Συνέντευξη του ομογενή καθ. κ. Χρ. Κλαίρη στην ΡΗΡ: Απόδημος Ελληνισμός και οικουμενικότητα

Συνέντευξη του καθηγητή κ. Χρήστου Κλαίρη στην ΡΗΡ

ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ

“Οι απόδημοι Έλληνες δεν ἐχουν παὐσει να διαπνἐονται απὀ αισθἠματα αγἀπης και ενδιαφἐροντος για τη γενἐτειρα τους αλλἀ χρειἀζεται η Ελλἀδα να μεθοδεὐσει συστηματικἀ την αξιοποἰηση αυτοὐ τοὐ δυναμικοὐ εἰτε εἰναι επιστημονικὀ και ερευνητικὀ εἰτε ανήκει στον οικονομικὀ χώρο”. Το μήνυμα αυτό μεταφέρει, σε συνέντευξή του που παραχώρησε στην ΡanΗellenic Ρost, ο διαπρεπής Έλληνας Καθηγητής γενικής γλωσσολογίας στη Σορβόνη, στο Πανεπιστήμιο Rene Descartes-Paris V και αντιπρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας Λειτουργικής Γλωσσολογίας (SILF) Δρ. Χρήστος Κλαίρης.

Ακόμη, ο κ. Κλαίρης, αναφερόμενος στη θέση σήμερα των Ελλήνων τού εξωτερικού, υποστηρίζει ότι  “η ελληνική καταγωγή είναι  ένα  από τα  κλειδιά που βοηθούν για  ένα θετικό τρόπο επικοινωνίας, με τις κοινωνίες στις χώρες διαμονής».

Αναφορικά με την ελληνική γλώσσα υποστηρίζει ότι η διατήρηση τής μητρικής ή τής πατρικής γλώσσας, είναι ευκταίο και προβάλλεται ενώ παράλληλα επισημαίνει ότι πρέπει να καλλιεργήσουμε την πολυγλωσσία, δηλαδή τη γνώση τουλάχιστον δύο ξένων γλωσσών πλην τής μητρικής.

«Δεν είναι θέμα επιστροφής στα παλιά, είναι ανάγκη να μην αγνοούμε τα παλιά ώστε να μπορούμε να τα μετουσιώνουμε στην σημερινή πραγματικότητα», είναι η θέση που υιοθετεί ο κ. Καθηγητής αναφορικά με την πολυμιλημένη «ανάγκη» επιστροφής στις αξίες και στις παρακαταθήκες του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού.

Ολόκληρο το κείμενο της συνέντευξης του κ. Κλαίρη, στην Panhellenicpost, αφορμή για την οποία στάθηκε η παρουσία του στην Αθήνα για την παρουσίαση και προβολή του ντοκιμαντέρ της Ερατούς Πάρη με τίτλο «Το Βυζάντιο μετά το Βυζάντιο», έχει ως εξής:

ΡΗΡ: Θέλω να ξεκινήσουμε τη συζήτηση από αυτό που είπατε στην ομιλία σας, ότι στη Χιλή όπου λέγατε  ότι είσθε Έλληνας, αποτελούσε τίτλο τιμής. Θέλω, λοιπόν, να μας πείτε εάν αυτό εξακολουθεί να ισχύει και στις μέρες μας, και πως νιώθετε ως Έλληνας του εξωτερικού  για τη γενέτειρα;

Χρήστος Κλαίρης: Αυτό που σας είπα για τη Χιλή, είναι τελείως αληθινό. Στη Χιλή ιδιαίτερα που την ξέρω καλά, επειδή έζησα εκεί και δίδαξα στα πανεπιστήμια εφτά χρόνια, αλλά και στις γειτονικές χώρες της Λατινικής Αμερικής, που έτυχε να είμαι καλεσμένος καθηγητής, όπως η Αργεντινή, η Βραζιλία, υπάρχει ένας έντονος φιλελληνισμός. Δηλαδή όταν λέει κανείς ή όταν τον ρωτάνε και ανακαλύπτουν ότι είναι ελληνικής καταγωγής, αποτελεί ένα πολύ θετικό στοιχεἰο. Όταν δηλώνεις Έλληνας, σε συνδέουν με τις κλασικές ελληνικές αξίες και τα αριστουργήματα  τής παγκόσμιας λογοτεχνίας, τον Όμηρο, τους Τραγικούς μας κλπ.

