«Οι Ελληνοαμερικανοί – Ιστορία του Απόδημου Ελληνισμού των Η.Π.Α» (Μέρος 8o)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Η μεταναστευτική νομοθεσία
Για όσους σκέπτονται κυνικά, η τελετή που έγινε στις 3 Οκτωβρίου 1965 μπροστά στο άγαλμα της Ελευθερίας ίσως να είχε κάτι το εξεζητημένο και θεατρικό. Αλλά θα ήταν άστοχη μια τέτοια ερμηνεία. Η απόφασις του προέδρου Λύντον Τζώνσον[1] να υπογράψη πανηγυρικά τον νέο μεταναστευτικό νόμο μπροστά στο άγαλμα της Ελευθερίας είχε ένα γνήσια συμβολικό χαρακτήρα. Χιλιάδες, εκατομμύρια ίσως, μετανάστες είχαν αντικρύσει από την κουπαστή των πλοίων ή μέσα από τα φινιστρίνια καθώς έφταναν στον Νέο Κόσμο το άγαλμα της Ελευθερίας σαν να ήταν η οικοδέσποινα της καινούργιας τους πατρίδας, πού τους καλωσώριζε.[2]
Μιά τελετή στο άγαλμα της Ελευθερίας
Όσοι έζησαν προπολεμικά στην Ελλάδα, θα θυμούνται ίσως τις διαφημιστικές αφίσες που φιγουράριζαν στους τοίχους των καφενείων στα χωριά, με το άγαλμα της Ελευθερίας και την παρότρυνσι του Πρακτορείου Φάρος για μετανάστευσι στην Αμερική.[3] Το άγαλμα της Ελευθερίας στην Νέα Υόρκη ήταν τόσο γνώριμο και στο πιο απόμερο χωριό της Ρούμελης ή της Μακεδονίας, όσο και κάτι που είχαν ιδεί χίλιες φορές στην πλατεία του χωριού τους.
Αλλά στα προπολεμικά χρόνια, όσο κι’ αν ήσαν ενθαρρυντικές οι αφίσες του Φάρου, η μετανάστευσι από την Ελλάδα δεν ήταν εύκολη. Ίσχυαν τότε οι περίφημες “αναλογίες”. Τις περιοριστικές αυτές “αναλογίες” είχε έρθει επί τέλους να κατάργηση –υστέρα από προσπάθειες ετών– ο νέος μεταναστευτικός νόμος του 1965. Γι’ αυτό και ο πρόεδρος Τζώνσον έκρινε τότε πως το σπάσιμο των μεταναστευτικών δεσμών άξιζε μια επίσημη τελετή μπροστά στο άγαλμα της Ελευθερίας.
Κατά την τελετή της υπογραφής, ο πρόεδρος Τζώνσον έδωσε με μια απλή και συγκεκριμένη περικοπή την πραγματική σημασία που είχε ο νέος νόμος. “Ο νόμος αυτός καθορίζει απλώς ότι από σήμερα και στο εξής όσοι θέλουν να μεταναστεύσουν στην Αμερική θα γίνωνται δεκτοί επί τη βάσει των προσωπικών τους προσόντων και της στενής των συγγενείας με εκείνους που ευρίσκονται ήδη εγκατεστημένοι εδώ.”
Η αλλαγή στην μεταναστευτική νομοθεσία ήταν, με τα δεδομένα που είχαν επικρατήσει επί τέσσερεις δεκαετίες, αληθινά επαναστατική. Άπό την ελληνική πλευρά μερικοί αριθμοί αρκούν για να πιστοποιήσουν εύγλωττα την έκτασι και την σημασία της αλλαγής. Στην δεκαετία 1911–1920 ήρθαν στην Αμερική συνολικά 184.201 Έλληνες. Στον αριθμό αυτό θα πρέπει να προστεθούν τουλάχιστον άλλες 90.000 –από τις 54.677 που η Μεταναστευτική Υπηρεσία (Immigration Office) τοποθετεί στην κατηγορία ”Μετανάστες από την εν Ευρώπη Τουρκία”, δηλαδή κυρίως την Θράκη, Μακεδονία και Ήπειρο, που πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους (1912–1913) αποτελούσαν τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, και τις 79.389 πού ήρθαν άπό τήν “εν Ασία Τουρκία”, δηλαδή τα μικρασιατικά παράλια κυρίως και τον Πόντο.
