Η Σοφία που έκανε την “Ντένεδο”… Θιάκι
Πάνε 20 χρόνια από τότε που η Σοφία Αρβανίτου έκανε την Τένεδο το δικό της Θιάκι. Και από υπάλληλος σε νοσοκομείο μέσα σ’ αυτά τα 20 χρόνια η Σοφία έγινε γενεαλόγος. Έτσι χωρίς σπουδές, χωρίς πτυχία. Όπως, μάλιστα, αποδεικνύει η επιλογή της από την UNESCO να μιλήσει για αυτή της την οδύσσεια σε ειδική εκδήλωση προς τιμήν του Τούρκου φιλέλληνα και ιδρυτή του Μουσείου της Τενέδου M. Hakan Gürüney, με αφορμή τη λειτουργία του Μουσείου & του Κέντρου Έρευνας της Τοπικής Ιστορίας, η δουλειά της δεν είναι απλώς μία ιστορία προσωπικής αναζήτησης αλλά ένα πόνημα με βαθύτατη πολιτιστική αξία.
Σκοπός της εκδήλωσης της UNESCO είναι η Διάσωση και Διάδοση της Ελληνικής Παραδοσιακής Πολιτιστικής Κληρονομιάς και η Καλλιέργεια της Διεθνούς Κατανόησης & της Ειρήνης ανάμεσα στους λαούς. H Σοφία δεν μπορεί να πάει στην Ελλάδα όπου και θα γίνει η εκδήλωση, η τεχνολογία θα την βάλει στο βήμα που όπως λέει η ίδια γεμάτη συγκίνηση σήμερα, δεν πίστευε ποτέ ότι θα βρισκόταν.
Η «ΤΥΡΑΝΝΙΑ» ΤΗΣ ΑΓΝΟΙΑΣ
Μία ιστορία μέσα σε μία άλλη ιστορία είναι η ιστορία της Σοφίας. Μία ιστορία που γέννησε η «τυραννία της άγνοιας». Μία ιστορία που έπρεπε να χτίσει για να βρει τον εαυτό της.
Την συνάντησα πριν από περίπου 10 χρόνια έτσι τυχαία. Σκυμμένες και οι δύο σε μία φωτογραφία-μαρτυρία της ποντιακής γενοκτονίας που με μάτια περίεργα και έκπληκτα κοιτούσαμε. Ήταν μέρος μίας σχετικής έκθεσης σε μία βιβλιοθήκη του Richmond στην Μελβούρνη. Εκείνη έτσι από το πουθενά πήρε τα μάτια της από την φωτογραφία, γύρισε το βλέμμα της προς τη μεριά μου και μου είπε ότι κατάγεται από την Τένεδο της Μικράς Ασίας. Ανταπέδωσα το βλέμμα με μία ανώδυνη φιλοφρόνηση. Μάλλον πήρε την αντίδρασή μου ως άδεια να συνεχίσει και για τα επόμενα 20 λεπτά δεν σταμάτησε να μου μιλά για την ιστορία της οικογένειάς της, για όσα είχε μάθει μέχρι τότε, για την Τένεδο, για την περιπλάνησή της σε γειτονιές της Μελβούρνης αλλά και του κόσμου προκειμένου να μάθει όσα περισσότερα μπορούσε για το γενεαλογικό της δέντρο. Με ενοχή ομολογώ σήμερα ότι έδωσα πολύ λίγη σημασία στα λεγόμενά της αλλά αν αυτό μπορεί να με εξιλεώσει στα μάτια της, με εντυπωσίασε το πάθος της.
Από τότε την συνάντησα κάμποσες φορές ακόμα και όπως εκείνη την πρώτη φορά το θέμα της συζήτησης ήταν πάντα αυτή η αέναη αναζήτησή της να βρει τις ρίζες της, να βιώσει μέσα από την ιστορία που δεν έζησε, τις εμπειρίες, τις περιπλανήσεις και την ζωή των προγόνων της.
Γνώριζε πάντα ότι ο πατέρας της μετανάστευσε από την Νέα Τένεδο Χαλκιδικής στην Αυστραλία και ότι ο παππούς της είχε γεννηθεί στην Τένεδο. Είχε ακούσει και την ιστορία του παππού της του Αρχιμήδη και της γιαγιάς της, της Κυριακούλας, που την έχασε όταν ήταν 16 χρονών όπως της την διηγούνταν ο πατέρας της ο Δημήτρης και η αδερφή του, η θεία Ιουλία αλλά αυτά ήταν όλα και όλα που ήξερε για την ιστορία της οικογένειάς της.
