Ώρα για αυτοκριτική

  ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

Η ώρα της κριτικής τελειώνει.  Στο εξής, πρέπει να αρχίσει η αυτοκριτική.  Δύσχρηστη λέξη για τους πολιτικούς μας! Αν πεις δε  για τους πολίτες, δεν υπάρχει καν στο λεξικό (τους)!

Ένας από τους λίγους πολιτικούς που τόλμησε να κάνει δημόσια αυτοκριτική, κι αυτός άπαξ, ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου. Από το βήμα της Βουλής, τον Ιούνιο του 1988,  αναγκάστηκε να αναγνωρίσει  ότι ήταν λάθος του που για χάρη της εξομάλυνσης των  σχέσεων με την Τουρκία έβαλε «στο ράφι» – όπως τον κατηγορούσε ο κ.  Μητσοτάκης- το Κυπριακό. Αλλά και εκείνος δεν τόλμησε να πει τη λέξει “λάθος” μου. Προτίμησε τα ακατάλυπτο για την πλειοψηφία του λαού «mea culpa»!

Αυτά ανήκουν, όμως, στο παρελθόν. Στο παρόν κανείς δεν είναι διατεθειμένος να κάνει την αυτοκριτική του για την οικονομική κατάσταση στην οποία περιήλθε η χώρα. Όλοι οι πολιτικοί σωστά έπραξαν! Το ίδιο και όλοι οι πολίτες! Αυτό θυμίζει την παραοιμία, “με ήλιο τά ’βγαζα, με ήλιο τά ’βαζα, τι έχουν τα έρμα και ψοφάν”;

Ας ξεκινήσουμε από τους λεγόμενους “δεξιούς” ψηφοφόρους. Σύμφωνα με τους εκλογικούς αναλυτές, πολλοί από αυτούς στρέφονται στον ΣΥΡΙΖΑ και -λέγεται- αντιπροσωπεύουν το 3% του εκλογικού σώματος.  “…με την ψήφο τους θέλουν να τιμωρήσουν την κυβέρνηση για την υπερφορολόγηση, την ανεργία, το κλείσιμο επιχειρήσεων και την ύφεση”.

Εδώ θα παραθέσουμε τα εξής δύο πραγματικά περιστατικά: Γνωστός αρχιτέκτονας των Αθηνών, δεξιών φρονημάτων, το 1966 διαμαρτύρονταν φωναχτά στο γραφείο του για το ύψος των φόρων που πλήρωνε κάθε χρόνο. Το είπε μια, το είπε δυο, την τρίτη φορά ασπρομάλης Σχεδιαστής -που ήταν και “προξενητής” στο γάμο του- δεν άντεξε και του είπε εις επήκοον όλων: Αντώνη, δώσε μου εμένα την περιουσία σου κι ας πληρώνω εγώ το διπλό φόρο κάθε χρόνο!

Το δεύτερο, πρόσφατο. Δερματολόγος στον Πειραιά, εν ώρα επισκέψεων στο ιδιωτικό του ιατρείο, ωρύετο διότι του ήλθε ο ΕΝΦΙΑ 12.000 ευρώ και απειλούσε ότι αν και “πατεντάτος” δεξιός, θα ψήφιζε ΣΥΡΙΖΑ.

Και στις δύο περιπτώσεις, η ακίνητη περιουσία ήταν ΜΕΓΑΛΗ. Αλλά σε μία χώρα όπου το 80% των κατοίκων της φοροδιαφεύγουν  (λίγο, πολύ ή εντελώς) είναι να θυμώνεις μαζί τους που οι συγκεκριμένοι υποχρεώνονται να βάλουν βαθειά το χέρι τους στην τσέπη;

Το ότι η συστηματική φοροδιαφυγή αποτελεί μία από τις κύριες αιτίες της οικονομικής δυσπραγίας του δημοσίου, αυτό κανείς δεν το συζητάει!

Αλλο πραγματικό περιστατικό, το 2009. Γνωστός βιομήχανος των Αθηνών, έλεγε: <Έτσι όπως είναι η κατάσταση, με τους απεργούς έξω από το εργοστάσιο μήνες τώρα, προβληματίζομαι σοβαρά να το κλείσω. Δεν υπάρχει τρόπος να ικανοποιηθούν τα αιτήματά τους.  Σκέψου ότι αυτή τη στιγμή που μιλάμε, φθηνότερα μου κοστίζει να βγάλω έξω την πρώτη ύλη, να κατασκευάσουν στο εξωτερικό το “αντικείμενο” και να το εισάγω, από ό,τι μου κοστίζει να το φτιάξω εδώ, στο εργοστάσιό μου!>

