Η κρίση δεν τελείωσε, προειδοποιεί το Γραφείο Προϋπολογισμού στη Βουλή
Την προειδοποίηση ότι το πρωτογενές πλεόνασμα 2013, η συμφωνία κυβέρνησης – τρόικας για το μνημόνιο και η έξοδος της Ελλάδας στις αγορές δεν σηματοδοτούν το οριστικό τέλος της δύσκολης και γεμάτης εμπόδια πορείας διατυπώνει στην τριμηνιαία έκθεσή του το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή που δόθηκε σήμερα, Παρασκευή, στη δημοσιότητα.
Σύμφωνα με την έκθεση η ύφεση επιβραδύνεται, αλλά η κοινωνική κρίση στην Ελλάδα συνεχίζεται. Όπως τονίζεται χαρακτηριστικά, το 2013 επιβραδύνθηκε η συνεχής εδώ και έξι χρόνια κατολίσθηση του εθνικού εισοδήματος και είναι πιθανό, μάλιστα, σύμφωνα με την πλειονότητα των προβλέψεων, να καταγραφεί μικρή αύξηση του ΑΕΠ προς το δεύτερο εξάμηνο του 2014 μολονότι η ανεργία θα εξακολουθεί να παραμένει σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα.
Όπως υπογραμμίζουν οι συντάκτες της έκθεσης, τα μείζονα γεγονότα των πρώτων μηνών του 2014 ήταν η διαπίστωση «πρωτογενούς πλεονάσματος» για το 2013,η συμφωνία κυβέρνησης και τρόικας για επείγοντα μέτρα εφαρμογής του Μνημονίου και η έξοδος της Ελλάδας στις αγορές με τη μορφή πενταετούς ομολόγου, ωστόσο εμφατικά σημειώνουν ότι αυτά τα δεδομένα από μόνα τους «δεν σηματοδοτούν το οριστικό τέλος της δύσκολης και γεμάτης εμπόδια πορείας».
Προβληματισμός εκφράζεται και για το νέο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2015-2018 που κατατέθηκε προς ψήφιση στη Βουλή των Ελλήνων και προβλέπει πρωτογενή πλεονάσματα 2,3% το 2014 και 2,5% το 2015, και 3,5 % το 2016. Συγκεκριμένα, το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή επικαλείται ανάλυση από σχετική μελέτη του ΔΝΤ που δείχνει ότι τίθεται ένα γενικότερο ζήτημα όσον αφορά στη διατήρηση πρωτογενών πλεονασμάτων.
«Υπάρχουν μόνο λίγα παραδείγματα που αναπτυγμένες χώρες (π.χ. η πετρελαιοπαραγωγός Νορβηγία) ήταν σε θέση να διατηρήσουν πρωτογενή πλεονάσματα για μεγάλες χρονικές περιόδους και πάντως ο μέσος όρος αυτών των πλεονασμάτων ως ποσοστό του ΑΕΠ ήταν 3,1%, πολύ χαμηλότερος από αυτούς που εκτιμώνται τόσο στο ΜΠΔΣ 2015-18 όσο και στους υπολογισμούς της τρόικας (ιδιαίτερα για την περίοδο μετά το 2015)», σημειώνεται στην έκθεση.
Στο σημείο αυτό σημειώνεται πως πολλά θα εξαρτηθούν από τους ρυθμούς μεγέθυνσης – από την επιστροφή στην ανάπτυξη, ενώ τονίζεται πως αυξανόμενα πρωτογενή πλεονάσματα μπορούν να επιτευχθούν είτε με περαιτέρω μείωση των κρατικών δαπανών, είτε με αύξηση των φορολογικών εσόδων.
«Οι κρατικές δαπάνες είναι σχεδόν αδύνατο να συμπιεσθούν περαιτέρω χωρίς ανεπιθύμητες παρενέργειες μολονότι υπάρχουν περιθώρια για αναδιάταξή τους. Από την άλλη μεριά η αύξηση των φορολογικών εσόδων θα μπορούσε να προέλθει από την αύξηση των ρυθμών μεγέθυνσης που θα έφερναν περισσότερα φορολογικά έσοδα και από την συστηματικότερη καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Η έως τώρα πτώση των εισοδημάτων και οι συνεχείς ανασχεδιασμοί στο φορολογικό σύστημα δεν μας επιτρέπουν κάποια αισιόδοξη πρόβλεψη για γρήγορη αύξηση των εσόδων και μείωση της φοροδιαφυγής» , αναφέρει η έκθεση.
Αλλά και για τις προβλέψεις για την εξέλιξη της δημόσιας οικονομίας το Γραφείο Προϋπολογισμού υποστηρίζει πως στηρίζονται σε αισιόδοξες προβλέψεις για την ανάπτυξη. Ενδεικτικά αναφέρεται πως το Μεσοπρόθεσμο προβλέπει μεγέθυνση σε σταθερές τιμές 0,6 % το 2014 και 2,5% το 2015, ενώ στην συνέχεια οι ρυθμοί μεγέθυνσης ξεπερνούν το 3,2%. Αντιστοίχως η τρόικα προβλέπει μεγέθυνση κατά μέσο όρο 3,9% μέχρι το 2020. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα θα αναπτύσσεται ταχύτερα από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, που αυτός αναμένεται γύρω στο 3,1% μέχρι το 2026. «Αναμφίβολα, η αισιοδοξία μπορεί να συμβάλει στη σταθεροποίηση της οικονομίας, αλλά όσα αναφέραμε έως τώρα υποδεικνύουν ότι θα έπρεπε να αναθεωρηθούν οι στόχοι για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα διαρκείας», σημειώνεται χαρακτηριστικά.
Τέλος, η έκθεση αναφέρεται στην ανάγκη να ξεκινήσει το γρηγορότερο και η διαπραγμάτευση για την διευθέτηση του δημόσιου χρέους. Όπως σημειώνεται η συγκυρία στην Ευρώπη είναι ευνοϊκή καθώς φαίνεται ότι επανεξετάζονται εκεί οι αρχικές επιλογές σε θέματα δημοσιονομικής διαχείρισης και χρέους. «Σε αυτό το κλίμα, η ελληνική κυβέρνηση θα ζητήσει από τους εταίρους στην Ευρωομάδα (Eurogroup) να τηρήσουν τη δέσμευσή τους για το ελληνικό χρέος που είχαν αναλάβει στις 27.11.2012, υπό την προϋπόθεση ότι επιτυγχάνονται πρωτογενή πλεονάσματα και εφαρμόζεται το πρόγραμμα προσαρμογής (δεύτερο «μνημόνιο»)», αναφέρουν οι συντάκτες της έκθεσης.
Newsroom ΔΟΛ
Σχόλια Facebook