Επιστημονικό Συνέδριο Βερολίνου για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου
του Θεοδόσιου Κυριακίδη
(Θεολόγος-Δρ. Ιστορίας, Επιστημονικός Συνεργάτης Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ)
Στις 25-26 Φεβρουαρίου 2016 πραγματοποιήθηκε στο πανεπιστήμιο Humboldt-Universität zu Berlin το Επιστημονικό Συνέδριο για την Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού με γενικό τίτλο: «1916-1923, η Εκδίωξη, η Εξολόθρευση και η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου». Το συνέδριο αυτό διοργανώθηκε σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Έρευνας για θέματα Γενοκτονιών στην Ευρώπη του Πανεπιστημίου του Μπόχουμ (Institut für Diaspora und Genozidforschung Ruhr-Universität Bochum-Historisches Institut)και της Ομοσπονδίας Συλλόγων Ελλήνων Ποντίων Ευρώπης (ΟΣΕΠΕ). Το συνέδριο τελούσε υπό την αιγίδα τουZMS Zentrum für Mittelmeerstudien, Bundesministerium für Bildung und Forschung-Südosteuropa Gesellschaft / Humbolt Universität zu Berlin (Κέντρο Μεσογειακών Σπουδών / Υπουργείο για την Εκπαίδευση και Έρευνα των Κοινωνιών της Νοτιοανατολικής Ευρώπης), ενώ επιχορηγήθηκε από το Φιλανθρωπικό Ίδρυμα του Ιβάν Σαββίδη.
Είναι γεγονός ότι η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, αλλά και των υπολοίπων Ελλήνων, της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης, αποτελεί μια όχι ιδιαίτερα γνωστή περίπτωση Γενοκτονίας για τη διεθνή επιστημονική κοινότητα. Από το σύνολο των χριστιανικών λαών που προσπάθησαν και σε μεγάλο βαθμό πέτυχαν να εξολοθρεύσουν οι Νεότουρκοι και οι Κεμαλικοί, δηλαδή τους Έλληνες, τους Ασσύριους και τους Αρμενίους, η γνωστότερη και καλύτερα μελετημένη περίπτωση είναι εκείνη των Αρμενίων. Το γεγονός αυτό οφείλεται κυρίως στη συστηματική έρευνα της συγκεκριμένης Γενοκτονίας στις σχετικές αρχειακές πηγές, τη συγραφή σχετικών μελετών και τη διενέργεια διεθνών επιστημονικών συνεδρίων, όπως αυτό που πραγματοποιήθηκε στο Βερολίνο για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου.
Η ιστορία της μελέτης και καταγραφής της Γενοκτονίας που βίωσαν οι Έλληνες δεν ακολούθησε από την αρχή επιστημονική μεθοδολογία και αυτό είναι κατανοητό. Αρχικά το έγκλημα αποτυπώθηκε σε ιστορικά διηγήματα, βιογραφίες, ημερολογιακές αφηγήσεις και οικογενειακές ιστορίες. Πολύ αργότερα απασχόλησε ορισμένους μελετητές, οι οποίοι μάλιστα σποραδικά ασχολήθηκαν με το ζήτημα. Αρχικά τη δεκαετία του ‘60 ο Πολυχρόνης Ενεπεκίδης, καθηγητής ιστορίας στο πανεπιστήμιο της Βιέννης, ξεκίνησε μια έρευνα για το ζήτημα της Γενοκτονίας στα αρχεία της Αυστρίας και της Γερμανίας. Μόνο στα τέλη της δεκαετίας του ‘80 και αρχές της δεκαετίας του ’90 ο καθηγητής ιστορίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Κώστας Φωτιάδης ξεκίνησε τη συστηματική του έρευνα πάνω στις αρχειακές πηγές, με αποτέλεσμα δεκαπέντε περίπου χρόνια αργότερα να παρουσιάσει στην επιστημονική κοινότητα το μνημειώδες έργο του για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, που αποτελείται από 14 αναλυτικούς και έναν συνοπτικό τόμο.
Στο ζήτημα όμως της διεθνοποίησης του ζητήματος υπήρξε και ένα επιπρόσθετο πρόβλημα. Κι αυτό ήταν το γεγονός πως αυτή η επιστημονική δραστηριότητα, η οποία έθεσε τα θεμέλια για τη συστηματική μελέτη και ανάδειξη του ζητήματος εκπονούνταν στην ελληνική γλώσσα με συνέπεια, η διεθνής επιστημονική κοινότητα, να αγνοεί σ’ ένα μεγάλο βαθμό, τα αποτελέσματα των ερευνών και την προβληματική γύρω από το θέμα της Γενοκτονίας των Ελλήνων. Στην ξενόγλωσση και κυρίως αγγλόφωνη σχετική ιστοριογραφία το ζήτημα παρέμενε άγνωστο.