Ακόμη ένα, του 1990. Γνωστός εφοπλιστής ανακατεύτηκε -με άλλους συναιτέρους- σε μεγάλη, πλην όμως προβληματική, επένδυση. Μόλις τακτοποίησε τα διαδικαστικά έσπευσε στο εξωτερικό να ζητήσει συμβουλές από εμπειρογνώμονα με τον οποίο συνεργαζότανε από χρόνια. Πίστευε ότι μπορούσε να ανατρέψει την αρνητική κατάσταση. Ο ειδικός ήλθε στην Ελλάδα.  Επισκέφθηκε την “επένδυση”. Έβγαλε τα συμπεράσματά του και τα εξήγησε στον ενδιαφερόμενο επενδυτή: “Εγώ, του είπε, έχω τουλάχιστον διπλάσια μονάδα από τη δική σου και έχω το …μισό προσωπικό…”

Περιττόν να γράψω ότι μόλις άκουσαν οι συνδικαλιστές πως θα έπρεπε -για να ορθοποδήσει η επιχείρηση- να απολυθούν κάποιοι εργαζόμενοι, κήρυξαν απεργία διαρκείας, η επένδυση απέτυχε, οι επενδυτές έχασαν τα λεφτά τους και οι εργάτες θα έχαναν τη  δουλειά τους αν ο “πατερούλης” το δημόσιο δεν αναλάμβανε να πληρώσει τα σπασμένα! Μόνο που “δημόσιο” είμαστε ΟΛΟΙ εμείς…

Βέβαια οι συνδικαλιστές στην Ελλάδα όλο και βολεύουνται σε κόμματα, σε υπουργεία, σε διάφορα κομματικά πόστα. Αν ήτανε εδώ Αμερική, θα έβαζαν κάτω το πραγματικό συμφέρον των εργαζομένων, θα έφθαναν σε μία έντιμη συνεννόηση με την εργοδοσία, θα τις έδιναν τον απαραίτητο αέρα να αναπνεύσει και μόλις ορθοποδούσε η επιχείρηση οι εργαζόμενοι -που θα είχαν διατηρήσει τις πολλές θέσεις εργασίας- θα έπαιρναν σιγά-σιγά πίσω όλα είχαν πρόσκαιρα απωλέσει. (Για όσους δεν γνωρίζουν, ας ανατρέξουν στην περίπτωση της General Electric).

Να πω  τώρα ότι ένα σημαντικό μέρος της οικονομικής μας καχεξίας οφείλεται στην ανορθόδοξη “δράση” των συνδικαλιστών;

Ακούστε και τούτο: Σήμερα οι πολλοί Έλληνες δεν κάνουν τις περισσότερες αγροτικές δουλειές. Πολλοί από τους ασχολούμενους με τον τουρισμό, κυρίως στα νησιά, παρέχουν κακές υπηρεσίες, χρεώνουν υπερβολικά και γενικά προσπαθούν σε τρεις μήνες (Ιούνιος-Ιούλιος-Αύγουστος) να κερδίσουν τα χρήματα που θα τους επιτρέψουν να ζουν τους υπόλοιπους εννιά! Αποτέλεσμα; ‘Ο,τι κερδίσαμε φέτος σε επισκέψεις, να κινδυνεύουμε να το απωλέσουμε του χρόνου και για πολλά , ίσως, χρόνια!

Ένα σημαντικό μέρος από ό,τι θα μας έδινε η αγροτική παραγωγή, το εξάγουν σε συνάλλαγμα οι μετανάστες στις πατρίδες τους! (Καλώς μας έρχονται, αλλά να ήτανε μετρήσιμοι, τόσοι όσοι τους αντέχει η οικονομία μας).

Οι μαθητές έχουν πάψει να διαβάζουν μόνοι τους! Για κάθε μάθημα θέλουν και ιδιαίτερο! Έτσι, καθηγητές που το πρωϊ είναι “κακοί” δάσκαλοι στα σχολειά, το απόγευμα γίνονται “καλοί” και καλοπληρωμένοι στα σπίτια και στα φροντιστήρια! Την επιβάρυνση του οικογενειακού προϋπολογισμού, ποιός την λογαριάζει ως ένα αίτιο στην “καθίζιση” της αγοράς, αφού ψωνίζουμε λιγότερα, εξοφλούμε λιγότερα, για να έχουμε να ξοδεύουμε περισσότερα στα πάσης φύσεως φροντιστήρια;

Αναρίθμητα είναι τα παραδείγμα που αποδεικνύουν ότι για την χρεοκοπία του κράτους δεν φταίνε μόνον οι πολιτικοί. Το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης το έχουμε εμείς, οι κάτοικοι που αρνούμαστε να γίνουμε πολίτες. Με δικαιώματα, αλλά ΚΑΙ με υποχρεώσεις… Που μάθαμε να ζούμε πάνω από τις πραγματικές μας δυνατότητες. Να ξοδεύουμε περισσότερα από ό,τι παράγουμε ή όσα κερδίζουμε.

