Η “Αραβική Άνοιξη” στις χώρες του Μαγρέμπ
(Άρθρο που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΑΜΥΝΑ & ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ, τ. Ιουνίου 2012) Η_Αραβική_Ανοιξη_στις_χώρες_του_Μαγκρέμπ
Το 2011 ήταν έτος αναταραχής στον αραβικό κόσμο. Το επαναστατικό κίνημα ξεκίνησε από την Τυνησία και επεκτάθηκε σε όλο σχεδόν τον αραβικό κόσμο, είτε με τη μορφή της επανάστασης είτε της εξέλιξης σε πιο δημοκρατικά καθεστώτα. Η κατάσταση στην Αίγυπτο συνεχίζει να είναι εκρηκτική ενώ στη Συρία η αρχική έκρηξη έχει εξελιχθεί σε ένα εμφύλιο αιματοκύλισμα. Στο άρθρο αυτό θα αναφερθούμε στα όσα αφορούν στην αραβική άνοιξη στις χώρες του Μαγρέμπ, δηλαδή τις αραβικές χώρες που βρίσκονται δυτικά της Αιγύπτου. H λέξη Μαγρέμπ (Μαghreb) αποτελεί παλιό αραβικό όρο που σημαίνει τον τόπο όπου κρύβεται ο ήλιος, δηλαδή τη Δύση. Για τους παλιούς γεωγράφους το Μαγρέμπ άρχιζε δυτικά του ποταμού Νείλου και εκτεινόταν μέχρι τις ακτές του Ατλαντικού. Σήμερα ως Μαγρέμπ είναι γνωστή μια έκταση 6 εκατομμυρίων τετραγωνικών χιλιομέτρων (ίση προς το 60% της ευρωπαϊκής ηπείρου) που περιλαμβάνει πέντε χώρες: Αλγερία, Λιβύη, Μαρόκο, Μαυριτανία, Τυνησία, καθώς και την αμφισβητούμενη περιοχή της Δυτικής Σαχάρας (υπό τον έλεγχο του Μαρόκου).
Η ανάπτυξη των επαναστατικών κινημάτων
Όλα ξεκίνησαν στις 17 Δεκεμβρίου 2010 στην Τυνησία με την αυτοπυρπόληση του νεαρού Mohamed Bouazizi, ο οποίος υπέκυψε στα τραύματά του στις 4 Ιανουαρίου 2011. Η Τυνησία είναι το πιο μικρό από τα κράτη του Μαγρέμπ, με την πιο «δυτικοποιημένη» αραβική κοινωνία. Ο Ben Ali – πρόεδρος της χώρας από το 1987 – είχε μονοπωλήσει κάθε πολιτική εξουσία επιβάλλοντας ένα αστυνομικό καθεστώς, φυλακίζοντας και αποκλείοντας όλους τους αντιπάλους του. Από οικονομική άποψη, η οικογένειά του και ειδικά η σύζυγός του, είχαν αναλάβει τις τύχες της χώρας, αναγκάζοντας οποιονδήποτε εγχώριο ή ξένο επενδυτή να καταβάλει δώρα στην οικογένεια. Ο Ben Ali προσπάθησε να κάνει παραχωρήσεις για να παραμείνει στην εξουσία, αλλά μπροστά στην αποφασιστικότητα των διαδηλωτών, έφυγε για τη Σαουδική Αραβία στις 14 Ιανουαρίου 2011. Μετά από πολλές αλλαγές της κυβέρνησης, στις 23η Οκτωβρίου 2011 εξελέγη μια Συντακτική Συνέλευση, η οποία κυριαρχείται από το ισλαμικό κόμμα “Ennahda”, που κέρδισε 90 έδρες επί συνόλου 117. Στις 12 Δεκεμβρίου 2011, ο Moncef Marzouki, αντίπαλος του καθεστώτος του Ben Ali και ιδρυτής του κόμματος του Κογκρέσου για τη Δημοκρατία (CPR), εξελέγη πρόεδρος της Δημοκρατίας. Στις 14 Δεκεμβρίου, 2011, διόρισε τον Hamadi Jebali, Γενικό Γραμματέα του Ennahda, ως πρωθυπουργό.
