Το βιβλίο του Πάγκαλου “Μαζί τα φάγαμε”
Ο Θόδωρος Πάγκαλος κυκλοφόρησε σε ηλεκτρονική μορφή το βιβλίο του, “Τα φάγαμε όλοι μαζί”. Όλα όσα εκεί παραθέτει παρουσιάζουν ενδιαφέρον όχι μόνον διότι προσπαθεί να δικαιολογήσει την γνωστή φράση του που τόσο σάλο προκάλεσε, αλλά, κυρίως, γιατί χωρίς ίσως και να το καταλαβαίνει ο ίδιος, δίνει την ανατομία μιας εποχής γεμάτης από σκάνδαλα, διαφθορά και πολιτική αδεξιότητα.
Τα ημαντικότερα αποσπάσματα έχουν ως εξής:
“Την 21η Σεπτεμβρίου 2010 μιλώντας στη Βουλή για το νομοσχέδιο “Κατάργηση και συγχώνευση υπηρεσιών, οργανισμών και φορέων του Δημοσίου Τομέα”, σε μια εποχή που οι δρόμοι ήταν γεμάτοι από εξαγριωμένους διαδηλωτές που κράδαιναν πλακάτ ουρλιάζοντας προς τη Βουλή “Κλέφτες”, αισθάνθηκα την ανάγκη όχι μόνο να υπερασπιστώ την κοινή λογική αλλά κυρίως να πω την αλήθεια ώστε η συζήτηση να επικεντρωθεί στο πραγματικό πρόβλημα.
Είπα: “Η απάντηση εις την κατακραυγή που υπάρχει εναντίον του πολιτικού προσωπικού της χώρας στο ‘‘πώς τα φάγατε τα λεφτά;’’ που μας ρωτάει ο κόσμος είναι αυτή: ‘‘σας διορίσαμε. Τα φάγαμε όλοι μαζί, μέσα στα πλαίσια μιας σχέσης πολιτικής πελατείας, διαφθοράς, εξαγοράς και εξευτελισμού της έννοιας της ίδιας της πολιτικής”.
Από το 2004 έως το 2008, αυξανόταν το ΑΕΠ κατά 3,5%, ενώ άλλο ένα 3,5% του ΑΕΠ δανειζόμασταν, δηλαδή ετήσιο πλεόνασμα 7%. Φτάσαμε στο σημείο της αδυναμίας πληρωμών. Πού πήγαν αυτά τα λεφτά κατά κύριο λόγο; Αυξήθηκαν κατά 50% οι δημόσιοι υπάλληλοι και διπλασιάστηκε ο όγκος των μισθολογικών υποχρεώσεων του δημοσίου”.
Δεν μπορούσα να γνωρίζω βέβαια τις αντιδράσεις που θα δημιουργούσε αυτή μου η φράση ούτε είχα προσχεδιάσει μια συγκλονιστική παρέμβαση στο δημόσιο διάλογο για λόγους αυτοδιαφημιστικούς, προσωπικής προβολής ή εξαιτίας του “κυνισμού” τον οποίο διάφοροι μου απέδωσαν αργότερα.
Ούτε μπορούσα να φανταστώ την διαστροφή που θα επακολουθούσε, το μίσος και το πάθος που διέδιδαν με μια συντονισμένη ομοβροντία κακοήθη blogs, τυχάρπαστα λαθρόβια και “έγκυροι” δημοσιογράφοι των πιο μεγάλων εφημερίδων και σύσσωμο βέβαια το ραδιοτηλεοπτικό σύστημα. Δεν μπορούσα να φανταστώ επίσης το ενδιαφέρον που θα προκαλούσε πέρα από αυτή τη χυδαία και αποτρόπαια κορυφή του παγόβουνου που περιέγραψα, σε ευρύτατους κύκλους, σχολιαστές αλλά και στελέχη του ΠΑΣΟΚ που βρήκαν την ευκαιρία να μου επιτεθούν με το γνωστό συντροφικό ήθος που διέπει τις σχέσεις των μελών του ΠΑΣΟΚ μεταξύ τους. Ούτε μπορούσα να φανταστώ την βαθμιαία αποδοχή και αποκατάσταση της βασικής ιδέας, μια δικαίωση η οποία κυρίως τους τελευταίους μήνες έχει γίνει η κυρίαρχη τάση της κεντρικής συζήτησης που ξεκίνησε τότε και δεν σταμάτησε ποτέ μέχρι σήμερα.