Συνήθως, όταν βρίσκεται κανείς σε έναν ξένο τόπο, πάντοτε χρειάζεται ένα «κλειδί», έναν τρόπο για να μπει μέσα σ΄ αυτόν τον νέο πολιτισμό. Ένα «κλειδί» για να μπεις είναι βέβαια η ειδικότητά σου, το επάγγελμα, αυτό που ξέρεις να κάνεις, και το δεύτερο είναι το «από πού είσαι». Το «από πού είσαι» στην περίπτωση που λες Έλληνας, αποτελεί αμέσως ένα θετικό τρόπο επικοινωνίας, επαφής. Ο άλλος καταλαβαίνει κάτι, όταν τού λες Έλληνας. Διότι έχει δικές του αναφορές σε αυτό που είναι ελληνισμός και ελληνικές αξίες.

ΡΗΡ: Είναι μόνο γι αυτό ή και επειδή σ΄ αυτές τις συγκεκριμένες χώρες είχαμε μεγάλο ελληνικό μεταναστευτικό ρεύμα; Συνέβαλαν και αυτοί στην καλή φήμη του Έλληνα;

Κλαίρης: Δεν θα μπορούσα να πω ότι στη Χιλή είχαμε μεγάλο ελληνικό μεταναστευτικό ρεύμα. Μεγαλύτερη μετανάστευση υπάρχει στη Βραζιλία. Καμία σύγκριση με τη μετανάστευση της Αυστραλίας ή της Βορείου Αμερικής. Οπωσδἠποτε οι λίγοι έλληνες μετανάστες τής Χιλής έχαιραν ιδιαιτέρας εκτιμήσεως.

ΡΗΡ: Ας περάσουμε στο θέμα της ελληνικής γλώσσας. Ποια είναι η εκτίμηση σας ως προς το που ακριβώς βρίσκεται η ελληνική γλώσσα; Ακούγεται ότι κινδυνεύει να χαθεί στο εξωτερικό. Είναι έτσι;

Κλαίρης: Εάν η νεοελληνική γλώσσα κινδυνεύει να χαθεί στο εξωτερικό με την έννοια ότι τα παιδιά των Ελλήνων παύουν να μιλούν την ελληνική γλώσσα, δεν την διδάσκονται κλπ., δεν το γνωρίζω. Δηλαδή δεν ξέρω από πρώτο χέρι τι γίνεται στις μεγάλες ελληνικές κοινότητες του εξωτερικού. Όταν λέω μεγάλες, εννοώ τη Βόρειο Αμερική, την Αυστραλία κλπ.

Μπορώ όμως να αναφερθώ σέ  ένα γενικότερο φαινόμενο, ανεξαρτήτως παιδιών Ελλήνων βέβαια, το φαινόμενο τού μονογλωσσισμού, και το οποίο εμείς ως γλωσσολόγοι και γενικότερα ως σκεπτόμενοι άνθρωποι το πολεμάμε. Με αυτή την έννοια προσπαθούμε να καλλιεργήσουμε την πολυγλωσσία, δηλαδή τη γνώση τουλάχιστον δύο ξένων γλωσσών πλην τής μητρικής. Επομένως  η διατήρηση τής μητρικής ή τής πατρικής γλώσσας, είναι ευκταίο και προβάλλεται. Διότι εἰναι εμπλουτισμός  με μια γλώσσα επιπλέον.

Αυτός ο αγώνας, όμως, ο αγώνας για την υποστήριξη τής πολυγλωσσίας, πρέπει να γίνεται και στην Ελλάδα ώστε οι Έλληνες να μην μαθαίνουν μόνον αγγλικά, αλλά να μαθαίνουν δύο τουλάχιστον ξένες γλώσσες για να μη μένουν δέσμιοι στο μονοπώλιο τής αγγλικής.

ΡΗΡ: Σ΄ αυτόν τον αγώνα, το γεγονός της ύπαρξης πολλών ελληνικών λέξεων στα λεξικά, κυρίως επιστημονικά, άλλων γλωσσών βοηθάει;

Κλαίρης: Ασφαλώς βοηθάει. Γιατί όλες οι νεότερες Ινδοευρωπαϊκές γλώσσες και ορισμένες μη Ινδοευρωπαϊκές έχουν κληρονομήσει ένα πλούσιο λεξιλόγιο από την ελληνική γλώσσα. Ιδιαίτερα στο χώρο τής επιστημονικής ορολογίας η γνώση τής ελληνικής αποτελεί σημαντικό βοήθημα. Πολλά πανεπιστήμια έχουν καθιερώσει μαθήματα με αντικείμενο «ελληνικές ρίζες» που προβλέπεται ακριβώς για φοιτητές τής ιατρικής και άλλων επιστημονικών κλάδων.

