Υπουργός…

Γράφει ο Χρήστος Μαλασπίνας

Χτύπησε το κινητό. Πάντα το κινητό χτυπάει σε ακατάλληλες στιγμές. Όταν είσαι, ας πούμε στο τρόλεϋ ή όταν βρίσκεσαι στο σινεμά. Εγώ δεν ήμουν ούτε στο τρόλεϋ ούτε στο σινεμά. Ήμουνα  σε ένα ιατρείο περιμένοντας τη σειρά μου να με δει ο ιατρός για να μου γράψει κάτι φάρμακα…

Είπα να μην το σηκώσω, αλλά αυτό επέμενε. Στην αίθουσα βρίσκονταν καμιά δεκαριά που επίσης ανέμεναν να δουν τον γιατρό. Όσο δεν απαντούσα το τηλέφωνο με κοίταζαν σαν να έβλεπαν κάτι αξιοπερίεργο…

Άλλαξα γνώμη και αποφάσισα να το σηκώσω.

-Μάλιστα, ψέλλισα και ως καταρράκτης έφθασε στ΄αυτί μου η θυμωμένη φωνή ενός φίλου υπουργού.

–Είδες, μ΄έκοψε.

– Ποιό, το ξυραφάκι;

-Ο Πρόεδρος. Μ΄άφησε έξω…

-Λυπάμαι. Άφησε κι άλλους…

-Εγώ να δεις που έκανα και τόσα πράγματα… ο αχάριστος…

-Ποιός ο πρόεδρος;

-Όχι ο πρόεδρος, ο χοντρός. Αυτός πάτησε πόδι να φύγω.

-Σε είχε άχτι;

-Ποιός, ο Πρόεδρος;

-Όχι, υπουργέ μου, ο χοντρός…

-Α, που θες να ξέρω; Άμα ανακατεύεσαι με τα πίτουρα…

-Πίτουρο ο χοντρός;

-Σκέτο!..

-Κοίτα, εγώ συμφωνώ μαζί σου. Δίκιο έχεις. Νομίζεις ότι είχε και πολλούς που δούλευαν στην κυβέρνηση; Ίσως γι αυτό σε έβγαλε…

-Επειδή δούλευα;

-Επειδή νόμιζε ότι τον …δουλεύεις!  Σου λέει είναι δυνατόν υπουργός να δουλεύει τόσο; Μάλλον δουλεύει εμένα… Και τσουπ, σ’ άφησε στην απόξω…

-Τι να σου πω, αντέ σε κλείνω. Τα λέμε από κοντά.

-Ναι υπουργέ μου, τα λέμε από κοντά. Με λεπτομέρειες…

Έκλεισα το τηλέφωνο. Τώρα τα περίπου είκοσι μάτια είχαν καρφωθεί ερευνητικά επάνω μου. Ταφική σιωπή. Δεν μιλούσε κανείς. μοναχά με κοίταζαν…

Ένας ηλικιωμένος κύριος αποφάσισε να μου απευθύνει το λόγο:

-Ποιός υπουργός ήτανε;

-Συγνώμη; τον αποπαίρνω. Σας ρωτάω εγώ με ποιόν μιλάτε στο τηλέφωνο;

-Δεν μιλάω, μου λέει.

-Θεωρητικά το είπα, του επιτρέφω την ατάκα.

-Τέλος πάντων, τί σου είπε ο υπουργός; Γιατί τον έκοψαν;

-Δεν μου είπε του λέω.

-Α, κατάλαβα, είσαι μυστικοπαθής… Σιγά το μυστικό.

-Κύριέ μου δεν ξέρω, τι να σας πω; του λέω.  Αμφιβάλλω εάν ξέρει και ο ίδιος!

-Ο Υπουργός;

-Ο Πρωθυπουργός!

-Α, δηλαδή τέτοιο ανασχηματισμό έκανε, στα τυφλά;

-Λυπάμαι, αλλά πάλι δεν ξέρω…

-Τότε τι ξέρεις και έχεις και υψηλές γνωριμίες… Το παίζεις σφήγκα, μου λέει. Θέλεις  να κάνεις τον κάποιο…

-Τίποτε δεν θέλω να κάνω και ας μην το χοντρύνουμε άλλο, του απαντάω.

Εκείνη την ώρα μπήκαν δυό – τρεις μαζί απρόσκλητοι στην -ο Θεός να την κάνει- συζήτηση.

-Ελά καλά σου λέει, μου την ρίχνη ο πρώτος. -Άντε που το παίζεις “πηγή”, μου λέει ο δεύτερος…

-Τι πηγή και κουραφέξαλα;  Άρχισα να τα παίρνω…

-Δεν έπαιρνε μέτρα και τον έκοψε; λέει έτερος που πια κοντεύαμε να γίνουμε όλοι μια μεγάλη χαρούμενη παρέα!..

Δεν άντεξα. Σηκώθηκα και κατευθύνθηκα προς την πόρτα. Χαίρετε Κύριοι, είπα.

-Αστον τον παράξενο, άκουσα πίσω μου μια φωνή να λέει. Είναι βαρεμένος. Λες να περίμενε να γίνει κι αυτός υπουργός και τον άφησαν απέξω;

Βγαίνοντας χτύπησα με δύναμη την πόρτα πίσω μου. Μπουπ! και …πετάχτηκα ιδρωμένος από το κρεββάτι!