Χρ. Κατσάνης: Ο ομογενής της “διπλανής” χώρας με το συγγραφικό έργο
ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ
Κάθε φορά που συναντάς έναν ομογενή, είτε στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό, για ένα πράγμα είσαι σίγουρος: βλέπει με τα μάτια της καρδιάς του, την πατρίδα των ονείρων του! Αυτήν άφησε πίσω του, αυτή ελπίζει να ξαναβρεί μπροστά του. Κάθε φορά που η προσδοκία του διαψεύδεται από την πραγματικότητα, γιγαντώνεται μέσα του όχι η απογοήτευση, αλλά η διάθεση να προσφέρει στην αναδημιουργία της! Έτσι και ο Χρήστος Κατσάνης, ομογενής που τα τελευταία 20 χρόνια ζει στη Βουλγαρία, αφού έβαλε το λιθαράκι του στην οικονομική παρουσία της γενέτειρας στα Βαλκάνια και στερέωσε την παρουσία ελληνικών Τραπεζών στην Βουλγαρία, αφού έγγραψε βιβλία για τους Έλληνες της Λατινικής Αμερικής, επιστρέφει τώρα στην Ιθάκη του όχι για να λάβει, αλλά για να προσφέρει αυτό που απλόχερα η ζωή του έδωσε: Την πείρα και τις γνώσεις.
Μιλώντας στην Panhellenic Post, ξεδιπλώνει τις σκέψεις του σε όλα τα ζητήματα που απασχολούν τους απόδημους. Ναι, λέει, “…να βοηθήσουν την Ελλάδα οι ομογενείς, αλλά το θέμα είναι η πατρίδα να τους πείσει ότι αξίζει αυτή την βοήθεια”. Για την επιστολική ψήφο είναι σαφής: “Ε, όλοι οι άλλοι να ψηφίζουν μαζικά από κει που ζουν και ΄μεις να πρέπει να έρθουμε στην Ελλάδα;” Για την συστράτευση του Απόδημου Ελληνισμού κάτω από την ομπρέλα μιας παγκόσμιας οργάνωσης λέει: ” Μια τέτοια οργάνωση, εάν τη διοικούν κατάλληλοι άνθρωποι και δεν πάσχουν από τα διάφορα ελληνικά ελαττώματα, τις διχογνωμίας και του αριβισμού, θα είναι καλό”. Εξομολογείται δε πως “…ως ομογενής νιώθω μεγάλη ντροπή να βγαίνουνε διάφορες εφημερίδες να μας χτυπάνε”…
O Χρήστος Κατσάνης, γνωρίζει καλά τους απόδημους Έλληνες. Την ιστορία τους. Την παρουσία τους. Την προσφορά τους. ” Εμείς οι Έλληνες του εξωτερικού, λέει, νιώθουμε πολύ περισσότερο πατριώτες –χωρίς βεβαίως να θέλω να υποβαθμίσω τον πατριωτισμό αυτών που ζουν στο εσωτερικό-. Έχουμε μεγαλύτερο πόνο για την Ελλάδα. Ίσως γιατί δεν είμαστε στην καθημερινότητά της”.
Ωστόσο εκτιμά πως οι δύσκολες μέρες που βιώνει η Ελλάδα, θα περάσουν: “Το βασικότερο είναι να βρούμε ξανά τον εαυτό μας. Έχουμε περάσει και δυσκολότερα. Κατοχή, διαφόρους Πολέμους. Αλλά είχαμε ψυχή τότε. Πιστεύαμε στον εαυτό μας. Πιστεύαμε στην ιστορία μας. Τώρα, έχει γίνει κάτι απίθανο. Τα τελευταία χρόνια προσπαθούνε να μας πείσουν ότι δεν υπάρχει συνέχεια του ελληνισμού!” Γι αυτό και αντιδρά στον όρο: Διασπορά.
Το πλήρες κείμενο της συνέντευξης έχει ως εξής:
PHΡ: Κύριε Κατσάνη, ως Έλληνας του εξωτερικού, όπου ζείτε πλέον περισσότερα από 20 χρόνια, πως νιώθετε κάθε φορά που επιστρέφετε στην Ελλάδα;
Χρήστος Κατσάνης: Σας ευχαριστώ γι αυτήν την συνέντευξη. Βέβαια, εγώ έχω μία ιδιομορφία όπως όλοι όσοι ζουν στα Βαλκάνια, ότι η Ελλάδα είναι πάρα πολύ κοντά, με αποτέλεσμα να μπορούμε να την επισκεπτόμαστε πολύ πιο συχνά από ό,τι οι συμπατριώτες μας που βρίσκονται στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην Αυστραλία κλπ. Κάθε φορά, όμως, νιώθω οπωσδήποτε μια μεγάλη χαρά που γυρνάω στην πατρίδα μου…
ΡΗΡ: Ακόμη και σε καταστάσεις δύσκολες όπως οι παρούσες;
Χρ. Κατσάνης: Μετά, αυτός ο προβληματισμός που πάντα γεννιέται από τον Έλληνα του Εξωτερικού… Ξέρετε… εμείς οι Έλληνες του εξωτερικού νιώθουμε πολύ περισσότερο πατριώτες –χωρίς βεβαίως να θέλω να υποβαθμίσω τον πατριωτισμό αυτών που ζουν στο εσωτερικό-. Έχουμε μεγαλύτερο πόνο για την Ελλάδα. Ίσως γιατί δεν είμαστε στην καθημερινότητά της. Ίσως γιατί δεχόμαστε τις όποιες κριτικές από ξένους και αυτό το πράγμα μας πειράζει και προσπαθούμε να υπερασπιστούμε την πατρίδα μας ειδικά σ΄ αυτές τις δύσκολες στιγμές. Και βέβαια προσπαθούμε να βρούμε επιχειρήματα για να υπερασπιστούμε την Πατρίδα μας.