PHP: Τι νομίζετε ότι πρέπει να γίνει για να διαδοθεί η ελληνική γλώσσα στο εξωτερικό;

Κλαίρης: Καταρχήν για την διάδοση των Κλασσικών Σπουδών, και ιδιαίτερα τής αρχαίας ελληνικής γλώσσας, όλοι γνωρίζουν ότι οι αρχαιοελληνικές αξίες είναι μέρος ιδρυτικό του Δυτικού πολιτισμού. Επομένως οι πολιτισμοί αυτοί θεωρούν, μέσα στο πλαίσιο της αυτογνωσίας τους, αναγκαία τη μελέτη  και της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Πρέπει βέβαια να έχει κανείς υπόψη του ότι όπως πολλά άλλα πράγματα και οι κλασσικές σπουδές αντιμετωπίζουν στην ιστορία τους το φαινόμενο τής συστολής και διαστολής.  Δηλαδή κάποτε μπαίνει έμφαση στις αρχαιοελληνικές  σπουδές και κάποτε όχι.

Τώρα, τι μπορεί να κάνει το νεοελληνικό κράτος για τη διάδοση της νεοελληνικής γλώσσας; Εν τω μέτρω των δυνατοτήτων του, να υποστηρίζει στο εξωτερικό τα σχετικά μορφωτικά ιδρύματα που ασχολούνται με το θέμα.

ΡΗΡ: Οι έδρες νεοελληνικών σπουδών, βοηθούν;

Κλαίρης: Ασφαλώς, ναι. Στη Γαλλία, ας πούμε, έχουμε πολλές έδρες νεοελληνικών σπουδών που συνέβαλαν και συμβάλλουν ουσιαστικά στις νεοελληνικές σπουδές. Θα σημειώσω επίσης την πολύ σημαντική συμβολή για την προβολή τής νεοελληνικής γλώσσας στον ισπανόφωνο κόσμο, την οποία οφείλουμε στο «Κέντρο Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών» τού Πανεπιστημίου τής Χιλής, ιδρυτής τού οποίου υπήρξε ο Φώτιος Μαλλέρος και άξιος διάδοχός του σήμερα ο Miguel Castillo Didier.

ΡΗΡ: Χάνονται αυτές οι έδρες;

Κλαίρης: Δεν χάνονται, ελαττώνονται. Ελαττώνονται ως αποτέλεσμα τής γενικότερης κρίσης που διανύουν οι περισσότερες χώρες.

Τώρα, αν θέσουμε το ερώτημα τι μπορούμε να κάνουμε ως Ελλάδα, αυτό που ίσως πρέπει να πούμε μια και αναφερόμαστε για την επιρροή, διάδοση των νεοελληνικών αξιών, της νεοελληνικής γλώσσας στο εξωτερικό, και επειδή μιλάμε σε μια περίοδο κρίσεως, πρέπει να ξέρουμε ότι η βοήθεια και η συμπαράσταση δεν είναι μόνον οικονομική. Ασφαλώς ξεκινάμε από εκεί και λέμε εντάξει, χρειάζεται οικονομική βοήθεια, αυτό το καταλαβαίνει ο καθένας, δεν εξηγεί όμως τα πάντα.

Αλλά η βοήθεια, αυτή που μπορεί να γίνεται πάντοτε, είναι το ενδιαφέρον. Είναι η μεθοδική παρακολούθηση και υποστήριξη. Είναι πολλά τα πράγματα που μπορούν να γίνουν χωρίς χρήματα, αλλά με πρωτοβουλίες, φαντασία και κυρίως με ενδιαφέρον. Αυτό περιμένουνε οι άνθρωποι έξω.

Αυτό, αν το πάρουμε από πλευράς νεοελληνικής διοίκησης, χρειάζεται πολύ πιο συστηματική και οργανωμένη εποπτεία, εδώ, από το κέντρο, ώστε να ζεσταίνουμε και να υποστηρίζουμε τους ανθρώπους στο εξωτερικό που θέλουν και έχουν όρεξη να προβάλλουν τη γλώσσα μας και τον πολιτισμό μας γενικότερα. Αυτό, νομίζω ότι δεν γίνεται αρκετά και θα μπορούσε να γίνεται περισσότερο και με περισσότερη αποτελεσματικότητα.

