Ανακαλύπτοντας τις Μυκήνες

Οι σκιές του δειλινού δίνουν δραματικούς τόνους στο λιθανάγλυφο με τους λέοντες πάνω από τη θεόρατη, κεντρική, πύλη των Μυκηνών, καθώς τα φώτα αρχίζουν να τρεμοπαίζουν στην πεδιάδα της Αργολίδας. Αυτό το «ιππόβοτον» και «πολυδίψιον» πεδίο είναι το σκηνικό της ιεράς ιστορίας των Ελλήνων των κλασικών χρόνων – ο Ηρακλής και οι άθλοι του, ο Τρωικός Πόλεμος – που και σήμερα υπάρχουν στις ρίζες του ελληνικού και του ευρωπαϊκού πολιτισμού.

Ρίζες, χωμένες βαθιά στο έπος και στο δράμα, που χρωμάτιζαν την ιδεολογία των αρχαίων. Ο Δαναός και οι πενήντα θυγατέρες του που εποίκισαν την περιοχή, ο Περσέας, ο ιδρυτής των Μυκηνών, και οι περιπέτειές του, η τραγική μοίρα της οικογένειας των Ατρειδών, πλανώνται πάνω από την πεδιάδα, τα ερείπια των Μυκηνών, της Τίρυνθας, της Ασίνης, της Μιδέας. Η επιστροφή σε αυτά τα μέρη, μετά την πρώτη σχολική εκδρομή, είναι μια αναβάπτιση στα ιερά, στα όσια και στα δαιμόνια της φυλής.

«ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΟΥΘΕΝΑ ΜΙΑ ΤΟΣΟ ΕΠΙΒΛΗΤΙΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ»

Βγαίνοντας απ’ αυτό το μνημείο, πέρασα μια άγονη κοιλάδα, είδα τα ερείπια των Μυκηνών σε μια πλευρά των αντικρινών λόφων – και προπαντός θαύμασα μία από τις πύλες της πόλης, οικοδομημένη με γιγαντιαία κομμάτια βράχων, στηριγμένων στο ίδιο το βουνό, με το οποίο αποτελούσαν ένα ενιαίο σύνολο. Δύο κολοσσιαία λιοντάρια χωρίς κεφάλια, σκαλισμένα από τις δύο πλευρές της πύλης, είναι το μόνο της στόλισμα.

Στέκονται ορθά, το ένα εναντίον του άλλου, όπως τα λιοντάρια που υποστηρίζουν τα οικόσημα των παλαιών ιπποτών μας. Δεν υπάρχει πουθενά, μήτε και στην Αίγυπτο, μια τόσο επιβλητική αρχιτεκτονική, κι η έρημος, που μέσ’ απ’ αυτήν υψώνεται η πύλη, προσθέτει στο μεγαλείο της. Ανήκει στο είδος των έργων που ο Στράβων κι ο Παυσανίας αποδίδουν στους Κύκλωπες και που ίχνη τους βρίσκονται στην Ιταλία. Ο κ. Πετί-Ραντέλ βεβαιώνει πως η αρχιτεκτονική αυτή είναι προγενέστερη από την επινόηση των ρυθμών. Κι ένα παιδί ολόγυμνο, ένας βοσκός, μου ‘δειχνε μέσα σε αυτή τη μοναξιά τον τάφο του Αγαμέμνονα και τα ερείπια των Μυκηνών.

Πιο κάτω από την πύλη αυτήν υπάρχει μια βρύση που θα μπορούσε κανείς να εκλάβει για τη βρύση που ανακάλυψε ο Περσέας κάτω από έναν μύκητα – και γι’ αυτό τάχα ονομάστηκαν έτσι οι Μυκήνες. «Μύκης» στους αρχαίους σήμαινε «μανιτάρι» ή «λαβή ξίφους». Κι αυτός ο μύθος για τις Μυκήνες είναι του Παυσανία. Ξαναγυρνώντας στον δρόμο της Κορίνθου, αισθάνθηκα το έδαφος να αντηχεί κάτω από τις οπλές του αλόγου μας. Ξεπέζεψα κι ανακάλυψα τον θόλο άλλου τάφου.