«Πάντα ήθελα να μάθω από πού είναι ο παππούς και η γιαγιά μου. Να μάθω που ήταν αυτή η Τένεδος, να την δω που είναι στον χάρτη. Ήξερα ότι είναι στην Μικρά Ασία αλλά που ακριβώς ήταν δεν ήξερα. Μετά ανακάλυψα ότι ήταν απέναντι στην Τροία και πολύ κοντά στην Κωνσταντινούπολη. Γεννήθηκαν εικόνες στο μυαλό μου που δεν ήξερα πώς να βάλω σε τάξη. Βλέπεις η Τένεδος ερχόταν πολύ σπάνια στην κουβέντα με τον πατέρα μου. Η οικογένειά μου όπως σχεδόν όλες οι οικογένειες της Τενέδου ήταν οικογένειες προσφύγων. Δεν ήθελαν να θυμούνται εκείνες τις μέρες. Έμαθα από τη μάνα μου ότι η γιαγιά μου μιλούσε κάθε μέρα για την Τένεδο αλλά ήμουν άτυχη την έχασα όταν ήμουν 16 χρονών».
Και οι φανταστικές εικόνες βασάνιζαν το μυαλό της Σοφίας. Στράφηκε στην πιο χειροπιαστή τους μορφή. Τις φωτογραφίες. Τις οικογενειακές ήταν εύκολο να της βρει. Αλλά ακόμα και εκεί τα περισσότερα πρόσωπα ήταν άγνωστα. Η ανάγκη της να τους δώσει ονόματα, να μάθει πως αυτά τα άγνωστα πρόσωπα σχετίζονταν με την δική της οικογένεια γινόταν όλο και πιο έντονη έως ότου πήρε τους δρόμους της Μελβούρνης.
«Είχα ακούσει ονόματα, οικογένειες ντενεδιές στην Μελβούρνη και άρχισα να παίρνω τηλέφωνα και να γυρίζω από πόρτα σε πόρτα με ένα μάτσο φωτογραφίες στα χέρια».
Και καθώς οι ξενιτεμένοι παππούδες, οι γιαγιάδες και οι απόγονοί τους που κατάγονταν από την «Ντένεδο» και ζούσαν στην Μελβούρνη έβλεπαν τις φωτογραφίες και ονόμαζαν πρόσωπα η Σοφία διαπίστωνε ότι η δική της οικογενειακή ιστορία μεγάλωνε και εξαπλωνόταν στα πέρατα της γης.
«Έμαθα ότι ο προπάππους μου ο Μανώλης στις αρχές του 20ου αιώνα πήγε στις ΗΠΑ και συγκεκριμένα στην West Virginia να δουλέψει στα ορυχεία. Έμαθα ότι το «Avron’ Florist» στην West Virginia ανήκει στα τρίτα μου ξαδέρφια, των οποίων ποτέ δεν γνώριζα την ύπαρξη. Έμαθα ότι ο παππούς μου πολέμησε στον ελληνικό στρατό. Έμαθα ότι η περιπλάνηση της οικογένειας Αρβανίτη ξεκίνησε το 1906 από την Τανζανία της Αφρικής και συνεχίστηκε στην Τανγκανίκα της Ανατολικής Αφρικής. Έμαθα ότι ο παππούς μου ο Αρχιμήδης και ο αδερφός του Παναγής αποχαιρετίστηκαν στις αρχές του 1900 καθώς ο Παναγής έφυγε για την Αμερική και από τότε δεν ξανασυναντήθηκαν».
Έμαθε πολλά η Σοφία και η τυραννία της άγνοιάς της μεταμορφώθηκε σε «τυραννία γνώσης».
ΓΙΑ ΤΗΝ ΓΙΑΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΙΤΣΑ
Ήταν και τα λόγια της μάνας της για τα λόγια της γιαγιάς της που δεν σταμάτησαν ποτέ μέχρι σήμερα να αναζωπυρώνουν το πάθος της Σοφίας να συνεχίσει την αναζήτησή της. «Η γιαγιά η Κυριακίτσα πάντα αναφερόταν στην Τένεδο με το κτητικό «μου». Η νοσταλγία της ήταν απερίγραπτη για την ‘Τένεδό της’».
Ανακάλυψε τρίτα, τέταρτα ξαδέρφια και άλλους «Ντενεδιούς» σε πολλές γωνιές της γης. Η αναζήτησή της δεν ήταν πλέον μία απλή ιστορία για μία άλλη ιστορία, ήταν μία ιστορία για πολλές ιστορίες, για την ιστορία της ελληνικής παρουσίας στο νησί. Με αποκλειστικά δικά της έξοδα ταξίδεψε στην Αμερική, στην Ελλάδα και βέβαια στην Τένεδο και οι ιστορίες που συναντούσε στο πέρασμά της «μπερδεύονταν γλυκά» με την οικογενειακή της ιστορία.
Δεν μπερδεύτηκε, δεν κουράστηκε, δεν τα παράτησε ούτε μία στιγμή.
Σχόλια Facebook