Ενάμιση χρόνο μετά και πατώντας στη μεγαλύτερη μηχανή αναζήτησης του πλανήτη, το γνωστό σε όλους μας Google, τη φράση “Όλοι μαζί τα φάγαμε” θα πάρουμε πάνω από 940.000 σελίδες παραπομπής σε κείμενα και άρθρα που γράφτηκαν όλη αυτήν την περίοδο και πάνω από 230.000 παραπομπές σε φωτογραφίες. Δεκάδες χιλιάδες επίσης είναι οι προβολές του βίντεο από τη συνεδρίαση αυτή της Βουλής. Αυτά τα νούμερα, τα οποία είναι κοντά στο ένα εκατομμύριο δείχνoυν πως οι δημοσιογράφοι, ο κόσμος, τα blogs και γενικά η κοινωνία δεν άφησε να περάσουν έτσι αυτά τα λόγια και αναρωτήθηκε, έψαξε και ενδιαφέρθηκε να δει κατά πόσο και σε ποιο βαθμό είχε ο καθένας συμμετάσχει σε αυτό το φαγοπότι”…
…”Τι μας συνέβη αλήθεια μετά το 2009; Τι οδήγησε δύο Πρωθυπουργούς που είχαν εξασφαλισμένη την δεδηλωμένη εμπιστοσύνη της Βουλής, τον Κωνσταντίνο Καραμανλή την 2η Σεπτεμβρίου 2009 και τον Γεώργιο Παπανδρέου την 11η Νοεμβρίου 2011 να εγκαταλείψουν αυτοβούλως την εξουσία και να προσφύγουν ο μεν πρώτος σε εκλογές αυτοκτονίας, ο δε δεύτερος σε μια λύση κυβερνητικής συνεργασίας που είναι προφανές ότι δεν μπορούσε να έχει μεγάλη ελπίδα ζωής; Πολλά μπορούν να λεχθούν αλλά όλα αυτά θα είναι δευτερεύοντα ή τριτεύοντα.
Το βασικό είναι ότι ξαφνικά, όπως γίνεται με ένα σεισμό ή ένα τσουνάμι, άλλαξε εντελώς το πλαίσιο της ζωής της καθημερινής ζωής, του μέσου Έλληνα πολίτη. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 οπότε χάρη στην οικονομική πολιτική του Κωνσταντίνου Καραμανλή υλοποιήθηκαν οι μεγάλες επενδύσεις στη μεταποιητική βιομηχανία, με την τσιμεντοβιομηχανία, τα ναυπηγεία, τα διυλιστήρια, τη χαλυβουργία, την μεταποίηση του αλουμινίου κι όλο το πλέγμα των μικρότερων βιομηχανιών και βιοτεχνιών που αυτές οι βασικές επενδύσεις επέφεραν, μέχρι και πριν από δύο χρόνια, η προοπτική του Έλληνα πολίτη ήταν ένας συνεχώς διευρυνόμενος ορίζοντας ανάπτυξης, αυξημένης κατανάλωσης, ένα μέλλον που για το μέσο, πάντα, πολίτη γιατί υπήρχαν βεβαίως και ομάδες του πληθυσμού που δεν συμμετείχαν πλήρως και δεινοπαθούσαν, ήταν ελπιδοφόρος.
Κάθε χρόνο ζούσαμε καλύτερα απ’ ότι στο παρελθόν και υπήρχαν εύλογες ελπίδες ότι το μέλλον θα ήταν ακόμα καλύτερο. Αυτές οι διευρυμένες προοπτικές καθόριζαν τον πολιτισμό μας, έναν πολιτισμό, θα έλεγα, ανεμελιάς και προχειρότητας, διαμόρφωναν τις κοινωνικές μας σχέσεις που καθορίζονταν πια από την ταχύτητα και την πολυπλοκότητα. Δημιουργούσαν τη δυνατότητα αφομοίωσης των σύγχρονων τεχνολογικών εφαρμογών, μια μεγάλη κοινωνική κινητικότητα από την ύπαιθρο στην πόλη και ανάμεσα στις κοινωνικές ομάδες. Ήταν μια κοινωνία που εκινείτο και εκινείτο προς τα πάνω με αύξηση της συνοχής στο κέντρο, δηλαδή εκεί που διαμορφώνονταν οι μεσαίες αστικές ομάδες αλλά ταυτόχρονα και με διαφοροποίηση ανάμεσα στα άκρα της στους λιγότερο και περισσότερο πλούσιους.