ΡΗΡ: Σας έχει απογοητεύσει η πατρίδα;
Χρ. Κατσάνης: Ξέρετε, από τη μία ακόμη σ΄ αυτή τη χώρα προσπαθούμε να βρούμε τα επιχειρήματα, όπως σας είπα. Από την άλλη, όμως, μας δίνει δύναμη αυτή η χώρα! Ναι, παρά τα χιλιάδες προβλήματα και παρά τα ελαττώματα ημών των Ελλήνων , που δεν είναι λίγα, μας δίνει δύναμη ένα τραγούδι που μπορείς ν΄ ακούσεις οπουδήποτε! Αντλούμε δύναμη ακόμη και από αυτό το καταπληκτικό τοπίο. Ξέρετε, πριν σας συναντήσω ήμουν στον Πύργο των Αθηνών για κάποια δουλειά και έβλεπες από εκεί μία καταπληκτική θέα. Έβλεπες αστικό τοπίο, την ίδια ώρα έβλεπες τον Υμηττό, τον Λυκαβηττό και τη θάλασσα! Όλα αυτά τα πράγματα που κάνουν ένα συνδυασμό σπάνιο να το δεις οπουδήποτε αλλού. Πολύ περισσότερο που αυτή η θάλασσα είναι και ελκυστική, μπορείς να την απολαύσεις και να κολυμπήσεις σ΄ αυτήν, δεν είναι απλά μία θάλασσα ωραία! Θάλασσες ωραίες υπάρχουν παντού, αλλά είναι μία θάλασσα ίσως μοναδική! Αυτά νιώθω όταν έρχομαι στην Ελλάδα! ‘Ένα πολύ ανάμεικτο πράγμα…
ΡΗΡ: Πως νιώθει κανείς σαν Έλληνας που ζει σε μία ξένη χώρα;
Χρ. Κατσάνης: Θα μιλήσω για τη δική μου εμπειρία,. Βέβαια. Αν και έχω ζήσει σε αρκετές χώρες, έχω ζήσει στη Γαλλία όταν μάλιστα στη Γαλλία οι Έλληνες ήταν très coté που λένε οι Γάλλοι γιατί μας θεωρούσαν φορείς μιας αρχαίας και μεγάλης κουλτούρας –και έτσι είναι- και τότε που ζούσα εγώ εκεί ως σπουδαστής δεν είχαν προκύψει όλα αυτά τα προβλήματα που σήμερα αντιμετωπίζουμε και έχουν κάπως αμαυρώσει την εικόνα μας.
Έχω ζήσει και στην Αγγλία, για κάποια φεγγάρια, στο Βέλγιο και τη Γερμανία. Αλλά να μιλήσω περισσότερο τώρα σε πιο ώριμη ηλικία που ζω στα Βαλκάνια, και κατά κύριο λόγο στην Βουλγαρία εδώ και είκοσι χρόνια.
ΡΗΡ: Πώς αντιμετωπίζουν τους Έλληνες στη Βουλγαρία;
Χρ. Κατσάνης: Στην Βουλγαρία ξέρετε υπάρχουν κάποιες ιδιαιτερότητες. Δεν είμαστε απλά οι συμπαθείς Έλληνες όπως θα πει ο Γάλλος που θυμάται ελληνικά και ελληνική κουλτούρα κατά τη διάρκεια των γυμνασιακών του σπουδών κλπ. Ή θα σκεφθεί τον Ρασίντ και τον Ντορσέι που έχουν γράψει όλα αυτά τα αναγεννησιακά έργα κ.ο.κ.
Ο Βούλγαρος απέναντί μας κατά καιρούς είχε εναντιωθεί, έχουν υπάρξει συγκρούσεις, υπήρξαν και ωραίες στιγμές, αλλά το βασικό τώρα σε μία χώρα με την οποία έχεις κοντά 400 χιλιόμετρα κοινά σύνορα είναι να δίνεις όσο γίνεται το καλό παράδειγμα, να τους δείχνεις ότι εμείς οι Έλληνες ούτε ως κατακτητές πήγαμε εκεί πέρα ούτε έχουμε κακά χαρακτηριστικά, αντίθετα έχουμε μόνον καλά χαρακτηριστικά.
Άρα τους δείχνεις σεβασμό, τους δείχνεις ότι προσπαθείς να καταλάβεις τη γλώσσα τους, την κουλτούρα τους την ιστορία τους και όλα αυτά τα πράγματα. Στο βαθμό που το καταφέρνεις έχουν μία πολύ καλή αντανάκλαση και στις σχέσεις Ελλάδας-Βουλγαρίας γενικότερα γιατί ο καθένας από μας είναι ίσως ένας άτυπος πρεσβευτής. Ο κάθε ένας από μας φτιάχνει ένα μωσαϊκό των σχέσεων ανάμεσα σε δύο χώρες και ειδικά σε δύο χώρες που έχουνε ένα βεβαρυμμένο παρελθόν μέχρι πριν από 70-60 χρόνια… Γιατί οπωσδήποτε οι σχέσεις έχουν βελτιωθεί πάρα πολύ από ό,τι ήταν εδώ και 40 χρόνια!
