Σχέσεις Αποδήμων-Ελληνικής Πολιτείας X (Τελευταίο)

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

Το Υπουργείο Εξωτερικών, ως ο κατ΄εξοχήν κρατικός φορέας  που ασχολείται με τον Απόδημο Ελληνισμό,  τόσο σε επίπεδο  Υφυπουργείου όσο και με την Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού και τις άλλες Ιδρυματικές και μη κυβερνητικές οργανώσεις, αποτελεί συχνά τον στόχο επικριτικών (κάποτε άδικων) σχολίων εκ μέρους μερίδας της ομογένειας.

Τα σχόλια αυτά, όταν απουσιάζει –και συχνά απουσιάζει- η καλοπροαίρετη διάθεση, καθιστούν ακόμη δυσκολότερη την επικοινωνία του εθνικού Κέντρου με τις διάσπαρτες  δυνάμεις του ελληνισμού. (Σ.σ. Ας μας επιτραπεί μία παρένθεση. Ο όρος “διασπορά” δεν είναι δόκιμος.  Οι Έλληνες ουδέποτε υπήρξαν διασπορά, δηλαδή έθνος διασκορπισμένο, χωρίς οργανωμένο κράτος.)

Είναι δύσκολο να βρεθεί η χρυσή τομή . Ταξίδια  υπουργών στο εξωτερικό χρειάζονται διότι είναι ένας τρόπος για να έλθουν  σε επαφή με την ομογένεια. Τα ταξίδια, όμως,  συχνά γίνονται αντικείμενο  επικριτικών σχολίων εκ μέρους μερίδας της ομογένειας  και όχι πάντα από τους γνωρίζοντες. Είναι φορές που η γκρίνια είναι δικαιολογημένη. Είναι και άλλες φορές, όμως, που γίνεται καθ’ έξιν.

Θέματα φορολογικά, ασφαλιστικά, συναλλαγματικά κλπ. συχνά καθίστανται  αντικείμενο φιλονικείας ανάμεσα στο επίσημο κράτος και την ομογένεια ιδιαίτερα σε περιοχές όπου δεν έχουν υπογραφεί διμερείς συμφωνίες που ρυθμίζουν αυτά τα  ζωτικής σημασίας ζητήματα. Η αντίληψη υπό την οποία φαίνεται ότι κατέχονται πολίτες και ελληνικό κράτος, πως όλοι οι Απόδημοι και όλοι οι ομογενείς είναι πλούσιοι,  συχνά γίνεται εφαλτήριο οικονομικών αδικιών σε βάρος των ομογενών. Από την άλλη, η απροθυμία του κράτους να θεσπίσει κανόνες και κίνητρα για την προσέλκυση ομογενειακών επενδύσεων δίνει συχνά την εντύπωση καιροσκοπικής αντιμετώπισης της ομογένειας.

Η προσπάθεια να μπουν οι εκτός Ελλάδος Έλληνες κάτω από μία «ομπρέλα» ελεγχόμενη από την Αθήνα,  είναι αποσταθεροποιητική του καλού κλίματος ακόμη και στις περιπτώσεις που οι προθέσεις του εθνικού κέντρου είναι αγαθές και …απονήρευτες. Η δυστοκία των κομμάτων να υποτάξουν το “εγώ” στο “εμείς” χορηγώντας δικαίωμα επιστολικής ή ηλεκτρονικής ψήφου στους Απόδημους Έλληνες (και όχι, φυσικά, τους Ομογενείς) κρατάει σε προβληματισμό τους Απόδημους.

Τίποτε από όλα αυτά δεν διευκολύνει , άλλωστε, τις σχέσεις και την επικοινωνία του κέντρου με τον απόδημο Έλληνα. Τουναντίον, ορθώνει δίχτυ καυποψίας και αμοιβαίας δυσπιστίας που κάποτε δηλητηριάζει ακόμη και αυτές τούτες τις σχέσεις. Και αυτό είναι  που πρέπει άμεσα  να βρεθεί τρόπος να σταματήσει. Μόνον εγκάρδια, ειλικρινής και επικοδομητική συνεργασία πρέπει να υπάρχει μεταξύ του εθνικού κέντρου και του εκτός συνόρων Ελληνισμού.

