Τα έθιμα της Πρωτοχρονιάς Ιστορίες και πολιτιστικές ιδαιτερότητες από όλη την Ελλάδα

Διαφορετικά γιορτάζεται η Πρωτοχρονιά σε διάφορες περιοχές της χώρας. Τα ήθη και τα έθιμα του κάθε τόπου ” χρωματίζουν ” τις γιορτινές αυτές μέρες και αποτελούν μια όαση χαράς για μικρούς και μεγάλους.

Η 1η Ιανουαρίου ως αρχή του χρόνου επικράτησε να γιορτάζεται στη Ρώμη από το 48 π.Χ. και πήρε πολλά στοιχεία από τη ρωμαϊκή γιορτή Σατουρνάλια. Από τότε, την 1η Ιανουαρίου δέχτηκαν ως Πρωτοχρονιά όλοι οι λατινογενείς και ρωμαιοκρατούμενοι λαοί.

Η Ορθόδοξη όμως Εκκλησία, της εποχής κυρίως του Μεγάλου Κωνσταντίνου, επειδή ήθελε να χωρίσει τους χριστιανούς από τους ειδωλολάτρες, απαγόρευε στους χριστιανούς να γιορτάζουν την Πρωτοχρονιά όπως εκείνοι. Τα αποτελέσματα όμως της απαγόρευσης αυτής ήταν πολύ μικρά.

Απαλείφτηκαν μόνο τα στοιχεία εκείνα που έρχονταν σε ευθεία αντίθεση προς τη χριστιανική ηθική. Η Πρωτοχρονιά, όπως αυτή διαμορφώθηκε κάτω από την επίδραση της εκκλησίας και τη σύνδεσή της με τη γιορτή του Αγίου Βασιλείου, διαιωνίστηκε μέχρι σήμερα ως λαϊκή γιορτή με έθιμα στις περιοχές όλης της Ελλάδας.

Έθιμα όμως της Πρωτοχρονιάς υπάρχουν και στον υπόλοιπο κόσμο, πολλά από αυτά έχουν καθιερωθεί και στην Ελλάδα. Για παράδειγμα, η γαλοπούλα ως βασικό φαγητό της ημέρα της Πρωτοχρονιάς ήρθε από τη Βόρεια Ευρώπη. Οι κάτοικοι εκεί αρχικά μαγείρευαν μεγάλα πουλιά για το γιορτινό γεύμα. Προτιμούσαν τους φασιανούς, τις χήνες και τα παγόνια. Όταν όμως δοκίμασαν τη γαλοπούλα, την καθιέρωσαν ως το κατεξοχήν πρωτοχρονιάτικο γεύμα. Το έθιμο της γαλοπούλας έφτασε στην Ευρώπη από το Μεξικό το 1824 μ.Χ. Τα περισσότερα όμως έθιμα έχουν ελληνικές ρίζες, οι οποίες μάλιστα κρατούν από τους αρχαίους και τους βυζαντινούς χρόνους.

Το ποδαρικό είναι το πλέον διαδεδομένο έθιμο της Πρωτοχρονιάς και τηρείται σε όλη τη χώρα. Πολλοί άνθρωποι είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί ακόμη και σήμερα ποιος θα κάνει ποδαρικό στο σπίτι τους. Έτσι από την παραμονή λένε σε κάποιο δικό τους άνθρωπο, που τον θεωρούν καλότυχο και γουρλή, να έρθει την Πρωτοχρονιά να τους κάνει ποδαρικό. Μόλις μπει στο σπίτι, τον βάζουν να πατήσει ένα σίδερο για να είναι όλοι σιδερένιοι και γεροί μέσα στο σπίτι στη διάρκεια του καινούργιου χρόνου. Η νοικοκυρά φιλεύει τον άνθρωπο που κάνει ποδαρικό για το καλό του χρόνου. Συνήθως του δίνει μήλα ή καρύδια και μια κουταλιά γλυκό κυδώνι ή ό,τι άλλο γλυκό έχει φτιάξει για τις γιορτές. Αν ανήμερα την Πρωτοχρονιά έχει λιακάδα, πιστεύουν πως ο καιρός θα είναι ο ίδιος σαράντα μέρες. Λένε: “Τα ‘λιασε η αρκούδα τα αρκουδάκια της, δεν θα ‘χουμε χειμώνα βαρύ”. Αν όμως ο καιρός είναι άσχημος την Πρωτοχρονιά, θα συμβεί το αντίθετο, δηλαδή σαράντα μέρες θα έχουμε βαρυχειμωνιά.