Στη συνέχεια η αραβική άνοιξη «μετακόμισε» στην Αλγερία, όπου οι πρώτες διαδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν στις 5 Ιανουαρίου 2011 στο Αλγέρι και σε είκοσι επαρχίες της χώρας. Η Αλγερία είναι η χώρα στην οποία το φονταμενταλιστό κίνημα παρουσιάζει ιδιαίτερη ένταση, με κίνδυνο να την οδηγήσει σε εμφύλιο πόλεμο. Το πραξικόπημα του στρατηγού Ζερουέλ, το 1992, όχι μόνο δεν έδωσε κάποια λύση στο πρόβλημα, άλλα αντίθετα όξυνε τα πάθη και τον φανατισμό. Οι εντάσεις που επικρατούν στο εσωτερικό της χώρας σε συνδυασμό με τα σημαντικά κοιτάσματα στρατηγικών πρώτων υλών, κυρίως φυσικού αερίου, δημιουργούν κλίμα ανασφάλειας. Η χώρα διαθέτει τα μεγαλύτερα κοιτάσματα φυσικού αερίου στην Αφρική και προμηθεύει την Ευρώπη. Ωστόσο, αποτελώντας το κέντρο του ισλαμιστικού κινήματος και οργανώσεων τρομοκρατίας στη Βόρεια Αφρική, συνιστά περιοχή αστάθειας, με έντονα στοιχεία βίας και αναρχίας. Όπως και σε άλλες χώρες της ευρύτερης περιοχής, οι δομικές αιτίες της αναρχίας και της βίας θα πρέπει να αναζητηθούν στη δημογραφική πίεση, το οικονομικό τέλμα, το χαμηλό επίπεδο διαβίωσης του πληθυσμού, την ανεργία, κυρίως των νέων, αλλά και την εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων από μια ολιγαρχία της χώρας.
Μέχρι σήμερα, η Αλγερία κυβερνιέται από τον πρόεδρο Abdelaziz Bouteflika, ο οποίος εξελέγη με την υποστήριξη του στρατού και ήδη διανύει την τρίτη θητεία του. Ηγείται ενός συνασπισμού τριών μερών: του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (FLN), του Εθνικού Δημοκρατικού Συναγερμού (RND) και του Κινήματος Κοινωνία για την Ειρήνη (MSP) με ισλαμική διάσταση. Ως απάντηση στα γεγονότα αυτά, στις 3 Φεβρουαρίου του 2011 αποφασίστηκε η άρση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης που είχε επιβληθεί το 1992, καθώς και πολιτικές μεταρρυθμίσεις. Στις 5 Μαρτίου 2011 ξέσπασαν νέες διαδηλώσεις, στις οποίες συμμετείχαν και σπουδαστές, υπάλληλοι, καθώς και εκπρόσωποι της κοινωνίας των πολιτών. Στις 21 Μαρτίου 2011, η αλγερινή κυβέρνηση διαβουλεύεται για την αναθεώρηση του Συντάγματος, ενώ δίνει μισθολογικές αυξήσεις στους υπαλλήλους που φτάνουν για ορισμένες κατηγορίες, στο 80%, επιδότηση βασικών αναγκών, και παρέχει οικονομική υποστήριξη για τη δημιουργία επιχειρήσεων. Άλλα μέτρα που λαμβάνονται αφορούν την προώθηση της δημιουργίας θέσεων εργασίας, την αναβάθμιση των ΜΜΕ, και την καταπολέμηση της διαφθοράς. Σε αντίθεση με την Τυνησία, στην Αλγερία δεν είναι γνωστό αυτή τη στιγμή το ενδεχόμενο αλλαγής του καθεστώτος για δύο βασικούς λόγους. Το πρώτο είναι η μνήμη του φοβερού εμφύλιου πολέμου της περιόδου 1991-2001, με πάνω από 200.000 θύματα, το δεύτερο είναι ο πλούτος που προέρχεται από την ενέργεια, που επέτρεψε αύξηση των μισθών, επιδοτήσεις των τροφίμων, καθώς και ενισχύσεις που προβλέπονται για τη δημιουργία επιχειρήσεων και θέσεων εργασίας.
