Πέθανε ομογενής δημοσιογράφος στην Αυστραλία
Εκτενή αφιερώματα καταχωρεί ο αυστραλιανός Τύπος αυτές τις μέρες σε ομογενή δημοσιογράφο που πέθανε πρόσφατα και αποτελεί «θρύλο» για τον δημοσιογραφικό κόσμο της χώρας.
Όπως γράφει ο «Νέος Κόσμος» επαγγελματίας άριστος στο είδος του με υψηλή συνέπεια και υπευθυνότητα, ο Γιάννης Λοΐζου υπηρέτησε τη δημοσιογραφία με μεγάλη ικανότητα και ήθος. Άφησε την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 70 ετών μετά από προβλήματα υγείας που τον ταλαιπωρούσαν καιρό.
Η είδηση του θανάτου του σκόρπησε μεγάλη θλίψη σε όλη τη δημοσιογραφική κοινότητα στην οποία η συμβολή και το έργο του υπήρξαν αξιόλογα.
Ο πατέρας του, Βασίλης Λοΐζου ήταν μετανάστης από την Κύπρο και η μητέρα του Αυστραλή από την Τασμανία. Η διπλή αυτή κουλτούρα και εθνικότητα συντέλεσε στη διαμόρφωση μιας προσωπικότητας που έμελλε να αφήσει το στίγμα της στην ιστορία αυτού του τόπου μέσω μιας πολυετούς καριέρας 54 χρόνων στην έντυπη, ραδιοφωνική αλλά και διαδικτυακή δημοσιογραφία.
Στην περίπτωση του Λοΐζου, το διαβατήριο για την ένταξη στον κόσμο της υψηλής δημοσιογραφίας δεν υπήρξε η εκπαίδευση σε μεγάλα πανεπιστήμια αλλά το πάθος του για τη γραφή και την απόδοση της αληθινής ιστορίας, της ιστορίας εκείνης που αφορά τα κοινά και έχει ως στόχο την αφύπνιση και ευαισθητοποίηση του μέσου πολίτη μέσω της αντικειμενικής του ενημέρωσης.
Σπούδασε στη τεχνική σχολή Dandenong, ενώ σε ηλικία μόλις 17 ετών κέρδισε το βραβείο του αυστραλιανού ραδιοτηλεοπτικού δικτύου ABC. Ξεκίνησε από το ραδιόφωνο, το οποίο και ήταν η πρώτη του μεγάλη αγάπη που τον μύησε στη δημοσιογραφία, κάνοντας εκπομπές αρχικά στο ABC radio.
Πηγαίνοντας μετέπειτα στην εφημερίδα The Age στη Μελβούρνη, ξεκίνησε η καριέρα του στον χώρο της έντυπης δημοσιογραφίας. Συνεργάστηκε με μεγάλα ονόματα της δημοσιογραφίας και κατάφερε να αφήσει ανεξίτηλο το στίγμα του απ’ όπου και αν πέρασε.
Στο άκουσμα της είδησης του θανάτου του, οι συνάδελφοί του στο Ανόι στο Βιετνάμ (όπου επίσης εργάστηκε πολλά χρόνια) κήρυξαν στάση εργασίας προς έκφραση της θλίψης τους για τον χαμό τού προσώπου εκείνου που με ζοφερό πάθος αλλά και μεγάλη επαγγελματικότητα στήριξε τις ενέργειες κατά του πολέμου στο Βιετνάμ.
Μεγάλη ήταν η συνεισφορά του και στην προστασία και διεκδίκηση των δικαιωμάτων των ιθαγενών Αυστραλών, ενώ η κηδεία του στο Darwin έγινε με την παραδοσιακή τους τελετουργία. Προσπάθησε με τον τρόπο του να καταλύσει τα σύνορα. Το έργο της ζωής του διαμορφώθηκε γύρω από την ιδέα ότι η Αυστραλία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της νοτιανατολικής Ασίας. Οι αριστερές πεποιθήσεις του και η μαρξιστική του ιδεολογία δεν του στέρησαν την αντικειμενικότητα, αφού ήταν αγαπητός από τους πολιτικούς όλων των κομμάτων. Όπως εξομολογούνται συνεργάτες του, ήταν ένας από τους δημοσιογράφους της παλιάς σχολής και ποτέ δε θα έγραφε ένα άρθρο εάν δεν ήταν σίγουρος για την ακρίβεια των στοιχείων που είχε στη διάθεσή του, ύστερα από προσωπική, ενδελεχή έρευνα. Ωστόσο, εκτός από δημοσιογραφικός θρύλος για τη συνεισφορά του στη δημοσιογραφία, υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα στην ιστορία του αυστραλιανού ποδοσφαίρου.
Το μεγαλύτερο γκολ, ωστόσο, στη ζωή του, ο Γ. Λοΐζου το έβαλε ενάντια στο δημοσιογραφικό κατεστημένο. Χάρη σε εκείνον οι εργαζόμενοι σε δημοσιογραφικές επιχειρήσεις μπόρεσαν να έχουν λόγο στη λειτουργία της εφημερίδας και να αντιμετωπίζονται ισότιμα.
