«Οι Ελληνοαμερικανοί – Ιστορία του Απόδημου Ελληνισμού των Η.Π.Α» Μέρος 42ο

 

Οι Τούρκοι  ξεχύνονται στην Κύπρο

 

 

 

Ενώ η αντιπροσωπεία της κυβερνήσεως Εθνικής Ενότητος με επί κεφαλής τον τότε υπουργό Εξωτερικών κ. Γ. Μαύρο[1] ευρίσκετο στην Γενεύη μετέχοντας σε διάσκεψι με τους Τούρκους και Βρετανούς για την εξεύρεσι λύσεως στην τραγική εμπλοκή πού είχε δημιουργήσει η τουρκική απόβασις, οι Τούρκοι ετοίμαζαν να εξαπολύσουν την δεύτερη φάσι του “Αττίλα”. Τα ξημερώματα της Τετάρτης, 14ης  Αυγούστου, τα τουρκικά τανκς με ισχυρή αεροπορική προστασία, διέσπασαν την κυπριακή αμυντική γραμμή γύ­ρω από το προγεφύρωμα της Κυρήνειας και ξεχύθηκαν στον κάμπο της Μεσαορίας, με κατεύθυνσι προς την Μόρφου, την Λευκωσία, και την Αμμόχωστο.        ,

 

Η οργή πού συνεκλόνισε την Ομογένεια καταφαίνεται από την ταχύτητα και ευκολία με την οποία ωργανώθηκε η πρώτη παλιρροιακή σε όγκο διαδήλωσι που επραγματοποίησε ποτέ ο εν Αμερική Ελληνισμός. Την Κυριακή 18 Αυγούστου με πρωτοβουλία ομάδος ομογενών της Νέας Υόρκης –Π. Σγουρομύτη, Σ. Χαρτοφίλη, Άρη Σημάδη, Θ. Μπούσιου, Δρ.  Θεοφ.  Δελιγιαννίδη, Ναταλίας Μάτσουλα, Στέργιου Χατζήμιχάλογλου, Αθανασίας Γρηγοριάδου, Έφη Μπουζινού– (Πανελλήνιος Επιτροπή Έκτακτου Ανάγ­κης) με κύριο μέσο το τηλέφωνο, και κινητήριο δύναμι την αγανάκτησι των ομογενών και με την άμεση συμπαράστασι  των   οργανώσεων  της   Νέας   Υόρκης,   Νέας ‘Ιερσέης, Ουάσιγκτων, επραγματοποιήθηκε, με ελάχιστη προετοιμα­σία, μια εντυπωσιακή διαδήλωσι στην περιοχή του Λευκού Οίκου.

 

Οι οργανωτές είχαν αρχικά ζητήσει άδεια από την αστυνομία για να γίνη η συγκέντρωσι στην πλατεία Λαφαγιέτ (Lafayette), απέναντι από τον Λευκό Οίκο, όπου μπορούν να χωρέσουν γύρω στις επτά χιλιάδες. Αλλά όταν άρχισαν να συρρέουν τα πλήθη, πέρα από κάθε αισιόδοξη προσδοκία, κατά χιλιάδες, η αστυνομία ανεθεώρησε την πρώτη της απόφασι και επέτρεψε να συγκεντρωθή το πλήθος στο μεγάλο πάρκο που βρίσκεται προς την νότια πρόσοψι του Λευκού Οίκου.

 