Ο Παυσανίας μέτρησε στις Μυκήνες πέντε τάφους: του Ατρέα, του Αγαμέμνονα, του Ευρυμέδοντα, του Τηλέδαμου και του Πέλοπα και της Ηλέκτρας, λέγοντας πως ο Αίγισθος κι η Κλυταιμνήστρα θάφτηκαν έξω από τα τείχη. Λοιπόν ο τάφος που ανακάλυψα εγώ ήταν πιθανώς του Αίγισθου και της Κλυταιμνήστρας; Τον υπόδειξα στον κ. Πουκβίλ, που βέβαια θα τον αναζητήσει στην πρώτη εκδρομή που θα κάνει στο Αργος. Παράδοξη τούτη η μοίρα, αλήθεια, που μ’ έκανε να φύγω επίτηδες από το Παρίσι για ν’ ανακαλύψω την τέφρα της Κλυταιμνήστρας!

ΤΑ ΔΑΙΜΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΥΛΗΣ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΛΟΦΟΥΣ

Όλα ξεκίνησαν από μια φιλονικία και κατέληξαν σε μια τραγωδία. Οι Μυκηναίοι ήσαν Έλληνες – ο πολιτισμός τους ήταν ο πρώτος της χερσαίας Ελλάδας – και έπραξαν ως Έλληνες. Η μήνις μεταξύ δύο μεγάλων ανδρών, του Αγαμέμνονα και του Αχιλλέα, η υπεροψία, ως την ασέβεια στους θεούς, του μεγάλου βασιλιά, ο ηρωισμός και το τραγικό τέλος, όλα μαζί μοιάζουν να φτεροκοπούν πάνω από τον λόφο που τα κυκλώπεια τείχη μοιάζουν σαν φυσική του απόληξη.

Το αρχαιότερο ευρωπαϊκό ποίημα, η «Ιλιάδα», του μυθικού ποιητή Ομήρου, μιλάει για τους ήρωες που έμεναν εδώ. Ήρωες γενναίοι, μεγαλοδύναμοι, σώφρονες, τετραπέρατοι, υπερόπτες, όλοι είχαν μπει στα βαθουλά καράβια για την Τροία και ένωσαν τις δυνάμεις τους για έναν κοινό σκοπό. Και όταν μετά από δέκα χρόνια τον πέτυχαν, άρχισε του καθενός η ξεχωριστή περιπέτεια.

Η κακή μοίρα του βασιλιά των βασιλέων, του Αγαμέμνονα, πέφτει βαριά πάνω στην ψυχή του επισκέπτη καθώς περνά κάτω από τους θεόρατους λίθους της Πύλης των Λεόντων. Το καλντερίμι με τις λείες πέτρες ανηφορίζει προς τους ταφικούς κύκλους στην πλαγιά του λόφου ως την κορυφή, στην είσοδο του ανακτόρου με τα βασιλικά διαμερίσματα και το λουτρό, όπου η γυναίκα του βασιλιά, η Κλυταιμνήστρα, και ο εραστής της Αίγισθος τον σκότωσαν την πρώτη μέρα που γύρισε στις Μυκήνες, μαζί με την Τρωαδίτισσα πριγκίπισσα Κασσάνδρα και τους δίδυμους γιους τους Τηλέδαμο και Πέλοπα.

Μια τρομερή σφαγή είχε ήδη αρχίσει και μια τραγωδία συνέχισε να εξελίσσεται με νέα επεισόδια. Η Κλυταιμνήστρα και ο Αίγισθος ετάφησαν έξω από τα τείχη της ακρόπολης και είναι οι τάφοι που ανακάλυψε το 1806 ο Σατωβριάνδος στην περιήγησή του στον Μοριά.

Ο ΓΕΝΝΑΙΟΣ (ΚΑΙ «ΛΟΓΙΩΤΑΤΟΣ») ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ

Ταξειδεύων ποτέ, ότε ήμην σπουδαστής από Πειραιώς εις Καλαμάκιον, έσχον την τύχην να έχω συμπλωτήρα και τον αείμνηστον στρατηγόν Γενναίον Κολοκοτρώνην. Ο αφελής εκείνος ήρως διηγείτο εν τη αιθούση του ατμοπλοίου το εξής ανέκδοτον. Εσπέραν τινά, έλεγεν, ότε ο βασιλεύς Οθων επεσκέπτετο κατά πρώτον τα διάφορα της Ελλάδος μέρη, ευρισκόμενος εν Ναυπλίω εξέφρασεν αυτώ (τω στρατηγώ), αποτελούντι μέρος της ακολουθίας αυτού, την επιθυμίαν να επισκεφθή την επαύριον τας Μυκήνας.

