ΕΛΣΤΑΤ: Στο όριο της φτώχειας το 23% των Ελλήνων…
Στο κατώφλι της φτώχειας βρέθηκε το 23,1% του συνολικού πληθυσμού της Ελλάδας το 2012 σύμφωνα με τα νέα στοιχεία Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών που ανακοίνωσε την Παρασκευή η ΕΛΣΤΑΤ. Από αυτή προκύπτει μάλιστα, ότι 914.873 οικογένειες στη χώρα ζουν με εισόδημα μικρότερο των 1.000 ευρώ το μήνα.
Το ποσοστό των ανθρώπων που κινδυνεύουν να διαβούν το «κατώφλι» της φτώχειας το 2012 είναι αυξημένο κατά 1,7 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το ποσοστό που καταγράφηκε το 2011 (21,4%) και κατά 3 μονάδες από την έναρξη της κρίση το 2008 (20,1%).
Σημειώνεται ότι το όριο της φτώχειας ανέρχεται στο ποσό των 5.708 ευρώ ετησίως ανά άτοµο, και σε 11.986 ευρώ για νοικοκυριά µε δύο ενήλικες και δύο εξαρτώµενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών.
Ως κίνδυνος φτώχειας ορίζεται το ποσοστό των ατόµων που ζουν σε νοικοκυριά, των οποίων το συνολικό ισοδύναµο διαθέσιµο εισόδηµα είναι χαµηλότερο του 60% του εθνικού διάµεσου ισοδύναµου διαθέσιµου εισοδήµατος.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας εκτιµώνται σε 914.873 και τα µέλη τους σε 2,536 εκατομμύρια.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στο διάστημα 2008-2012 καταγράφεται “βουτιά” 32% στις δαπάνες των νοικοκυριών, αλλά και στροφή στα άκρως απαραίτητα, με μετατόπιση από «πολυτέλειες» όπως για ξενοδοχεία, καφενεία, εστιατόρια κ.α. σε ανάγκες όπως η διατροφή και η στέγαση.
Αναλυτικά, τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ στην “Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών 2012” έχουν ως εξής:
Οπως αναφέρει το euro2day, η μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών, για το 2012, ανήλθε στα 1.637,10 ευρώ, καταγράφοντας μείωση κατά 10,2%, σε σύγκριση με το 2011. Σε πραγματικούς όρους, η μέση μηνιαία δαπάνη μειώθηκε, κατά 11,6%, λόγω της επίδρασης του πληθωρισμού, σύμφωνα με τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του έτους 2012.
Το μεγαλύτερο μερίδιο των δαπανών του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών αφορά στα είδη διατροφής (20,1%) και ακολουθούν η στέγαση (13,9%) και οι μεταφορές (12,8%), ενώ οι υπηρεσίες της εκπαίδευσης αποτελούν το μικρότερο μερίδιο των δαπανών (3,5%).
Τι αλλάζει στα καταναλωτικά πρότυπα
Για τη χρονική περίοδο 2011 και 2012 παρατηρείται μεταβολή του καταναλωτικού προτύπου και, ειδικότερα, μετατόπιση των δαπανών από δαπάνες που αφορούν στα ξενοδοχεία, καφενεία και εστιατόρια, στα διάφορα αγαθά και υπηρεσίες, στην ένδυση – υπόδηση, στις μεταφορές, στην αναψυχή, στα διαρκή αγαθά, προς τις δαπάνες που αφορούν, κυρίως, στη στέγαση, στη διατροφή, στα αλκοολούχα ποτά και καπνό, στις επικοινωνίες και στην υγεία, ως ποσοστό επί του οικογενειακού προϋπολογισμού.
Σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα (2011), καταγράφεται μεγαλύτερη μείωση δαπανών, σε τρέχουσες τιμές, για ένδυση – υπόδηση (-15,3%), διάφορα αγαθά και υπηρεσίες (-15,3%), ξενοδοχεία, καφενεία και εστιατόρια (-15,1%), αναψυχή και πολιτισμό (-15,0%), διαρκή αγαθά (-13,7%), μεταφορές (-12,6%), εκπαίδευση (-10,0%), υγεία (-8,6%).
Μικρότερες μειώσεις παρατηρούνται στις δαπάνες για είδη διατροφής (-7,5%), επικοινωνίες (-7,5%), οινοπνευματώδη ποτά και καπνό (-5,7%) και στέγαση (-1,3%).
Όσον αφορά στις διαφορές στην ποσοστιαία κατανομή των δαπανών, η μεγαλύτερη αύξηση καταγράφεται για τη στέγαση κατά 1,3 ποσοστιαία μονάδα, ενώ η μεγαλύτερη μείωση καταγράφεται για ξενοδοχεία, καφενεία και εστιατόρια περίπου κατά 0,6 ποσοστιαία μονάδα.
Σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα (2011), παρατηρείται μείωση της μηνιαίας δαπάνης, σε ευρώ, για μεταλλικά νερά, αναψυκτικά και χυμούς (-19,3%), ζάχαρη, μαρμελάδα, μέλι, γλυκά και ζαχαρωτά (-18,4%), καφέ, τσάι και κακάο (-13,9%), ψάρια (-11,2%), φρούτα (-8,5%), κρέας (-7,6%), λαχανικά (-7,0%), λοιπά είδη διατροφής (-5,1%), αλεύρι, ψωμί, δημητριακά (-4,1%), γαλακτοκομικά προϊόντα και αυγά (-4,0%), έλαια και λίπη (-0,7%).
