Οι μεγαλύτεροι παραγωγοί καλαμποκιού και φασολιών στη Δ. Αυστραλία είναι ομογενείς!
Για τον Νίκο Τράντο, τα παιδιά του και τα εγγόνια του η «καλή» μέρα δεν φαίνεται απ’ το πρωί, αλλά από τη… νύχτα.
Είναι εκείνες τις μικρές ώρες της μέρας, που τα τεράστια αγροκτήματα της Trandos Farms «ξυπνούν» και οι εργαζόμενοι βάζουν μπροστά τα μηχανήματα που αρχίζουν να τα «οργώνουν» είτε για να προετοιμαστεί το έδαφος για την επόμενη σοδειά είτε για να συλλεχθεί ο «χρυσός» καρπός ή για να ετοιμαστεί η επόμενη παραγγελία.
Η «χρυσή» ιστορία της Trandos Farms άρχισε πριν από 77 χρόνια, όταν ο τότε νεομετανάστης Δημήτρης Τράντος, από το Κεφαλάρι Καστοριάς, νοίκιασε ένα κομμάτι γης, μερικές δεκάδες χιλιόμετρα έξω από το Perth της Δ. Αυστραλίας, και άρχισε να καλλιεργεί σ’ αυτά κηπευτικά.
«Ο παππούς μου μετανάστευσε στην Αυστραλία το 1938 μόνος του. Από τη μέρα που πάτησε το πόδι του εδώ, δούλευε στα χωράφια κάποιου κ. Παππά. Και αυτός Έλληνας ήταν και στο αγρόκτημά του δούλευαν τότε, πολλοί μετανάστες» λέει ο εγγονός του Δημήτρη (Δημήτρης και αυτός), αναφερόμενος στο μεταναστευτικό παρελθόν της οικογένειας, αλλά και της αγροτικής επιχείρησης που σήμερα είναι η μεγαλύτερη μονάδα παραγωγής γλυκού καλαμποκιού στη Δυτική Αυστραλία, παράγοντας πάνω από 1 εκατ. τόνους καλαμποκιού την εβδομάδα.
Ο σημερινός Δημήτρης, μαζί με τον αδελφό του Arthur και τον πρώτο του εξάδελφο Μιχάλη, κάνουν κουμάντο στον τομέα παραγωγής καλαμποκιού της επιχείρησης, ενώ τα υπόλοιπα εξαδέλφια ασχολούνται με τις άλλες παραγωγικές μονάδες της Trandos Farms. Τρία τεράστια αγροκτήματα, το ένα στην περιοχή Neerabup, (36 χλμ. έξω από το Perth), το άλλο στην περιοχή Gingin (90 χλμ. από το Perth) και ένα ακόμα στο Broome, αποτελούν το «βασίλειο» της οικογένειας Τράντου, η οποία αυτή τη στιγμή απασχολεί τουλάχιστον 100 άτομα προσωπικό, παρά το γεγονός ότι είναι απολύτως αυτοματοποιημένη και, εκτός από καλαμπόκι που διοχετεύει στην εγχώρια αγορά και παράλληλα εξάγει σε επτά ακόμα χώρες, παράγει επίσης φασόλια, ενώ στα αγροκτήματά της εκτρέφονται και κοτόπουλα.
ΟΥΤΕ ΘΕΡΟΣ ΟΥΤΕ ΤΡΥΓΟΣ. ΑΠΛΩΣ ΠΟΛΕΜΟΣ
«Αν δεν ξεσπούσε ο πόλεμος δεν θα ήμασταν σήμερα εδώ» μου λέει ο πατέρας του Δημήτρη, ο κ. Νίκος. «Ο πατέρας μου ήρθε στην Αυστραλία μόνος του, για να εργαστεί για λίγα χρόνια και να επιστρέψει στην Ελλάδα. Μετά ξέσπασε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος και ο εμφύλιος και αντί αυτός να επιστρέψει στην Ελλάδα, φύγαμε εμείς και ήρθαμε στην Αυστραλία. Εγώ ήμουν μόνο τεσσάρων χρόνων τότε και ο Σταύρος ενός» λέει ο κ. Νίκος που πρέπει να πούμε ότι κατέχει και την τιμητική διάκριση του ΟΑΜ για την μακρόχρονη προσφορά του στα κοινά της περιοχής Wanneroo, της οποίας διετέλεσε πρώτος δήμαρχος, ενώ στα μέσα της δεκαετίας του ’80 κατείχε και την θέση του προέδρου του οργανισμού Vegetable Growers of Australia.