Το κύμα των αραβικών εξεγέρσεων έφτασε στη Μαυριτανία στις 13 Ιανουαρίου 2011, με μια διαδήλωση χιλιάδων ανθρώπων στο Nouakchott που ζητούσαν οικονομικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις και την αποχώρηση του προέδρου Mohamed Ould Abdelaziz. Στη συνέχεια, έλαβαν χώρα άλλα γεγονότα σε διάφορες πόλεις, προκαλώντας τραυματισμούς και συλλήψεις. Αρχίζοντας από τον Μάρτιο 2011, απεργίες ξέσπασαν στους τομείς της υγείας, τα πανεπιστήμια, τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, τα ορυχεία σιδήρου, την αλιεία, τις μεταφορές, και στους δήμους. Για την αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων η κυβέρνηση της Μαυριτανίας ξεκίνησε ένα κοινωνικό σχέδιο, υποσχόμενη τη μείωση κατά 30% των τιμών των τροφίμων. Παρά το σχέδιο αυτό, οι διαδηλώσεις και οι απεργίες συνεχίστηκαν τον Απρίλιο, τον Μάιο και τον Ιούνιο του 2011. Διαπραγματεύσεις μεταξύ της αντιπολίτευσης και των κυβερνώντων κομμάτων, τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο του 2011, οδήγησαν σε κάποια σημεία συμφωνίας, όπως την αναγνώριση των μειονοτήτων, την απαγόρευση της δουλείας, τη μείωση της επιρροής του στρατού στην πολιτική, την επέκταση της εκπροσώπησης των γυναικών στο Κοινοβούλιο. Σήμερα η επιδίωξη στη Μαυριτανία είναι η αλλαγή του καθεστώτος.
Η Λιβύη υπήρξε το θέατρο μιας εξέγερσης στο πλαίσιο της αραβικής άνοιξης, η οποία εξελίχθηκε σε πόλεμο, με χρήση βαρέων όπλων, αρμάτων μάχης και αεροσκαφών. Στις 27 Φεβρουαρίου 2011, συστήθηκε το Εθνικό Μεταβατικό Συμβούλιο (CNT) για την πολιτική εκπροσώπηση της εξέγερσης. Στις 19 Μαρτίου 2011, μετά το ψήφισμα του ΟΗΕ, το ΝΑΤΟ επενέβη με αεροπορικές δυνάμεις για την προστασία των αμάχων της Λιβύης. Τον Σεπτέμβριο του 2011, είκοσι τέσσερις χώρες αναγνώρισαν το CNT. Στις 16 Σεπτεμβρίου 2011, το CNT αναγνωρίστηκε από τον ΟΗΕ, και στις 20 Οκτωβρίου 2011 έπεσε το τελευταίο προπύργιο του καθεστώτος, η Σύρτη, ενώ ο Καντάφι είχε σκοτωθεί. Στις 23 Οκτωβρίου 2011 στη Βεγγάζη, ο Πρόεδρος του CNT Mustapha Abdeljalil ανακοινώνει την απελευθέρωση της Λιβύης. Στις 31 Οκτωβρίου 2011 σχηματίζεται προσωρινή κυβέρνηση με επικεφαλής τον Abdel Rahim Al-Kibe.
Το Μαρόκο γνώρισε μια μεγάλη διαδήλωση στις 20 Φεβρουαρίου 2011, σε 53 νομούς. Όλα τα προηγούμενα χρόνια η κυβέρνηση είχε επιτύχει να πορευθεί με το ισλαμιστικό κίνημα χωρίς να αντιμετωπίσει σοβαρές κρίσεις. Από τις χώρες του Μαγρέμπ το Μαρόκο είναι η πρώτη που έκανε μια πιο αποφασιστική προσέγγιση της Ευρώπης και η μοναδική αραβική χώρα που ζήτησε την ένταξή της στην ΕΕ, αίτηση που βέβαια απορρίφθηκε. Είναι επίσης η μόνη μεσογειακή χώρα του Μαγρέμπ που αρνήθηκε να πάρει μέρος στην Ιερή Συμμαχία κατά του φανατικού ισλαμισμού που σχηματίσθηκε εδώ και χρόνια από την Αλγερία, την Τυνησία, τη Λιβύη και την Αίγυπτο. Αντίθετα, ζήτησε από την Ευρώπη συνεργασία όχι μόνο κατά της τρομοκρατίας αλλά και κατά του φανατικού ισλαμισμού.