Κατ’ αντιπαραβολή, κατά τήν δεκαετία 1931–1940, όταν η μετανάστευσις από την Ελλάδα καθωρίζετο από τις περιοριστικές αναλογίες, ήλθαν στην Αμερική συνολικά 9.119 –και να σκεφθή κανείς ότι την εποχή εκείνη η Ελλάς αγωνιζόταν να αποκαταστήση ενάμισυ εκατομμύριο πρόσφυγες από την Μικρά Ασία.[4] Θα πρέπει επίσης να τονισθή ότι από τις 9.119 μόνο 2.892 είχαν έρθει μέ βάσι τις “αναλογίες.”
Οι υπόλοιποι άνηκαν σε κατηγορίες στενών συγγενών, που δεν υπήγοντο στο καθεστώς των αναλογιών. Όταν παραβάλη κανείς τον αριθμό 274.000 για την δεκαετία 1911–1920 με τον αριθμό 9.119 για την δεκαετία 1931–1940, προκύπτει ανάγλυφη η περιοριστική πραγματικότητα που είχαν δημιουργήσει οι “αναλογίες” για την ανανέωσι και ενίσχυσι του ελληνικού στοιχείου στην Αμερική.
Περιορισμοί και φυλετικές διακρίσεις
Η μεταναστευτική νομοθεσία είχε βέβαια πάντοτε άμεση συνάρτησι με τις εσωτερικές συνθήκες που επικρατούσαν στην Αμερική και προ παντός με τις απαιτήσεις της αμερικανικής οικονομίας. Όσο χρειαζόταν η Αμερική στιβαρά χέρια για να δαμάσουν τις απέραντες εκτάσεις που επί αιώνες πριν τις διαφέντευαν οι νομαδικές φυλές των Ερυθροδέρμων, δεν υπήρχε κανένας λόγος να τεθούν φραγμοί στην μετανάστευσι. Σ’ ολόκληρο τον 19ο αιώνα, οι πύλες ήσαν και έμειναν ανοιχτές. Η πρώτη επίσημη απόπειρα να καταγραφούν στοιχεία για τον αριθμό των μεταναστών αρχίζει το 1819 με τον πρώτο μεταναστευτικό νόμο (2 Μαρτίου 1819), που καθώριζε ότι ο πλοίαρχος κάθε ωκεανοπόρου σκάφους που προερχόταν από ξένη χώρα είχε την υποχρέωσι να παραδώση στις λιμενικές αρχές μια κατάστασι με τα στοιχεία των επιβατών. Από τότε χρονολογούνται οι στατιστικές που αποτελούν την βάσι για κάθε μελέτη του μεταναστευτικού ρεύματος. Οι αριθμοί, βέβαια, δεν ήταν πάντοτε απόλυτα ακριβείς, αλλά αντανακλούν στις βασικές γραμμές τα κύρια χαρακτηριστικά που είχε η μετανάστευσι επί ενάμισυ αιώνα.
Τά πρώτα εβδομήντα χρόνια (1820–1890), οι περισσότεροι μετανάστες ήσαν Ιρλανδοί (2.392.335), Γερμανοί (2.333.904), Βρετανοί (1.401.695), Γάλλοι (242.049) και Σκανδιναυοί (188.041). Γενικώτερα, από ολόκληρη την Ευρώπη ήρθαν στην Αμερική κατά την περίοδο 1820–1890 συνολικά 6.717.626 άνδρες και γυναίκες. Απ’ αυτούς 6.560.024 ήσαν από την Δυτική Ευρώπη (Ιρλανδοί, Γερμανοί, Βρετανοί, Γάλλοι, και Σκανδιναυοί). Οι αριθμοί αυτοί καθορίζουν αποφασιστικά και τελεσίδικα την εθνολογική σύνθεσι του αμερικανικού λαού. Αρκεί να αναφέρη κανείς ότι κατά την αποφασιστική αυτή 70ετία, όλος ο υπόλοιπος κόσμος αντιπροσωπεύεται από 659.612 μετανάστες μόνον. Πόσοι Έλληνες περιλαμβάνονται στους αριθμούς αυτούς; Υπολογίζεται ότι δεν θα ήταν περισσότεροι από 3.000.