Ο ΔΙΚΟΣ ΜΑΣ ΑΓΙΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ

Ανήμερα την Πρωτοχρονιά οι ορθόδοξοι χριστιανοί γιορτάζουν τη μνήμη του Αγίου Βασιλείου από την Καισαρεία. Βεβαίως, στις βιτρίνες των καταστημάτων βλέπουμε έναν άλλο Άγιο Βασίλη, ο οποίος μας έρχεται από την παγωμένη Λαπωνία, γνωστός ως Santa Claus. Ο άγιος αυτός δεν έχει καμιά σχέση με τον δικό μας και όπως γνωρίζουμε πρόκειται για τον Άγιο Νικόλαο.

Ο δικός μας Άγιος Βασίλειος έρχεται την ημέρα της Πρωτοχρονιάς από την Καισαρεία με μαύρα γένια και σκούρο φτωχό ράσο για να ευλογήσει τα σπιτικά μας και να πάρει το δικό του κομμάτι από τη βασιλόπιτα. Αυτός είναι ο Άγιος Βασίλειος, ο φιλάνθρωπος επίσκοπος του 4ου αιώνα μ.Χ., ο άνθρωπος των γραμμάτων, ο ταπεινός και θαυματουργός (ένας από τους Τρεις Ιεράρχες) και όχι ο πονηρούλης Santa Claus, που εισήχθη από την Αμερική για να διαφημίσει αναψυκτικά και την πραμάτεια των εμπόρων.

Για την ιστορία αναφέρουμε ότι ο ευρωπαϊκός Αϊ-Βασίλης επισκέπτεται τα σπίτια τα Χριστούγεννα. Εμείς τον δεχόμαστε την Πρωτοχρονιά, γιατί είναι η μέρα της εορτής του. Η μορφή του Santa Claus που ξέρουμε πλέον όλοι διαμορφώθηκε από τον Αμερικανό σκιτσογράφο Τόμας Ναστ, το 1862, με βάση παλαιότερες ευρωπαϊκές παραδόσεις, ενώ το κόκκινο χρώμα της στολής του το πήρε λόγω του κόκκινου χρώματος γνωστού αμερικάνικου αναψυκτικού που χρησιμοποίησε τη μορφή του σε διαφημίσεις. Αρχικά ήταν ντυμένος στα χρώματα του ουράνιου τόξου.

Οσο γερές κι όμορφες είναι οι ρώγες, τόσο χαρούμενες κι ευλογημένες θα είναι οι μέρες που φέρνει μαζί του ο νέος χρόνος

Οσο γερές κι όμορφες είναι οι ρώγες, τόσο χαρούμενες κι ευλογημένες θα είναι οι μέρες που φέρνει μαζί του ο νέος χρόνος

Η ΒΑΣΙΛΟΠΙΤΑ

Η πίτα που φτιάχνουμε την παραμονή της Πρωτοχρονιάς και που κόβεται σε πανηγυρική συγκέντρωση των μελών της οικογένειας ή και άλλων συγγενών και φίλων έχει τις ρίζες της στα αρχαία ελληνορωμαϊκά έθιμα. Στα Κρόνια (εορτή του θεού Κ(Χ)ρόνου, που λατρευόταν στην Ελλάδα) και στα Σατουρνάλια (saturnalia) της Ρώμης έφτιαχναν γλυκά και πίτες, μέσα στα οποία έβαζαν νομίσματα και σε όποιον τύχαινε το κομμάτι ήταν ο τυχερός της παρέας… Η ορθόδοξη παράδοση συνέδεσε το έθιμο με τη βασιλόπιτα. Και η ιστορία της έχει ως εξής.
Ο Μ. Βασίλειος, για να προστατεύσει την περιφέρειά του, την Καισαρεία της Καππαδοκίας, από επιδρομή αλλοφύλων, έκανε έρανο και μάζεψε χρυσά νομίσματα και άλλα τιμαλφή για να τα δώσει στους εχθρούς, ώστε να τους δελεάσει, για να μη λεηλατήσουν την περιοχή του. Ο εχθρός, όμως, τελικά δεν κατόρθωσε να εισβάλει στην Καισαρεία, και τα τιμαλφή έμειναν. Τότε, ο Μ. Βασίλειος είπε να φτιάξουν μικρές πίτες-ψωμάκια, μέσα στις οποίες έβαζαν και ένα χρυσό νόμισμα, ή κάτι άλλο από όλα τα πολύτιμα πράγματα που είχαν μαζευτεί. Οι πίτες αυτές μοιράστηκαν σε όλους και ο καθένας κράταγε ό,τι του τύχαινε. Πάρα πολλά έτυχαν και στα παιδιά…