Οι διαδηλωτές του Φεβρουαρίου του 2011 ζητούσαν πολιτικές μεταρρυθμίσεις που θα περιορίζουν τις εξουσίες του Βασιλιά, το τέλος της αδικίας, του εκβιασμού και της δωροδοκίας. Προκειμένου να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των διαδηλωτών, ο Βασιλιάς ανακοίνωσε στις 9 Μαρτίου 2011 μια σημαντική μεταρρύθμιση του Συντάγματος του Μαρόκου. Τα κύρια στοιχεία της μεταρρύθμισης αυτής είναι η αναγνώριση ορισμένων μειονοτήτων, η διάκριση των εξουσιών, η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, ελεύθερα εκλεγμένο Κοινοβούλιο, αύξηση των εξουσιών της κυβέρνησης, η οποία είναι υπόλογη στο Κοινοβούλιο. Παρά ταύτα, οι διαδηλώσεις συνεχίζονταν με περισσότερο ή λιγότερο σθένος, και στις 17 Ιούνιου 2011, ο Βασιλιάς ανακοίνωσε τα αποτελέσματα της συνταγματικής μεταρρύθμισης. Εκτός από εκείνες που είχαν ήδη ανακοινωθεί με το νέο Σύνταγμα, ο Βασιλιάς διόρισε επικεφαλής της κυβέρνησης τον ηγέτη του κόμματος που νίκησε στις εκλογές. Η γενική πολιτική της χώρας καθορίζεται από την κυβέρνηση. Με το δημοψήφισμα της 1η Ιουλίου 2011 εγκρίθηκε το νέο Σύνταγμα με συμμετοχή 75,5%, και ποσοστό ΝΑΙ 97,58%. Οι γενικές εκλογές πραγματοποιήθηκαν στις 25 Νοέμβριου 2011 με νίκη του ισλαμικού κόμματος (PJD) που κέρδισε 107 έδρες επί συνόλου 395. Ο Βασιλιάς διόρισε επικεφαλής της κυβέρνησης τον Γενικό Γραμματέα του PJD Abdelilah Benkirane. Η κυβέρνηση συγκροτήθηκε στις 3 Ιανουαρίου 2012 με τον συνασπισμό τριών κομμάτων. Όπως και στις περιπτώσεις της Αλγερίας και της Μαυριτανίας, δεν υπήρξε στο Μαρόκο αλλαγή του πολιτικού καθεστώτος.[1]
Η διάσταση της ασφάλειας
Σε γενικότερο επίπεδο, πρέπει κανείς πρώτα να διαπιστώσει ότι οι πιο κερδισμένοι της Αραβικής Άνοιξης ήταν μετριοπαθή ισλαμικά κόμματα. Ιδιαίτερα στην Τυνησία, και το Μαρόκο όπου κέρδισαν τις εκλογές με μεγάλη πλειοψηφία. Στη Λιβύη, στις 24 Οκτωβρίου 2011, ο επικεφαλής του CNT δήλωσε ότι η Σαρία (Chariaa), δηλαδή ο Ισλαμικός νόμος, είναι η κύρια πηγή της νομοθεσίας στη νέα Λιβύη.
Το ισλαμιστικό κύμα μπορεί να αποδοθεί σε διάφορους λόγους. Εκφράζει την ανάγκη για αλλαγή και την επιθυμία για περισσότερη δημοκρατία, χωρίς να ικανοποιεί τα περισσότερα από τα αιτήματα των διαδηλωτών: περισσότερη ελευθερία, καταπολέμηση της διαφθοράς, του νεποτισμού και της κοινωνικής ανισότητας. Αλλά τα κόμματα της δεξιάς ή της αριστεράς που έχουν κυβερνήσει τις χώρες του Μαγρέμπ για δεκαετίες, δεν είχαν ικανοποιητικά αποτελέσματα, ούτε έφεραν πολιτική, οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, και για το λόγο αυτό «τιμωρήθηκαν» από τους ψηφοφόρους. Από την άλλη πλευρά, τα ισλαμικά κόμματα έχουν πάντα μια πολιτική εγγύτητας έναντι των φτωχών. Σε γενικές γραμμές όσοι βασίζονται στο Ισλάμ είναι πολύ ισχυροί σε όλες τις χώρες του Μαγρέμπ, και προκαλούν μια φυσική συμπάθεια προς εκείνους που τους υποστηρίζουν. Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι σε όλες τις χώρες του Μαγρέμπ, υπάρχουν ριζοσπαστικά ισλαμικά κινήματα (τζιχαντιστές ή μεταρρυθμιστές), οι οποίοι βρίσκονται έξω από το πολιτικό παιχνίδι, και αποτελούν δυνητική απειλή για το μέλλον.
Μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι η κατάσταση της ασφάλειας διαφέρει από χώρα σε χώρα. Το Μαρόκο εξαιτίας της συναίνεσης που υφίσταται σχετικά με την μοναρχία, και της νίκης του ισλαμικού κόμματος στις τελευταίες εκλογές, θεωρείται ως η πιο σταθερή περιοχή. Είναι απίθανο να συμβούν εκεί σοβαρά γεγονότα που θα διασαλεύσουν τη δημόσια τάξη. Το ίδιο και στην Τυνησία, όπου η εκλογή της Συντακτικής Συνέλευσης και ο σχηματισμός νέας κυβέρνησης με επικεφαλής έναν μετριοπαθή ισλαμιστή, εκτιμάται ότι θα διαμορφώσει ένα ειρηνικό μέλλον.
Οι περιπτώσεις της Αλγερίας, της Μαυριτανίας και της Λιβύης είναι πιο προβληματικές. Παρά τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση της Αλγερίας μετά την αραβική άνοιξη, η κοινωνική κατάσταση παραμένει πολύ ανησυχητική. Ο Πρόεδρος Bouteflika είναι άρρωστος, και η διαδοχή σε περίπτωση θανάτου είναι άγνωστη, ιδίως λόγω του ότι η στρατιωτικοί εξακολουθούν να διαδραματίζουν σημαντικό πολιτικό ρόλο στην Αλγερία. Τα αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών της 10ης Μαΐου 2012 αντιμετωπίστηκαν τόσο αρνητικά από τους Αλγερινούς ώστε ορισμένοι ξένοι αναλυτές πιστεύουν ότι αυτές θα είναι οι τελευταίες εκλογές που διεξήχθησαν στο πλαίσιο του υφιστάμενου καθεστώτος. Σημειώνουν μάλιστα ότι αν υπήρχαν κάποιας ελπίδες να διατηρηθεί η δημοκρατία στη χώρα, οι εκλογές αυτές τις έσβησαν. Οι καταγγελίες για εκλογική νοθεία ήταν έντονες μόλις η κυβέρνηση ανακοίνωσε στις 11 Μαΐου ότι το ποσοστό συμμετοχής ήταν 42,9%, με τον συνασπισμό των κυβερνώντων κόμματων να κερδίζει τη συντριπτική πλειοψηφία. Η πράσινη συμμαχία των ισλαμικών κομμάτων κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι “διαπράττει εκτεταμένη νοθεία”.
Η περίπτωση της Μαυριτανίας, είναι επίσης προβληματική. Θυμίζουμε ότι από τους έξι προέδρους που έχουν αναλάβει την εξουσία από την ανεξαρτησία της, οι τέσσερις προήλθαν από στρατιωτικά πραξικοπήματα. Η κοινωνική και οικονομική κατάσταση είναι κακή. Από τον Οκτώβριο του 2011, έλαβαν χώρα διαπραγματεύσεις μεταξύ των κυβερνώντων κομμάτων και των κομμάτων της αντιπολίτευσης, χωρίς όμως να υπάρξουν απτά αποτελέσματα. Η κοινωνία της Μαυριτανίας υποφέρει επίσης από εθνοτικές αντιπαλότητες.
Η περίπτωση της Λιβύης είναι ακόμα πιο προβληματική δεδομένου ότι είναι απαραίτητο να αναβαθμιστεί το κράτος, μετά την ανατροπή του Kadhaffi. Επιπλέον θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι φυλετικές αντιπαραθέσεις και οι συγκρούσεις μεταξύ των πολιτοφυλάκων που δεν έχουν ακόμη αφοπλιστεί. Από τον Ιανουάριο του 2012, έχουν ξεσπάσει δολοφονικές συγκρούσεις μεταξύ αντιπάλων ομάδων στην Τρίπολη. Είναι προφανές ότι η Λιβύη χρειάζεται απεγνωσμένα βοήθεια για να αποκατασταθεί η εσωτερική ειρήνη και η οικοδόμηση των κρατικών θεσμών.