Η στάση της επιστημονικής κοινότητας άρχισε σταδιακά να αλλάζει μόνο μετά το Ψήφισμα της Διεθνούς Ένωσης Ακαδημαϊκών για τις Γενοκτονίες (International Association of Genocide Scholars, IAGS), που εξέδωσαν τον Δεκέμβριο του 2007. Στο σχετικό ψήφισμα υπογραμμίζεται η πεποίθηση των ειδικών επιστημόνων ότι τα γεγονότα που συνέβησαν μεταξύ 1914-1923 συνιστούν το έγκλημα της Γενοκτονίας. Μετά και το παραπάνω ψήφισμα η επιστημονική κοινότητα, κατέβαλε προσπάθειες να ελαττώσει το χάσμα που υφίσταται ανάμεσα στο διαθέσιμο υλικό για τη Γενοκτονία των Ελλήνων και στο αντίστοιχο που έχει εκδοθεί στην αγγλική γλώσσα.
Πριν από το Συνέδριο του Βερολίνου σχετικά διεθνή επιστημονικά συνέδρια που ασχολούνταν αποκλειστικά με τη Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού μετριούνταν στην κυριολεξία στα δάχτυλα του ενός χεριού. Αναφερόμαστε ουσιαστικά στα τρία συνέδρια που πραγματοποιήθηκαν στην Αμερική από την ομάδα του Συλλόγου Ποντίων Σικάγο σε συνεργασία με τον διευθυντή του Zoryan Institute George Shirinian και το συνέδριο που πραγματοποιήθηκε υπό τον συντονισμό και την ευθύνη του καθηγητή Λάμπρου Κουλουμπαρίτση στην Βασιλική Ακαδημία Επιστημών και Τεχνών του Βελγίου.
Το Συνέδριο του Βερολίνου, όμως υπήρξε ξεχωριστό, για πολλούς λόγους. Εκτός των επιστημονικών, στους οποίους θα αναφερθούμε ακροθιγώς παρακάτω, σημαντική υπήρξε και η πολιτική διάσταση καθώς παρενέβη με μια θερμή δήλωση υπέρ της διεθνούς αναγνώρισης της Γενοκτονίας ο επικεφαλής του κόμματος των Πρασίνων της Γερμανίας, τουρκικής καταγωγής βουλευτής Cem Özdemir. Η δήλωση του για την ανάληψη πρωτοβουλίας αναγνώρισης σε συνδυασμό με τη δήλωση που είχε κάνει στις 23 Απριλίου 2015 στο Βερολίνο ο πρόεδρος της Γερμανικής Δημοκρατίας κ. Γκάουκ, στην οποία δημόσια και με πολιτική παρρησία αναφέρθηκε στη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, αποτελεί ένα σημαντικό πολιτικό εργαλείο το οποίο πρέπει να χρησιμοποιηθεί κατάλληλα από τον οργανωμένο ποντιακό χώρο προκειμένου ουσιαστικά να οδηγήσει σε ψήφισμα του Γερμανικού Κοινοβουλίου σχετικά με την αναγνώριση της Γενοκτονίας. Σημαντικό πολιτικό συμβολισμό είχε και η παρουσία του Αντιπροέδρου της Αρμένικης βουλής κ. Eduard Sharmazanof, ο οποίος έχει και ελληνικές ρίζες.
Σπουδαίο υπήρξε όμως και το κυρίως μέρος του συνεδρίου, δηλαδή το επιστημονικό, καθώς συμμετείχαν σ’ αυτό η πλειοψηφία των επιστημόνων που ασχολούνται με το ζήτημα της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Πρέπει να τονιστεί το γεγονός ότι εκτός από τους γνωστούς Έλληνες επιστήμονες τοποθετήθηκαν στο ζήτημα με σχετικές εισηγήσεις που ανέπτυξαν και ξένοι επιστήμονες. Συγκεκριμένα, μετά την εισαγωγική ομιλία του καθηγητή Mihran Dabag, κατέθεσαν τις εισηγήσεις τους η Tessa Hofmann από το Βερολίνο Berlin, η Θία Χάλο από τη Νέα Υόρκη, η Kristin Platt από το Bochum, ο Θεοδόσιος Κυριακίδης από τη Θεσσαλονίκη, η Christian Voß από το Βερολίνο, η Anush Hovhannisyan από το Yerevan, ο Βασίλειος Μεϊχανετσίδης από την Αθήνα, ο Robert Senk από την Αμερική, ο Francesco Pongiluppi από τη Ρώμη, η Zeynep Turkyilmaz από το Αννόβερο, ο Κωνσταντίνος Φωτιάδης από τη Φλώρινα, ο Αντώνης Κλαψής από την Πάτρα, η Monica Albrehct από τη Vechta και ο Μιλτιάδης Σαρηγιαννίδης από τη Θεσσαλονίκη.
Κλείνοντας σημειώνουμε απλώς ότι αυτό που κάνει τόσο σημαντικό αυτό το συνέδριο είναι ότι ένα κορυφαίο ευρωπαϊκό πανεπιστήμιο, το Humboldt-Universität zu Berlin φιλοξενεί ένα διεθνές συνέδριο για το ζήτημα της Γενοκτονίας των Ποντίων, εντάσσοντας το θέμα με τον τρόπο αυτό στη διεθνή συζήτηση και προβληματική.
Πηγή:europolitis.eu
Σχόλια Facebook