ΑΥΤΟ ΤΟ ΞΕΡΕΤΕ;

Aπ’ ό,τι φαίνεται ο Αϊ-Bασίλης δεν επισκέπτεται τελικά όλες τις χώρες! Στην Iσπανία και τις χώρες της Nοτίου Aμερικής τα δώρα στα παιδιά φέρνουν οι Tρεις Mάγοι, στην Iταλία μια καλή γριούλα που ονομάζεται Λα Mπεφάνα, σε μερικές περιοχές της Pωσίας η γριά Mπαμπούσκα και σε άλλες ο Παππούς των Πάγων, στη Γερμανία η Kρίστκιντ, μια αγγελική μορφή σταλμένη από τον Iησού, στη Σκανδιναβία μια παρέα ξωτικών που λέγονται Zουλενίσεν, στη Γαλλία ο Πατέρας των Xριστουγέννων (Pere Noel), στην Oλλανδία, το Bέλγιο και σε όλες σχεδόν τις δυτικές χώρες ο Άγιος Nικόλαος, στη Iαπωνία ο Kιροχσού, ο οποίος έχει μάτια και στο πίσω μέρος του κεφαλιού, για να βλέπει ό,τι κάνουν όλα τα παιδιά.

ΕΘΙΜΑ ΑΠΟ ΤΗ ΒΟΡΕΙΑ ΕΛΛΑΔΑ

Στη Χαλκιδική οι γυναίκες, εκτός από τη βασιλόπιτα, πρέπει την παραμονή της Πρωτοχρονιάς να φτιάξουν “κλίκια” και “φταζμίτ’κα”, όπως και άλλα γλυκά για τους καλαντιστές, τους επισκέπτες και τα μέλη της οικογένειας. Συνήθως τα γλυκά αυτά είναι: σαραγλί, σουσαμόπιτα, μπακλαβάς, κανταΐφι κ.ά. Ειδικότερα στην Ορμύλια έκαναν κι ένα ειδικό κουλούρι, σε σχήμα “οχτώ”, για τον Άγιο Βασίλειο. Το κουλούρι αυτό το έβαζαν στο εικονοστάσι για το καλό του χρόνου. Επίσης, τη νύχτα της Πρωτοχρονιάς στα χωριά της Χαλκιδικής η βρύση του χωριού έπρεπε να είναι ανοιχτή, έτσι ώστε να τρέχει η τύχη όλη τη χρονιά σαν το νερό. Στο Μυρτόφυτο του Δήμου Ελευθερών Καβάλας την παραμονή της Πρωτοχρονιάς αναβιώνει ένα έθιμο που έχει τις ρίζες του στην Τουρκοκρατία. Τα αγόρια που θα φύγουν στρατιώτες μέσα στη νέα χρονιά συγκεντρώνουν μεγάλες στοίβες από ξύλα στην πλατεία.
Την παραμονή του νέου χρόνου ανάβουν μια εντυπωσιακή φωτιά που ξεπερνά τα τρία μέτρα, ψάλλοντας τα κάλαντα. Στις δώδεκα ακριβώς, με το χτύπημα του ρολογιού της εκκλησίας, αρχίζει ένα παραδοσιακό γλέντι με τσίπουρο και γλυκά. Στην πόλη της Καβάλας πολλοί κάτοικοι διατηρούν ακόμη κάποια από τα έθιμα που έφεραν μαζί τους οι πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη, όπως το σπάσιμο του ροδιού μπροστά στην είσοδο του σπιτιού για καλή τύχη, αλλά και η μεταφορά μιας πέτρας -συνήθως από το μικρότερο μέλος της οικογένειας- στο εσωτερικό του σπιτιού, για να είναι στέρεο το σπίτι και γερή ολόκληρη η οικογένεια τη νέα χρονιά.
Σε πολλές περιοχές της Θράκης τραγουδούν τα κάλαντα όχι μόνο αποβραδίς, αλλά και το πρωί μετά την εκκλησία. Πηγαίνοντας στα σπίτια τραγουδούν τον “Αγιoβασίλη”, παίρνουν δώρα φρούτα, χρήματα κτλ. Τα δώρα αυτά τα μαζεύουν όλα σ’ ένα μέρος για τα μοιράζονται κατόπιν. Στην Κομοτηνή τα Χριστούγεννα δεν λένε κάλαντα αλλά την Πρωτοχρονιά. Αποβραδίς γυρνούν με αναμμένα φανάρια στολισμένα με κορδέλες χάρτινες και ποικιλόχρωμες, με βαπόρια και τραγουδούν τα κάλαντα από ένα τυπωμένο βιβλίο. Τα παιδιά κρατούν ξύλινα σφυριά, βαμμένα με διάφορα χρώματα και με αυτά χτυπούν τις πόρτες και μαζεύουν στραγάλια, σύκα, ξυλοκέρατα, πορτοκάλια, καρύδια. ‘Όχι όμως και χρήματα. Η ποίηση των ημερών αυτών στη Θράκη είναι χωρίς σχήματα, είναι αληθινή, γεμάτη έξαρση κι αρμονία. Η λαϊκή μούσα τραγουδά τον “αγιοβασίλη” με χαρτί και καλαμάρι και τον καλεί να καθίσει και να τραγουδήσει με το λαό μαζί.

ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΤΣΑ
Την ημέρα της Πρωτοχρονιάς οι περισσότερες νοικοκυρές του Νομού φτιάχνουν την βασιλόπιτα ή αετόπιτα στην οποία βάζει μέσα και ένα κέρμα. Αφού ο αφέντης του σπιτιού, βγάλει από ένα κομμάτι για τον Χριστό, την Παναγία και τον Άγιο Βασίλειο τα μέλη της οικογένειας παίρνουν το δικό τους κομμάτι και αναζητούν σε αυτό το κέρμα.

Στις 5 Ιανουαρίου παραμονές των Θεοφανίων συναντάμε ακόμη και σήμερα τα Ρογκάτσια ή Ρογκατσάρια. Ένα έθιμο που οι ρίζες του χάνονται στην αρχαιότητα. Οι συμμετέχοντες, ντυμένοι με προβιές ζώων και ζωσμένοι με κουδούνια, τριγυρίζουν το χωριό και λένε τα κάλαντα, διαφορετικά για τον καθένα,με διάθεση πειράγματος και σατιρισμού. Πίσω ακολουθούν “ο γαμπρός με τη νύφη” και στο τέλος έρχεται ο “παπάς” που διώχνει αυτούς τους “καλικάντζαρους”. Το έθιμο παραμένει ζωντανό στο Νεοχώρι, στο Μεσενικόλα, στο Μορφοβούνι και στο Κρυονέρι.

ΣΤΗ ΣΑΜΟ

Η “προβέντα” είναι ένα πιάτο με γλυκά που κρίνει πολλές φορές την νοικοκυροσύνη της Σαμιώτισσας, καθώς συνοδεύεται συνήθως και με την βασιλόπιτα που έχουν φτιάξει.

Το ρόδι είναι απαραίτητο για κάθε σαμιώτικο σπιτικό, καθώς οι οικογένειες το πρωί της Πρωτοχρονιάς μετά την εκκλησία θα το σπάσουν για να σκορπίσουν οι σπόροι του και να “γεμίσει” το σπίτι ευτυχία και υγεία.

Όποιος κάνει το ποδαρικό πρέπει να πάρει “μπουλιστρίνα” (χρήματα), την οποία περιμένουν τα παιδιά επίσης από παππούδες, γιαγιάδες και θείες που θα πλαισιώσουν το μεσημέρι το τραπέζι.

Την παραμονή των Φώτων, παιδιά λένε τα κάλαντα, ενώ ανήμερα σε κάθε πόλη λειτουργεί μια μόνο εκκλησία και μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας σχηματίζεται πομπή για το λιμάνι που θα γίνει ο αγιασμός των υδάτων και ο Μητροπολίτης (στην πρωτεύουσα) ή ο παπάς θα ρίξει τον σταυρό.
Όποιος τον πιάσει θεωρείται ο τυχερός της χρονιάς, παίρνει την ευλογία του ιερέα και μαζί του γυρνούν το μεσημέρι από σπίτι σε σπίτι για να μεταφέρουν την ευλογία του στους κατοίκους του νησιού.

ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ

Τα ήθη και τα έθιμα ενός τόπου μαρτυρούν τις βαθύτερες ανησυχίες των ανθρώπων όπως αυτές αποτυπώθηκαν στο πέρασμα των χρόνων. Στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μακεδονίας οι κάτοικοι -η πλειονότητα των οποίων έχουν τις ρίζες τους στον Πόντο και τη Μικρά Ασία- γνωρίζουν πώς να διατηρούν ζωντανές τις παραδόσεις κυρίως μέσα από τη νέα γενιά.