ΡΗΡ: Υπάρχουν κοινά σημεία μεταξύ των δύο λαών;
Χρ. Κατσάνης: Ναι, αλλά πρέπει στη Βουλγαρία να προσπαθεί κανείς να τα ανακαλύψει! Υπάρχουν πολλά κοινά σημεία στην κουλτούρα ανάμεσα του λαού εκεί και του δικού μας λαού. Ένα πράγμα σημαντικότατο είναι η Ορθοδοξία. Σκεφθείτε ότι πολλές φορές βρίσκεις σε βουλγαρικές Εκκλησίες εικόνες με ελληνικά ονόματα γραμμένα στα ελληνικά!
Άλλα πράγματα που παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον, επειδή, σύμφωνα με έναν μεγάλο Αμερικανό Βυζαντινολόγο, τον Γουέλς Κόλεινς, όλοι είμαστε παιδιά της Βυζαντινής Κοινοπολιτείας, βρίσκεις πάρα πολλά κοινά σημεία σε επίπεδο Μεσαιωνικής Ιστορίας και Αναγεννησιακής Ιστορίας και βέβαια και λόγω της Τουρκοκρατίας που υποφέραμε και εμείς και αυτοί το ίδιο.
Επίσης, ειδικά στην Βουλγαρία μπορείς να δεις κάποιες ταινίες που γυρίστηκαν πριν μερικές δεκαετίες και μιλάνε ειδικά για το Βυζάντιο, από τη δικιά τους τη σκοπιά βέβαια, των Βουλγάρων, αλλά που μπορείς να δεις κάποια πράγματα πολύ ενδιαφέροντα όσον αφορά το Βυζάντιο και εσύ πρέπει να ψάξεις να κάνεις συμπληρωματικές έρευνες…
ΡΗΡ: Αντιλαμβάνομαι είστε ευχαριστημένος…
Χρ. Κατσάνης: Λοιπόν εγώ, γενικά σε ό,τι αφορά τη ζωή μου στη Βουλγαρία, ναι, είμαι ευχαριστημένος και από την υποδοχή που μου κάνανε και από το γεγονός ότι καταλαβαίνουν ότι τους σέβομαι, με σέβονται και αυτοί και γενικότερα, ό,τι δώσεις θα πάρεις!
ΡΗΡ: Η ελληνική κοινότητα στη Βουλγαρία; Είναι πολυπληθής;
Χρ. Κατσάνης: Η παρουσία των Ελλήνων στην Βουλγαρία άλλαξε σχήμα πάρα πολλές φορές. Είχαμε Έλληνες από αρχαιοτάτων χρόνων. Μάλιστα υπάρχουν Βούλγαροι που λένε εμείς έχουμε ελληνική καταγωγή από την αρχαιότητα. Κατά πόσο ισχύει αυτό δεν το ξέρω, αλλά ειδικά στη Μαύρη Θάλασσα υπάρχουνε Βούλγαροι που ξέρουν τέλεια ελληνικά και που οι ρίζες τους είναι πιθανότατα πάρα πολύ παλαιές.
Μην ξεχνάμε ότι όλη η Μαύρη Θάλασσα -και στη σημερινή Βουλγαρία και σε άλλα μέρη της- είχε εποικισθεί από Έλληνες. Κάτι που έχει προκαλέσει και το ενδιαφέρον Βούλγαρων Ιστορικών οι οποίοι έχουν γράψει εξαιρετικές μελέτες. Από εκεί, λοιπόν, έχουμε μία ελληνική κοινότητα στην Μαύρη θάλασσα. Υπήρχαν άλλες ελληνικές Κοινότητες, ας πούμε στη Φιλιππούπολη, στην Στενήμαχο που λέγεται Ασένοβγκραντ κλπ. Υπήρχε μία εντονότατη ελληνική παρουσία μέχρι και το 19 αιώνα, αρχές 20ου. Βέβαια θυσιάστηκε σε μεγάλο βαθμό στο βωμό του εθνικισμού του 19ου αιώνα, τις συγκρούσεις που είχαν λάβει χώρα.
Παρόλα αυτά, υπάρχουν αρκετοί Βούλγαροι που λένε ότι είμαστε ελληνικής καταγωγής. Βέβαια άλλαξαν τα ονόματά τους, προσαρμόστηκαν σε μία νέα πραγματικότητα. Αυτή είναι μία πτυχή της ελληνικής παρουσίας στη Βουλγαρία.
Μία άλλη πτυχή είναι οι άνθρωποι που ήρθαν μετά τον εμφύλιο πόλεμο και εγκαταστάθηκαν στην Βουλγαρία. Μια άλλη διάσταση είναι εκείνη των φοιτητών, είτε από την Ελλάδα είτε από την Κύπρο, που ήρθαν να σπουδάσουν σε βουλγαρικά Πανεπιστήμια. Και βεβαίως από κει και πέρα Έλληνες επιχειρηματίες και στελέχη Επιχειρήσεων. Εγώ ανήκω στην τελευταία ομάδα!
ΡΗΡ: Είσαστε αρκετοί τα στελέχη και οι επιχειρηματίες;
Χρ. Κατσάνης: Αυτοί ήταν αρκετοί και συνεχίζουν να είναι αρκετοί. Για άλλους λόγους πηγαίναμε βέβαια τη δεκαετία του ΄90 και για άλλους λόγους πάνε τώρα. Τη δεκαετία του ΄90 πήγαμε σαν επιχειρηματική Κοινότητα με πιο ανεβασμένη τεχνογνωσία όσο αφορά την οικονομία της ελεύθερης αγοράς, με περισσότερες οικονομικές δυνατότητες από ό,τι οι ντόπιοι και στερεώσαμε έτσι μία πολύ σημαντική παρουσία που σε ορισμένες χρονιές αναδειχθήκαμε και σε πρώτους ή δεύτερους επενδυτές της χρονιάς.