Όπως θα αποδείξουμε στη συνέχεια η εξέλιξη αυτή στηριζόταν στη συστηματική προεξόφληση του μέλλοντος. Η ελληνική οικονομία δεν είχε την παραγωγικότητα και τους εξωτερικούς δείκτες που θα επέτρεπαν μια τέτοια αισιοδοξία. Το μέλλον προεξοφλείται με το δανεισμό. Κάθε χρόνο η συνολική δαπάνη του ελληνικού κράτους που μετέφερε με τον τρόπο αυτό ευημερία στο κοινωνικό σύνολο με ποικίλες και διάφορες παροχές ήταν μεγαλύτερη από τα έσοδα.
Η διαφορά αυτή καλυπτόταν από ένα συνεχώς αυξανόμενο εσωτερικό και εξωτερικό δανεισμό. Το έλλειμμα μεγάλωνε, κατά εποχές σταθεροποιείτο, αλλά η γενική του τάση ήταν αυξητική και βεβαίως αυτό όλο τροφοδοτούσε ένα συνεχώς αυξανόμενο χρέος. Αυτή η θανάσιμη δυναμική οδήγησε στη στιγμή που η παγκόσμια αγορά συνδύασε το χρέος και το έλλειμμα, το ύψος αν θέλετε των υδάτων της λίμνης και τη ροή του ποταμού που χυνόταν σ’ αυτή, και έβγαλε το συμπέρασμα ότι επίκειται πλημμύρα και κατακλυσμός. Κι εκεί δεν σταμάτησε να μας δανείζει όπως αφελώς μερικοί ισχυρίζονται, απλώς αποφάσισε να μας δανείζει με επιτόκια που αυτή η επικίνδυνη και δυσβάστακτη κατάσταση συνεχώς διευρυνόμενων ελλειμμάτων και ενός χρέους που γιγαντωνόταν, δημιουργούσε. Το μέλλον πλέον ήταν ζοφερό: δυσθεώρητα επιτόκια και συνεχής διεύρυνση του χρέους και των ελλειμμάτων”…\
“…Το ερώτημά μας πρέπει να είναι το εξής: “είναι η διαφθορά του πολιτικού κόσμου της Ελλάδας, μεγαλύτερη απ’ ότι είναι το αντίστοιχο φαινόμενο στις υπόλοιπες χώρες με τις οποίες πρέπει να μπορούμε να συγκριθούμε, χώρες δηλαδή της ΕΕ;”. Κάθε χώρα της ΕΕ ακόμα και χώρες με πολύ ισχυρό υπόβαθρο καλής διακυβέρνησης, με αυστηρούς κανόνες ηθικής που διέπουν την κοινωνία και την οικογενειακή ζωή όπως είναι οι κανόνες της διαμαρτυρόμενης εκκλησίας και ο καθολικισμός, εμφανίζουν συστηματικά φαινόμενα διαφθοράς που είναι ανάλογα και ως προς τη συχνότητα και τον αριθμό των εμπλεκομένων προσώπων αλλά και για τα ποσά που αφορούν οι υποθέσεις αυτές κοντά στις ελληνικές περιπτώσεις. Είναι αυτό δικαιολογία για την ελληνική διαφθορά; Βεβαίως όχι. Είναι αιτία για να αντιμετωπίσουμε φαινόμενα όπως εκείνο της απαράδεκτης παραγραφής των αδικημάτων των υπουργών, μέσα από εξαιρετικές διαδικασίες που είχε θεσπιστεί στην αναθεώρηση του Συντάγματος της 6ης Απριλίου 2001, με συνέργεια των εισηγητών των δύο μεγάλων κομμάτων και τη συναίνεση της Βουλής.