Αυτό είναι μια έλλειψη που νιώθει κανείς στο εξωτερικό.

ΡΗΡ:  Ελληνισμός του εξωτερικού, νομίζετε διαπνέεται πάντοτε από τα ίδια αισθήματα αγάπης και ενδιαφέροντος για τη γενέτειρα;

Κλαίρης: Τουλάχιστον όπου εγώ γνωρίζω, εννοώ τη Γαλλία –είμαι και Γάλλος και έχω περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου στη Γαλλία-  δεν νομίζω ότι ο ελληνισμός έπαυσε να διαπνέεται από αισθήματα αγάπης και ενδιαφέροντος για τη γενέτειρα. Αυτό που ίσως συμβαίνει είναι ότι ο κόσμος έχει αποκαρδιωθεί. Αλλά και ο ελληνισμός στην Ελλάδα έχει αποκαρδιωθεί. Ο ελληνισμός τού εξωτερικού καίγεται για να βοηθήσει και δεν βρίσκει τα κανάλια εκείνα από τα οποία θα μπορέσει να προσφέρει τη βοήθειά του στη Μητροπολιτική Ελλάδα.

ΡΗΡ: Ποια θα μπορούσαν να είναι αυτά τα κανάλια;

Κλαίρης: Θα μπορούσανε να είναι –θα ξεκινήσω από το δικό μου χώρο- δηλαδή των πανεπιστημιακών δασκάλων και γενικότερα των ερευνητών, ένα μεγαλύτερο αγκάλιασμα από την Μητρόπολη, από την Ελλάδα, αυτών των ανθρώπων. Πολλές φορές υπήρξαν πρωτοβουλίες οι οποίες όμως, δεν έδωσαν μεγάλο αποτέλεσμα. Δηλαδή η συστηματική αξιοποίηση του επιστημονικού και ερευνητικού δυναμικού των της αλλοδαπής Ελλήνων, από την Ελλάδα. Δεν λέω ότι δεν γίνεται τελείως. Αλλά δεν γίνεται με τρόπο συστηματικό, πράγμα που είναι απαραίτητο για να υπάρξει αποτέλεσμα.

Αυτός είναι ένας χώρος όπου μπορεί να μεθοδευτεί η αξιοποίησή του.  Το ίδιο φαντάζομαι θα ισχύει και για τον εμπορικό κόσμο των Ελλήνων, που έχουν εμπορική δραστηριότητα στο εξωτερικό, στον οικονομικό χώρο, δηλαδή.

Η συστηματική καταγραφή Ελλήνων του εξωτερικού και διασύνδεση με αυτούς, ασφαλώς μπορεί να βοηθήσει.  Υπάρχει αναμφισβήτητα όρεξη, θέλω να πω, από τους Έλληνες του εξωτερικού, δεν μένει παρά η ανάπτυξη συστηματικής πρωτοβουλίας από την μητέρα πατρίδα.

ΡΗΡ: Είναι οργανωμένη η ομογένεια της Γαλλίας;

Κλαίρης: Υπάρχουν πολλοί σύλλογοι, υπάρχει ελληνική Κοινότητα, διαθέτει η ομογένεια του Παρισιού ένα ελληνικό σπίτι, πράγμα πολύ σημαντικό, όπου μπορούν και γίνονται διαλέξεις εκθέσεις και άλλες εκδηλώσεις, το οποίο διαχειρίζεται η πρεσβεία, υπάρχουν πάρα πολλοί σύλλογοι Ελλήνων, αναπτύσσεται μια δραστηριότητα, στο χώρο των διαλέξεων, των μουσικών εκδηλώσεων, τής ζωγραφικής και άλλα.

Είχαμε ένα πολύ καλό γεγονός, ήταν το πανόραμα του ελληνικού κινηματογράφου, που έγινε επί πέντε ή έξι χρόνια και ήτανε μια προβολή των ελληνικών ταινιών. Αυτό τώρα έχει σταματήσει λόγω της κρίσεως, αλλά ελπίζουμε ότι θα υπάρξουν τα ελάχιστα οικονομικά δεδομένα ώστε να μπορέσει να επαναληφθεί.