Σ΄ αυτό επίσης συνέβαλε πάρα πολύ η παρουσία πολλών μεγάλων ελληνικών Τραπεζών οι οποίες φτιάξανε δίκτυα καταστημάτων είτε εξαγοράζοντας υπάρχουσες βουλγάρικες Τράπεζες κ.ο.κ. Στη δεκαετία από το 2000-2010 αυξάνεται βέβαια ο όγκος των επενδύσεων, γιατί στο μεταξύ έχει σταθεροποιηθεί η βουλγαρική οικονομία, από την άλλη όμως, κάποιες ελληνικές επενδύσεις αρχίζουν να πωλούνται σε αλλοεθνείς. Αυτό το βλέπουμε και στον τομέα των Τηλεπικοινωνιών, όπου ο ΟΤΕ είχε αγοράσει την κινητή τηλεφωνία όπου τώρα έχει πωληθεί στους Νορβηγούς, εάν δεν κάνω λάθος. Το βλέπουμε, όμως, και σε άλλους τομείς.
ΡΗΡ: Με την οικονομική κρίση;
Χρ. Κατσάνης: Πράγματι, τα πράγματα αλλάζουν ακόμη περαιτέρω μετά τη μεγάλη οικονομική κρίση που διανύουμε και πάρα πολλοί Έλληνες έρχονται πλέον εκεί είτε για να βρουν δουλειά είτε για να έχουνε καλύτερη φορολογική μεταχείριση. Άρα η συλλογιστική των Ελλήνων επιχειρηματιών σήμερα είναι διαφορετική σε σχέση με αυτή που επικρατούσε τη δεκαετία του ’90 μέχρι το 2000.
ΡΗΡ: Έχει οργανωθεί η ελληνική παροικία;
Χρ. Κατσάνης: Κάποια στιγμή ιδρύθηκαν επιχειρηματικοί σύλλογοι και θεωρώ ότι ο πιο επιτυχημένος από αυτούς, που συνασπίζει εκατοντάδες ελληνικές επιχειρήσεις αυτή τη στιγμή, είναι το «Ελληνικό Επιχειρηματικό Συμβούλιο Βουλγαρίας» του οποίου είχα την τιμή να είμαι και ο πρώτος Πρόεδρος και συνιδρυτής. Ο στόχος είναι να προσελκύει ελλαδικές και Κυπριακές εταιρίες. Θέλω πάρα πολύ να τονίσω το γεγονός ότι από την πρώτη στιγμή θεωρούσαμε οπωσδήποτε ότι τα αδέλφια μας από την Κύπρο πρέπει να είναι μαζί μας.
Νομίζω ότι σιγά-σιγά αυτό το Συμβούλιο είχε μεγάλη επιτυχία. Βεβαίως υπάρχουν και άλλα, όπως το «Συμβούλιο για το ελληνικό Σχολείο», διάφοροι Σύλλογοι κλπ.
ΡΗΡ: Είπατε ελληνικό σχολείο. Πώς είναι τα πράγματα σ΄ αυτό;
Χρ. Κατσάνης: Να σας πω. Το ελληνικό σχολείο πηγαίνει καλά. Υπάρχει ένα ελληνικό Σχολείο για τα παιδιά των Ελλήνων στη Σόφια. Υπάρχουν πάρα πολλά Τμήματα Πανεπιστημίων αλλά και Λύκεια κλπ. όπου διδάσκεται η ελληνική Γλώσσα. Σε ορισμένα δε η Αρχαία, στα περισσότερα η Νέα Ελληνική Γλώσσα.
Στο Πανεπιστήμιο της Φιλιππούπολης που δείχνει πόσο πολύ εκτιμάει τον πολιτισμό μας και προσπαθεί να τον προωθήσει. Ένα ανάλογο υπάρχει και στη Σόφια. Απ΄ ότι ξέρω και στο Βελικοτέρνεβο που είναι μια μεγάλη πόλη της Βουλγαρίας, παλιά πρωτεύουσα, υπάρχουν Λύκεια, τα παιδιά μιλάνε και πολύ καλά ελληνικά, θεωρώ ότι γενικά και οι Έλληνες επιχειρηματίες τα στελέχη κλπ προσπαθούν να βοηθήσουν σε αυτή την κατεύθυνση. Βέβαια όχι όλοι, αλλά πάντως αρκετοί καταλαβαίνουν την αναγκαιότητα της αναβίωσης του ελληνικού Πολιτισμού και της ελληνικής Γλώσσας σε μια περιοχή όπου κυριαρχούσε μέχρι τον 19 αιώνα.
ΡΗΡ: Η ελληνική Ορθοδοξία έχει παρουσία; Υπάρχουν ελληνορθόδοξοι ναοί;
Χρ. Κατσάνης: Το σίγουρο είναι ότι υπάρχει μία Εκκλησία του Αγίου Γεωργίου μέσα στη Σόφια, που λειτουργεί τη μεγάλη Εβδομάδα και σε μεγάλες εορτές. Όλες οι εκκλησίες βέβαια είναι ορθόδοξες όμως η Βουλγάρικη Εκκλησία θεωρείται ανεξάρτητη. Ήταν Εξαρχία, τώρα που αποσπάστηκε από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως το 1870, εάν δεν κάνω λάθος, και οπωσδήποτε είναι μία ισότιμη Εκκλησία και με την ελληνική και με το Πατριαρχείο. Δεν ξέρω εάν και πόσες άλλες ελληνικές εκκλησίες υπάρχουν.
