Μία πολύπλευρη προσωπικότητα

linkon

Της Ιωάννας Μπέτση

για την ΡΗΡ

Αβραάμ  Λίνκολν: Ο  Πρόεδρος  των  Ηνωμένων  Πολίτειών  που  οδήγησε  με  επιτυχία  το  λαό  του,  μέσω  της  μεγαλύτερης  συνταγματικής,  στρατιωτικής  και  ηθικής  κρίσης  στον  αμερικανικό  εμφύλιο  πόλεμο.

Διατήρησε  την  Ένωση,  σταμάτησε  τη  δουλεία  και  προώθησε  την  οικονομία  της  χώρας  με  οικονομικό  εκσυγχρονισμό.

Ο  Αβραάμ  Λίνκολν  γεννήθηκε  στις 12  Φεβρουαρίου  1809,  στην  Κομητεία  Hardin  στο  Κεντάκυ  της  Αμερικής.

Με  τις  δυσκολίες  της  τότε  εποχής  άρχισε  να  μεγαλώνει,  σε ηλικία  9  ετών  μένει  ορφανός  από  μητέρα.

Ο  πατέρας  του  ξαναπαντρεύτηκε  και  η  καινούρια  του  “μητέρα”  τον  φρόντισε  σαν  να ήταν  δικό  της  παιδί.

Τα  νεανικά  του  χρόνια  τα  πέρασε  σχεδόν  ανέμελα  βοηθώντας  απλά  στις  δουλειές  της  οικογένειας.

Το  1830  οι  Λίνκολν  φοβισμένοι  από  τις  ασθένειες  που  υπήρχαν  με   αποτέλεσμα  το  θάνατο,  μετακόμισαν  στην  Κομητεία  του  Coles  στο  Ιλλινόις.

Ο  Αβραάμ  τότε  ως  φιλόδοξος  νέος,  22  ετών  αποφάσισε  να αναζητήσει  μία  καλύτερη  ζωή,  αφήνοντας  πίσω  ότι  είχε  μέχρι  τώρα.

Μαζί  με  φίλους  αγόρασαν  εμπορεύματα  και  εγκατάστάθηκαν  στη  Νέα  Ορλεάνη.

Στα  23  του  χρόνια  ο Λίνκολν,  αγόρασε  ένα  μικρό  κατάστημα στο  Νέο  Σάλεμ  του  Ιλλινόις,  η  οικονομία  άνθιζε  στην  περιοχή,  αλλά  για  το Λίνκολν  κάτι  δεν  πήγαινε  καλά   και   πούλησε  το  μερίδιό  του.

Τον  Μάρτιο  του  ίδιου  έτους,  ξεκίνησε  την  πρώτη  του  εκστρατεία  στο  χώρο  της  πολιτικής.

Πριν  από  τις  εκλογές  υπηρέτησε ως  λοχαγός  πολιτοφυλακής  στο  Ιλλινόις  κατά  τη  διάρκεια  του  πολέμου  Black  Hawk.

Συνεχίζοντας  την  πολιτική  εκστρατεία,  μετά  από  διάφορες  διαμάχες  απέτυχε  και  εγκατέλειψε  την  προσπάθεια.

Στη  συνέχεια  της  ζωής  του,  εργάστηκε  ως  επιθεωρητής  νομού,  ενώ  παράλληλα  ασχολήθηκε  με  το  διάβασμα.

Αυτός  ο  ζήλος,  τον  έστρεψε  στη δικηγορική.

Το  1839  έκανε δεσμό με  τη  Μαίρη  Τοντ  και  στη  διάρκεια  1840-1842  παντρεύτηκαν-χώρισαν, γιατί  ο  γάμος  τους  θεωρήθηκε  άκυρος.

Το  1842  ξαναπαντρεύτηκαν  και  το   ’44  αγόρασαν  σπίτι  στο  Springfield,  κοντά  στο  δικηγορικό  γραφέιο  του  Λίνκολν.

Απέκτησαν  τέσσερα  αγόρια,  από  τα οποία  τα  τρία  πέθαναν  από  αρρώστειες  της  εποχής.

Επέζησε  μόνο  ο  Ρόμπερτ  Τοντ  Λίνκολν,  του  οποίου  ο  τελευταίος  απόγονος  εγγονός  του  και  συνονόματός  του,  απεβίωσε  το  1985.

Το  1846  ο  Λίνκολν, εκλέχθηκε  στην  Αμερικάνικη  Βουλή  των  αντιπροσώπων,  όπου  υπηρέτησε για  περίοδο  δύο  ετών.

Ήταν  ο  Whing  (κόμμα  εποχής),  που  απέδειξε  αφοσίωση  στο  Κόμμα και  σε  συνεργασία  με  τον  Joshua  Giddings,  έγραψε  ένα  νομοσχέδιο  για  την  κατάργηση  της  δουλείας από  την  περιφέρεια  της  Κολούμπια.

Απέτυχε  όμως,  γιατί  δεν μπόρεσε  να  συγκεντρώσει  υποστηρικτές.

Προβλήματα  και  στην  εξωτερική  και  στρατιωτική  πολιτική,  σχετικά  με  τον  πόλεμο  Μεξικού-Αμερικής.