Χρειάζεται, γι αυτό,  μία γενναία, ενοραματική και μακροχρόνια εθνικής εμβέλειας πολιτική των Αθηνών για τον Απόδημο Ελληνισμό.  Δεν μπορεί η πολιτική αυτή να μπει στο μίζερο κρεβάτι του οικονομικού Προκρούστη. Τα οικονομικά προβλήματα είναι πρόσκαιρα. Ο απανταχού ελληνισμός είναι αιώνιος…

Ούτε είναι δυνατόν η αντιμετώπιση της ομογένειας να αποτελεί ζήτημα και χειρισμό του εκάστοτε Υφυπουργού Εξωτερικών, όσο καλών προθέσεων ή ικανοτήτων και εάν αυτός μπορεί να είναι.  Ας επανεξετασθεί ο ρόλος της διαρκούς Επιτροπής της Βουλής για τον Απόδημο Ελληνισμό. Ποιά η χρησιμότητά της;  Ούτε το Νόμο για το Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού δεν επεξεργάστηκε! Ποιές είναι οι μέχρι σήμερα αποτελεσματικές παρεμβάσεις της π.χ. για την Παιδεία των ομογενών; Ποιά θέματα του Απόδημου Ελληνισμού προωθούνται και επιλύονται στις συνεδριάσεις της;

Από την άλλη όχθη του ποταμού, η ομογένεια πρέπει να ανασυντάξει και αυτή τις δυνάμεις της. Να απομονώσει αυτούς που την εκμεταλλεύονται προς ίδιον αποθησαυρισμό. Να προχωρήσει σε μία ουσιατική ενδο-συζήτηση για το τι ακριβώς χρειάζεται ποιός και πως μπορεί να τις το δώσει.  Το παρελθόν μπορεί να αποτελέσει τον μπούσουλα του μέλλοντος, βεβαίως με όλες τις απαραίτητες εκσυγχρονιστικές  αλλαγές και αναπροσαρμογές.

Ο ρόλος της Εκκλησίας πρέπει να προστατευθεί, αλλά και να αποσαφηνισθεί. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο πρέπει επίσης να προβληματισθεί σοβαρά για την “πολιτική” του απέναντι στις Επαρχίες του,  οι οποίες ίσως θα πρέπει να επιστρέψουν στην Εκκλησία της Ελλάδος.  Οι ελληνικές προξενικές αρχές, αν και όπου χρειάζονται ως παρεπόμενο των Πρεσβειών να λειτουργούν, να το κάνουν σε τρόπο και με διάθεση να εξυπηρετούν τον Απόδημο Έλληνα και τον Ομογενή και όχι να ταλαιπωρούν αμφότερους.

Οι σύλλογοι, σωματεία, ομοσπονδίες κλπ. να παραδειγματισθούν από την ΑΧΕΠΑ και την συνεχή τα τελευταία χρόνια εξάπλωσή της στην Ευρώπη και αλλού. Να θεσπιστούν κίνητρα για τις νέες γενιές ομογενών να ασχοληθούν με τα ομογενειακά κοινά.

Στην καινούργια Ελλάδα που θα οικοδομηθεί –στην μετά το  κραχ  πραγματικότητα-  Εθνικό Κέντρο και Απόδημος Ελληνισμός πρέπει να βρουν, όσο δύσκολο εγχείρημα και εάν τυχόν ήθελε  αποδειχθεί,  τη χρυσή τομή  στις μεταξύ τους σχέσεις.

Ο Ελληνισμός, μόνον ενωμένος μπορεί να κατακτήσει το παγκοσμιοποιημένο μέλλον.  Η συνένωση των δυνάμεων ας πραγματοποιηθεί μέσω του Υπουργείου Εξωτερικών, μέχρι την ώρα που κάποιος εμπνευσμένος πρωθυπουργός θα αποφασίσει να ιδρύσει Υπουργείο Απόδημου Ελληνισμού με  υπερκομματικό Υπουργό και, ενδεχομένως και Παγκόσμια Γερουσία Ομογενών.

ΥΓ: Με τη σειρά των δέκα άρθρων μας  υπό τον τίτλο: Σχέσεις Αποδήμων-Ελληνικής Πολιτείας,  δεν αντιμετωπίσαμε φυσικά όλο το πλέγμα των σχέσεων Αποδήμων και μητέρας Ελλάδος. Προσπαθήσαμε να δώσουμε μία “γεύση” της υπάρχουσας πραγματικότητας.  Να βοηθήσουμε τον αναγνώστη να καταλάβει τουλάχιστον τα προβλήματα. Αν η προσπάθειά μας αυτή  κριθεί ως ευσυνείδητη, θα είναι για μας τιμή.

 

 

 

Σχόλια Facebook

Σχολιάστε