Εγώ προσωπικά όταν είμαι στην Βουλγαρία εκκλησιάζομαι σε βουλγάρικες εκκλησίες γιατί είναι και πιο εύκολο και γιατί ορθοδοξία είναι ορθοδοξία όπου και να είναι.
ΡΗΡ: Πότε και πώς αποφασίσατε να εγκατασταθείτε στην Βουλγαρία;
Χρ. Κατσάνης: Εγώ όταν πήγα στην Βουλγαρία το 1992 ήμουνα τραπεζικός. Πήγα για να επιτελέσω τραπεζικές λειτουργίες. Δούλευα για τον Όμιλο Βαρδινογιάννη, στην «Χίος Bank» και επειδή ο Όμιλος είχε σημαντικά συμφέροντα στην Βουλγαρία, έψαχνε κάποιον άνθρωπο που να έχει τραπεζική πείρα, να έχει τη θέληση να διασχίσει τα σύνορα και να ξέρει κάποια Σλαβική Γλώσσα.
Εγώ ήξερα κάπως τη Ρωσική. Καθαρά από χόμπι την είχα μάθει, και αυτό οπωσδήποτε βοηθούσε και την κατανόηση της Βουλγαρικής. Για μένα ήταν μια μεγάλη πρόκληση γιατί πριν είχα βρεθεί στο Λονδίνο δουλεύοντας, στο Παρίσι σπουδάζοντας και στο Βέλγιο, στην Κομισιόν.
Κατ΄ αρχήν το πολιτισμικό περιβάλλον μου ήταν οικείο και άλλωστε όταν πηγαίνεις σε μία χώρα που περνάει από ένα σύστημα σε ένα άλλο, είναι πολύ μεγάλη πρόκληση. Και αξίζει τον κόπο να βρεθείς σε αυτές τις περιδινήσεις και καταστάσεις,
Ήμουνα στην κατάλληλη ηλικία στα 30 μου και όλα μου φαινόντουσαν εξαιρετικά ενδιαφέροντα. Αυτός ήταν ο βασικός λόγος. Από κει και πέρα ήλθαν και άλλοι παράγοντες, οικογενειακοί, παντρεύτηκα Βουλγάρα, απόκτησα και βουλγάρικη οικογένεια, στην Ελλάδα οι γονείς είχαν δυστυχώς αποβιώσει ήδη, δεν είχα αδέλφια ανήψια να με κρατάνε, ε, κάπως έτσι έμεινα 20 χρόνια! .
ΡΗΡ: Η γυναίκα σας είπατε είναι Βουλγάρα. Μιλάει, όμως, τα ελληνικά! Πώς αυτό;
Χρ. Κατσάνης: Ναι μιλάει εξαιρετικά ελληνικά. Δεν τα ήξερε. Έκανε τρεις μήνες στη Σχολή Ξένων Γλωσσών της Σόφιας αλλά είναι ευφυέστατη, έχει και μουσικό αυτί γιατί είναι μουσικός, και μαθαίνει εύκολα ξένες γλώσσες. Και επειδή ερχόμαστε πολύ συχνά στην Ελλάδα, έμαθε πολύ γρήγορα.
ΡΗΡ: Μαθαίνω σας αρέσει η Κεφαλονιά;
Χρ. Κατσάνης: Η Κεφαλονιά είναι η αγάπη μας η μεγάλη. Χτίσαμε και σπίτι εκεί, στην Παλλική και είναι επίσης μια άλλη μεγάλη πρόκληση η πανέμορφη Κεφαλονιά.
ΡΗΡ: Έχω πληροφορηθεί και για μία άλλη ασχολία σας. Γράφετε βιβλία για τους Έλληνες στην Λατινική Αμερική!
Χρ. Κατσάνης: Έχω ένα πάθος μ΄ αυτό το πράγμα. Ειδικά με τον ελληνισμό της Λατινικής Αμερικής. Που δεν είναι μεν πολυάριθμος, αλλά θεωρώ ότι έχει εξαιρετικές προσωπικότητες, για τις οποίες λίγα ξέρουμε και αξίζει κανείς να ψάξει τα περισσότερα. Και έπειτα υπάρχει και κάτι άλλο με την περίπτωση της Λατινικής Αμερικής. Λατρεύουν την Ελλάδα!
Ξέρετε, όλη η διανόηση του 19ου αιώνα μετά από τις εξεγέρσεις που απέσεισαν τον ισπανικό και πορτογαλικό ζυγό και δημιουργήθηκαν ανεξάρτητα Κράτη, ψάξανε να βρούνε ποια είναι η μητρική τους κουλτούρα. Και επειδή δεν ήθελαν να είναι η ισπανική ή η πορτογαλική, αλλά ούτε η Γαλλική, υιοθέτησαν σαν «μητέρα», κατά κάποιο τρόπο, την Αρχαία Ελλάδα… Έχουν γραφτεί εκατοντάδες βιβλία και ποιήματα για την αρχαία Ελλάδα αλλά και για τη νεώτερη Ελλάδα.