Υπάρχουν και τα θέματα που αφορούν στην Ένωση του Αραβικού Μαγρέμπ που είναι γνωστή ως UMA (Union du Maghreb Arabe). Η τελευταία δημιουργήθηκε το 1989, με μέλη τις Αλγερία, Λιβύη, Μαυριτανία, Μαρόκο και Τυνησία. Σκοπός της είναι η ενίσχυση της οικονομικής συνεργασίας μεταξύ των μελών της, η υλοποίηση της οικονομικής ενοποίησης (συμπεριλαμβανομένης της ελεύθερης κυκλοφορίας προσώπων, υπηρεσιών, αγαθών και κεφαλαίων), καθώς και ο συντονισμός των θέσεων των κρατών αυτών σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας, με σκοπό τη διασφάλιση των συμφερόντων τους στην περιοχή και της πραγματοποίησης της αραβικής ενότητας. Δυστυχώς οι στόχοι της UMA δεν επιτεύχθηκαν, ενώ ακόμη τα χερσαία σύνορα μεταξύ Μαρόκου και Αλγερίας, είναι κλειστά.
Η κύρια αιτία της αποτυχίας της UMA οφείλεται στη σύγκρουση μεταξύ της Αλγερίας και του Μαρόκου, που ξεκίνησε το 1975 όταν το Μαρόκο προσάρτησε τη Δυτική Σαχάρα, μετά την αποχώρηση των Ισπανών. Η Λιβύη και η Αλγερία είχαν υποστηρίξει διπλωματικά, οικονομικά και στρατιωτικά την κίνηση “Πολισάριο”. Η θέση του Μαρόκου έχει ενισχυθεί σε διεθνές επίπεδο από τότε που προτάθηκε το 2007 το σχέδιο του ΟΗΕ για αυτονομία της Σαχάρας υπό την κυριαρχία του. Στο μέτωπο της ασφάλειας, το Πολισάριο διατηρεί τα μέσα για να προκαλέσει μια νέα ένοπλη σύγκρουση με το Μαρόκο.
Οι γείτονες του Μαγρέμπ στον Βορρά και στο Νότο δεν είναι δυνατόν να παραμείνουν αδιάφοροι για ότι συμβαίνει στην περιοχή. Η Ευρώπη, ειδικότερα, είναι πολύ ανήσυχη για την κατάσταση στις χώρες του Μαγρέμπ. Στο μέτωπο της ασφάλειας, φοβάται μια νέα εισροή μεταναστών από τη νότια ακτή της Μεσογείου, αν η κατάσταση επιδεινωθεί. Μια τέτοια εισροή έχει ήδη λάβει χώρα το 2011 μετά την εξέγερση της Τυνησίας, οπότε χιλιάδες μετανάστες πέρασαν στο ιταλικό νησί Λαμπεντούσα. Η Ευρώπη ανησυχεί, επίσης, για τη διακίνηση ναρκωτικών και όπλων από το νότο, για τρομοκρατικές ενέργειες στο έδαφός της καθώς και για την ασφάλεια των υπηκόων της στην Αφρική. Η απειλή μεγαλώνει από το γεγονός ότι το Μαγρέμπ έχει καταστεί περιοχή διέλευσης μεταναστών προερχομένων από την υποσαχάρια Αφρική.
Μετά την εξέγερση στη Λιβύη, μεγάλα αποθέματα όπλων μεταφέρθηκαν στην περιοχή του Σαχέλ που εκτείνεται στην Μαυριτανία, το Μάλι, τη νότια Αλγερία, τη Μπουρκίνα Φάσο, το Νίγηρα και το Τσαντ. Τα όπλα αυτά είναι πιθανό να φθάσουν σε στοιχεία της Αλ-Κάϊντα ή AQIM (Al-Qaida in the Islamic Maghreb) το 2007, που αντικατέστησε την αλγερινή τρομοκρατική σαλαφιστική ομάδα GSPC (Salafist Group for Preaching and Combat). Η AQIM έχει οργανώσει στην περιοχή του Σαχέλ αρκετές βομβιστικές επιθέσεις αυτοκτονίας, ενέδρες και απαγωγές κυρίως Ευρωπαίων πολιτών. Στόχος της είναι να δημιουργήσει ισλαμικά καθεστώτα στις χώρες του Μαγρέμπ. χρηματοδοτούμενη κυρίως από τα λύτρα και το λαθρεμπόριο όπλων.
