Δημοσιεύματα στην Αυστραλία για το μέλλον του Αρχιεπισκόπου Στυλιανού

Δημοσιεύματα που είδα το φως της δημοσιότητας στην Αυστραλία, θέλουν το Αρχιεπίσκοπο Αυστραλίας κ. Στυλιανό να τερματίζει (ο ίδιος;) την ποινμαντορία του. Τα δημαοσιεύματα αυτά διέψευσαν κύκλοι της Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας χαρακτηρίζοντάς τα «τελείως αβάσιμα».

Μετά τα δημοσιεύματα αυτά –που, αρχικά, κυκλοφόρησαν στο διαδίκτυο και που κορυφώθηκαν με πρωτοσέλιδο του «Ελληνικού Κήρυκα» την περασμένη εβδομάδα- η έτερη  ομογενειακή εφημερίδα «Νέος Κόσμος», ζήτησε, όπως γράφει η εφημερίδα, «διευκρινήσεις» από την Αρχιεπισκοπή. Κύκλοι της μας είπαν ότι η είδηση δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και, ίσως, να αποτελεί «ευσεβείς πόθους» κάποιων.
Οι ίδιοι κύκλοι μας είπαν ότι το «τέλος ο Στυλιανός» έχει επαναληφθεί πολλές φορές εδώ και σχεδόν 40 χρόνια από συγκεκριμένη μερίδα του παροικιακού Τύπου.
Από το ρεπορτάζ του «Νέου Κόσμου» προκύπτει ότι, ο αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας, Στυλιανός, ζήτησε και έλαβε τρίμηνη άδεια για λόγους υγείας και ξεκούρασης.
«Η υγεία του», μας ειπώθηκε, «έχει βελτιωθεί θεαματικά, είναι σε ανάρρωση και όλα τα υπόλοιπα δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα».

Σύμφωνα με αναφορές στο διαδίκτυο, έχει ήδη αρχίσει ανάμεσα σε εκκλησιαστικούς, αλλά και πολιτικούς κύκλους, η συζήτηση της διαδοχολογίας του αρχιεπισκόπου, κ. Στυλιανού και «ανάμεσα στους φιλόδοξους διαδόχους του συμπεριλαμβάνεται Επίσκοπος εξ Αυστραλίας, Μητροπολίτης ο οποίος στο παρελθόν υπηρετούσε στην Αυστραλία και τώρα περιφέρεται στην Αθήνα τελώντας κατ’ ανάθεση κηδείες, μνημόσυνα και εκφωνών λόγους κατά περίσταση σε εσπερινούς και άλλες ιεροτελεστίες». (Σ.Σ. Προφανώς, θα εννοούν τον κ. Ιωσήφ). Λέγεται ότι οι «διαρροές» αυτές γίνονται από το περιβάλλον του κ. Ιωσήφ και τις επανέλαβε και ο «Ελληνικός Κήρυκας».
«Αυτό αποκλείεται να γίνει» μας είπαν οι ίδιοι κύκλοι, προσθέτοντας ότι «σε καμιά περίπτωση δεν θα επιτραπεί να επιστρέψει ο επίσκοπος κ. Ιωσήφ ως αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας».

Ο κ. Στυλιανός, ο οποίος διανύει το 79ο έτος της ηλικίας του, γεννήθηκε στις 29 Δεκεμβρίου του 1935, υπηρετεί ως αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας επί 39 χρόνια και, συγκεκριμένα, από τον Απρίλιο του 1975.

Σπούδασε στη Θεολογική Σχολή Χάλκης, χειροτονήθηκε διάκονος το 1957 και πρεσβύτερος το 1958, ενώ με υποτροφία του Πατριαρχείου έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στη Γερμανία, ενώ διεκηρύχθη διδάκτωρ με άριστα από το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Διετέλεσε υφηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Το έτος 1970 εκλέχτηκε τιτουλάριος Μητροπολίτης Μιλητουπόλεως και έξαρχος του Οικουμενικού Πατριαρχείου για το Άγιο Όρος, ενώ το 1975 εκλέχθηκε Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας όπου και υπηρετεί μέχρι σήμερα.

Συντέλεσε στην ίδρυση κοινοτήτων και μονών καθώς και της Θεολογικής Σχολής Αποστόλου Ανδρέα. Διετέλεσε πρόεδρος του Επισήμου Διαλόγου μεταξύ Ορθοδόξου και Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, ενώ το 2003 υπέβαλλε την παραίτησή του από τον Διάλογο.

Από το 1975 έως σήμερα ο αρχιεπίσκοπος «νοικοκύρεψε» την Αρχιεπισκοπή και ίδρυσε ημερήσια ελληνικά σχολεία και γηροκομεία σε όλη την χώρα, έστησε οργανώσεις κοινωνικής πρόνοιας και νεολαίας και έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην αντιμετώπιση μεγάλων κοινωνικών προβλημάτων.