ΡΗΡ: Λατινοαμερικανοί συγγραφείς;
Χρ. Κατσάνης: Ακριβώς! Είναι δε χαρακτηριστικό ότι επίσης η Επανάσταση του 1821 επειδή σχεδόν συνέπεσε με τις δικές τους εξεγέρσεις και την προσπάθειά τους να δημιουργήσουν ανεξάρτητα κράτη, μας περιέβαλαν με αγάπη και στοργή και γράψανε χιλιάδες πράγματα για την Ελλάδα και τη νεώτερη, οπότε όταν πηγαίνεις στη Λατινική Αμερική ας πούμε στην Αργεντινή και τη Χιλή που πήγα το 2011-2012 και δείχνεις το διαβατήριό σου για να αλλάξεις μερικά δολάρια σε Πέσος, αμέσως πέφτουν πάνω σου με χαρά με περιέργεια και εκεί πέρα επειδή είχαν και τη δική τους μεγάλη κρίση πριν από 12-13 χρόνια, προσπαθούν να μάθουν τι γίνεται η Ελλάδα κλπ.
ΡΗΡ: Από πού πήγαν οι Έλληνες στην λατινική Αμερική;
Χρ. Κατσάνης: Έχουμε τον πολιτιστικό παράγοντα που είναι εξαιρετικά σημαντικός, έχουμε τον ελληνισμό που κατά καιρούς είχε φθάσει σε υψηλά αριθμητικά νούμερα, έχουμε μία τρομερή ιστορία! Του Ελληνισμού! Πως πήγε εκεί πέρα, π.χ. υπάρχουνε περιοχές που κυριαρχεί το στοιχείο από το Καστελόριζο, ή από τα Δωδεκάνησα. Βλέπεις ανθρώπους που γίνανε στην Βραζιλία μέχρι και κυβερνήτες σε Πολιτείες. όπως ο Γιώργος Λασέρδα, που ήταν Κυβερνήτης στην Πολιτεία της Σάντα Κατερίνα και θα μπορούσε να γίνει Πρόεδρος της Βραζιλίας αλλά δυστυχώς σκοτώθηκε σε αεροπορικό δυστύχημα.
Από την άλλη στον Παναμά υπήρξε Πρόεδρος της Δημοκρατίας που ήταν Ελληνικής καταγωγής ο Δημήτριος Λάκας. Επίσης υπήρξαν υπουργοί κυβερνήσεων σε διάφορες χώρες της Λ. Αμερικής που ήσαν Ελληνες.
ΡΗΡ: Συνηθίζω να λέω και να γράφω για τον «άγνωστο ομογενή» στην Ελλάδα…
Χρ. Κατσάνης: Και έχετε απόλυτο δίκαιο. Εκεί υπάρχει μια τρομερή δυναμική που θα μπορούσε να αξιοποιήσει η επίσημη Ελλάδα, οι ελληνικές επιχειρήσεις και εγώ φιλοδοξώ αυτά τα πράγματα στον βαθμό που μπορώ να τα αναδείξω σαν μία προσφορά στην πατρίδα…
ΡΗΡ: Για ποιες χώρες έχετε γράψει βιβλίο;
Χρ. Κατσάνης: Έχω γράψει και συνεχίζω να γράφω γιατί είναι μεγάλο το θέμα, για Βραζιλία, Αργεντινή, Χιλή, Βενεζουέλα, Ελ Κουαδόρ –Ισημερινό, δηλαδή- Παναμά, Κολομβία και κάποιες άλλες χώρες της Κεντρικής Αμερικής.
ΡΗΡ: Αν σας ζητούσα με μία φράση να χαρακτηρίσετε τον ελληνισμό της Λατινικής Αμερικής, ποια θα ήταν αυτή;
Χρ. Κατσάνης: Εξαιρετικά δημιουργικός με υψηλό επιχειρηματικό πνεύμα, πολύ τολμηρός και βέβαια προσαρμοσμένος και με σεβασμό προς τις τοπικές συνθήκες.
ΡΗΡ: Τα μελλοντικά σας σχέδια;
Χρ. Κατσάνης: Να μην ξεχνάμε αυτό που λένε ότι ακούει τα σχέδια ο Θεός και βάζει τα γέλια… Θα ήθελα να ολοκληρώσω το βιβλίο αυτό που γράφω τώρα, και που θα έχει τίτλο περίπου «ο Ελληνισμός στην Λατινική Αμερική». Δεν θέλω μόνο να αφορά στις ελληνικές Κοινότητες. Θέλω να καλύπτει και πολλά άλλα πράγματα, ειδικά κουλτούρας και Πολιτισμού.
Έπειτα, πρέπει να ξεκαθαρίσω που θα συνεχίσω τη ζωή μου, στην Ελλάδα ή στη Βουλγαρία…
ΡΗΡ: Το αιώνιο δίλημμα των Αποδήμων…
Χρ. Κατσάνης: Ναι, για μένα όμως η μία χώρα είναι προέκταση της άλλης από προσωπική σκοπιά. Τώρα έχω μία προσωπική επιχείρηση, δεν είμαι πια στον τραπεζικό τομέα, αλλά αν προκύψουν καλές ευκαιρίες στον χρηματοοικονομικό τομέα μπορεί να επανέλθω, θα δούμε.
ΡΗΡ: Το όνειρό σας; Το όνειρό μου είναι να κάνω όσες το δυνατόν περισσότερες διαλέξεις για να περάσω την όποια πείρα και γνώσεις αποκόμισα στους νεώτερους. Όπως ξέρουμε, ο Τολστόι στα 50 του (τότε οι άνθρωποι γερνάγανε πιο νωρίς) έλεγε ότι «από δω και πέρα θέλω να θέσω τον εαυτό μου στην υπηρεσία της κοινωνίας». Εγώ δεν είμαι πενήντα, είμαι εξήντα. Είμαι ακόμα νέος έχω δύναμη ακόμα να κάνω κάποια πράγματα για την Κοινωνία μακάρι να τα καταφέρω.