Ο κ. Νίκος, όμως, εκτός από την ανάμειξή του στα κοινά, μαζί με τα δύο του αδέλφια τον Σταύρο και τον Χαρίσιο, τις συζύγους και τα παιδιά τους έχτιζαν την ίδια στιγμή, πάνω στα θεμέλια που έβαλε ο πατέρας τους, καταφέρνοντας τα 40 στρέμματα γης που βρήκαν αρχικά να τα κάνουν 800.
Παρά το γεγονός ότι η «Άγρια Δύση» της Αυστραλίας τω καιρώ εκείνω «έσφυζε» από ρατσισμό, ο κ. Νίκος που δεν γνώριζε ούτε μία λέξη αγγλικά κατά τη διάρκεια των παιδικών του χρόνων, σε ηλικία μόλις 26 ετών και ενώ εργαζόταν σκληρά στο οικογενειακό αγρόκτημα, κατάφερε να εκλεγεί δημοτικός σύμβουλος στην περιφέρεια του Wanneroo. «Δεν άρεσα σε όλους. Κανένας μας δεν μπορεί να αρέσει σε όλους. Αλλά δεν με ένοιαζε. Σε όποιον αρέσουμε» λέει με μία καλή δόση αδιαφορίας στη φωνή του που τόσο η επιτυχημένη του καριέρα στον επιχειρηματικό χώρο όσο και η αναγνωρισμένη προσφορά του στην κοινωνία της περιοχής του δίνουν το δικαίωμα για κάτι τέτοιο.
«Δουλέψαμε σκληρά αλλά τίποτα δεν δημιουργείται εύκολα. Εκείνα τα χρόνια καλλιεργούσαμε κηπευτικά και όλα ήταν δυσκολότερα γιατί τα κηπευτικά θέλουν πολλά εργατικά χέρια» λέει σήμερα ο 82χρονος κ. Νίκος, ενθυμούμενος τις δυσκολίες που χρειάστηκε να ξεπεράσει για να καταφέρει μαζί με τα αδέρφια του να κρατήσει την οικογενειακή επιχείρηση ζωντανή και ακμαία.
«Νοιώθω περήφανος που βλέπω σήμερα τα παιδιά μας να κάνουν αυτό που κάναμε και εμείς, καλύτερα και πιο επιτυχημένα» προσθέτει ο «πατέρας της γης».
ΝΕΟΙ ΟΡΓΑΝΙΚΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ
Οι επιτυχίες, όπως και οι αποτυχίες στη ζωή και τις επιχειρήσεις, κατ’ επέκταση, εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις επιλογές μας. Αυτό ο Δημήτρης Τράντος ο νεότερος – το γνωρίζει πολύ καλά. Το έζησε δέκα χρόνια πριν.
«Ήταν η εποχή που θα έπρεπε να πάρουμε σκληρές αποφάσεις. Αν παραμέναμε στον χώρο με τις ίδιες καλλιέργειες και τις ίδιες τεχνικές, το ξέραμε θα χανόμαστε. Αποφασίσαμε να πάρουμε το ρίσκο. Σταματήσαμε την παραγωγή των κηπευτικών, μεγιστοποιήσαμε την παραγωγή καλαμποκιού και φασολιών και επενδύσαμε στην πλήρη αυτοματοποίηση της όλης διαδικασίας καλλιέργειας και σε περισσότερη γη. Έπρεπε να επενδύσουμε αν θέλαμε να επιβιώσουμε» αναφέρει ο Δημήτρης.
Η αγορά της γης στη μέση του πουθενά -και εννοούμε το αγρόκτημα στην περιοχή του Broome (για την ακρίβεια 200 χιλιόμετρα από την πόλη)- εξασφάλισε στην Trandos Farms τη δυνατότητα να παράγει τον «χρυσό» καρπό καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Παράλληλα, η νέα γη παρείχε μία μοναδική ευκαιρία για την ομογενειακή επιχείρηση. Την ευκαιρία να μπει στον χώρο της οργανικής καλλιέργειας.