Από ολόκληρη την ανατολική Μακεδονία ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η πολιτιστική παράδοση του νομού Δράμας, με την πλούσια λαογραφία, τα ήθη τα έθιμα, τις γιορτές και τα διονυσιακά δρώμενα που πραγματοποιούνται όλες τις εποχές του χρόνου.

Οι Μωμόγεροι, ένα είδος λαϊκού παραδοσιακού θεάτρου, αναβιώνει στους Σιταγρούς και τα Πλατανιά, χωριά όπου υπάρχουν πρόσφυγες από τον Πόντο. Η ονομασία Μωμόγεροι προέρχεται από τις λέξεις μίμος και γέρος, από τις μιμητικές κινήσεις που κάνουν οι πρωταγωνιστές με μορφή γεροντικών προσώπων. Οι παραστάσεις πραγματοποιούνται όλο το Δωδεκαήμερο (Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά και Θεοφάνια).

Στο νησί της Θάσου οι οικογένειες κρατούν ένα πολύ παλιό έθιμο που είναι το σπόρδισμα των φύλλων και γίνεται ως εξής: Κάθονται όλοι γύρω από το αναμμένο τζάκι, τραβούν την ανθρακιά προς τα έξω και ρίχνουν γύρω στ’ αναμμένα κάρβουνα, φύλλα ελιάς, βάζοντας στο νου τους από μια ευχή, χωρίς όμως να την πουν στους άλλους. Όποιου το φύλλο γυρίσει περισσότερο, εκείνου θα πραγματοποιηθεί και η ευχή του.

Στο Δημοτικό Διαμέρισμα Μυρτοφύτου Δήμου Ελευθερών στη δυτική ακτή του νομού Καβάλας, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς αναβιώνει ένα έθιμο που έχει τις ρίζες του στην Τουρκοκρατία. Τα αγόρια που θα φύγουν στρατιώτες μέσα στη νέα χρονιά συγκεντρώνουν μεγάλες στοίβες ξύλων στην πλατεία. Την παραμονή του νέου χρόνου θα ανάψουν μια εντυπωσιακή φωτιά ψέλνοντας τα κάλαντα. Στις δώδεκα ακριβώς, με το χτύπημα του ρολογιού της εκκλησίας, ξεκινάει ένα παραδοσιακό γλέντι με τσίπουρο και γλυκά.

Στην πόλη της Καβάλας, πολλοί κάτοικοι διατηρούν ακόμα κάποια από τα έθιμα που έφεραν μαζί τους οι πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη, όπως το σπάσιμο του ροδιού μπροστά στην είσοδο του σπιτιού για καλή τύχη, αλλά και η μεταφορά μιας πέτρας – συνήθως από το μικρότερο μέλος της οικογένειας – στο εσωτερικό του σπιτιού για να είναι στέρεο το σπίτι και γερή ολόκληρη η οικογένεια τη νέα χρονιά.

Στο Δημ. Διαμέρισμα Ποδοχωρίου του Δήμου Ορφανού στα δυτικά του νομού Καβάλας, την πρώτη μέρα κάθε νέου χρόνου διατηρούν ακόμα αναλλοίωτο το έθιμο του “ποδαρικού”, όπου τα πιο μικρά παιδιά επισκέπτονται όλα τα σπίτια του οικισμού μπαίνοντας μέσα σε αυτά με το δεξί πόδι, λένε ευχές στους νοικοκύρηδες του σπιτιού και δέχονται γλυκά και δώρα.

Τέλος, στα Άβδηρα της Ξάνθης, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς ορισμένες οικογένειες δεν ζυμώνουν βασιλόπιτα αλλά ανοίγουν φύλλο και παρασκευάζουν μια πίτα με πράσο, κιμά και μπαχαρικό κύμινο. Μέσα στην πρασόπιτα βάζουν το φλουρί. Η πίτα ψήνεται σε παραδοσιακό ταψί το σινί και τα παλιότερα χρόνια σερβίρονταν πάνω σε χαμηλό ξύλινο τραπέζι, το σορβά.

ΣΤΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΚΡΗΤΗΣ

Πρόκειται για ένα έθιμο που διατηρείται χρόνια. Ο πρώτος άνθρωπος που θα πατήσει με το πόδι του (ποδαρικό) στο σπίτι μετά την είσοδο του νέου χρόνου, πρέπει να είναι τυχερός για να φέρει τύχη στο σπίτι και να πατήσει πρώτα με το δεξί του πόδι για να πάνε όλα δεξιά, δηλαδή καλά.
Επίσης την ημέρα της Πρωτοχρονιάς μεταφέρουν νερό από τη βρύση στο σπίτι και ο νοικοκύρης λέει: «Όπως τρέχει τούτο το νερό έτσι να τρέχουν και τα καλά στο σπίτι μου».