ΡΗΡ: Πώς εννοείτε αυτήν την προσφορά προς την κοινωνία;
Χρ. Κατσάνης: Το βασικότερο είναι να συμβάλω στο μέρος των δυνάμεών μου στην άνοδο του μορφωτικού και εκπαιδευτικού επιπέδου των νέων που δεν είναι και ιδιαίτερα υψηλό, πρέπει να το πω αυτό. Πάρα πολλά παιδιά πρέπει να κάνουν προσπάθειες να βελτιώσουν το επίπεδό τους.
ΡΗΡ: Για την Ελλάδα τη σημερινή, της κρίσης, τι έχετε να πείτε;
Χρ. Κατσάνης: Το βασικότερο είναι να βρούμε ξανά τον εαυτό μας. Έχουμε περάσει και δυσκολότερα. Κατοχή, διαφόρους Πολέμους. Αλλά είχαμε ψυχή τότε. Πιστεύαμε στον εαυτό μας. Πιστεύαμε στην ιστορία μας. Τώρα, έχει γίνει κάτι απίθανο. Τα τελευταία χρόνια προσπαθούνε να μας πείσουν ότι δεν υπάρχει συνέχεια του ελληνισμού!
Δοκησίσοφοι επιστημονίσκοι, που έλεγε κάποτε ένας Θεολόγος, και μου είχε κάνει εντύπωση -ήμουν τότε μικρός- κάνουνε μια συστηματική προσπάθεια να μας πείσουν ότι δεν είμαστε τίποτα. Είναι πολύ καλή η προσπάθειά τους με την έννοια ότι ένας λαός που πιστεύει στον εαυτό του και στην ιστορία του και στις ρίζες του, αντιστέκεται και ατενίζει το μέλλον με πολύ μεγαλύτερη δύναμη, από έναν λαό που άγεται και φέρεται.
Ενώ έχουμε τόσα πολλά και σπουδαία που μας κρατάνε με τις ρίζες μας, έχουμε και μια συστηματική προσπάθεια αφελληνισμού των Ελλήνων, αν μπορώ να πω έτσι. Αυτό για μένα είναι το πιο σημαντικό. Δηλαδή, αν π.χ. θεωρήσουμε ότι πρέπει να γίνει μία μεγάλη οικονομική αλλαγή της πορείας της χώρας, πρέπει να είμαστε έτοιμοι με τον ψυχικό μας κόσμο, να δεχθούμε όλοι μας –όλοι μας- κάποιες στερήσεις για δυο-τρία χρόνια, που έτσι κι αλλιώς υπάρχουν αυτές οι στερήσεις, αλλά να ξανασταθούμε στα πόδια μας, πρέπει να το κάνουμε!
Όταν το 1940 ο Μεταξάς είπε το όχι και το πρωί είδε τους χιλιάδες νέους Έλληνες να τρέχουν με χαμόγελο στα τρένα για να πάνε στην Αλβανία, θα έπρεπε να τρίβει τα μάτια του για να το πιστέψει! Λοιπόν, αυτό το πράγμα μπορούμε να το κάνουμε τώρα ή το έχουμε χάσει για πάντα; Δεν ξέρω. Είναι και θέμα αλλαγής της κοινωνίας, βέβαια. Αυτό είναι για μένα το σημαντικότερο. Σ΄ αυτήν την κρίση να ξαναβρούμε τον εαυτό μας να ξεπεράσουμε αυτήν την παρακμή που δυστυχώς είναι η χειρότερη που έχουμε ζήσει τα τελευταία χρόνια. Και για να είναι αντικειμενικός και να μην νομίζει κανείς ότι το ταυτίζω με κάποια συγκεκριμένη κυβέρνηση, πρέπει να πω, τα τελευταία 20 χρόνια.
ΡΗΡ: Τόσο πίσω τοποθετείτε την παρακμή;
Χρ. Κατσάνης: Ναι. Από τη μια είχαμε τις επιτυχίες των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, της κατάκτησης του Κυπέλλου Ευρώπης στο ποδόσφαιρο, σε επίπεδο εθνικών ομάδων και είχαμε και ένα σορό νέους ανθρώπους που διαπρέπανε.
ΡΗΡ: Να σας θυμίσω ένα προφητικό τραγούδι της εποχής, που έλεγε για την Ελλάδα: «και μες την παρακμή της, χτυπάει κι Ολυμπιάδα»!..
Χρ. Κατσάνης: Ναι, ναι, πολύ σωστά. Είχε ήδη ξεκινήσει μια τρομερή παρακμή. Πρέπει λοιπόν ο Έλληνας να ξαναβρεί τον εαυτό του. Να σκεφθεί τι λάθη έχει κάνει, γιατί εντάξει, η κατάσταση που βιώνουμε είναι αποτέλεσμα και συνισταμένη πολλών παραγόντων, όπως του ξένου παράγοντα, αλλά και των δικών μας λαθών.
Όταν π.χ. κάθεσαι και δανείζεσαι και δανείζεσαι ο άλλος το συμφέρον του κοιτάει και θα σου πιεί και το αίμα αν χρειαστεί. Πρέπει, λοιπόν, να θέσουμε τα ερωτήματα στον εαυτό μας, γιατί γίνανε όλα αυτά τα πράγματα; Και η Κυβέρνηση 1928-1932 του Ελευθέριου Βενιζέλου δανειζότανε, αλλά τουλάχιστον προσπαθούσε να κάνει την αποξήρανση της Κωπαΐδας, να κάνει σημαντικά Δημόσια έργα. Επί Τρικούπη μάλιστα πτωχεύσαμε. Αλλά χάρης στα δάνεια του Τρικούπη είχαμε αρχίσει κάποιον εκσυγχρονισμό, γινόμαστε ένα Κράτος σχετικά σύγχρονο για τα δεδομένα του 19ου αιώνα… Τώρα;
Τώρα γιατί δανείστηκε το ελληνικό Κράτος τόσο πολύ; Που πήγαν αυτά τα λεφτά; Σε αναπτυξιακά έργα; ‘Όχι. Στην κατανάλωση! Ε, πρέπει λοιπόν να μάθουμε να ζούμε με λιγότερη κατανάλωση και θα ζούμε και καλύτερα! Δεν είναι ανάγκη σώνει και καλά να κυκλοφορούμε ας πούμε με τα ακριβότερα αυτοκίνητα!