Βεβαίως δεν υπάρχουν τώρα οι δυνατότητες να φέρουν θιάσους και ορχήστρες διότι αυτά είναι πολυέξοδα.

ΡΗΡ: Μιλήσατε για το Φανάρι και το συνδέσατε με τον Απόδημο Ελληνισμό. Να μου πείτε περισσότερα πάνω σ΄ αυτό, παρακαλώ;

Κλαίρης: Μίλησα πράγματι για το Φανάρι σαν σύμβολο της οικουμενικότητας. Τι σημαίνει Φανάρι; Το φανάρι ξεκινάει στην εποχή της οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Όταν μιλάμε για φαναριώτες, εννοούμε μία ελίτ, ελληνόφωνη και ελληνοκεντρική, η οποία λόγω του πολιτισμικού της επιπέδου, επιβάλλεται στα πλαίσια της διοίκησης του οθωμανικού κράτους και από κει και πέρα αξιοποιείται από την οθωμανική διοίκηση για τις ανάγκες της οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Μιλάμε για μια εποχή όπου δεν υπάρχει νεοελληνικό κράτος. Από τη φύση της οθωμανικής Αυτοκρατορίας βρισκὀμαστε σ’ ένα χώρο πολυπολιτισμικό. Σε ένα χώρο όπου η έννοια τής οικουμενικότητας, το άνοιγμα στον κόσμο μπορεί να αναπτυχτεί. Το Φανάρι είναι το σύμβολο τής οικουμενικότητας. Από τη φύση του ο απόδημος ελληνισμός είναι περισσότερο ευαισθητοποιημένος στην έννοια τής οικουμενικότητας και των πολυπολιτισμικών αξιών.

ΡΗΡ:  Αυτό το πνεύμα, έτσι όπως το περιγράψατε, εξακολουθεί να ισχύει σήμερα στον Απόδημο Ελληνισμό;

Κλαίρης: Ευχαριστώ για την ερώτηση, αλλά δεν μπορώ να μιλήσω γενικότερα για τον Απόδημο ελληνισμό. Ξέρω ότι ισχύει για το θεσμό του οικουμενικού πατριαρχείου, εάν το συγκρίνετε με το θεσμό της αρχιεπισκοπής της Ελλάδος. Από πλευράς πνευματικής πολιτικής, ας πούμε, όταν μιλάμε για αρχιεπισκοπή της Ελλάδος η σφαίρα επιρροής και ενδιαφέροντος της σταματά στά όρια τής ελληνικής επικράτειας. Όταν μιλάμε για το εν Φαναρίω οικουμενικό πατριαρχείο, μπορεί ίσως συναισθηματικά να προέχει ο ελληνορθόδοξος, αλλά μόνο συναισθηματικά.  Από πλευράς πραγματικού ενδιαφέροντος όμως, αδιάφορο εάν ο πιστός είναι Αβησσυνός ή Μαλτέζος, ή Γάλλος, ή Σέρβος, ή Ρώσσος, το ενδιαφέρον του επεκτείνεται στα προβλήματα όλου τού κόσμου.

Ένα από τα προβλήματα τού Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης και Οικουμενικού Πατριάρχη είναι σήμερα το οικολογικό πρόβλημα. Η προάσπιση του πλανήτη. Αυτό είναι, πώς να το πούμε, κάτι αγκυροβολημένο στο πνεύμα του Φαναριού, το να θεωρείς, δηλαδή, υπεύθυνο τον εαυτό σου για ό,τι συμβαίνει στον πλανήτη, και όχι μόνο για ό,τι συμβαίνει στο χωριό σου, στην πόλη σου, ή στη χώρα σου.

ΡΗΡ: Νομίζετε αυτό που ακούγεται ότι ο σύγχρονος κόσμος χρειάζεται επιστροφή στις αξίες του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού έχει βάση; Το βλέπετε αυτό να είναι αναγκαίο; Να γίνεται; Να εξελίσσεται;

Κλαίρης: Υπάρχουν δύο τρόποι να αντιμετωπίσει κανείς την εξέλιξη. Ή σαν κάτι γραμμικό ή σαν κάτι κυκλικό. Το κυκλικό μας φέρνει σε μία συστολή και διαστολή των αξιών. Δεν είναι θέμα επιστροφής στα παλιά, είναι ανάγκη να μην αγνοούμε τα παλιά ώστε να μπορούμε να τα μετουσιώνουμε στην σημερινή πραγματικότητα.