Τα πρώτα νομοθετικά μέτρα πού πήρε το αμερικανικό Κογκρέσσο είχαν μάλλον ανθρωπιστικά και μοραλιστικά κίνητρα. Επί παραδείγματι, ο νόμος του 1862 απηγόρευε την εισαγωγή φτωχών Κινέζων που υπεβάλλοντο ουσιαστικά σε συνθήκες δουλοπαροικίας, και ο νόμος του 1882 απηγόρευε την είσοδο σε πόρνες και πρώην κατάδικους. Μετά το 1882, άρχισε η επιβολή περιορισμών σε διάφορες κατηγορίες, με αντικειμενικό σκοπό να προστατευθή ο βορειοευρωπαϊκός (Nordic) χαρακτήρας του αμερικανικού λαού.
Τα νομοθετήματα αφορούσαν κυρίως την φυλετική προέλευσι (ο νόμος του Μαΐου 1882 έθετε φραγμούς στην μετανάστευσι Κινέζων), την κατάστασι της σωματικής και πνευματικής υγείας και την εισαγωγή παιδιών για οικονομική εκμετάλλευσι (όπως ο νόμος του 1907 που αναφέραμε ενωρίτερα). Τελικά, ο νόμος του 1917 καθιέρωσε ως προϋπόθεσι για την μετανάστευσι στοιχειώδεις γραμματικές γνώσεις. Αντικειμενικός σκοπός του νόμου αυτού ήταν να ανακόψη το μεταναστευτικό ρεύμα κυρίως από την Νοτιοανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια, όπου το ποσοστό των αναλφάβητων ήταν πολύ υψηλό την εποχή εκείνη. [5]
Αλλά το μέτρο δεν απέδωσε τα αποτελέσματα που επεδίωκαν εκείνοι που το επενόησαν. Στην περίοδο 1910–1921 ήρθαν στην Αμερική 1.487.000. Στην ίδια περίοδο, μόνο 6.142 άτομα απεκλείσθησαν από τα αμερικανικά προξενεία ως αναλφάβητοι.
Οι περίφημες “αναλογίες”
Εκείνοι που ήθελαν να ανακόψουν το μεταναστευτικό ρεύμα άρχισαν να μελετούν την εφαρμογή νέων, πιο αποτελεσματικών μέτρων. Τα αμερικανικά προξενεία στην Ευρώπη ανέφεραν το 1919, οτι πέντε μέχρι είκοσι εκατομμύρια περίμεναν να βρουν θέσι για να έρθουν στην Αμερική.
Ύστερα από την τρομερή εμπειρία του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Αμερική προσέφερε όχι μονάχα την ελπίδα πλουτισμού, αλλά και την εγγύησι μιας ειρηνικής ζωής, μακρυά από τις διενέξεις και τις πολεμικές συγκρούσεις που αποτελούσαν επί αιώνες την μοίρα της γηραιάς ηπείρου. Οι πληροφορίες ότι τόσα εκατομμύρια Ευρωπαίων εσκόπευαν να κατακλύσουν την Αμερική, και μάλιστα σε στιγμή που η οικονομία της χώρας αντιμετώπιζε την απορρόφησι των χιλιάδων στρατιωτών που ξαναγύριζαν στον ιδιωτικό βίο μετά την αποστράτευσι, ήσαν αρκετές για να πανικοβάλουν κυριολεκτικά και εκείνους ακόμα που κατά κανόνα αντιμετώπιζαν τα πολιτικά θέματα με μετριοπάθεια.