Συγκρίνοντας τα αποτελέσματα της ΕΟΠ 2012 με αυτά των προηγούμενων ερευνών, παρατηρούμε μείωση της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών από 2.401,44 ευρώ (2008 σε σταθερές τιμές 2012) σε 1.637,10 ευρώ (2012), η οποία αντιστοιχεί σε μείωση, σε σταθερές τιμές 2012, κατά 31,8% και σε τρέχουσες τιμές κατά 22,7%.
Ειδικότερα, την περίοδο από το 2008 έως το 2012, συνεχής είναι η μείωση των δαπανών για είδη ένδυσης και υπόδησης, ως ποσοστό επί του οικογενειακού προϋπολογισμού, από 8,2% το 2008 σε 5,8% το 2012 και για διαρκή αγαθά από 7,1% το 2008 σε 5,8% το 2012.
Για τα έτη 2008 έως 2012, παρατηρείται αύξηση του ποσοστού της δαπάνης για είδη διατροφής κατά 3,7 ποσοστιαίες μονάδες, στέγασης κατά 2,1 και εκπαίδευσης κατά 0,4. Αντιθέτως, μείωση παρατηρείται στα ποσοστά της δαπάνης για είδη ένδυσης και υπόδησης κατά 2,4 ποσοστιαίες μονάδες και για υγεία κατά 0,3.
Σε ποια είδη έπεσε ψαλίδι
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, μείωση παρουσιάζουν οι μηνιαίες ποσότητες ειδών διατροφής και οινοπνευματωδών ποτών και καπνού που αφορούν σε τσιγάρα (-11,9%), οινοπνευματώδη ποτά (-7,5%), γιαούρτι (-4,9%), φρούτα (-4,8%), ψάρια (- 4,6%), τυρί (-4,6%), κρέας (-3,6%), γάλα (-2,4%), λαχανικά νωπά, συντηρημένα και όσπρια (-2,0%), ψωμί και είδη αρτοποιίας (-2,0).
Η μέση μηνιαία ποσότητα υγρών καυσίμων, υγραερίου, φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνεται στην κύρια κατοικία μειώθηκε κατά 14,7%, 7,9% , 2,1 % και 0,5% αντίστοιχα, ενώ η μέση μηνιαία ποσότητα στερεών καυσίμων (καυσόξυλα, πελλέτες, πυρήνας κλπ.) αυξήθηκε κατά 46,4%.
Συνθήκες διαβίωσης
Από τα στοιχεία της έρευνας προκύπτει ότι αυξήθηκε ο αριθμός των νοικοκυριών που διαθέτουν:
- ηλεκτρονικό υπολογιστή στην κύρια κατοικία τους (μεταβολή 4,2%),
- τουλάχιστον, ένα κινητό τηλέφωνο (μεταβολή 1,2%),
- κλειστούς χώρους στάθμευσης στην κατοικία (μεταβολή 1,8%).
Αντίθετα, μειώθηκε ο αριθμός των νοικοκυριών που:
- Χρησιμοποιούν την κεντρική θέρμανση ως κύρια πηγή θέρμανσης (μεταβολή 22,6%).
- Κατέχουν ή νοικιάζουν δευτερεύουσες ή εξοχικές κατοικίες (μεταβολή 2,8%), λόγω μείωσης των ενοικιαζόμενων και των εξοχικών που έγιναν κύριες κατοικίες,
- Διέθεταν τουλάχιστον, ένα επιβατηγό αυτοκίνητο ΙΧ (0,6%), ενώ ο αριθμός των αυτοκινήτων
- μειώθηκε κατά 3,1%.
Η ανισότητα και η φτώχεια
Η ΕΛΣΤΑΤ διαπιστώνει ότι υπό τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί, «το μερίδιο της διάμεσης ισοδύναμης δαπάνης (αγορές) του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 5,9 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο της διάμεσης ισοδύναμης δαπάνης του φτωχότερου 20% του πληθυσμού (5,5 για το 2011). Ο δείκτης μειώνεται στο 4,7, όταν συμπεριληφθούν στην καταναλωτική δαπάνη και οι τεκμαρτές δαπάνες (τελική καταναλωτική δαπάνη) έναντι 4,5 για το 2011.
Από την άλλη πλευρά, ο κίνδυνος φτώχειας απειλεί το 21,2% του πληθυσμού της χώρας, όταν στον υπολογισμό του δείκτη λαμβάνεται υπόψη μόνο η δαπάνη με τρόπο κτήσεως την αγορά (20,6% το 2011), ενώ ο δείκτης μειώνεται στο 15,3% του πληθυσμού (15,0% το 2011), όταν λαμβάνονται υπόψη όλες οι καταναλωτικές δαπάνες, ανεξάρτητα από τον τρόπο κτήσεως (τεκμαρτό ενοίκιο από ιδιοκατοίκηση, ιδιοπαραγόμενα αγαθά, αγαθά και υπηρεσίες παρεχόμενες δωρεάν από τον εργοδότη, άλλα νοικοκυριά, μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, κράτος.
Σημειώνεται ότι η έρευνα διενεργήθηκε σε δείγμα ιδιωτικών νοικοκυριών όλων των περιοχών της χώρας. Τα τυπικά σφάλματα για τις δώδεκα (12) βασικές κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών υπολογίστηκαν με τη μορφή συντελεστή μεταβλητότητας (CV). Τα αποτελέσματα της έρευνας έτους 2013 θα ανακοινωθούν το τρίτο τρίμηνο του 2014.
Σχόλια Facebook