Η πραγματική διαφθορά όμως των πολιτικών ούτε υπήρξε, ούτε θα είναι στο άμεσο μέλλον τουλάχιστον, καθοριστικό φαινόμενο για την σημερινή οικονομική και πολιτική κατάσταση της χώρας.
Εξάλλου ακόμα και αν ήταν πολύ πιο διεφθαρμένοι απ’ ότι υποτίθεται ότι είναι οι Έλληνες πολιτικοί, δε θα μπορούσαν ποτέ να εξαφανίσουν τα κολοσσιαία ποσά για τα οποία αυτή τη στιγμή μιλάμε, όπως θα αποδείξουμε στη συνέχεια αυτής της συζήτησης. Τα συνθήματα λοιπόν για τους “κλέφτες” της Βουλής, οι ηλιθιότητες τύπου “φέρτε πίσω τα λεφτά μας”, μια μόνο δικαιολογία μπορούν να έχουν: την απύθμενη βλακεία και έλλειψη πληροφόρησης όλων όσων τα χρησιμοποιούν και βεβαίως δείχνουν ότι υπάρχουν στη χώρα μας πυρήνες, σκοτεινοί, εχθρών της δημοκρατίας και του κοινοβουλευτισμού, κομμουνιστικής ή φασιστικής έμπνευσης οι οποίοι έχουν συμπέσει σ’ αυτήν την επιχειρηματολογία και τελικά βρέθηκαν να αγωνίζονται μαζί στο ίδιο πεζοδρόμιο με τα ίδια συνθήματα και την ίδια κατεύθυνση. Υπερεπαναστάστες αναρχικοί ή οπαδοί του ΣΥΡΙΖΑ και χρυσαυγίτες με τις κουκούλες τους αδελφωμένοι, είναι οι πρωτεργάτες των επεισοδίων εναντίον του Προέδρου της Δημοκρατίας που διέλυσαν την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου στη Θεσσαλονίκη όπως αποδεικνύουν και οι σχετικές συλλήψεις που έγιναν κατά τη διάρκεια των επεισοδίων.
Χέρι–χέρι φασίστες και κομμουνιστές διαδίδουν το μύθο του πολιτικού που κλέβει, και τον προτείνουν στον αμήχανο και απληροφόρητο πολίτη ως αποδιοπομπαίο τράγο, καλλιεργούν και υποδαυλίζουν το μίσος εναντίον του αιρετού εκπροσώπου του λαού επιδιώκοντας την εξουδετέρωση, την ηθική έκπτωση, την πνευματική του εξόντωση, την άμβλυνση της δυνατότητάς του να δώσει πολιτικές μάχες και μερικές φορές έχουν στόχο και την σωματική του ακεραιότητα και υγεία.
Δεν έχουν απαντήσει όμως οι πρωτεργάτες αυτής της εκστρατείας σε μια πολύ απλή ερώτηση. Οι βουλευτές, για να μείνουμε σε αυτή την περιορισμένη ερμηνεία του όρου “πολιτικοί”, πόθεν προέρχονται; Ποιος τους κάνει βουλευτές; Γιατί αυτοί είναι βουλευτές και μερικές χιλιάδες άλλοι που κατά καιρούς βάζουν υποψηφιότητα δεν γίνονται ποτέ; Η απάντηση είναι θανάσιμη για τον τρόπο του “σκέπτεσθαι” των εχθρών του κοινοβουλευτισμού, γιατί οι βουλευτές είναι το φυσικό και αβίαστο προϊόν της ελεύθερης άσκησης του δικαιώματος του πολίτη να εκλέγει τον αντιπρόσωπό του. Όταν λοιπόν μερικοί από αυτούς που εκλέγονται επί σειρά ετών, από δεκάδες ή εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες κατηγορούνται ως λωποδύτες, εχθροί του λαού, καθάρματα ή ό,τι άλλο, αυτό μπορεί να σημαίνει δύο τινά: ή ότι οι πολίτες που τους εκλέγουν είναι και αυτοί ανάλογοι, ή ότι οι πολίτες που τους εκλέγουν είναι ηλίθιοι…”
Σχόλια Facebook