Η ανατομία των σχέσεων Γενέτειρας –απόδημου Ελληνισμού

ΘΕΜΑ: ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

Βρεθήκαμε, σχετικά πρόσφατα, με ομογενή, πρόεδρο μεγάλης  Ομοσπονδίας, που επισκέφθηκε την Αθήνα. Δύο ώρες κουβέντα, καλύψαμε πολλά από τα θέματα που απασχολούν την ομογένεια στο εξωτερικό, αλλά και τις σχέσεις της με την Ελλάδα.

Η συζήτηση ήταν off the record και, επομένως, μόνο εντυπώσεις μπορώ να μεταφέρω εδώ, δίχως «αποδείξεις και ονόματα».  Έχουν, παρά ταύτα, και οι εντυπώσεις την αξία τους. Κυρίως γιατί αυτές ως αποτύπωμα στη μνήμη είναι απαλλαγμένες από στοιχεία υπερβολής ή σκοπιμότητας.

Δύο είναι τα κυριότερα συμπεράσματα στα οποία καταλήξαμε με  τη συζήτηση:

  1. Η Ομογένεια -και ποτέ «διασπορά»- διαθέτει έμψυχο υλικό, επιρροή και οικονομικές δυνατότητες ικανές να απογειώσουν όχι μία, αλλά …δύο Ελλάδες! Και,
  2. Το ελληνικό κράτος, διαχρονικά και διακομματικά, πράττει ό,τι μπορεί προκειμένου να …απογοητεύσει και να κρατήσει μακριά την ομογένεια.

Τα παραδείγματα άφθονα και για τις δύο παραμέτρους του ίδιου ζητήματος. Πολλά και γνωστά σε όλους, ώστε να μην χρειάζεται να τα καταγράψουμε όλα από την αρχή.  Τα σημαντικότερα:

  • Η αθεράπευτη «ελληνοκεντρικότητα» της Δημόσιας Διοίκησης.
  • Η αδιαφορία του εθνικού Κέντρου να κατανοήσει τη σημασία ενός Υπουργείου Απόδημου Ελληνισμού.

Τα δύο αυτά παραδείγματα ανοίγουν σαν βεντάλια  τις ακτίνες τους και «ακουμπούν» όλους τους κόμβους των σχέσεων του εντός με τον εκτός Ελληνισμό. Ο συνομιλητής μας ήταν απογοητευμένος. «Γιατί, έλεγε, οι ταγοί της πατρίδας  πράττουν κατά συρροή όλα όσα πληγώνουν, απογοητεύουν και ζημιώνουν τους απόδημους και τους ομογενείς;»

Του ζητήσαμε να μας εξηγήσει περισσότερο τον ισχυρισμό του. “Η δημόσια διοίκηση φέρεται σχεδόν εχθρικά –και πάντως άσκεφτα-  στα θέματα που αφορούν τους απόδημους”. Να ένα παράδειγμα, πρόσφατο: Για τους δασικούς χάρτες που δημοσιεύονται δίνουν προθεσμία δύο μηνών στους κατοίκους της χώρας να υποβάλλουν τις ενστάσεις τους και επιπλέον είκοσι μόλις μέρες για τους απόδημους και τους ομογενείς!  Μα καλά, δεν ξέρουν ότι χιλιάδες ομογενείς ζουν αποκομμένοι από την πατρίδα χωρίς  ΜΜΕ και δίχως επαφές με τη γενέτειρα; Πώς και πότε θα πληροφορηθούν οι άνθρωποι αυτοί το θέμα αυτό; Τα Προξενεία κλείνουν το ένα μετά το άλλο. Η Δορυφορική ΕΡΤ –που ήταν μια καλή πηγή χρηστικής πληροφόρησης, δεν εκπέμπει πια…

Ένα άλλο ζήτημα που έθεσε, ήταν αυτό της συμπεριφοράς ορισμένων κυβερνητικών στελεχών απέναντι στους Απόδημους. «Ορισμένοι στα υπουργεία μας συμπεριφέρονται –περισσότερο τώρα – σχεδόν απαξιωτικά, πάντως υπεροπτικά και πατερναλιστικά εμποδίζοντας έτσι  τη δημιουργία καλού κλίματος».  Και έθεσε το ερώτημα: Γιατί η δημόσια διοίκηση αδρανεί, αδιαφορεί ή προσπαθεί να οικειοποιηθεί κάθε δημιουργική ιδέα της ομογένειας και την βάζει στην «Προκρούστεια κλίνη» ώστε να την φέρει στα μέτρα της; Άλλο πρόσφατο παράδειγμα, στο ζήτημα αυτό, η διακομματική περιπέτεια της ιδέας των Ιταλών για παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας.