1846: ο  Λίνκολν  ήταν  απίθανο  να  κερδίσει  την  Προεδρία  γιατί  ήταν  δεσμευμένος  στο Σώμα.  Κέρδισε  ο  Taylor  και ο  Λίνκολν  διορίζεται  Επίτροπος  του  Γενικού  Αρχηγείου.

Μετά  από  αυτό   επέστρεψε  στην  εξάσκηση  δικαίου.  Εκπροσώπησε  άξια  το  ποινικό  δίκαιο  μέχρι  το  1858.

Δε  σταμάτησε  ποτέ  τον  αγώνα  να  σταματήσει  η δουλεία  και  να  δοθεί  ελευθερία  και  ελεύθερο  έδαφος.

Στις  27  Φεβρουαρίου  1860  στην  πόλη  των  Κομματικών  Ηγετών,  Νέα  Υόρκη,  ο  Λίνκολν  έβγαλε  λόγο  στο  Cooper  Union  μπροστά  σε  ομάδα  ισχυρών  Ρεπουμπλικανών.

Οι  λόγοι  του  Λίνκολν  συνεχίστηκαν,  αποκτώντας  πολλούς  οπαδούς,  βάζοντας  και  πάλι  υποψηφιότητα,  ως  “σιδηροδρομικός  υποψήφιος”.

Στις  6  Νοεμβρίου  του  1860,  ο  Λίνκολν  εκλέχθηκε  ως  16ος  Πρόεδρος  των  Ηνωμένων  Πολιτειών.  Μετά  την  εκλογή  του  όμως  δημιουργήθηκαν  μεγάλες  αντιξοότητες,  που  έφεραν  αναταραχές  σε  αρκετές  πολιτείες.

Έγιναν  προσπάθειες  για  συμβιβασμό,  μάταια  όμως,  ο  Λίνκολν  δε  συμφώνησε  και  υποστήριξε  την  Τροπολογία  Crowin  του  Συντάγματος,  η  οποία  είχε  υπερψηφισθεί  στο  Κογκρέσο  (να  προστατευονται  οι  δούλοι).

Αποτέλεσμα  αυτών,  να  ξεσπάσει  πόλεμος  μεταξύ  των  Βόρειων  πολιτειών  και  των  Νότιων.

Στη  διάρκεια  του  πολέμου  ο  Λίνκολν  και ο  υποπτέραρχος  Μακ  Κέλλαν  καθερούνται  μετά  την  ήττα  της  Ένωσης,  το  Μάρτιο  του  1862.

Γενικός  αρχηγός  διορίστηκε  ο  Ερρίκος  Χάλεκ.  Το  Κογκρέσο  στις  19  Ιουνίου  1862  ενέκρινε  στο  Λίνκολν  να  περάσει  το  νόμο  που  απαγόρευε  τη  δουλεία  σε  όλη  την  Ομοσπονδιακή  επικράτεια.

Απελευθερώθηκαν  οι  δούλοι,  έως  τρία  εκατομμύρια.  Ο  Λίνκλον  συνέχισε  την  υλοποίηση  παλαιότερων  σχεδίων  του,  να  δημιουργηθούν  αποικίες  για  τους  πρόσφατα  ελευθερωμένους  δούλους.

Η  προσπάθεια  απέτυχε,  από  την  αντίσταση  των  Ρεπουμπλικανών  διοικητών.  Δεν  έπαψε  όμως  ποτέ  να  είναι  ο  κύριος  “πολιτικός”  που  έφερε  με  τον  πόλεμο  δημοκράτες  και  επέκτεινε  με  τις  προτάσεις  του  τη  διάθεση  για  ειρήνη.

Μετά  από  μακρόχρονες  συζητήσεις  και  μάχες,  ο  πόλεμος  όδευε  να  κλείσει,  ο  Λίνκολν  προσπάθησε  να  ανασυγκροτήσει  το  Νότο.

Η  επιτυχία  της  επανένωσης  και   ο  εμφύλιος  πόλεμος,  ήταν  τα  σημαντικότερα  γεγονότα  του  19ου  αιώνα,  γιατί  το  όνομα  των  Ηνωμένων  Πολιτειών  απέκτησε  ιστορική  σημασία.

Οι  εχθροί  όμως  ήταν  αρκετοί,  όπως  ο  ηθοποιός  Τζων-Τζων  Ουίλκς  που με  τη  βοήθεια  συνεργού,  σχεδίαζαν  την  απαγωγή  του  Λίνκολν,  με  αντάλλαγμα  την  απελευθέρωση  των  κρατουμένων  της  Ομοσπονδίας.

Στις  11  Απριλίου  του   1865,  μέσα στο  θέατρο  Ford,  ενώ  ο  Λίνκολν  με  τη  σύζυγό  του  παρακολουθούσαν  παράσταση,  πυροβολήθηκε  θανάσιμα.  Είχε  πυροβοληθεί  στο  κεφάλι.

Μετά  τις  άμεσες  προσπάθειες  διάσωσής  του,  δυστυχώς  υπέκυψε.  Έζησε  τέσσερις  ημέρες  μετά  τον  πυροβολισμό  και  πέθανε  στις  15  Απριλίου  1865.

Ο  Αβραάμ  Λίνκολν  υπήρξε  μεταρρυθμιστής,  παραμένει  στην  Αμερικάνικη  Ιστορία  ως  σύμβολο  ελπίδας,  ισότητας  και  ελευθερίας.