Έφερε απ΄ την Αμερική την κόρη του που είναι ΑμΕΑ και πέρασαν στην πλάτη του το Φαράγγι της Σαμαριάς!

Αθήνα.- Τον γύρο του διαδικτύου κάνει η φωτογραφία με έναν πατέρα ο οποίος διέσχισε το φαράγγι της Σαμαριάς, κρατώντας στην πλάτη του την κόρη του, η οποία είναι ΑμΕΑ.

Η φωτογραφία ανέβηκε στην σελίδα του Ορειβατικού Συλλόγου Χανίων και στο κείμενο που τη συνοδεύει, αναφέρεται η συγκινητική ιστορία του πατέρα και της κόρης του που ήρθαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής για περάσουν το φαράγγι.

Το κείμενο του Μανώλη Παπαδάκη που συνοδεύει τη φωτογραφία:

«”Μανώλης και Σοφία …μια ιστορία αγάπης.”

Τους συναντήσαμε στον Χριστό.

Ο Χριστός είναι το τελευταίο πλάτωμα πριν τις σιδερόπορτες. Μια εκκλησία , πολλά δέντρα , ξύλινα τραπέζια, ξύλινα καθίσματα, και πεντακάθαρο νερό πηγής.

 

Αυτή, κάθονταν πάνω σε ένα τραπέζι και αυτός περιφερόταν στον χώρο σαν να ήθελε να μην “χάσει” το ζέσταμα του.

“Πόση ώρα είναι μέχρι την έξοδο;” με ρώτησε με ξενική προφορά.

¨Μιά ώρα περίπου” του απάντησα.

¨Χώμα η πέτρα:¨

¨Πέτρα…¨

Της έδωσε ένα κομμάτι φρούτο απ αυτό που έτρωγε και εκείνος, λέγοντας οτι καλά θα ήταν να ξεκινήσουν πριν ο ήλιος ανέβει ψηλά.

Μετά της φόρεσε ένα σακίδιο στην πλάτη, την σήκωσε στην δική του πλάτη και ξεκίνησαν.

Στην διαδρομή μιλάγανε για συναισθήματα. Και για παλιές ιστορίες.

Πότε πότε αυτή του έδινε συμβουλές για το πως θα αποφύγει μια πέτρα. Εκείνος τις απέφευγε χαμογελαστός, σαν χορευτής των Μπολσόι, να μην φανεί η προσπάθεια.

Όταν κουράζονταν έβρισκε ένα πεζούλι, την ακουμπούσε μαλακά και της έβγαζε το σακίδιο από την πλάτη.

Ήρθαν από Αμερική.

Ο Μανώλης και η κόρη του ήρθαν από Αμερική για να περάσουν το φαράγγι μαζί.

Κι ας μην έχει υποδομές για Α.Μ.Ε.Α.

Τον ρώτησα αν θέλει κάποια βοήθεια. ¨Φωτογραφίες …¨μου είπε

¨Δεν έχουμε φωτογραφίες μαζί… έτσι που βιάζονται όλοι να φτάσουν στο τέρμα, δεν προλαβαίνω να το ζητήσω από κανένα….¨

Φωτογραφίες κάτω από τους τεράστιους βράχους, φωτογραφίες στο ποτάμι, φωτογραφίες στις σιδερόπορτες…. πάντα αγκαλιά …και πάντα χαμογελαστοί.

Μετά, αυτός βρήκε ένα πεζούλι, της φόρεσε αργά το σακίδιο στην πλάτη, την σήκωσε και ….. συνέχισαν την κουβέντα τους .

Καθώς απομακρυνόταν, το φαράγγι πολλαπλασίαζε τις φωνές τους……Τους άκουγα ακόμα κι όταν δεν τους έβλεπα πια….»

Πηγή: ekriti.gr/enikos.gr