Ακόμη ο νοικοκύρης μεταφέρει μια πέτρα στο σπίτι λέγοντας: «Όπως είναι γερή τούτη η πέτρα έτσι να είναι γερό και το σπίτι μου». Σε ορισμένα μέρη του Ηρακλείου, την πρωτοχρονιά συνηθίζεται η οικογένεια να πηγαίνει στην εκκλησία. Μαζί τους παίρνουν μια εικόνα του σπιτιού, η οποία αφού λειτουργηθεί θα κάνει το ποδαρικό στο σπίτι.

Την πρωτοχρονιά οι παππούδες και οι στενοί συγγενείς δίνουν στα παιδιά την «καλή χέρα», δηλαδή κάποιο χρηματικό ποσόν. Έθιμο που διατηρείται μέχρι και σήμερα.

Στο Ηράκλειο υπάρχει και το έθιμο της μπουγάτσας, όπου οι κάτοικοι καταναλώνουν ανήμερα της Πρωτοχρονιάς μεγάλες ποσότητες μπουγάτσας, θέλοντας να είναι γλυκιά η πρώτη τους γεύση. Μάλιστα σε όλους τους δρόμου του Ηρακλείου την παραμονή της Πρωτοχρονιάς έχουν στηθεί υπαίθριοι πάγκοι για την διανομή μπουγάτσας.

ΤΟ ΣΠΑΣΙΜΟ ΤΟΥ ΡΟΔΙΟΥ

Το πρωί της Πρωτοχρονιάς όλη η οικογένεια πήγαινε στην εκκλησία και ο νοικοκύρης του σπιτιού κουβαλούσε ένα ρόδι για να το λειτουργήσει στην εκκλησία. Γυρνώντας στο σπίτι ο νοικοκύρης χτυπούσε το κουδούνι -δεν έπρεπε να ανοίξει ο ίδιος την πόρτα- και να μπει πρώτος στο σπίτι και να κάνει καλό ποδαρικό με το ρόδι στο χέρι. Μπαίνοντας μέσα, έπρεπε να μπει με το δεξί, έσπαζε το ρόδι στην πόρτα με δύναμη και περίμενε να πεταχτούν οι ρώγες παντού ενώ ταυτόχρονα έλεγε «με υγεία και χαρά το νέο έτος! Κι όσες ρώγες έχει το ρόδι τόσες λίρες να έχει η τσέπη μας». Αν οι ρώγες ήταν τραγανές και κόκκινες θα ήταν χαρούμενες και ευλογημένες οι μέρες όλης της χρονιάς. Το έθιμο αυτό συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας.

ΟΙ ΚΟΛΟΝΙΕΣ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ
Στην Κεφαλονιά, αλλά και σε άλλα νησιά των Επτανήσων, το βράδυ της παραμονής της Πρωτοχρονιάς, όλοι οι κάτοικοι με χαρά για τον ερχομό του νέου χρόνου, βγαίνουν στους δρόμους κρατώντας μπουκάλια με κολόνια και ρίχνουν ο ένας στον άλλο ενώ τραγουδάνε: «Ήρθαμε με ρόδα και ανθούς να σας ειπούμε χρόνους πολλούς!» Η τελευταία ευχή που ανταλλάσσουν είναι «καλή αποκοπή» για να αποχωριστούν με το καλό τον παλιό χρόνο. Το πρωί της Πρωτοχρονιάς η μπάντα του Δήμου περνάει απ’ όλες τις γειτονιές και τραγουδάει καντάδες και παραδοσιακά κάλαντα.

ΟΙ ΜΩΜΟΓΕΡΟΙ, ΕΘΙΜΟ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Η λαϊκή φαντασία οργιάζει στην κυριολεξία σχετικά με τους Καλικάντζαρους, που βρίσκουν την ευκαιρία να αλωνίσουν τον κόσμο από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα, τότε δηλαδή που τα νερά είναι «αβάφτιστα». Η όψη τους τρομακτική, οι σκανδαλιές τους απερίγραπτες και ο μεγάλος φόβος τους η φωτιά.