Ο στρατηγός προθυμώτατα απαντήσας τω βασιλεί, απήλθεν εις την αγοράν και ηρώτησε τους προκρίτους και άλλους των πολιτών, ίνα τω είπωσι πού κείνται αι Μυκήναι, ων ηγνόει και αυτό το όνομα. Επειδή δε ουδείς ηδυνήθη να δώση αυτώ πληροφορίαν τινά, μετέβη εν ώρα νυκτός εις τι των πέριξ χωρίων και λίαν ευφυώς ηρώτησε τους ποιμένας να τω είπωσιν εις ποίον μέρος εκ των πέριξ μεταβαίνουσι συνήθως οι λόρδοι (ούτω καλούσιν οι χωρικοί εν γένει τους ξένους περιηγητάς) και εξετάζουσι παλαιά κτίρια κλπ.

Οι ποιμένες απήντησαν αυτώ ότι εις το χωρίον Χαρβάτι, παρά τα Φύχτια, συχνά μεταβαίνουσι λόρδοι με βιβλία και ψάχνουν μερικαίς πέτραις, όπου είνε απ’ όξω από το χωριό. Ο στρατηγός, ευχαριστηθείς εκ της ανακαλύψεως ταύτης, ανεμνήσθη ότι πράγματι, παρά το προμνησθέν χωρίον υπήρχον αρχαία κτίρια και προσέτι ότι, εκεί ακριβώς, είχε κάνει έναν πόλεμον γερόν με τους Τούρκους εις την Επανάστασιν.

Την επαύριον προπορευόμενος ωδήγησε τον αοίδιμον και φιλόμουσον βασιλέα Οθωνα εις τας Μυκήνας και έδειξεν αυτώ κομπαστικώς την θέσιν, αναδειχθείς μεταξύ των εκπεπληγμένων συναγωνιστών αυτού ως λογιώτατος, ως χαριεντιζόμενος έλεγεν ο αείμνηστος, διά τας αρχαιολογικάς αυτού γνώσεις. Χρίστος Κορύλλος, «Πεζοπορία από Πατρών εις Σπάρτην», 1889

«ΕΥΡΟΝ ΕΝ ΤΟΙΣ ΤΥΜΒΟΙΣ ΑΠΕΙΡΟΝ ΘΗΣΑΥΡΟΝ»…

Μετά μεγάλης χαράς αναγγέλλω εις την Υμετέραν Μεγαλειότητα ότι ανεύρον τα μνημεία άτινα η παράδοσις διαλαληθείσα υπό του Παυσανίου υποδεικνύει ως τάφους του Αγαμέμνονος, της Κασσάνδρας, του Ευρυμέδοντος και των εταίρων αυτών, πάντων φονευθέντων εν ώρα γεύματος υπό της Κλυταιμνήστρας και του εραστού της Αιγίσθου. Εισίν οι τάφοι ούτοι περικυκλωμένοι υπό διπλού παραλλήλου κύκλου πλακών, όστις αναμφιβόλως εποιήθη εις τιμήν των ρηθέντων μεγάλων προσώπων.

Εύρον εν τοις τύμβοις άπειρον θησαυρόν αρχαιολογικών αντικειμένων εκ καθαρού χρυσού. Ο θησαυρός ούτος αρκεί μόνος να πληρώση μέγα μουσείον, όπερ εσταί το λαμπρότερον των επί του κόσμου, και όπερ καθ’ όλους τους επιόντας αιώνας θέλει ελκύει εν Ελλάδι μυριάδας ξένων εκ πάσης χώρας. Επειδή εργάζομαι εξ αγνού και μόνου έρωτος προς την επιστήμην, ουδεμίαν έχω απαίτησιν και εικότως επί του θησαυρού τούτου, ον παρέχω μετ’ απείρου ενθουσιασμού άθικτον εις την Ελλάδα. Είθε, Μεγαλειότατε, συν Θεώ οι θησαυροί ούτοι να γίνωσιν ο ακρογωνιαίος λίθος απείρου εθνικού πλούτου. Ερρίκος Σλήμαν, Τηλεγράφημα προς τον βασιλιά Γεώργιο Α’, 28 Νοεμβρίου 1876