«Είχαμε διαπιστώσει ότι η ζήτηση για ‘οργανικό’ καλαμπόκι ήταν μεγάλη. Ήταν μία αγορά στην οποία καταφέραμε τελικά να μπούμε και η μέχρι τώρα πορεία μας σ’ αυτή είναι πολύ καλή. Γι’ αυτό επιδιώκουμε να επεκτείνουμε τις καλλιέργειες οργανικού καλαμποκιού» λέει χαρακτηριστικά ο Δημήτρης.
Η κλισέ ερώτηση που απευθύνω στον Δημήτρη Τράντο, γνώριζα εξ αρχής ότι δεν επρόκειτο να απαντηθεί με δύο λόγια. Τον ρωτάω για το μυστικό της επιτυχίας, αλλά και για το πώς τέσσερις γενιές Τρανταίων καταφέρνει να συνεργάζεται και έχει αποφύγει μέχρι στιγμής την διχόνοια.
«Το βασικό στοιχείο που διέπει τις σχέσεις μας είναι η δικαιοσύνη. Ο παππούς ήταν δίκαιος άνθρωπος, ο πατέρας μου και οι θείοι μου το ίδιο. Και εμείς σήμερα θέλουμε να είμαστε δίκαιοι κατ’ αρχήν μεταξύ μας. Είναι πολύ σημαντικό τα στελέχη μίας επιχείρησης να λειτουργούν δίκαια. Επίσης δεν βρισκόμαστε ο ένας στα πόδια του άλλου. Ναι μεν όλες μας οι μονάδες παραγωγής συνεργάζονται αλλά ο καθένας έχει τις δικές του αρμοδιότητες, τον δικό του χώρο. Ο θείος μου ο Σταύρος και άλλα μέλη της οικογένειας, ασχολούνται με την εκτροφή πουλερικών ο άλλος μου θείος και τα ξαδέλφια μου με τις υδροπονικές καλλιέργειες. Έχουμε διαχωριστεί χωρίς να χωρίσουμε» λέει χαρακτηριστικά ο Δημήτρης και προσθέτει ότι αυτά είναι κάποια από τα μυστικά της επιτυχίας αλλά υπάρχουν και άλλα…
«Η ποιότητα παίζει ρόλο αλλά στο δικό μας χώρο είναι επίσης πολύ σημαντικό πριν βάλεις τον πρώτο σπόρο στη γη να ξέρεις τον πελάτη σου, να ξέρεις ότι το προϊόν σου δεν θα καταστραφεί επειδή κανένας δεν θα ενδιαφερθεί να το αγοράσει».
Το γεγονός ότι ο βετεράνος παραγωγός και επιτυχημένος μεγαλοεπιχειρηματίας και κατέχει αναμφισβήτητα το know how στον χώρο της αγροτικής παραγωγής, δίνει και το έναυσμα για την επόμενη ερώτηση που κλείνει και την κουβέντα μας.
Τον πάω στα μέρη του παππού του και τον ρωτώ τι μπορούν να κάνουν οι Έλληνες αγρότες στην οικονομικά γονατισμένη Ελλάδα για να βελτιωθεί η απόδοση του αγροτικού τομέα. «Δεν ξέρω τι γίνεται αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα επακριβώς,οπότε δεν μπορώ να πω πολλά για την εγχώρια παραγωγή και την εξαγωγική δύναμη των εκεί μονάδων. Ξέρω, όμως, ότι το πρώτο πράγμα που πρέπει να βλέπει ο παραγωγός είναι το τι καλλιεργεί. Στον δικό μας τομέα για να επιτύχεις σε αυτό που κάνεις πρέπει να σκεφτείς αντίστροφα. Να αρχίσεις από τον πελάτη, να αποφασίσεις σε ποιον απευθύνεσαι και να ξέρεις τι επικρατεί στην αγορά. Να αντιλαμβάνεσαι τις τάσεις. Δεν έχει σημασία αν κάποιος καλλιεργεί κάποιο προϊόν για αιώνες, εκείνο που έχει σημασία είναι να μπορεί να προσαρμοστεί στις νέες προκλήσεις. Αν δεν το καταφέρει αυτό κινδυνεύει να εξαφανιστεί» καταλήγει ο Δημήτρης ο νεότερος.
Σχόλια Facebook