*Η φωτογραφία της πρώτης σελίδος είναι από τη συνέντευξη Τύπου για την παρουσίαση του Ντοκιμαντέρ “Το Βυζάντιο μετά το Βυζάντιο” στην αίθουσα του Ιανού, στην Αθήνα. Ο Ομότιμος καθηγητής γενικής γλωσσολογίας, Δρ. Χρήστος Κλαίρης, τρίτος από αριστερά. Στο μέσο,  η Ερατώ Πάρη και στα δύο άκρα, δεξιά, ο  Χρήστος Ελματζιόγλου, παραγωγός, Τηλεοπτικές Επιχειρήσεις ΑΒΕΕ και αριστερά,  ο Ομότιμος καθηγητής Ανωτάτης Σχολής Ευελπίδων κ. Σάββας Σπέντζας.

** Για να αποδοθούν πιστότερα το πνεύμα και το γράμμα της συνέντευξης,  διαφοροποιήσαμε τον πρώτο τίτλο (1.20 π.μ.) και βελτιώσαμε την εισαγωγή.

ΡΗΡ

 

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Ο Χρήστος Κλαίρης γεννήθηκε το 1941 στην Κωνσταντινούπολη. Απόφοιτος της Μεγάλης του Γένους Σχολής, σπούδασε ελληνική φιλολογία στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και γενική γλωσσολογία στη Σορβόνη, δίπλα στον θεμελιωτή της λειτουργικής γλωσσολογίας Andre Martinet. Σήμερα είναι τακτικός καθηγητής γενικής γλωσσολογίας στη Σορβόνη, στο Πανεπιστήμιο Rene Descartes-Paris V, όπου διδάσκει από το 1978, διευθυντής του Εργαστηρίου Γλωσσολογικής Θεωρίας και Περιγραφής (THEDEL) του ίδιου πανεπιστημίου, και αντιπρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας Λειτουργικής Γλωσσολογίας (SILF). Δίδαξε ελληνικά και γενική γλωσσολογία στη Χιλή (1970-1976). Οι έρευνες του πάνω στις γλώσσες της Παταγονίας και της Γης του Πυρός τον οδήγησαν το 1972 στην ίδρυση του Κέντρου Έρευνας Ιθαγενών Γλωσσών στο Καθολικό Πανεπιστήμιο του Valparaiso, το οποίο και διεύθυνε μέχρι το κλείσιμο του μετά το πραξικόπημα. Τις έρευνές του για τις γλώσσες που κινδυνεύουν να εξαφανιστούν θα τις συνεχίσει από τη Γαλλία, σε συνεργασία με το Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών (CNRS) και με Πανεπιστήμια της Λατινικής Αμερικής. Το 1987 δημοσιεύει την πρώτη πλήρη περιγραφή της αμερινδιάνικης γλώσσας Καγουάσκαρ (El qawasqar, Linguistica fueguina, Teoria y descripcion, Valdivia, Estudios Filologicos). Ως διευθυντής του THEDEL διεύθυνε τη σειρά Trauaux du Seminaire de Linguistique Fonctionnelle (1992-2002). Οι πολυάριθμες δημοσιεύσεις του πραγματεύονται κυρίως θέματα θεωρητικής γλωσσολογίας, περιγραφής γλωσσών και εθνογλωσσολογίας. Οι μελέτες του γύρω από τη σύγχρονη ελληνική γλώσσα είχαν σαν αποτέλεσμα να εκδώσει, μαζί με τον καθηγητή Γεώργιο Μπαμπινιώτη, τη “Γραμματική της Νέας Ελληνικής, Δομολειτουργική – Επικοινωνιακή” (Ελληνικά Γράμματα, 2005). Στα ελληνικά κυκλοφορεί επίσης το βιβλίο του “Θέματα Γενικής Γλωσσολογίας” (Νεφέλη, 1990). Μεταξύ των πλέον πρόσφατων έργων που έχουν κυκλοφορήσει στη γαλλική βιβλιογραφία υπό τη διεύθυνση του είναι τα Trauaux de linguistique fonctionnelle (L’ Harmattan, 2005) και Typologie de la syntaxe connective (διεύθ. C. Clairis, Cl. Chamoreau, D. Costaouec και Fr. Guerin, Presses Universitaires de Rennes, 2005).

Σχόλια Facebook

Σχολιάστε