Η κοσμοσυρροή –κι’ είχαν έρθει από την Νέα Υόρκη, την Βοστώνη, την Νέα Ιερσέη, την Πενσυλβάνια, την Ντελαγουέρ,[2] την Μαίρυλαντ, την Βιρτζίνια, με λεωφορεία, με ιδιωτικά αυτοκίνητα, με τα τραίνα και τα αεροπλάνα, α­κόμα και από το Σικάγο και το Σαν Φρανσίσκο– έδειχνε ότι ο Ελληνισμός της Αμερικής ζούσε άμεσα καί έντονα το δράμα του Ελληνισμού της Κύπρου, αλλά κι’ ακόμη ότι η Ομογένεια αποτελούσε μια πολιτική δύναμι. Οι αμερικανοί δημοσιογράφοι που έβλεπαν κατάπληκτοι τον όγκο της διαδηλώσεως –και η πορεία που εσχημάτισαν τελικά οι διαδηλωτές γύρω από την περίμετρο του Λευκού Οίκου εκάλυπτε δεκαέξι οικοδομικά τετράγωνα της αμερικανικής πρωτευούσης– συνειδητοποίησαν αμέσως την πολιτική σημασία που είχε η διαδήλωσις. Εκείνη την ήμερα ρίχθηκε ο σπόρος γι’ αυτό πού αργότερα εχθροί και άσπονδοι φίλοι θα αποκαλούσαν το “Γκρηκ Λόμπυ” (Greek Lobby).

 

Όταν δε την επομένη ο πρόεδρος Φορντ, που είχε εν τω μεταξύ διαδεχθή τον παραιτηθέντα Νίξον πήγε στο Σικάγο για επίσημη επίσκεψι, 10,000 και πλέον Ελληνοαμερικανοί, σε μια μεγαλειώδη εκδήλωσι αλληλεγγύης προς τον κυπριακό Ελληνισμό έδειξαν ότι αυτό πού είχε γίνει τήν Κυριακή στην Ουάσιγκτων δέν ήταν κάτι τυχαίο ή μεμονωμένο. Ολόκληρος ο εν Αμερική Ελληνισμός εδονείτο. Διαδηλώσεις στο Μαϊάμι, στο Σάν Φρανσίσκο, στην Φιλαδέλφεια, στην Σηάτλ (Seattle) της Πολιτείας Ουάσιγκτων έδει­χναν πόσο έντονα και καθολικά ήσαν τά αισθήματα της Ομογενείας.

 

 

 

Αρχίζει ο πολιτικός αγώνας

 

 

 

Η επίδειξι συνοχής και δυνάμεως πού ενείχαν οι εκδη­λώσεις της Ομογενείας είχε άμεσο αντίκτυπο στην πολιτική κονίστρα. Ο γερουσιαστής Εντ. Κέννεντυ[3] προέβη σε δηλώσεις στις όποιες επέκρινε δριμύτατα την τουρκική εισβολή και την πολιτική του Κίσσινγκερ τον όποιον εκατηγόρησε οτι είχε αφίσει να πραγματοποιηθή ανενόχλητα,  με αμερικανικά όπλα, η  τουρκική  επιδρομή.

 

Ο γερουσιαστής Χένρυ Τζάκσον έστειλε επιστολή στον Πρόεδρο Φορντ στην οποία έγραφε: “Θεωρώ ότι επιβάλλεται επειγόντως να χρησιμοποιήση η Κυβέρνησίς μας τα εις την διάθεσίν της πολιτικά και διπλωματικά μέσα για να ωθήσει τους Τούρκους να συμμορφωθούν με τις αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών.” Ήδη το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ –με αμερικανική επίνευσι– είχε ζητήσει την κατάπαυσι των εχθροπραξιών και την αποχώρησι των ξένων στρατευμάτων. Ο βουλευτής Σαρμπάνης μιλώντας στο 52ο Συνέδριο της AHEPA στην Βοστώνη, επέκρινε δριμύτατα τον Υπουργό των Εξωτερικών Κίσσινγκερ διότι “παρά την έγκαιρο προειδοποίησι του ίδίου και των άλλων τεσσάρων βουλευτών ελληνικής καταγωγής περί των εχθρι­κών σχεδίων της Τουρκίας, ουδέν έπραξε προς αναχαίτισιν της εισβολής, 6πως είχε πράξει ο πρόεδρος Τζώνσον το 1964.”

 

Όταν δε ο υφυπουργός Εξωτερικών Α. Χάρτμαν (A. Hartman) προσήλθε στην Υποεπιτροπή Εξωτερικών της Βουλής για να εξήγηση την αμερικανική πολιτική έναντι της κυπρια­κής εμπλοκής αντιμετώπισε ενα αληθινό καταιγισμό πιε­στικών και συχνά εχθρικών ερωτήσεων εκ μέρους τών με­λών της Επιτροπής.