ΡΗΡ: Νομίζεται η ομογένεια θα μπορούσε και πώς να βοηθήσει τη γενέτειρα;
Χρ. Κατσάνης: Ναι, σίγουρα μπορούν να βοηθήσουν οι ομογενείς, αλλά το θέμα είναι η Ελλάδα να τους πείσει ότι αξίζει αυτή την βοήθεια. Υποθέτω –επειδή το νιώθω εγώ ο ίδιος- θα ήμουνα φοβερά δυστυχισμένος αν ζούσα σήμερα στη Γαλλία ή τη Γερμανία. Θα ένιωθα μεγάλη ντροπή να βγαίνουνε διάφορες εφημερίδες να μας χτυπάνε κλπ. Βέβαια ορισμένα δημοσιεύματα είναι και κακόβουλα, αλλά όχι όλα και όχι πάντα.
Όταν ο κ. Ρόμνεϊ στις τελευταίες εκλογές στην Αμερική αντιμετωπίζοντας τότε τον Ομπάμα έλεγε «προς Θεού μην γίνουμε σαν την Ελλάδα» προσπαθώ να φανταστώ πως ένοιωθε ο Ελληνο-αμερικάνος. Πρέπει, λοιπόν η Ελλάδα, όπως έκανε υπερήφανους τους Έλληνες του εξωτερικού πριν από δέκα χρόνια –αν και βέβαια οι επιτυχίες στο “Euro” και στους Ολυμπιακούς Αγώνες δεν είναι το πιο σημαντικό- κατά τη γνώμη μου το πιο σημαντικό είναι επιστημονικές επιτυχίες κλπ.
Ξανά, πάντως, πρέπει να βρούμε έναν τρόπο για να στείλουμε θετικά μηνύματα στην Ομογένεια και είμαι σίγουρος ότι η ομογένεια που αγαπάει την Ελλάδα 100 φορές παραπάνω από τους γηγενείς, σίγουρα θα βοηθήσει με πάρα πολλούς τρόπους. Είτε με lobbing είτε προωθώντας διάφορες καμπάνιες για την Ελλάδα (στην Αμερική νομίζω έχουν γίνει διάφορα πράγματα προς αυτή την κατεύθυνση) και να βοηθήσει έχοντας κάποτε και επιχειρηματικό όφελος, δεν το συζητάμε…
ΡΗΡ: Θέλετε να ψηφίζετε για την Ελλάδα;
Χρ. Κατσάνης: Όντας Έλληνας πολίτης με ελληνικό διαβατήριο, φυσικά ναι. Εγώ προσωπικά λόγω γειτνίασης της χώρας στην οποία ζω είναι πολύ εύκολο να καταβαίνω στην Αθήνα και να ψηφίζω. Θα ήθελα, όμως, εάν ήμουν στην Ισπανία, ή στις ΗΠΑ, ή στην Αυστραλία, όντας Έλληνας πολίτης να ψηφίζω στα Προξενεία και στις Πρεσβείες όπως κάνουνε όλοι, Γάλλοι, Αμερικάνοι, και Βούλγαροι ακόμα-ακόμα!
Μία παρένθεση: Μεγάλο σκάνδαλο με τους Ρουμάνους έγινε, γιατί είχανε περιορισμένη πρόσβαση τις Πρεσβείες να ψηφίσουν! Και ανάμεσα στους δύο γύρους ανατράπηκαν όλα τα προγνωστικά γιατί οι Ρουμάνοι Απόδημοι εξεγέρθηκαν!
Ε, όλοι οι άλλοι να ψηφίζουν μαζικά από κει που ζουν και ΄μεις να πρέπει να έρθουμε στην Ελλάδα;
Βέβαια αν κάποιοι δεν ασχολούνται με την Ελλάδα και ζουν αποκομμένοι, αυτοί δεν πρέπει να ψηφίζουν, γιατί ζουν σε άλλο περιβάλλον. Αυτοί ας ψηφίζουν εκεί που ζουν…
ΡΗΡ: Και μία τελευταία ερώτηση: Νομίζετε χρειάζεται η ομογένεια μια Παγκόσμια οργάνωση-ομπρέλα;
Χρ. Κατσάνης: Μια τέτοια οργάνωση, εάν τη διοικούν κατάλληλοι άνθρωποι και δεν πάσχουν από τα διάφορα ελληνικά ελαττώματα, τις διχογνωμίας και του αριβισμού, θα είναι καλό. Ο συγχρονισμός αυξάνει πάντα την αποτελεσματικότητα και κατ΄ επέκταση τα οφέλη για την πατρίδα και για τους συμπατριώτες μας του εξωτερικού. Αλλά πρέπει να γίνει με τους κατάλληλους κανόνες και τους κατάλληλους ανθρώπους. Διαφορετικά, ας λείπει.
ΡΗΡ: Σας ευχαριστώ πολύ.
Σχόλια Facebook