Ο ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ ΜΕ ΚΟΙΤΑΖΕΙ…

Ο Αγαμέμνονας πλανάται παντού και ρίχνει βαριά τη σκιά του σε όλα. Ο Ερρίκος Σλήμαν τον αναζήτησε στην Τροία και στις Μυκήνες. Και τον βρήκε στις Μυκήνες. Έτσι τουλάχιστον νόμισε προς στιγμήν, όταν θαμπωμένος από το χρυσάφι των βασιλικών τάφων που ανέσκαψε στους δύο ταφικούς κύκλους νόμισε ότι ο βασιλιάς των βασιλέων τον κοιτάζει μέσα από τη χρυσή προσωπίδα του. Οι τάφοι αυτοί όμως ήσαν πολύ παλιότεροι από την εποχή που τοποθετείται ο Τρωικός Πόλεμος. Και όντως οι Μυκήνες ήταν πολύχρυσες.

Η χρυσή προσωπίδα (16ος αιώνας) του αχαιού βασιλιά εκτίθεται μαζί με άλλες σε αίθουσα του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου στην Αθήνα. Θαμπώνεται ο επισκέπτης από το χρυσό των Μυκηνών. Κύπελλα, ρυτό, διαδήματα, περόνες, σφραγίδες. Και βεβαίως χάλκινα, περίτεχνα, μαχαίρια, με εμπίεστη χρυσή διακόσμηση με κυνήγι λιονταριών. Από αυτά τα σπαθιά ίσως πήραν οι Μυκήνες το όνομά τους και χάραξαν τη δόξα τους στους αιώνες των αιώνων. Οι ποιητές, όμως, όπως και οι περιηγητές, τα βλέπουν αλλιώς τα πράγματα. Ο Γιώργος Σεφέρης αναζήτησε τον βασιλιά στην αργολική πεδιάδα, σε μιαν άλλη, λιγότερο γνωστή μυκηναϊκή θέση, την Ασίνη:

Από το μέρος του ήλιου ένας μακρύς γιαλός ολάνοιχτος και το φως τρίβοντας διαμαντικά στα μεγάλα τείχη.

Κανένα πλάσμα ζωντανό, τ’ αγριοπερίστερα φευγάτα κι ο βασιλιάς της Ασίνης που τον γυρεύουμε δυο χρόνια τώρα άγνωστος, λησμονημένος απ’ όλους κι από τον Όμηρο μόνο μια λέξη στην Ιλιάδα κι εκείνη αβέβαιη, ριγμένη εδώ σαν την εντάφια χρυσή προσωπίδα.

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Πρόσβαση Οι Μυκήνες απέχουν από την Αθήνα 140 χλμ. και από το Ναύπλιο 25 χλμ.

Προτείνουμε για διαμονή Στη Νέα Τίρυνθα, στο «Amalia Hotel Nauplia» (www.amaliahotels.com).

Στις Μυκήνες, στο ξενοδοχείο «Μικρός Πλανήτης» (www.petite-planet.gr).

Στο Αργος, στο «Paladion Boutique Hotel» (www.paladion-hotel.gr).

Στο Ναύπλιο, στο Αδιάντη Boutique Hotel (www.hoteladiadi.com), στο Αιών Luxury Hotel (www.aion-hotel.gr), στην πανσιόν «Μαριάννα» (www.pensionmarianna.gr).

Προτάσεις για φαγητό Στο Κεφαλάρι, στη «Σπηλιά», για κρεατικά.

Στις Μυκήνες, στο εστιατόριο του «Μικρού Πλανήτη», με υλικά δικά τους και παραδοσιακές συνταγές από όλη την Ελλάδα.

Στο Ναύπλιο, στον ονομαστό Σαβούρα, το κλασικό στέκι για ψάρι.

Πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