 

Το ρεύμα της κοινής γνώμης και των εκλελεγμένων εκπροσώπων του αμερικανικού λαού είχε ήδη αρχίσει να προσλαμβάνη διαστάσεις. Οι μεγάλες αμερικανικές εφημερίδες, οι Νιου Γιορκ Τάιμς, η Ουάσιγκτον Ποστ, πού το 1964 είχαν υιοθετήσει μια σαφέστατα “φιλοτουρκική” στάσι, τώρα έγραφαν δριμύτατα άρθρα εναντίον τής Τουρκίας και του Κίσσινγκερ τον όποιον θεωρούσαν έμμεσα, τουλάχιστον, υπεύθυνο για ό,τι είχε συμβή στην Κύπρο.

 

Εν τω μεταξύ είχε αρχίσει την δραστηριότητα του το Αμερικανοελληνικό Ινστιτούτο με επικεφαλής τόν κ. Ευγένιο Ρωσσίδη.

 

Μπροστά στην ογκούμενη αντίθεσι προς την πολιτική του, ο Κίσσινγκερ εζήτησε να δικαιολόγηση την θέσι του. Σε συνάντησί του με αντιπροσώπους τής AHEPA στο Στέητ Ντιπάρτμεντ στις 23 Αυγούστου, εδήλωσε ότι αντιτίθεται στην διχοτόμησι της Κύπρου. Και με προφανή διάθεσι να «καλοπιάση» την Επιτροπή ανεκοίνωσε ότι ή αμερικανική κυβέρνησις είχε εγκρίνει το προαναφερθέν ποσόν 1.5 εκατομμυρίων δολλαρίων γιά την παροχή βοηθείας προς τον κυπριακό λαό.

 

 

 

Μόνο με την άσκησι πιέσεως

 

 

 

Αλλά δεν υπήρχαν πια περιθώρια για τέτοιες εμβαλωματικές ενέργειες. Οι εκπρόσωποι της Ομογενείας, οι ελληνοαμερικανοί βουλευτές, οι φίλοι τής Ελλάδος και του κυπριακού Ελληνισμού έβλεπαν καθαρά ότι ή Τουρ­κία δέν επρόκειτο να δείξη σεβασμό ούτε προς τους κανό­νες του διεθνούς δικαίου, ούτε προς τις αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών –μπροστά μάλιστα στην εξοργιστικά ανε­κτική, θωπευτική θα μπορούσε να λεχθή, πολιτική του Κίσσινγκερ έναντι της Τουρκίας.

 

Έπρεπε να εξευρεθή τρόπος να ασκηθή ουσιαστική πίεσι επί της Τουρκίας. Και εφ’ όσον η κυβέρνησις των Ηνωμένων Πολιτειών δεν εφαίνετο να έχη τέτοια διάθεσι, δεν έμενε παρά να αναλάβη την πρωτοβουλία το Κογκρέσσο των Ηνωμένων Πολιτειών. Στις 22 Αυγούστου οι γερουσιαστές Αβραάμ Ρίμπικοφ (Abraham Ribicof) και Έντουαρτ Κέννεντυ υπέβαλαν στην Γερουσία σχέδιο ψηφίσματος με το οποίο ζητούσαν να διακοπή η αμερικανική στρατιωτική βοήθεια προς την Τουρκία.

 

Δεν ήταν τυχαίο το γεγονός ότι ο Ρίμπικοφ αντιπροσώπευε την Πολιτεία Κοννέκτικατ και ο Κέννεντυ την Μασσαχουσέττη. Και στις δύο αυτές Πολιτείες υπάρχουν ισχυ­ρότατες ελληνοαμερικανικές παροικίες. Πίσω από την ενέργεια των δύο γερουσιαστών υπήρχαν οι προσπάθειες ομογενών φίλων και υποστηρικτών τους.