Στις αρχές της δεκαετίας του ΄90 κέρδισε το βραβείο «Δημοσιογράφος της χρονιάς της Βόρειας Επικράτειας». Ασυμβίβαστος και μαχητικός ο Γιάννης Λοΐζου κατάφερε να γράψει με τον δικό του τρόπο την ιστορία του στην Αυστραλία και να γίνει ο μυθικός δημοσιογράφος που κάθε επαγγελματίας του χώρου θα ζήλευε το έργο και την προσφορά του.
Η είδηση του θανάτου του σκόρπησε μεγάλη θλίψη σε όλη τη δημοσιογραφική κοινότητα στην οποία η συμβολή και το έργο του υπήρξαν αξιόλογα.
Ο πατέρας του, Βασίλης Λοΐζου ήταν μετανάστης από την Κύπρο και η μητέρα του Αυστραλή από την Τασμανία. Η διπλή αυτή κουλτούρα και εθνικότητα συντέλεσε στη διαμόρφωση μιας προσωπικότητας που έμελλε να αφήσει το στίγμα της στην ιστορία αυτού του τόπου μέσω μιας πολυετούς καριέρας 54 χρόνων στην έντυπη, ραδιοφωνική αλλά και διαδικτυακή δημοσιογραφία.
Στην περίπτωση του Λοΐζου, το διαβατήριο για την ένταξη στον κόσμο της υψηλής δημοσιογραφίας δεν υπήρξε η εκπαίδευση σε μεγάλα πανεπιστήμια αλλά το πάθος του για τη γραφή και την απόδοση της αληθινής ιστορίας, της ιστορίας εκείνης που αφορά τα κοινά και έχει ως στόχο την αφύπνιση και ευαισθητοποίηση του μέσου πολίτη μέσω της αντικειμενικής του ενημέρωσης.
Σπούδασε στη τεχνική σχολή Dandenong, ενώ σε ηλικία μόλις 17 ετών κέρδισε το βραβείο του αυστραλιανού ραδιοτηλεοπτικού δικτύου ABC. Ξεκίνησε από το ραδιόφωνο, το οποίο και ήταν η πρώτη του μεγάλη αγάπη που τον μύησε στη δημοσιογραφία, κάνοντας εκπομπές αρχικά στο ABC radio.
Πηγαίνοντας μετέπειτα στην εφημερίδα The Age στη Μελβούρνη, ξεκίνησε η καριέρα του στον χώρο της έντυπης δημοσιογραφίας. Συνεργάστηκε με μεγάλα ονόματα της δημοσιογραφίας και κατάφερε να αφήσει ανεξίτηλο το στίγμα του απ’ όπου και αν πέρασε.
Στο άκουσμα της είδησης του θανάτου του, οι συνάδελφοί του στο Ανόι στο Βιετνάμ (όπου επίσης εργάστηκε πολλά χρόνια) κήρυξαν στάση εργασίας προς έκφραση της θλίψης τους για τον χαμό τού προσώπου εκείνου που με ζοφερό πάθος αλλά και μεγάλη επαγγελματικότητα στήριξε τις ενέργειες κατά του πολέμου στο Βιετνάμ.
Μεγάλη ήταν η συνεισφορά του και στην προστασία και διεκδίκηση των δικαιωμάτων των ιθαγενών Αυστραλών, ενώ η κηδεία του στο Darwin έγινε με την παραδοσιακή τους τελετουργία. Προσπάθησε με τον τρόπο του να καταλύσει τα σύνορα. Το έργο της ζωής του διαμορφώθηκε γύρω από την ιδέα ότι η Αυστραλία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της νοτιανατολικής Ασίας. Οι αριστερές πεποιθήσεις του και η μαρξιστική του ιδεολογία δεν του στέρησαν την αντικειμενικότητα, αφού ήταν αγαπητός από τους πολιτικούς όλων των κομμάτων. Όπως εξομολογούνται συνεργάτες του, ήταν ένας από τους δημοσιογράφους της παλιάς σχολής και ποτέ δε θα έγραφε ένα άρθρο εάν δεν ήταν σίγουρος για την ακρίβεια των στοιχείων που είχε στη διάθεσή του, ύστερα από προσωπική, ενδελεχή έρευνα. Ωστόσο, εκτός από δημοσιογραφικός θρύλος για τη συνεισφορά του στη δημοσιογραφία, υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα στην ιστορία του αυστραλιανού ποδοσφαίρου.
Το μεγαλύτερο γκολ, ωστόσο, στη ζωή του, ο Γ. Λοΐζου το έβαλε ενάντια στο δημοσιογραφικό κατεστημένο. Χάρη σε εκείνον οι εργαζόμενοι σε δημοσιογραφικές επιχειρήσεις μπόρεσαν να έχουν λόγο στη λειτουργία της εφημερίδας και να αντιμετωπίζονται ισότιμα.
Στις αρχές της δεκαετίας του ΄90 κέρδισε το βραβείο «Δημοσιογράφος της χρονιάς της Βόρειας Επικράτειας». Ασυμβίβαστος και μαχητικός ο Γιάννης Λοΐζου κατάφερε να γράψει με τον δικό του τρόπο την ιστορία του στην Αυστραλία και να γίνει ο μυθικός δημοσιογράφος που κάθε επαγγελματίας του χώρου θα ζήλευε το έργο και την προσφορά του.
Σχόλια Facebook