Επιχειρήσαμε να φέρουμε τη συζήτηση στην άλλη όψη του ιδίου νομίσματος. Ρωτήσαμε:  Η ομογένεια δεν βαρύνεται με λάθη και παραλείψεις στις σχέσεις της με τη γενέτειρα;  Για παράδειγμα, η  συμπαράσταση στην αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης ήταν του μεγέθους που θα ανέμενε κανείς από την «ακμάζουσα» ομογένεια;

Η απάντηση ήταν ευθεία: Η ομογένεια τις τελευταίες δεκαετίες έχει ατυχήσει σε ό,τι αφορά την ηγεσία της. Στις ομοσπονδίες και στους Συλλόγους έχουν πάρει τα ινία και ορισμένοι ομογενείς μετρίου ηγετικού διαμετρήματος.  που δεν μπορούν να την συνεγείρουν. Στην Εκκλησία η ποιμαντορία Δημητρίου, εκκλησιαστικά αξιολογείται ως λίαν επικοδομητική, πολιτικά, όμως, ανύπαρκτη.

Η μετριότητα των επικεφαλής έχει προκαλέσει «χάσμα» στις σχέσεις με τη γενέτειρα ενώ η τελευταία έχει κρατήσει σε «χαμηλή πτήση» τις σχέσεις της με την ομογένεια η οποία, εντούτοις, συνεχίζει την οικονομική, πολιτική και πολιτιστική της ανοδική πορεία.

Ωστόσο η επικράτηση του Εγώ σε πλείστες όσες περιπτώσεις και η αλαζονεία που επιδεικνύουν ορισμένα ομογενειακά στελέχη και μεγάλων ομοσπονδιών  -και όχι μόνον στην Αμερική- έχει οδηγήσει σε πολυδιάσπαση των προσπαθειών της ομογένειας. Σε αποδυνάμωση της επιρροής της. Και σε ανάσχεση του εθνικού της ρόλου και έργου…

Μοιραία, έτσι, έχουν βρει  πρόσφορο έδαφος οι αυλοκόλακες , οι άρπαγες  και οι διαβολείς, δηλητηριάζοντας  τις σχέσεις  των δύο συνιστωσών του Ελληνισμού. Ακόμη και ενέργειες, προτάσεις και ιδέες που από τη φύση τους είναι προορισμένες να ανυψώσουν το φρόνημα των Ελλήνων σκοντάφτουν σε ελληνικές γραφειοκρατικές δομές και σε ανιστόρητα επιχειρήματα, ενώ η χώρα γίνεται αντικείμενο σχολιασμού στο εξωτερικό είτε γατί δεν μπορεί να προστατεύσει ένα σχολείο είτε γιατί μια ημερομηνία μπορεί να διχάσει ένα κόμμα, μια Βουλή, μια κοινωνία…

Τι πρέπει (ή τι μπορεί) να γίνει; Η ανάδειξη νέων οργανώσεων στην ομογένεια και η αναρρίχηση νεώτερης γενιάς  ομογενών στο πηδάλιο, καθόλου δεν απέδειξε –μέχρι σήμερα τουλάχιστον- ότι μπορεί να υπερβεί τα πατροπαράδοτα και να δράσει εθνικά. Χρειάζεται, επομένως, μια συντονισμένη προσπάθεια προς την κατεύθυνση αυτή.  Παράλληλα, πρέπει το εθνικό Κέντρο να αντιμετωπίσει με άλλο πνεύμα –ενωτικό και όχι διχαστικό- την ομογένεια.  Να την βάλει στα σχολεία. Στα πανεπιστήμια. Ως μάθημα. Να επικροτήσει προσπάθειες οργάνωσης νέων σωματείων που προτάσσουν το ενωτικό πνεύμα.

Να πάψει να αποφασίζει θέματα που άμεσα την αφορούν ερήμην της. Η αποζημίωση των ομογενών μικροκαταθετών από τη ζημιά που σχετικά πρόσφατα υπέστησαν με το PSI, θα μπορούσε να αποτελέσει ένα καλό σινιάλο για την προσέλκυση κεφαλαίων και επενδύσεων από την αποδημία. Το έμπρακτο ενδιαφέρον για την ελληνική εκπαίδευση των παιδιών των ομογενών, και ιδιαίτερα στις ευρωπαϊκές  χώρες που στοχεύουν για ανώτατες σπουδές τα ελληνικά πανεπιστήμια, θα έπρεπε να είναι μόνιμο μέλημα του εθνικού Κέντρου.

Η ψήφος των Αποδήμων από τον τόπο διαμονής τους θα τους διευκόλυνε και θα αναθέρμαινε το ενδιαφέρον για τη γενέτειρα.  Η δε ανασύσταση του ΣΑΕ θα μπορούσε να λειτουργήσει θεραπευτικά σε ό,τι αφορά την σημερινή απουσία θεσμικού ηγετικού συνομιλητή της ομογένειας με την εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση.

Δεν λύσαμε όλα τα ζητήματα στην κουβέντα μας  με τον ομογενειακό παράγοντα. Και πως θα μπορούσαμε, άλλωστε. Μέχρι να τελειώσουμε τον καφέ μας, όμως, περιδιαβήκαμε πολλά από αυτά. Αν ήθελε να σκύψει το αυτί η πολιτική ηγεσία, ίσως θα είχε να ωφεληθεί πολλά από τη συζήτηση…