Τσιάρας: Η εξωστρέφεια της οικονομίας και της ελληνικής επιχειρηματικότητας προς τον Οικουμενικό Ελληνισμό

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

Την μεγάλη σημασία που έχει για την ανάπτυξη της ελληνικής Οικονομίας ο Απόδημος Ελληνισμός, επισημαίνει σε συνέντευξή του στην εφημερίδα “Παρασκήνιο” ο Υφυπουργός Εξωτερικών Κων. Τσιάρας.  “Ένα από τα μεγάλα ζητούμενα εν μέσω οικονομικής κρίσης είναι η εξωστρέφεια της οικονομίας και της ελληνικής επιχειρηματικότητας” επισημαίνει ο αρμόδιος για τον Απόδημο Ελληνισμό, Υφυπουργός και προσθέτει: “Στην κατεύθυνση αυτή, η καλλιέργεια των σχέσεων με τον Οικουμενικό Ελληνισμό πρέπει να αποτελέσει ένα από τα σημεία αναφοράς της οικονομικής ανάπτυξης”.

Απαντώντας σε ερώτημα για τη σημερινή κατάσταση του Συμβουλίου Αποδήμου Ελληνισμού (ΣΑΕ) ο Υφυπουργός τονίζει ότι το ΣΑΕ “δεν κατάφερε να εκπροσωπήσει το σύνολο του Οικουμενικού Ελληνισμού. Δεν κατάφερε να είναι ο επίσημος, ο θεσμικός συνομιλητής με την ελληνική πολιτεία και βεβαίως, το κρισιμότερο είναι ότι δεν μπόρεσε να έχει ούτε καν αυτό το συμβουλευτικό ρόλο, που είχε τεθεί ως ένας από τους όρους της ιδρυτικής του διακήρυξης. Η πραγματικότητα είναι ότι η δομή και η οργάνωσή του αποδείχθηκαν κατώτερες των προσδοκιών. Γι’  αυτό και έπρεπε να αλλάξουν”.

Ακολούθως ο κ. Τσιάρας αναφέρεται στο Σχέδιο Νόμου που έχει καταρτίσει τιο ΥΠΕΞ για την αναβάθμιση του ΣΑΕ και εστιάζει στις τρεις συγκεκριμένες αρχές: αυτό-οργάνωση του θεσμού, η αυτοχρηματοδότηση και η κάθετη εκπροσώπησή του.

“Η αυτό-οργάνωση είναι μία αναγκαία συνθήκη, εάν θέλουμε να εξαλείψουμε κάθε διάθεση χειραγώγησης. Εδώ θέλω να κάνω απολύτως σαφές ότι  στόχος και του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Εξωτερικών και της Κυβέρνησης, είναι να εξαλειφθούν  φαινόμενα τα οποία επηρέαζαν αρνητικά στο παρελθόν τη λειτουργία του οργάνου αυτού.

Η αυτοχρηματοδότηση είναι η δεύτερη αρχή. Γνωρίζετε καλά ότι το ελληνικό κράτος βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή. Δεν υπάρχουν πόροι για να υποστηριχθούν βασικές ανάγκες και βασικές δομές, συνεπώς, το να δίνουμε χρήματα με τον τρόπο που γινόταν στο παρελθόν, είναι προφανώς μια επιλογή που δεν μπορεί να υποστηριχθεί στο δεδομένο χρονικό σημείο.

Η χρηματοδότηση του Συμβουλίου Αποδήμου Ελληνισμού θα μπορούσε να βασιστεί σε εναλλακτικούς τρόπους, π.χ. στις συνδρομές μελών, στην αναζήτηση δωρεών, καθώς και σε ειδικές εκδηλώσεις οικονομικής ενίσχυσης.

Ο τρίτος άξονας είναι η κάθετη εκπροσώπηση, η συμμετοχή δηλαδή  όλων των Ελλήνων που βρίσκονται σε όλες τις γωνιές της γης, και όχι ενός πολύ μικρού αριθμού, όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα”.

Ο κ. Τσιάρας χαρακτηρίζει “θέμα ζωτικής σημασίας” τη διατήρηση της ελληνικής γλώσσας στην Ομογένεια, και επισημαίνει: “Η άποψή μου είναι ότι η γλώσσα μαζί με τη θρησκεία είναι τα δύο βασικά στοιχεία, που προσδιορίζουν την ελληνική ταυτότητα και αποτελούν το συνδετικό κρίκο των ομογενών με την μητέρα πατρίδα. Μαζί με τη διδασκαλία της ιστορίας αποτελούν τους βασικούς διαμορφωτές της εθνικής συνείδησης. Χωρίς τη γνώση της ελληνικής γλώσσας, η ομογένεια θα χαθεί οριστικά για την Ελλάδα. Γι’ αυτό, νομίζω ότι πρέπει να αποτελέσει ύψιστο καθήκον μας και πρώτιστο μέλημά μας η παροχή της δυνατότητας στους ομογενείς να μαθαίνουν στα παιδιά τους την ελληνική γλώσσα”.

Τέλος, αναφορικά με τις σχέσεις της Ελλάδας με τα τέσσερα Παλαίφατα Πρεσβυγενή Πατριαρχεία: Κωνσταντινουπόλεως (Οικουμενικό), Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων ο κ. Τσιάρας τις χαρακτηρίζει ¨”σχέσεις εμπιστοσύνης και αγαστής συνεργασίας” και αναφέρεται στον πρωταγωνιστικό ρόλο του Οικουμενικού Πατριαρχείου στον Οικουμενικό Διάλογο με την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, καθώς και στο Διαθρησκειακό Διάλογο με το Ισλάμ και τον Ιουδαϊσμό, αλλά και στην πολύ σημαντική, όπως την αποκαλεί, δραστηριοποίηση των Παλαιφάτων Πατριαρχείων και Ελληνορθοδόξων Εκκλησιών στο Διαθρησκειακό Διάλογο.