Ποιός φταίει γι αυτό; Πολλοί. Όλοι όσοι μας “πίεζαν” κάποτε για να αποκτήσουμε “κάρτες”, “δάνεια”, “δωροδάνεια¨, ¨κεραμίδι”… Όλοι όσοι δεν μας προειδοποίησαν. Όλοι όσοι διαφήμιζαν κάποτε το Χρηματιστήριο σαν οίκο του δώσε και μένα μπάρμπα…

Φταίμε όμως και εμείς. Που δεν ξέραμε και δεν ρωτήσαμε.  Που παρασυρθήκαμε ή παρασύραμε στην υπερβολική διόγκωση του δημόσιου τομέα. (Π.χ. Ολυμπιακή).

Την Κυριακή θα πάμε να ψηφίσουμε. Να τιμωρήσουμε ποιούς; Όχι ασφαλώς τους εαυτούς μας. Για να απενοχοποιηθούμε εμείς, θα καταστήσουμε αποκλειστικούς ενόχους, άλλους.

Αλλά η μείζων αντιπολίτευση,  που διεκδικεί την εξουσία, είναι τάχα άμοιρη ευθυνών; Και μόνον ότι πλειοδοτούσε ΠΑΝΤΑ σε κάθε συνδικαλιστικό αίτημα, μόνον ότι ακόμα τώρα- σε μια περίοδο τέτοιας βαθειάς οικονομικής κρίσης- αντί να λέει αλήθειες χαϊδεύει αυτιά, υπόσχεται παροχές και “εγγυάται” αποκατάσταση μισθών-συντάξεων χαμογελώντας σε κάθε πικραμένο, που ασφαλώς δεν ενδιαφέρεται να μάθει ΑΠΟ ΠΟΥ θα τα βρει το κράτος, αρκεί να του τα δώσει, καθίσταται συνυπεύθυνη και βασικό γρανάζι της μηχανής που οδηγεί στην αποκορύφωση της κρίσης.

Το ίδιο κάνουν και τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης, αλλά αυτά δεν έχουν πιθανότητα να κερδίσουν τις εκλογές, επομένως, ας λένε ό,τι θέλουν…

Το ερώτημα ΔΕΝ είναι εάν ο κ. Τσίπρας θα κερδίσει τις εκλογές. Μπορεί ναι, μπορεί -παρά το μη αποκρυβόμενο πανηγυρικό κλίμα στην Κουμουνδούρου-  και να τις χάσει! Ίσως δεν εξασφαλίσει αυτοδυναμία. Ενδεχομένως και παρά μια τυχόν αυτοδυναμία, δεν μπορέσει τελικά να ελέγξει τις συνιστώσες του.  Το ερώτημα ωστόσο είναι εάν με τέτοιες λογικές και πολιτικές μπορεί να ορθοποδήσει ο τόπος. Αν όχι για μας, τουλάχιστον για τα παιδιά μας…

Οι αναποφάσιστοι μπορούν τώρα να αποφασίσουν. Εξέλειπαν οι δικαιολογίες, τα “δεν ήξερα” και τα “δεν γνώριζα”.

Το τραγικό για την πατρίδα θα είναι όταν οι ψηφοφόροι που θα ψηφίσουν για να “τιμωρήσουν” τους μεν ή για να επωφεληθούν από τις “προσφορές” των δε, ανακαλύψουν ότι μάταια κουβάλησαν μαζί τους “μεγάλο καλάθι”.  Όταν το περιβόλι έχει λίγα δένδρα, δεν έχει σημασία πόσο μικρό ή μεγάλο είναι το καλάθι σου. ΄Ετσι κι αλλιώς, μικρή θα είναι η σοδειά που θα μαζέψεις…

Τότε, όμως, οι ναυαγισμένες προσδοκίες όσων άκουσαν το “έρχεται” και δεν θα δουν την “ελπίδα”, θα γίνουν απόγνωση. Και ένας λαός σε απόγνωση, θα  είναι η δυστυχέστερη εξέλιξη στο σύγχρονο ελληνικό δράμα.