Η πίεσι για να ανεγερθούν νομικοί φραγμοί στην μετανάστευσι δεν προήρχετο από μια μόνο κατεύθυνσι. Σε μια ανίερη συμμαχία, τα πιο συντηρητικά ή ρατσιστικά στοιχεία ένωσαν τις δυνάμεις τους με τα εργατικά σωματεία. Ας μην λησμονούμε ότι τότε ήταν η εποχή που η αμερικανική ηγεσία ξαναγύριζε στον απομονωτισμό και απέρριπτε τελικά την συμμετοχή των Η.Π.Α. στην Κοινωνία των Εθνών.[6]
Η αντιμεταναστευτική προπαγάνδα τροφοδοτήθηκε, όπως γράφει ο Όσκαρ Χάντλιν στο βιβλίο του The Uprooted (Οι Ξερριζωμένοι), με τις μελέτες κοινωνιολόγων της εποχής, που έρριχναν όλη την ευθύνη για τα κοινωνικά προβλήματα –την εγκληματικότητα, τον αλκοολισμό, τις αρρώστειες –στους νεοφερμένους μετανάστες. Όπως γράφει ο Χάντλιν οι κοινωνιολόγοι αυτοί “εύρισκαν προβλήματα παντού. Και κατέληγαν στο συμπέρασμα οτι οι μετανάστες ήσαν ανεπίδεκτοι βελτιώσεως.”[7]
Οι σκληρότερες επιθέσεις εστρέφοντο εναντίον εκείνων που είχαν έρθει από τον βαλκανικό, τον σλαυϊκό, και τον μεσογειακό χώρο. Μιλώντας για τους μετανάστες αυτούς, ένας πρύτανις Πανεπιστημίου είχε πη, οτι “βιολογικά είναι ανίκανοι να ανέλθουν, είτε οί ίδιοι είτε οι απόγονοι τους, σε πνευματικό επίπεδο ανώτερο από εκείνο ενός παιδιού δώδεκα ετών.”
Στις 19 Μαΐου 1921, το αμερικανικό Κογκρέσσο επέρασε τον πρώτο νόμο που εθέσπιζε μεταναστευτικές “αναλογίες” για τις διάφορες χώρες. Οι διακρίσεις που εισήγαγε ο νόμος αυτός ευνοούσαν εξοργιστικά την μετανάστευσι από τις βορειοευρωπαϊκές χώρες. Όπως συμβαίνει ενίοτε όταν ένας νόμος εισαγάγη μια βασική αλλαγή, ο μεταναστευτικός νόμος του 1921 ήταν σχετικά “μετριοπαθής”. Για να γίνη ένας μετανάστης δεκτός, έπρεπε να ικανοποιήση δυο βασικά κριτήρια. Πρώτα απ’ όλα, δεν έπρεπε να έχη καμμιά από τις “αδυναμίες” που είχαν θεσμοθετηθή κατά τα προηγούμενα τριανταπέντε χρόνια με τα διάφορα περιοριστικά νομοθετήματα (υγεία, ηθική, ποινικό μητρώο, αναλφαβητισμός κ.τ.λ,). Επί πλέον, θα έπρεπε να υπάρχη χώρος στην “αναλογία” που είχε καθορισθή για την χώρα της καταγωγής του.
Με τον νόμο του 1921, ο συνολικός αριθμός για την Ευρώπη, Αφρική, Αυστραλία και μέρος της Ασίας είχε καθορισθη σε 357.803. Η επί μέρους αναλογία για κάθε συγκεκριμένη χώρα είχε υπολογισθή στα 3 τοις εκατό των μεταναστών που ζούσαν στην Αμερική κατά την απογραφή του 1910. Κατά την απογραφή εκείνη, ο αριθμός των γεννημένων στην Ελλάδα μεταναστών ανήρχετο σε 163.000 περίπου. Έτσι η ελληνική “αναλογία” καθωρίστηκε σε 4.890. Η επιλογή της απογραφής του 1910 δεν ευνοούσε την Ελλάδα για δυο λόγους. Πρώτα απ’ όλα, στην επόμενη δεκαετία (1911–1920) ο αριθμός των Ελλήνων μεταναστών είχε υπερδιπλασιασθή με την άφιξι 184.201. Ακόμη πιο σημαντικό μειονέκτημα ήταν ο τρόπος με τον όποιο η Μεταναστευτική Υπηρεσία ταξινομούσε τους μετανάστες.
