Μηνύματα προς τους Αυστραλούς με ύμνους στην Ελλάδα!

Λίγες μέρες μετά τις εκλογές, ο πρώην πρέμιερ της Βικτώριας, Jeff Kennett, στο σχόλιό του στη «Herald Sun», και με αφορμή την επανεμφάνιση της Pauline Hanson στην πολιτική σκηνή, θεώρησε καλό να μας υπενθυμίσει «πόσο σημαντικό είναι για το μέλλον της Αυστραλίας να συνεχίσουμε να είμαστε μια ανεκτική κοινωνία».

Με τίτλο «Η Αυστραλία είναι στα καλύτερά της όταν είμαστε ενωμένοι», με το γνωστό του, επί της ουσίας στιλ, απέδειξε του λόγου το αληθές.

Ο Jeff Kennett πέρυσι παρουσιάζοντας το βιβλίο του καθηγητή Αναστάσιου Τάμη «Μακεδόνες Έλληνες στην Ωκεανία». Φώτο: Κώστας Ντεβές

Ο Jeff Kennett πέρυσι παρουσιάζοντας το βιβλίο του καθηγητή Αναστάσιου Τάμη «Μακεδόνες Έλληνες στην Ωκεανία». Φώτο: Κώστας Ντεβές

Την περασμένη Τετάρτη, όμως, το σχόλιό του, στενά δεμένο εισαγωγικά με το προηγούμενο, αφού ξεκίνησε με τη σπουδαιότητα της κοινωνικής συνοχής, ήταν ένας ύμνος για τους Έλληνες της Αυστραλίας -ειδικότερα της Μελβούρνης που γνώρισε, συνεργάστηκε και δέθηκε στενά μαζί τους-, για τον ελληνικό πολιτισμό, για τον θρίαμβο του ελληνικού φιλότιμου, με συγκεκριμένες αναφορές.

Θεωρώ ότι είναι τιμή μας που επέλεξε εμάς -την ελληνική παροικία, τη γενέτειρα, την επίσκεψή του στο Μουσείο της Ακρόπολης και συγκεκριμένα γεγονότα, εύστοχα φωτισμένα, που ανυψώνουν τη χώρα μας-, προκειμένου να υπογραμμίσει τα λεγόμενά του και την ίδια ώρα να στείλει το μήνυμα ότι και η Αυστραλία δεν είναι στο απυρόβλητο.

ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ

Με τίτλο «Η φιλία μου με τους Έλληνες στηρίζεται στην αλληλοεκτίμηση», πληροφορεί τους αναγνώστες του ότι πάντα διατηρούσε στενή σχέση με ο,τιδήποτε ελληνικό «ωθούμενος, σε έναν βαθμό, από την επιβλητική τους παρουσία στη Μελβούρνη».

«Το κύμα των Ελλήνων μεταναστών στη Μελβούρνη, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, υπήρξε εντυπωσιακό. Οι προσπάθειές τους να εργαστούν σκληρά, προκειμένου να εξασφαλίσουν μια καλή μόρφωση στα παιδιά τους και τις ευκαιρίες που οι ίδιοι δεν είχαν, μόνο ως αυτοθυσία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί.

Τα τελευταία 30 χρόνια είχα την ευκαιρία να δημιουργήσω δεσμούς φιλίας τόσο με τους Έλληνες της Μελβούρνης όσο και της Ελλάδας.

Πάντα νοιώθω μεγάλη χαρά, όταν επιστρέφω στη χώρα που είναι γνωστή ως ο τόπος που γεννήθηκε η δημοκρατία.

Έχω γνωρίσει πολλούς από τους πρωθυπουργούς της Ελλάδας, αλλά όχι ακόμη τον Αλέξη Τσίπρα.

Στην πραγματικότητα, εξαιτίας της φιλίας μου με τον πρώην σοσιαλιστή και χαρισματικό Έλληνα πρωθυπουργό, Αντρέα Παπανδρέου, από το 1992, η αυστραλιανή κυβέρνηση μου ζήτησε να εκπροσωπήσω τη χώρα στην κηδεία του το 1996, κάτι που θεώρησα μεγάλη μου τιμή.

Θυμάμαι, ακόμη, την προσπάθειά μας με τον πρώην πρωθυπουργό Gough Whitlam και τον David Hill για την επιστροφή των Ελγίνειων Μαρμάρων στη θέση που ανήκουν, στην Ελλάδα».

Αναφερόμενος, στη συνέχεια, στην πρόσφατη επίσκεψή του στην Ελλάδα, θα πει: «Την περασμένη εβδομάδα επισκέφθηκα το Μουσείο της Ακρόπολης. Θαύμασα την πιο υπέροχη συλλογή αγαλμάτων, διαζωμάτων και έργων τέχνης, που έχουν φιλοτεχνηθεί αιώνες πριν τη γέννηση του Χριστού, έργα απίστευτης ωραιότητας.

Ενδιαφέρον -όχι όμως και έκπληξη- παρουσίαζε το γεγονός ότι την ίδια ώρα, ήταν εκεί, ως επισκέπτες, πολλές οικογένειες μη Ελλήνων Αυστραλών».

Στη συνέχεια, ο Jeff δίνει μια γενικότερη εικόνα του Μουσείου, στους αναγνώστες του που δεν το γνωρίζουν , προωθώντας έτσι, εμμέσως πλην σαφώς, και το ζήτημα της επιστροφής των Μαρμάρων.