 

Είχε σωστά επιλεγεί το θέμα της βοηθείας σαν μοχλός πιέσεως. Καθ’ όλη την μεταπολεμική περίοδο, από την εποχή ιδίως του Δόγματος Τρούμαν, η Τουρκία έλαβε από την Αμερική πάνω από τέσσερα δισεκατομμύρια δολλάρια σε πολεμικό υλικό και άλλα εφόδια μέσα στα πλαίσια των προγραμμάτων βοηθείας.

 

Το πολεμικό υλικό είχε δοθή στην Τουρκία όλα αυτά τα χρόνια για να ενισχυθή η άμυνα της έναντι της Σοβιετικής Ενώσεως. Δεν είχε σκοπό να διευκολύνη τα επεκτατικά σχέδια των τούρκων σωβινιστών. Πιο συγκεκριμένα, η νο­μοθεσία των Ηνωμένων. Πολιτειών απαγορεύει την χρησιμοποίησι για επιθετικούς και κατακτητικούς σκοπούς των οπλών που δίδονται στους συμμάχους της Αμερικής βάσει των προγραμμάτων στρατιωτικής   βοηθείας.

 

Οι Τούρκοι είχαν πραγματοποιήσει την εισβολή τους στην Κύπρο και εν συνεχεία την κατάκτησι και κατοχή των 40 εκατοστών της νήσου με αμερικανικά όπλα και εφόδια. Εάν σταματούσε ο εφοδιασμός, εάν διεκόπτετο αποτελεσματικά η παροχή όπλων και ανταλλακτικών, η Τουρκία, κατά την γνώμη των εισηγητών της πολιτικής που αντιπροσώπευε το ψήφισμα των Ρίμπικοφ-Κέννεντυ, θα εξηναγκάζετο να επιδείξη μεγαλύτερο ρεαλισμό και μετριοπάθεια. Με τις σκέψεις αυτές κατετέθη το ψήφισμα που απετέλεσε και το πρώτο βήμα στην κατοπινή –επίμονη και επίπονη– εκστρατεία για την διακοπή της στρατιωτικής βοήθειας προς την Τουρκία.

 

ΑΥΡΙΟ: Οι εκδηλώσεις της Ομογένειας συνεχίζονται


[1] Ο Γεώργιος Μαύρος  γεννήθηκε στο Καστελόριζο το 1909. Πολιτικός και ένας από τους ηγέτες της κεντρώας παράταξης. Στη διάρκεια της σταδιοδρομίας του διετέλεσε 12 φορές βουλευτής με το “Κόμμα των Φιλελεύθέρων”, την “Ένωση Κέντρου”, με την “Ένωση Κέντρου – Νέες Δυνάμεις”, το “Ένωση Δημοκρατικού Κέντρου” και ως συνεργαζόμενος με το ΠΑΣΟΚ, και κατέλαβε υπουργικά αξιώματα στις Θεμιστοκλή Σοφούλη, Αλέξανδρου Διομήδη, Σοφοκλή Βενιζέλου, Νικολάου Πλαστήρα, Γεωργίου Παπανδρέου, Κωνσταντίνου Καραμανλή.  Ως υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητος του Κων. Καραμανλή αντιπροσώπευσε την Ελλάδα στις διεθνείς συναντήσεις για το Κυπριακό στη Γενεύη και στα Ηνωμένα Έθνη.

[2]Delaware: Ανατολική Πολιτεία (βρέχεται από τον Ατλαντικό), η δεύτερη μικρότερη Πολιτεία των Η.Π.Α., και μία από τις 13 που υπέγραψαν το ομοσπονδιακό Σύνταγμα.

[3] Edward (Ted) M(oore) Kennedy (22 Φεβρουαρίου 1932,Brookline,  Μασαχουσέτη – ): Γερουσιαστής(από το 1963), ηγετική φιγούρα του Δημοκρατικού Κόμματος,  αδελφός του Τζων και Ρόμπερτ και ο μοναδικός επιζών από τους αδελφούς Κέννεντυ