Μόνο όσοι προήρχοντο από το Ελληνικό Βασίλειο της εποχής εθεωρούντο Έλληνες.[8] Οι χιλιάδες άλλοι πού προήρχοντο από την Μακεδονία, την Ήπειρο, την Θράκη, την Μικρά Ασία, τον Πόντο, εταξινομούντο είτε ως προερχόμενοι από “την εν Ευρώπη Τουρκία”, είτε από την “εν Ασία Τουρκία”. Στις δύο δεκαετίες 1901–1920 ήλθαν από τις περιοχές αυτές συνολικά 291.435 άτομα (134.653 από την πρώτη και 156.782 από την δεύτερη). Οι περισσότεροι από τους μετανάστες αυτούς ήσαν φυλετικά και εθνολογικά Έλληνες. Έτσι, ενώ στην Αμερική το 1921 υπήρχαν συνολικά περίπου 400.000 ελληνικής καταγωγής μετανάστες, μόνο 163.000 περίπου απετέλεσαν την βάσι για τον καθορισμό της ελληνικής αναλογίας.
[1] Lyndon Baines Johnson (27/8/1908, κομητεία Gillespie Τέξας – 22/1/1973, San Antonio, Τέξας): 36ος πρόεδρος των Η.Π.Α. από το 1963 έως το 1969.
[2] Το κολοσσιαίο άγαλμα (ύψους 93 μέτρων) της Ελευθερίας απεικονίζει μια γυναίκα που κρατάει στο δεξί χέρι της τον πυρσό της Ελευθερίας και ένα πινάκιο όπου αναγράφεται η ημερομηνία της Διακήρυξης της Αμερικανικής Ανεξαρτησίας. Βρίσκεται στην ομώνυμη νησίδα (Liberty Island) του λιμανιού της Νέας Υόρκης και διαιωνίζει τη μνήμη της φιλίας ανάμεσα στον αμερικανικό και το γαλλικό λαό. Είναι έργο του γάλλου γλύπτη s Frédéric-Auguste Bartholdi που εργάστηκε για την ολοκλήρωσή του από το 1875 έως το 1885, έτος κατά το οποίο μεταφέρθηκε στη Νέα Υόρκη.
[3] Γνωστό Ταξιδιωτικό Πρακτορείο των Αθηνών, στα Χαυτεία, που λειτουργούσε μέχρι πρόσφατα.
[4] Ο ακριβής αριθμός των προσφύγων από την Μικρά Ασία δεν είναι γνωστός. Οι ελληνικές, οι τουρκικές και οι διεθνείς πηγές δίδουν αριθμούς άλλοτε υπερβολικά μεγάλους και άλλοτε υπερβολικά μικρούς, για ευνόητους λόγους. Η μελέτη, πάντως, των πλέον αξιόπιστων πηγών ανεβάζει το συνολικό αριθμό των χριστιανών που εισήλθαν στην Ελλάδα εκείνη την περίοδο περί τους 1.200.000, εκ των οποίων το μεγάλο κύμα έφτασε στη διάρκεια των εχθροπραξιών του 1922.