«Όπως το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης ΜΟΝΑ στο Χόμπαρτ, το Μουσείο της Ακρόπολης είναι γνωστό διεθνώς, ελκύοντας επισκέπτες απ’ όλα τα μέρη του κόσμου. Χτίστηκε, από μια άποψη, με το σκεπτικό ότι οι Άγγλοι θα πράξουν το καθήκον τους και θα επιστρέψουν τα μάρμαρα που έκλεψε ο λόρδος Έλγιν το 1812.

Δυστυχώς, όμως, οι Άγγλοι δεν έχουν επιστρέψει, μεταξύ άλλων, και τα διαζώματα τα οποία είναι το 50% εκείνων που κοσμούσαν τον Παρθενώνα».

ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΦΙΛΟΤΙΜΟ

O Jeff Kennett, στη συνέχεια, αναφέρεται στη φιλία που τον συνδέει με τον Έλληνα εφοπλιστή Παναγιώτη Τσάκο και ρίχνει φως σ’ ένα συγκεκριμένο γεγονός που μιλά για το ελληνικό φιλότιμο, αλλά και τους άρρηκτους δεσμούς μεταξύ Ελλάδας και Αυστραλίας.

Σύντομα αναφέρεται στη συνάντηση που είχε πρόσφατα μαζί του, στην Αθήνα και για όσους δεν γνωρίζουν τον «βασιλιά των θαλασσών», σκιαγραφεί με απλότητα το προφίλ του.

«Ο καπετάνιος Τσάκος μπήκε στη θάλασσα από τα 13 του χρόνια. Δούλεψε σκληρά και πέτυχε να γίνει καπετάνιος αρμενίζοντας στις θάλασσες του κόσμου. Ιδιοκτήτης ενός πλοίου το 1970, δημιουργεί τη δική του ναυτιλιακή εταιρεία, με πάνω από 70 μεγάλα σκάφη σήμερα. Είναι 80 χρόνων, έχει όμως την ενέργεια και τα οράματα ενός σαραντάρη. Εδώ θα ήθελα να αναφερθώ σ’ ένα συγκεκριμένο γεγονός που μιλά εύγλωττα για το ελληνικό φιλότιμο καθώς επίσης και την εκτίμηση που τρέφει ο καπετάνιος Τσάκος προς την Αυστραλία.

Το 2004 η εταιρία του είχε αναλάβει την κατασκευή ενός πολεμικού πλοίου που θα αντικαθιστούσε το HMAS Westralia.

«Η ναυπήγηση είχε ολοκλρωθεί και τη μέρα της παραλαβής προέκυψε ένα πρόβλημα. Ο Αυστραλός αξιωματούχος Gary McFarlane, υπεύθυνος των διαδικασιών, πληροφορήθηκε ότι δεν είχε γίνει η πληρωμή όπως είχε προγραμματιστεί. Αυτό δημιούργησε μεγάλα προβλήματα για το λόγο ότι, μεταξύ άλλων, είχε λήξει και η ασφάλεια του σκάφους. Το πλήρωμα έφυγε και οι Κορεάτες ναυπηγοί ζητούσαν να βγει από τα ναυπηγεία τους, όπως είχε προγραμματιστεί, δεδομένου ότι έπρεπε να ετοιμάσουν την παράδοση ενός άλλου σκάφους. Τότε ο ίδιος ο εφοπλιστής Παναγιώτης Τσάκος, μεσολάβησε να πληρωθεί η ασφάλεια, έδωσε εντολή στο πλήρωμα να επιστρέψει και ήταν διατεθειμένος να περιμένει όσο χρειαζόταν για την πληρωμή. Έτσι αποφεύχθηκε μία μεγάλη κρίση.

Όταν αργότερα τον ρώτησαν γιατί επέδειξε τόση γενναιοδωρία η απάντησή του ήταν ότι ήταν τιμή του να το κάνει, σε ένδειξη αναγνώρισης της γενναιότητας των Αυστραλών στη Μάχη της Κρήτης.

Γιατί αναφέρομαι σ’ αυτό το περιστατικό; Aπλά, για να δείξω και να τονίσω, για άλλη μια φορά τη σημασία του δεσμού μας με την Ελλάδα και την ελληνική παροικία».

Στη συνέχεια ο θερμός φιλέλληνας θα συγκρίνει την πολιτική και οικονομική κατάσταση των δύο χωρών, στοχεύοντας προφανώς στο να ανυψώσει την Ελλάδα ηθικά από τη μία πλευρά και από την άλλη να δείξει ότι και η Αυστραλία δεν είναι στο απυρόβλητο.

«H Ελλάδα έχει μεν τα προβλήματά της, μη σας διαφεύγει όμως το εξής. Από το 2004 άλλαξε εφτά πρωθυπουργούς, αλλά και η Αυστραλία άλλαξε, στο ίδιο διάστημα, έξι. Η Ελλάδα αντιμετωπίζει κάποια σοβαρά οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα, αλλά και εμείς έχουμε σοβαρές οικονομικής και κοινωνικής φύσης προκλήσεις που είμαστε αναγκασμένοι να αντιμετωπίσουμε.

Όπως τόνισα και την περασμένη εβδομάδα, οι προκλήσεις αυτές θα αντιμετωπιστούν αποτελεσματικότερα από μια ενωμένη, ανεκτική κοινωνία», καταλήγει ο δικός μας Jeff.