Από την ιστορία στις κινηματογραφικές ιστορίες

Η πρωτοκαθεδρία της ακαδημαϊκής ιστορίας ως προς τη μελέτη του παρελθόντος δεν υφίσταται πλέον ενώ ξεπροβάλλουν παράλληλα με αυτή όψεις του που προέρχονται και διαμορφώνονται από ποικίλους φορείς συγκροτώντας την αποκαλούμενη σφαίρα της δημόσιας ιστορίας. Αυτή ακριβώς η πολυπρισματική και ερμηνευτική πολυμορφία και πολυφωνία απέναντι στο παρελθόν ενώ δημιουργεί συνθήκες εκδημοκρατισμού του περιεχομένου του, συχνά μπορεί να οδηγεί στη σύγχυση και στην παραχάραξη της ιστορίας, υπηρετώντας άλλοτε συγκεκριμένες κρατικές πολιτικές μνήμης, άλλοτε εθνικούς αλυτρωτισμούς και προπαγανδιστικές νομενκλατούρες και άλλοτε την προοπτική της αναγνώρισης από τη διεθνή κοινότητα ιστορικών αφηγημάτων που σκοπό έχουν την ηθική και ιστορική δικαίωση θυμάτων ή τη δικαιολόγηση των επιλογών των θυτών με αφορμή τραυματικά κυρίως γεγονότα.

Μέσα στο πλαίσιο ανασύστασης του  παρελθόντος και της συγκρότησης αφηγημάτων που εμπλουτίζουν ή αναθεωρούν υφιστάμενες ιστορικές γνώσεις, ο κινηματογράφος διεκδικεί το δικό του μερίδιο επιχειρώντας διαμέσου της οπτικοποίησης να αναπαραστήσει ή να φωτίσει άγνωστες πτυχές του χθες. Η μεταφορά όμως της ιστορικής πραγματικότητας σε φιλμ μπορεί να είναι απατηλή, διφορούμενη και ανεξέλεγκτη ενώ παράλληλα επιδέχεται πολλαπλές ερμηνείες, όπως σημειώνει ο Γάλλος ιστορικός Μάρκ Φερρό. Για τον Φερρό όλες οι ταινίες είναι τρόπον τινά προπαγανδιστικές, άλλες έμμεσα και άλλες άμεσα.

anapocin5-thumb-large

 

Ο κινηματογράφος, ως μέσο διαμόρφωσης της ιστορικής συνείδησης και της συλλογικής μνήμης, σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί κάτι ουδέτερο και ιστορικά «αθώο». Η προπαγανδιστική του φύση και η χρήση του για την εγχάραξη ιδεολογιών κατά καιρούς (βλέπε χαρακτηριστικά το παράδειγμα της ναζιστικής Γερμανίας αλλά και της Σοβιετικής Ένωσης) δημιουργεί μια αμφιθυμία. Η λαϊκή του απήχηση, ο ψυχαγωγικός του χαρακτήρας και η δύναμη της εικόνας να παρουσιάζει τα ιστορικά γεγονότα με έναν υπεραπλουστευτικό αλλά άμεσο τρόπο, μακριά από τις σκοτεινές αίθουσες των ιστορικών αρχείων και τις πειθαρχίες που επιτάσσει η ιστορική έρευνα, δημιουργεί στο κοινό μια έλξη. Εξάλλου, τα ίδια τα κινηματογραφικά φιλμ πολλές φορές συνηγορούν στην απομάγευση του παρελθόντος, συμβάλλοντας στη συγκρότηση μιας αντι-ιστορίας, μιας ανεπίσημης, εναλλακτικής και συχνά αντίθετης προσέγγισης σε σχέση με την επίσημη θεσμοθετημένη ιστορία που προβάλλεται και συγκροτείται από τους ιστορικούς και την εξουσία.

Η κινηματογραφική ταινία συνεπώς ως προϊόν μυθοπλασίας ή αμάγλαμα ιστορικών και φανταστικών στοιχείων, αναδεικνύεται σε δημιουργό της ιστορίας, εφόσον συμμετέχει ενεργά στη διαμόρφωση συνειδήσεων. Ο σκηνοθέτης και ο σεναριογράφος, σε αντίθεση με τους ιστορικούς, συχνά επιλέγουν τα ιστορικά γεγονότα και τα στοιχεία που θα παρουσιάσουν χωρίς να κρίνεται απαραίτητη από πλευράς τους η τεκμηρίωση των επιλογών τους μιας και ο πρωταρχικός τους στόχος είναι η απόλαυση και η αποδοχή από μέρους του κοινού. Ακόμα και αυτή όμως η προσέγγιση του παρελθόντος από μέρους του κινηματογράφου έχει αξία και ενδιαφέρον καθώς πολλές φορές η «ανάποδη» ανάγνωση της ιστορίας που αντιστρατεύεται την επίσημη εκδοχή της, δυνητικά μπορεί να οδηγήσει πιο κοντά στην αλήθεια ή να φωτίσει ορισμένες πτυχές της. Ο κινηματογράφος είναι ένας κιβδηλοποιός γιατί εμπεριέχει την αληθοφάνεια ενώ μπορεί συγχρόνως να παρουσιάζει τα γεγονότα με έναν αντισυμβατικό τρόπο. Ας μην ξεχνάμε όμως πως πρόκειται για μια μορφή τέχνης η οποία αποτυπώνει την κουλτούρα του δημιουργού αλλά και την κυρίαρχη ή μη κυρίαρχη ιδεολογία της εκάστοτε εποχής αποτελώντας ντοκουμέντο της. Ακόμα και ο σπουδαίος Ζαν Λυκ Γκοντάρ αναρωτιέται αν τελικά έχει επινοηθεί με σκοπό την παραποίηση της πραγματικότητας στην αντίληψη των μαζών. Όμως όπως ο κινηματογράφος δεν είναι αθώος, έτσι δεν είναι αθώος και ο θεατής, αφού πλέον εμφανίζει σημάδια οπτικής εγγραμματοσύνης που του επιτρέπει να αξιολογεί και να διαχωρίζει τις «ιστορίες» του κινηματογράφου από την ιστορία.