[5] Πρόκειται για τον Chinese Exclusion Act του 1882. Ο συγκεκριμένος νόμος απαγόρευε την εισαγωγή Κινέζων –και γενικώς περιόριζε την εντός των Η.Π.Α. μετανάστευση.. Παρόλο που τότε οι Κινέζοι δεν αντιπροσώπευαν παρά το 002% του πληθυσμού ο νόμος επιδίωκε να κατευνάσει τις απαιτήσεις των εργατών και να καταπραΰνει την ανησυχία που επικρατούσε τότε για την διατήρηση της υπεροχής της “λευκής καθαρότητας.” Έτσι, απαγορεύτηκε η είσοδος Κινέζων στους οποίους δεν έγινε δεκτή η δυνατότητα πολιτογράφησης. Ο νόμος του 1882 ανανεώθηκε με νόμο του 1902, που καθιστούσε την απαγόρευση εισόδου των κρίθηκαν ανεπίδεκτοι πολιτογράφησης έγινε δια παντός παράνομη. Αυτό το πρώτο εγχείρημα περιορισμού έδωσε την ώθηση στα μεταγενέστερα κινήματα περιορισμού της μετανάστευσης “ανεπιθύμητων” ομάδων, όπως Βαλκάνιους, Μεσανατολίτες, κατοίκους των Ανατολικών Ινδιών, Ιάπωνες κ.ά. Βλ. σχετικά E. Boner & J.A. Garraty [eds.], The Reader’s Companion to American History, [Hughton Mifflin] Boston, 1991.
[6] Ο απομονωτισμός θέση και κίνημα που είχε εμφανιστεί ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα είχε μεγάλη –και κατά καιρούς κυρίαρχη– επιρροή στην αμερικανική κοινωνία και πολιτική. Η θεσμική του παρουσία έγινε με την υπογραφή του περίφημου “Δόγματος Μονρόε” στις 2 Δεκεμβρίου 1823, που αποτέλεσε τον ακρογωνιαίο λίθο της εξωτερικής πολιτικής των Η.Π.Α. για ολόκληρο το 19ο αιώνα. Το Δόγμα αυτό, το οποίο είχε αναγγείλει ο πρόεδρος James Monroe στην ετήσια ομιλία του στο Κογκρέσο, είχε ως βασικούς άξονες, την μη παρέμβαση των Η.Π.Α. στις εσωτερικές υποθέσεις και στους πολέμους των ευρωπαϊκών κρατών, ενώ η όποια απόπειρα ευρωπαϊκής δύναμης να δυναστεύσει ή να ελέγξει οποιοδήποτε έθνος του δυτικού Ημισφαιρίου θα εκλαμβανόταν ως εχθρική πράξη εναντίον των Η.Π.Α.
[7] Oscar Handlin (29/9/1915,, Brooklyn, Νέα Υόρκη, Η.Π.Α. – ): Αμερικανός ιστορικός και εκπαιδευτικός, εβραϊκής καταγωγής, γνωστός για τις μελέτες του σχετικά με την μετανάστευση και άλλες κοινωνικές θεματικές της αμερικανικής ιστορίας. Στο βασικό τους έργο The Uprooted (1951), τυπικό δείγμα κοινωνικής ιστορίας, αναφέρεται στην ιστορία των μεγάλων μεταναστευτικών ρευμάτων που σχημάτισαν τον αμερικανικό λαό, και εξετάζει τις ψυχολογικές και πολιτισμικές αλλαγές στις οποίες έπρεπε να προσαρμοστούν οι νεοφερμένοι μετά την εγκατάστασή τους στις Η.Π.Α. Πέραν του προηγούμενου τα σημαντικότερα έργα του είναι: Race and Nationality in American Life (1956), Fire–Bell in the Night (1964), Facing Life (1971) και Truth in History (1979).
[8] Η επικράτεια του πρώτου Ελληνικού Βασίλειου κάλυπτε από το 1833 μέχρι το 1862, τις επαρχίες της Πελοποννήσου και της Στερεάς, καθώς και την νήσο Εύβοια, τα παρακείμενα στην Πελοπόννησο νησιά και τις Κυκλάδες. Η πρώτη εδαφική επέκταση του Βασιλείου έλαβε χώρα το 1964 με την προσάρτηση των Ιονίων Νήσων, οι οποίες παραχωρήθηκαν από τη Μεγάλη Βρετανία. Στη συνέχεια, το 1881, προσαρτήθηκαν, με τη Συνθήκη του Βερολίνου και τη Σύμβαση της Κωνσταντινουπόλεως, η Θεσσαλία , και μικρό μέρος της Ηπείρου (περιοχή της Άρτας).
ΑΥΡΙΟ: 1924: 100 μετανάστες τον χρόνο.
Σχόλια Facebook