Στις περιοχές της Μακεδονίας, Θράκης και Θεσσαλίας εμφανίζεται το έθιμο των μεταμφιέσεων, που φαίνεται πως έχει σχέση με τους καλικάντζαρους. Οι μεταμφιεσμένοι, που λέγονται Μωμόγεροι, Ρογκάτσια ή Ρογκατσάρια, φοράνε τομάρια ζώων (λύκων, τράγων κ.λπ) ή ντύνονται με στολές ανθρώπων οπλισμένων με σπαθιά. Γυρίζουν στο χωριό τους ή στα γειτονικά χωριά, τραγουδούν και μαζεύουν δώρα. Άμα συναντηθούν δυο παρέες, κάνουν ψευτοπόλεμο μεταξύ τους, ώσπου η μία ομάδα να νικήσει και η άλλη να δηλώσει υποταγή.

ΤΑ ΡΑΓΚΟΥΤΣΑΡΙΑ (ΚΑΣΤΟΡΙΑ)

Μέσ’ την καρδιά του χειμώνα και κατά τη διάρκεια των τελευταίων ωρών του δωδεκαήμερου, η πόλη της Καστοριάς παραδίνεται σ’ ένα μοναδικό τριήμερο γλέντι χαράς και ξεφαντώματος, που γεννιέται αυθόρμητα μέσα στις αμέτρητες παρέες των μικρών και μεγάλων που παίρνουν μέρος.
Στις 6, 7 και 8 Ιανουαρίου, οι δρόμοι και τα σοκάκια της πόλης σφύζουν από τις συντροφιές των ραγκουτσάρηδων (μεταμφιεσμένων), που χαίρονται, γλεντούν και χορεύουν στο ρυθμό της ξεγνοιασιάς, σκορπώντας ολόγυρα χαρά και κέφι.
Όλοι οι κάτοικοι της πόλης παραδίνονται σ’ ένα ξεχωριστό Διονυσιακό ξεφάντωμα, με τη συνοδεία των λαϊκών οργάνων που παιανίζουν όλα τα παραδοσιακά μουσικά ακούσματα της περιοχής. Πρόκειται για πανάρχαιες συνήθειες, η προέλευση των οποίων χάνεται μέσα στο χρόνο.
Παρά τις δυσκολίες που συνάντησαν σε μια μακροχρόνια διαδρομή, πολλά από τα στοιχεία αυτών των λατρευτικών εκδηλώσεων, που είναι γνωστές από τα ελληνορωμαϊκά χρόνια, κατάφεραν να διατηρηθούν και να φτάσουν μέσω του Βυζαντίου και της Τουρκοκρατίας έως τις μέρες μας.

ΤΣΙΤΣΙ (ΤΥΧΕΡΟ ΕΒΡΟΥ)

Τα “τσιτσί” συνδέονται με τον ερχομό των καλικάντζαρων στον επάνω κόσμο και παρομοιάζονται με πολύ μεγάλες γάτες, οι οποίες εμφανίζονται το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων και προκαλούν ζημιές σε όσα σπίτια δεν προσφέρουν λεφτά, όταν χτυπούν στους τοίχους τους. Ανήμερα τα Χριστούγεννα χτυπούν οι καμπάνες σημαίνοντας το τέλος της κυριαρχίας αυτών των πλασμάτων, ενώ τα παιδιά του χωριού περιφέρονται με το τσατάλ, βέργα με διχάλα στο ένα άκρο της, και ένα ταψί στο οποίο συγκεντρώνουν τα κεράσματα και τραγουδούν “Τσιτσί κολουντρί χάπε ντέρε σε ιγκούδιν” (δηλαδή: Τσιτσί κολουντρί ανοίξτε την πόρτα, γιατί ξημέρωσε). Στο παρελθόν, εκείνοι που δεν άνοιγαν την πόρτα τους τιμωρούνταν παραδειγματικά με τη μεταφορά κάποιου αντικειμένου από την αυλή τους στο δρόμο ή στην πλατεία του χωριού. Σήμερα η σκανταλιά έχει μεγαλύτερη σημασία από αυτό καθαυτό το κέρασμα.

