Στοχασμοί: Πουλημένα όνειρα
-Το πούλησες βρε τ’ όνειρο στην αγορά όπως σου παρήγγειλα;
-Όχι Δάσκαλε, δεν μπόρεσα να το αποχωριστώ!
-Γιατί βρε πανάθεμά σε! Δεν μπόρεσες να πιάσεις καλή τιμή;
-Αμέ δάσκαλε, είχα πολύ καλές προσφορές! Ήταν εκεί όλοι οι έμποροι των ονείρων και τα εκποιούσαν σε τιμές μοναδικές. Κάποιος μου έδινε ολόκληρο “σιγουράκι” για το υπόλοιπο της ζωής μου. Άλλος με πλησίασε με το “βολεψάκι” και προσπαθούσε να μου το πλασάρει σε αντάλλαγμα του ονείρου. Και ένας άλλος έμπορος, πίσω από μια τέντα προσπαθούσε με το “τρομοκρατήσου” το όνειρο να αλλάξει.
Ήταν και κάποιοι κουστουμαρισμένοι, πίσω από πλούσιους πάγκους που είχαν από όλα τα καλούδια πάνω τους. Αυτοί είχαν τις πιο δελεαστικές προσφορές μιας και έπαιρναν το όνειρό σου και σου έδιναν μια ζωή γυαλιστερή, χλιδάτη, ιλουστρασιόν και καλουπαρισμένη. Πραγματικά κόντεψα να χάσω την ύπαρξή μου στην επίδειξη της πραμάτειας τους.
Όμως για όλα τούτα Δάσκαλε που τις αισθήσεις μου μαγέψαν, το όνειρο δεν το ξεπουλάω.
-Γιατί μωρέ δεν το ’δωσες, για πάντα να ξεμπερδέψεις;
-Επειδή Δάσκαλε αν το όνειρο ξεπουλήσω, τότε θα μπερδέψω άσκημα! Μου ’μαθες τη φωνή της ψυχής μου να ακούω, και για να κάνω αυτό το παζάρι θα ’πρεπε πρώτα να κουφαθώ. Μου ’μαθες τα βήματα της καρδιάς να ακολουθώ και με την αγοραπωλησία αυτή, κουτσός θα αισθανόμουν. Μου ’μαθες τα κύτταρά μου να ακολουθώ για να τραβώ για την ευτυχία μου, και βλέπω ότι της λογικής τούτο το ζύγιασμα σε άγρυπνες νύχτες οδηγεί. Μου ’μαθες ότι τα όνειρα σε παζάρια δεν χωρούν, αν μια μέρα το άρωμά τους θέλεις να εισπνεύσεις. Μου ’μαθες ότι η αξιοσύνη στην πίστη για το όνειρο κρύβεται και όχι στη συμβιβασμένη ζωή.
Σε είδα που ζεις το όνειρο το δικό σου ευτυχισμένος, ακόμα και όταν η κόλαση τις πόρτες της σου ανοίγει. Σε είδα που ολόρθος στέκεις στην αντάρα και χαμογελάς στα τερτίπια των Θεών τσουγκρίζοντας το ποτήρι σου κάθε που ο Θεριστής σε προκαλεί, χωρίς από το όνειρό σου να παραιτείσαι. Σε άκουσα στο δάσος που μιλούσες με τα πλάσματα, με τα δέντρα, με το ρυάκι και κατάλαβα τις απαντήσεις μου που θα τις βρίσκω. Σε έζησα, και ανακάλυψα τη ζωή.
Ο Δάσκαλος έγειρε χαρούμενος στο πλάι και αποκοιμήθηκε.
-Όχι Δάσκαλε, δεν μπόρεσα να το αποχωριστώ!
-Γιατί βρε πανάθεμά σε! Δεν μπόρεσες να πιάσεις καλή τιμή;
-Αμέ δάσκαλε, είχα πολύ καλές προσφορές! Ήταν εκεί όλοι οι έμποροι των ονείρων και τα εκποιούσαν σε τιμές μοναδικές. Κάποιος μου έδινε ολόκληρο “σιγουράκι” για το υπόλοιπο της ζωής μου. Άλλος με πλησίασε με το “βολεψάκι” και προσπαθούσε να μου το πλασάρει σε αντάλλαγμα του ονείρου. Και ένας άλλος έμπορος, πίσω από μια τέντα προσπαθούσε με το “τρομοκρατήσου” το όνειρο να αλλάξει.
Ήταν και κάποιοι κουστουμαρισμένοι, πίσω από πλούσιους πάγκους που είχαν από όλα τα καλούδια πάνω τους. Αυτοί είχαν τις πιο δελεαστικές προσφορές μιας και έπαιρναν το όνειρό σου και σου έδιναν μια ζωή γυαλιστερή, χλιδάτη, ιλουστρασιόν και καλουπαρισμένη. Πραγματικά κόντεψα να χάσω την ύπαρξή μου στην επίδειξη της πραμάτειας τους.
Όμως για όλα τούτα Δάσκαλε που τις αισθήσεις μου μαγέψαν, το όνειρο δεν το ξεπουλάω.
-Γιατί μωρέ δεν το ’δωσες, για πάντα να ξεμπερδέψεις;
-Επειδή Δάσκαλε αν το όνειρο ξεπουλήσω, τότε θα μπερδέψω άσκημα! Μου ’μαθες τη φωνή της ψυχής μου να ακούω, και για να κάνω αυτό το παζάρι θα ’πρεπε πρώτα να κουφαθώ. Μου ’μαθες τα βήματα της καρδιάς να ακολουθώ και με την αγοραπωλησία αυτή, κουτσός θα αισθανόμουν. Μου ’μαθες τα κύτταρά μου να ακολουθώ για να τραβώ για την ευτυχία μου, και βλέπω ότι της λογικής τούτο το ζύγιασμα σε άγρυπνες νύχτες οδηγεί. Μου ’μαθες ότι τα όνειρα σε παζάρια δεν χωρούν, αν μια μέρα το άρωμά τους θέλεις να εισπνεύσεις. Μου ’μαθες ότι η αξιοσύνη στην πίστη για το όνειρο κρύβεται και όχι στη συμβιβασμένη ζωή.
Σε είδα που ζεις το όνειρο το δικό σου ευτυχισμένος, ακόμα και όταν η κόλαση τις πόρτες της σου ανοίγει. Σε είδα που ολόρθος στέκεις στην αντάρα και χαμογελάς στα τερτίπια των Θεών τσουγκρίζοντας το ποτήρι σου κάθε που ο Θεριστής σε προκαλεί, χωρίς από το όνειρό σου να παραιτείσαι. Σε άκουσα στο δάσος που μιλούσες με τα πλάσματα, με τα δέντρα, με το ρυάκι και κατάλαβα τις απαντήσεις μου που θα τις βρίσκω. Σε έζησα, και ανακάλυψα τη ζωή.
Ο Δάσκαλος έγειρε χαρούμενος στο πλάι και αποκοιμήθηκε.
Σχόλια Facebook