, υπήρχε ανάγκη λειτουργίας Ελληνικής Κοινότητας και ελληνικού απογευματινού σχολείου καθώς και ελληνικής ορθόδοξης εκκλησίας για τον εκκλησιασμό και την τέλεση των ιερών μυστηρίων και δεσμεύτηκε να βοηθήσει.
«Ο αείμνηστος μας παραχώρησε δωρεάν αίθουσα για τις συνελεύσεις μας και κάπως έτσι εκλέξαμε ένα προσωρινό εννεαμελές ΔΣ, με πρόεδρο τον ίδιο τον Διακογεωργίου. Τότε ιδρύσαμε την Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα Dandenong και Περιχώρων «Άγιος Παντελεήμονας», τιμής ένεκεν των παρόντων ιδρυτικών μελών που κατάγονταν από το μικρό χωριό Σιάννα, του οποίου προστάτης είναι ο Άγιος Παντελεήμονας.
Αργότερα οι κάτοικοι της περιοχής αποφάσισαν να χτίσουν την πρώτη ελληνική εκκλησία της περιοχής και να δώσουν το όνομα του προστάτη του χωριού τους και έτσι δημιουργήθηκε η πρώτη εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα στην περιοχή.
«Χρωστάμε πολλά στον αείμνηστο Διακογεωργίου. Ήταν ένας άνθρωπος πολύ καλά δικτυωμένος και αφομοιωμένος στον αυστραλιανό τρόπο ζωής αλλά και γενναιόδωρος. Προσέφερε πολλά στους συμπατριώτες και συγχωριανούς μας χωρίς καν να ζητά ανταλλάγματα και, μάλιστα, κατόρθωσε να φέρει κοντά μας ακόμα και τον τότε πρωθυπουργό της Αυστραλίας Gough Whitlam, όταν ανοίξαμε την εκκλησία μας.
Ακόμα και σήμερα η πλειοψηφία των Σιαννιτών εξακολουθεί να διαμένει στο προάστιο του Dandenong της Μελβούρνης, ενώ ένας μικρότερος αριθμός βρίσκεται στην Αδελαΐδα.
«Εγώ έχω ανακαλύψει τουλάχιστον 250 Σιαννίτες στην Αδελαΐδα και υπάρχουν σίγουρα άλλοι 300 στη Μελβούρνη από τους οποίους οι περισσότεροι μένουν στο Dandenong.
Το ίδιο επιβεβαιώνει ακόμα μια Σιαννίτισα, η κ. Παναγιούλα Μανιά, η οποία εξακολουθεί μέχρι σήμερα να μένει στο «ελληνικό» προάστιο Dandenong της Μελβούρνης και θεωρεί τον εαυτό της τυχερό που είχε την ευκαιρία να μεγαλώσει μέσα σε ελληνικό περιβάλλον στην άλλη άκρη του κόσμου.
«Στη Μελβούρνη εμείς δεν νιώσαμε μοναξιά, απομόνωση και ρατσισμό, γιατί πολύ απλά φέραμε το χωριό μας στην μακρινή Αυστραλία και γίναμε όλοι μια μεγάλη οικογένεια κι αυτό είναι το πιο σημαντικό απ’ όλα» λέει η Παναγιούλα.
Σχόλια Facebook