ΤΑ ΚΑΡΚΑΤΖΟΛΙΑ ΣΤΑ ΧΩΡΙΑ ΤΗΣ ΕΞΩ ΜΑΝΗΣ

«Τις λιγοστές ώρες που μέναμε το βράδυ στο μαγερειό, κοντά στην αναμμένη φωτογονία, πνιγμένοι στον καπνό, ακούγαμε τις κυράδες μας, να μας λένε για τα καρκατζόλια (καλλικαντζάρους), που ήταν λέει κάτι μαγαρισμένα δαιμονικά. Όλο το χρόνο ζούσαν κάτω από τη Γη και προσπαθούσαν να κόψουν το τεράστιο δέντρο που την κράταγε με όλες τις πολιτείες και τα Χωριά της. Ήθελαν να την δουν να γκρεμίζεται στο χάος και να γελάνε.
Παραμονές όμως Χριστουγέννων άφηναν το κόψιμο του δέντρου και ανέβαιναν πάνω στη Γη, για να πειράξουν τους ανθρώπους, γιορτές μέρες που έρχονταν, μαγαρίζοντας τα φαγητά και τα γλυκά τους. Έμεναν μέχρι την Πρωτάγιαση, που αγιάζονταν τα νερά. Τότε έλεγαν γεμάτα τρόμο: “Φύγετε να φύγουμε, γιατί έρχετ’ ο τουρλόπαπας με την αγιαστούρα του και με τη βρεχτούρα του”, και έφευγαν. Στο μεταξύ το μισοκομμένο δέντρο είχε θρέψει, και οι κουτούτσικοι καλλικάντζαροι πολέμαγαν πάλι από την αρχή και πάλι το άφηναν μισοκομμένο τα ερχόμενα Χριστούγεννα. Έτσι η γη έμενε και θα μένει στη θέση της».

ΤΑ ΤΣΙΛΙΚΡΩΤΑ (ΔΥΤΙΚΗ ΜΑΝΗ)

Και στη Μάνη ακούγονται δοξασίες για τα δαιμονικά και άλλα υπερφυσικά όντα, που βγαίνουν τα δωδεκαήμερα από του Χριστού ως τα Φώτα. Πρόκειται για τους Καλικάντζαρους. Πολλοί λαογράφοι υποστηρίζουν πως είναι οι Καλικάντζαροι απόγονοι του τραγοπόδη θεού Πάνα ή των Σατύρων, που πηδήσανε από την μυθολογία στη χριστιανική ζωή. Ο πατέρας της Ελληνικής Λαογραφίας Νικ. Γ. Πολίτης στις «Παραδόσεις» του αναφέρεται σε Λυκοκατζαραίους, Σκαλικαντζέρια, Καρκαντζέλια, Κωλοβελώνηδες, Πλανηταρούδια, Κάηδες, Παγανά. Στην περιοχή της Αντρούβιτσας (Δ. Μάνη) ονομάζουν τους Καλικάντζαρους Τσιλικρωτά. Ο Πασαγιάννης στο ομώνυμο χριστουγεννιάτικο διήγημά του αναφέρεται με ένα χαριτωμένο τρόπο σε θρύλους για τα ξωτικά αυτά.

Τους Καλικάντζαρους που μπαίνουν στα σπίτια από τις καπνοδόχους, γιατί τους προσελκύει η μυρωδιά του λαδιού από τις τηγανίδες, ο λαός τους έχει πλάσει ψηλούς, μαυριδερούς, ισχνούς, άσχημους με κόκκινα άγρια μάτια και τριχωτό όλο το σώμα.

Θεωρούνται «μαγαρισμένοι» και σιχαμεροί, κάνουν ζημιές όπως: σβήνουν τη φωτιά, μαγαρίζουν τα εδέσματα, παρενοχλούν τους ανθρώπους, κυρίως τα παιδιά και τις γριές και χοροπηδάνε στους δρόμους. Τρώνε βατράχους, χελώνες, φίδια, σκουλήκια κ.ά. Οι άνθρωποι προσπαθούν να εξολοθρεύσουν τις βλαπτικές τους ενέργειες με εξορκισμούς ή προσφορά γλυκισμάτων, τηγανίδων κ.τ.λ. Ο μεγάλος τους φόβος είναι ο αγιασμός. Φοβούνται τον αγιασμό, γιατί, όποιος βραχεί με αγιασμένο νερό, αφανίζεται.

ΤΑ ΚΑΡΑΚΑΤΖΟΛΙΑ (ΚΡΗΤΗ)

Η κρητική άποψη για τα καρακατζόλια είναι ότι τα παιδιά που γεννιούνται την ημέρα τω Χριστουγέννω (άρα έχουνε συλληφθεί την ημέρα του Ευαγγελισμού, που καλό είναι, από σεβασμό στην Παναγία, να αποφεύγει κανείς την ερωτική πράξη) μεταμορφώνονται σε καρακατζόληδες κάθε χρόνο την παραμονή των Χριστουγέννων και, την ημέρα τ’ Αγιασμού (όπου ο καθαγιασμός της φύσης διώχνει όλα τα κακά -αρχαία δοξασία κι αυτό), ξαναγίνονται άνθρωποι -αυτό συνεχίζεται κι όταν μεγαλώνουν.

*Από το περιοδικό του Ρεθύμνου «Πολιτεία».

Πηγή:neoskosmos.com