Στις περιοχές του Σαχέλ και του Μαγρέμπ οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αναπτύξει σημαντικές πρωτοβουλίες, με στόχο να δώσουν τη δυνατότητα στις χώρες της ευρύτερης περιοχής της Σαχάρας να αντιμετωπίσουν προβλήματα όπως η τρομοκρατία και η διακίνηση όπλων. Στο πλαίσιο αυτό τέθηκαν δύο προγράμματα: αρχικά το 2002 το Pan Sahel Initiative (PSI) και στη συνέχεια το 2005 το Trans-Sahara Counterterrorism Initiative (TSCTI). Επίσης, για την καταπολέμηση της AQIM, η Αλγερία έχει δημιουργήσει από τον Απρίλιο του 2010 μια Επιτροπή Μικτού Επιχειρησιακού Επιτελείου που συμπεριλαμβάνει το Μάλι, τη Μαυριτανία και το Νίγηρα. Παράλληλα αντιτίθεται σε κάθε δυτική επέμβαση στην περιοχή, ενώ δεν προσκάλεσε το Μαρόκο να συμμετάσχει στην Επιτροπή.
Για να αντιμετωπίσει την απειλή από το νότο, η Ευρώπη ανέλαβε δράση σε δύο κατευθύνσεις: την ασφάλεια και την αναπτυξιακή βοήθεια. Η πτυχή της ασφάλειας για την καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης εκδηλώνεται με διάφορες μορφές: οικονομική βοήθεια για τις χώρες καταγωγής και διέλευσης, συμφωνίες επανεισδοχής, συνεργασία στην επιβολή του νόμου και την ανταλλαγή πληροφοριών. Ενδιαφέρον υπάρχει γενικότερα για το Φόρουμ 5+5 το οποίο υποστηρίζει την πτυχή της ασφάλειας, με τη συμμετοχή των πέντε χωρών του Μαγρέμπ από το Νότο και τις Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Μάλτα και Πορτογαλία από τον Βορρά. Το ΝΑΤΟ θα μπορούσε να διαδραματίσει ένα ρόλο, στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Η πρωτοβουλία του Μεσογειακού Διαλόγου που έχει αναπτύξει η Συμμαχία από το 1995, συμβάλλει καθοριστικά, αν και όχι χωρίς δυσχέρειες, στην συνεργασία και αλληλοκατανόηση.
Όσον αφορά στη συνιστώσα της αναπτυξιακής βοήθειας, αυτή προέρχεται κυρίως από την Ευρωπαϊκή Ένωση, που τη στηρίζει μέσω της Διαδικασίας της Βαρκελώνης, της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας, των συμφωνιών σύνδεσης ή των διμερών συμφωνιών με μεμονωμένες χώρες του Μαγρέμπ. Μετά την αραβική άνοιξη θα πρέπει να επανεξεταστεί το σύνολο της συνεργασίας μεταξύ της Ευρώπης και των χώρών του Μαγρέμπ καθώς και της ανάπτυξης της ασφάλειας.
***
Εν κατακλείδι, το Μαγρέμπ βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή της ιστορίας του, όχι χωρίς κινδύνους. Θα πρέπει πρώτα να βρει τον εαυτό του, τη δύναμη για τη δημιουργία μιας πραγματικής δημοκρατίας σε κάθε χώρα. Πρέπει επίσης να εξασφαλίσει την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη προς όφελος των λαών που ζουν εκεί. Τέλος, πρέπει να οικοδομηθεί η ενότητα σε περιφερειακό επίπεδο, απαραίτητη στο πλαίσιο της ευρω-μεσογειακής συνεργασίας.
Η γειτονική Ευρώπη θα πρέπει να συμβάλει αποτελεσματικά στην επίτευξη των στόχων αυτών. Είναι προς το δικό της συμφέρον. Η διεθνής κοινότητα, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών και των αναδυόμενες χώρών BRIC πρέπει επίσης να συμβάλλει. Τέλος, οι διεθνείς οργανισμοί, συμπεριλαμβανομένου του ΟΗΕ, θα πρέπει να εστιάσουν την προσοχή τους σε αυτή τη στρατηγικής σημασίας περιοχή.
Σχόλια Facebook